Η Θεοτόκος στην Ορθόδοξη Εκκλησία
9 Αυγούστου 2011
μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών κυρού (+) Χριστοδούλου
Η Παναγία είναι, κατά την ορθόδοξη δογματική διδασκαλία, σύμφωνα με όσα απεφάσισε περί αυτής η Γ΄ εν Εφέσω Οικουμενική Σύνοδος (431 μ.Χ.) : Υπεραγία, Θεοτόκος, Αειπάρθενος και Μεσίτρια. Είναι η Μητέρα του Θεού και των ανθρώπων, βασίλισσα γης και ουρανού. Πολύ όμως πριν από την οικουμενική αυτή απόφαση, οι πιστοί είχαν διαμορφώσει την συνείδηση, ότι η Μαρία, το δοχείον του Πνεύματος, υπηρέτις της προαιωνίου βουλής του Θεού “δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν”, ακαταίσχυντος προστάτις των χριστιανών. Δια τούτο και τιμάται ήδη από τους πιστούς των πρώτων χριστιανικών αιώνων, ενίοτε με δόσιν υπερβολής, την οποία εγκαίρως (και πριν ακόμη από το 431 μ.Χ.) οι Πατέρες επεχείρησαν να περιορίσουν στα ορθά πλαίσια, όπως τούτο αποδεικνύεται και από τον Αγιον Επιφάνιον, Επίσκοπον Σαλαμίνος Κύπρου (εκοιμήθη το 403 μ.Χ.), ο οποίος συνιστούσε ότι εις μεν τον Κύριο πρέπει λατρεία, εις δε την Θεοτόκο τιμή και προσκύνησις .Ο Άγιος Πατήρ ψέγει μετά παρρησίας την παρατηρούμενη στις ημέρες του υπερβολή έναντι του τιμίου προσώπου της Παναγίας, και τούτο τον αναδεικνύει αληθή Ποιμένα της Εκκλησίας, πού αγρυπνεί, κατά τον Απόστολο Παύλο, υπέρ των ψυχών του ποιμνίου του. Μάλιστα στον “Αγκυρωτόν” λεγόμενον λόγο του αποκαλεί την Παρθένον, πολύ πριν από την Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου, Θεοτόκον.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία μας ούτε υπερτιμά το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, αναβιβάζουσα τούτο εις την θέσιν της θεότητος, ούτε την υποτιμά, θεωρώντας την ως κοινήν θνητήν γυναίκα, διότι είναι η Κεχαριτωμένη, όπως ακριβώς την προσεφώνησεν ο απεσταλμένος του Θεού Αρχάγγελος (Λουκ. α, 28, 30, 35). Μάλιστα η Παρθένος μετά την επί της γης Κοίμηση της και την εις ουρανούς Μετάσταση της, ευρίσκεται σε κατάσταση δόξης και τιμής, όπως τούτο γίνεται φανερό και από το όραμα πού περιγράφεται στην Αποκάλυψη (κεφ. ιβ,1-6).
Η Ορθόδοξος Εκκλησία διδάσκει επίσης ότι οι Αγιοι εν ουρανώ και επί της γης (ζώντες δηλ. και κεκοιμημένοι) μεσιτεύουν προς τον Θεό, δηλ. Τον ικετεύουν, πρεσβεύουν προς Αυτόν για τους άλλους ανθρώπους, είτε αυτοί ζουν, είτε εκοιμήθησαν. Υπάρχουν όμως πολλοί, κυρίως προτεστάντες, που αρνούνται τις μεσιτείες των Αγίων ως και αυτές της Θεοτόκου, διότι παρερμηνεύουν το χωρίον Α΄Τιμ. β,5: “εις μεσίτης Θεού καί ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς”. Το χωρίον αυτό παρερμηνεύεται από αμαθείς ή κακοπίστους. Σύμφωνα με άλλα χωρία υπάρχει επίσης “εις Θεός” (Α Κορ. η,4-6), “εις Κύριος” (Α Κορ. η,6), “εις Πατήρ” (Ματθ. κγ,9), “εις Ποιμήν” (Ιω.ι,16), “εις διδάσκαλος” (Ματθ. κγ,8), “εις Αγαθός” (Ματθ., ιθ,17) και τα όμοια. Σύμφωνα δε πάλιν με άλλα χωρία υπάρχουν “πολλοί Θεοί” (Ψαλμ. πα,6,Ιω.ι,34), “πολλοί κύριοι” (Εφεσ. στ,5-9), “πολλοί πατέρες” (Λουκ. α,17), “πολλοί ποιμένες” (Εφεσ. δ,11), “πολλοί διδάσκαλοι” (Εφεσ., δ,11), “πολλοί αγαθοί” (Ματθ. ε,45) κ.λ.π. Πώς συμβιβάζονται τα πρώτα χωρία προς τα δεύτερα;
Ιδού πώς: Στα πρώτα, η έννοια είναι απόλυτος, στα δεύτερα σχετική. Εν απολύτω εννοία π.χ. υπάρχει “εις μόνον Κύριος και διδάσκαλος, ο Ιησούς Χριστός”. Αλλά εν σχετική εννοία υπάρχουν πολλοί κύριοι, και διδάσκαλοι, ως ο Αβραάμ (Γεν. ιη,12, Α Πέτρ. γ,6) καί ο Παύλος (Α Τιμ. β,7). Ούτω και εν απολύτω εννοία υπάρχει “εις μόνον μεσίτης, ο Ιησούς Χριστός” . Αλλά εν σχετική εννοία “πολλοί μεσίται”, δηλ. οι Άγιοι. Πράγματι, οι Άγιοι και οι πιστοί μεσιτεύουν, παρακαλούν τον Θεό υπέρ των συνανθρώπων των. Κατ’ εξοχήν δε πρεσβεύει υπέρ ημών η Μητέρα του Κυρίου ως “μητρικήν κεκτημένη παρρησίαν”. Άλλωστε καί στα χωρία Αποκαλύψεως ε,8 καί η,3-4 γίνεται λόγος για τις προσευχές των Αγίων και των “γίνω πάντων” στο υπερουράνιο θυσιαστήριο.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν φείδονται λόγων και εγκωμίων προκειμένου να περιγράψουν την συμμετοχή της Θεοτόκου στο Μυστήριο της Οικονομίας του Θεού για τον άνθρωπο. Και είναι χαρακτηριστικοί οι λόγοι, με τους οποίους την χαρακτηρίζουν ως “υπό πασών των γενεών προεκλεχθεισαν”, ως ευλογημένη μεταξύ όλων των γυναικών, πανάμωμο και πανακήρατο. Κατά τον Άγιο Πρόκλο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, η Παναγία είναι “το αμόλυντον της Παρθενίας κειμήλιον, ο λογικός του δευτέρου Αδάμ παράδεισος, το εργαστήριον της ενώσεως των φύσεων, η πανήγυρις του σωτηρίου συναλλάγματος , η παστάς, ην ο Λόγος ενυμφεύσατο την σάρκα, η έμψυχος της φύσεως βάτος, η όντως κούφη νεφέλη, η τόν επί των χερουβίμ μετά σώματος βαστάσασα, ο του εξ ουρανού υετού καθαρότατος πόκος, δούλη καί μήτηρ, Παρθένος καί ουρανός, η μόνη Θεού προς ανθρώπους γέφυρα, ο φρικτός της Οικονομίας ιστός, εξ ης αρρήτως υφάνθη της ενώσεως χιτών”.
Κατά δε τον Άγιο Ανδρέα Κρήτης η Παναγία είναι : “μήτηρ αγνεύουσα καί Παρθένος θηλάζουσα”, “κάλλους διάδημα καί του γένους βασίλισσα”, “ιερόθεον τέμενος Χριστου”, “ράβδος Ααρών, ρίζα του Ιεσσαί, τό σκήπτρον Δαυίδ”, “τό βασιλικόν ένδυμα”, “των χαρίτων στέφανος”, “το πάσης προφητείας εκφανέστατον πλήρωμα” κλπ.
Ο πρύτανις των θεολόγων Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τήν ονομάζει “τό κάλλος της ανθρωπίνης φύσεως” καί ο Θεοφάνης Νικαίας “το διαυγέστατον της παρθενίας θεότευκτον κάτοπτρον, ην τηλαυγέστατα διαδείκνυται η εικών του Θεού του αοράτου, αυτό τό αμήχανον καί εράσμιον κάλλος του ούτως εραστού τε καί έρωτος”.
Ο πατερικός λειμών των εγκωμίων της Θεοτόκου είναι ανεξάντλητος. Και πάντοτε δροσερός και γοητευτικός. Στην δ΄ ομιλίαν του προς την Αγίαν Μαρίαν ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας τονίζει : “Χαίροις παρ’ ημών Μαρία Θεοτόκε, το σεμνόν κειμήλιον απάσης της οικουμένης, η λαμπάς η άσβεστος, ο στέφανος της παρθενίας, τό σκήπτρον της ορθοδοξίας, ο ναός ο ακατάλυτος και χωρίον του αχωρήτου, η μήτηρ και παρθένος… Χαίροις η τον αχώρητον χωρήσασα εν μήτρα αγία παρθενικήν, δι’ ης Τριάς αγιάζεται … δι’ ης ο ουρανός αγάλλεται, δι’ ης άγγελοι και αρχάγγελοι ευφραίνονται, δι’ ης δαίμονες φυγαδεύονται, δι’ ης διάβολος πειράζων έπεσεν εξ ουρανού, δι’ ης το εκπεσόν πλάσμα εις ουρανούς αναλαμβάνεται, δι’ ης πάσα η κτίσις ειδωλομανία κατεχομένη εις επίγνωσιν αληθείας ελήλυθεν…” .
Τά εν τη Γραφή δε ονόματα της Παναγίας αναγράφει στον δ΄ λόγο του ο Ανδρέας Κρήτης, αναφέρων αυτήν ως : “νεάνιδα, προφήτιδα, παστάδα, οικον Θεοι, ναόν άγιον, δευτέραν σκηνήν, τράπεζαν αγίαν, θυσιαστήριον, ιλαστήριον, χρυσουν θυμιατήριον, άγια αγίων, Χερουβίμ δόξης, στάμνον χρυσήν, πλάκας της Διαθήκης, ιερατικήν ράβδον, σκήπτρον βασιλείας, διάδημα κάλλους, αλάβαστρον, λυχνίαν, ατμίδα, λαμπάδα, θρυαλλίδα, όχημα, θάμνον, πέτραν, γην, παράδεισον, χώραν, άρουραν, πηγήν, αμνάδα, σταγόνα … “.
Δεν θα θελα να κατακλείσω την πατερική αυτή αναφορά στην Θεοτόκο, χωρίς να παραθέσω την ποιητική μαρτυρία του νεοφανούς Πατρός της Εκκλησίας μας Αγίου Νεκταρίου, εκ των επιφανών ορθοδόξων θεομητορικών εγκωμιαστών του αιώνος μας, που εκφράζει άριστα την δογματική περί της Θεοτόκου διδασκαλία της Εκκλησίας μας καθώς και τα αισθήματα των ορθοδόξων απέναντί της:
“Αγνή Παρθένε Δέσποινα, άχραντε Θεοτόκε
Παρθένε Μήτερ Άνασσα, πανένδροσέ τε πόκε
Υψηλοτέρα ουρανών, ακτίνων λαμπροτέρα
Χαρά παρθενικών χορών, αγγέλων υπερτέρα
Εκλαμπροτέρα ουρανών, φωτός καθαροτέρα
Των ουρανίων στρατιών πασών αγιοτέρα
Μαρία αειπάρθενε, κόσμου παντός Κυρία
Άχραντε Νύμφη Πάναγνε, Δέσποινα Παναγία
Μαρία Νύμφη Άνασσα, χαράς ημών αιτία
Κόρη σεμνή, Βασίλισσα, Μήτηρ Υπεραγία
Τιμιοτέρα Χερουβείμ, υπερενδοξοτέρα
Των Ασωμάτων Σεραφείμ, των θρόνων υπερτέρα
Χαίρε το άσμα Χερουβείμ, χαίρε ύμνος αγγέλων
Χαίρε ωδή των Σεραφείμ, χαρά των Αρχαγγέλων
Χαίρε ειρήνη και χαρά, λιμήν της σωτηρίας
Παστάς του Λόγου ιερά, άνθος της αφθαρσίας
Χαίρε παράδεισε τρυφής, ζωής τε αιωνίας
Χαίρε το ξύλον της ζωής, πηγή αθανασίας.
Σέ ικετεύω Δέσποινα, Σέ νυν επικαλούμαι
Σέ δυσωπώ Παντάνασσα, σήν χάριν εξαιτούμαι
Κόρη σεμνή και άσπιλε, Δέσποινα Παναγία
Θερμώς επικαλούμαι Σε, Ναέ ηγιασμένε
Αντιλαβού μου, ρύσαι με, από του πολεμίου
Και κληρονόμον δείξον με ζωής της αιωνίου”..