Εσύ τί λές;
19 Μαΐου 2011
Βρέθηκα σε μία πολύ ευλογημένη συνάντηση χτές.
Στην εκδήλωση του Συλλόγου Φίλων της Μονής Βατοπαιδίου που σαν θέμα της είχε την αποκατάσταση της αλήθειας.
Φτάνουμε λοιπόν χτές σχετικά νωρίτερα απο την έναρξη και η αίθουσα ήταν ήδη κατάμεστη απο κόσμο!
Θέση να καθίσουμε πουθενά!
Στάθηκα αρχικά πίσω στο τέλος κοντά στον τοίχο για να ακουμπάω κιόλας και ύστερα ανακάλυψα ένα τραπέζι όπου ήταν κι άλλοι εκεί και ακουμπούσαν.
Πήγα κι εγώ παρόλο που δεν ακούγαμε καλά αλλά για να πάρω δυνάμεις.
Δίπλα μου ένας ηλικιωμένος, παππούς προσπαθούσε μάταια να ακούσει, κάποια στιγμή ξεκινά να μιλάει μόνος του σα σε μονόλογο και να λέει…
“Τί τα ήθελαν τώρα αυτά; … δεν χρειαζόταν όλο αυτό, εμείς τον ξέρουμε τον γέροντα και τον αγαπάμε, τί να τις κάνουμε τις αποδείξεις τους και τα έγγραφά τους και όλα αυτά… άς αφήσουν τον γέροντα να ακούσουμε κανα πνευματικό λόγο μπάς και σωθούμε!” και συνέχισε…
“Εγώ γνωρίζω τη Μονή απο τότε που πρωτοπήγε η συνοδεία μαζί με τον γέροντα Ιωσήφ, ναί θυμάμαι τότε ήμουν κι εγώ εκεί με έναν φίλο μου, μας έβαλαν κάτι ρεβύθια να φάμε, ερείπιο τότε το μοναστήρι… δεν σου κανε καρδιά να πάς να το επισκεφτείς! Αλλά απο τότε εγώ όλο εκεί πηγαίνω… και τώρα απο τη Μαλεσίνα έχω έρθει… τί καλός ο γέροντας ερχόταν συχνά στη Μαλεσίνα και τον ξέρουμε, έχω εξομολογηθεί κιόλας στον γέροντα αρκετές φορές… τί να σου λέω!
Τί τα θέλουν τώρα όλα αυτά… δεν με ενδιαφέρουν τα έγγραφά τους, οι νόμοι τους, τα χαρτιά τους και όλα αυτά, δεν αφήνουν τον γέροντα να μιλήσει;
Ποιός, πές μου εσύ ποιός, ενώ γνωρίζει τον γέροντα και το μοναστήρι πίστεψε όλα αυτά τα ψέμματα; Ερείπιο σου λέω ήταν πρώτα… ένα σωστό ερείπιο, και τώρα τί νοικοκύρεμα!”
(εγώ δεν μιλούσα εντωμεταξύ γιατί κι εγώ δεν γνωρίζω καλά τον γέροντα, μόνο μέσω του συζύγου μου που επισκέπτεται τη Μονή, και κάποιες λίγες φορές που απλά έχω πάρει την ευχή του.)
…συνεχίζει…
“Και τον γέροντα Παίσιο γνώριζα, απο νέος πηγαίνω στο Άγιο Όρος και είχα την τύχη να τον γνωρίζω καλά. Τον είχαμε ρωτήσει για τα θαύματα, τί είναι θαύμα και μας είχε πεί τότε ότι παλιά στην Κόνιτσα είχε πιάσει φωτιά στο δάσος, τότε που είχαν Γερμανική κατοχή. Οι κάτοικοι φοβόντουσαν να πάνε εκεί να σβήσουν τη φωτιά μή τους σκοτώσουν οι Γερμανοί, τότε ο δήμαρχος τους λέει μην ανησυχείτε, ο Άγιος Νικόλαος είναι θαυματουργός, και σε λίγο έπιασε βροχή και έσβησε η φωτιά.”
“Τώρα αυτό τί ήταν λέτε;… εσύ τί λές;… γύρισε και μου είπε.”
“Όλο έτσι τέλειωνε τις φράσεις του ο γ.Παίσιος, σε άφηνε εσένα να σκεφτείς και να μεταφράσεις τα λεγόμενα.”
Μετά μου είπε ο παππούς και το άλλο, ήταν λέει έξω με τον γέροντα Παίσιο και εκείνος κρατούσε ένα μπαστούνι, ξαφνικά του το δίνει λέγοντάς του ότι θα του χρειαστεί, “μπά αναρωτήθηκα νέος είμαι τί να το κάνω”, αλλά δεν του είπε τίποτα παρά το πήρε… την επόμενη χρονιά αρρώστησε και το πόδι του απέκτησε μόνιμο ελλάτωμα!
Τώρα έχει το μπαστούνι το γ.Παίσιου κάτω απο το εικονοστάσι και σε κάθε του βήμα “θυμάμαι τον γέροντα και λέω και κανα Κύριε Ελέησον!”
Του είπα κι εγώ τότε, έκπληκτη με αυτά και άλλα πολλά που μου εκμυστηρεύτηκε ο παππούς, ότι τελευταία όλο μου συμβαίνει να γνωρίζω ανθρώπους που είχαν συναντήσει και γνώριζαν τον γέροντα Παίσιο… έτσι εντελώς τυχαία!
“Εσύ τί λές;… μου απαντά ο παππούς, τί είναι αυτό λές;”
“Δεν είναι θαύμα;”
“Όλα θαύματα είναι παιδάκι μου…” μονολόγησε και πετάχτηκε όλο χαρά, κουτσαίνοντας να πάει όρθιος να σταθεί πιο κοντά στην αίθουσα γιατί σε λίγο θα μιλούσε ο γέροντας Εφραίμ.
Δόξα το Θεό που δεν βρήκα θέση να καθίσω!