Το Τροπάριο της Κασσιανής (με ηχητικό)
19 Απριλίου 2011
Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
τήν σήν αισθομένη θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη, μύρα σοι, προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, ότι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος έρως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τάς πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ·
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοίς της κεφαλής μου βοστρύχοις·
ών εν τώ παραδείσω Εύα το δειλινόν,
κρότον τοίς ωσίν ηχηθείσα, τώ φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους
τίς εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μή με την σήν δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος.
Μεταγραφή του Φώτη Κόντογλου:
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου· αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος
Tο Δοξαστικὸ των Αποστίχων, ποίημα Κασσιανής μοναχής (θ’ αἰ.) «Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή…», σε αργό Στιχηραρχικό μέλος, τονισθέν από τον Πέτρο Λαμπαδάριο τον Πελλοποννήσιο (†1777). Ἦχος πλ. τοῦ δ’, 26’14”