«Συσταυρωθώμεν Αυτώ ίνα και συζήσωμεν»
16 Απριλίου 2011
Σήμερα ο Χριστός εισέρχεται στην πόλη Ιερουσαλήμ. Η ώρα του Πάθους Του πλησιάζει. Εκπληρώνοντας το θέλημα του Πατέρα Του, θα δοκιμάσει, όχι μόνο εμπτυσμούς, κολαφισμούς, ραπίσματα, ατιμίες, ύβρεις και όλα τα άλλα, αλλά και την άκρα οδύνη του σταυρικού θανάτου. Θα θανατωθεί, αλλά θα θανατώσει την αμαρτία και τον θάνατο, που αυτή έφερε, αφού θα την «κατακρίνει (=καταδικάσει) εν τη σαρκί αυτού» (Ρωμ. 8, 3). Ο δικός Του θάνατος δεν θα είναι αποτέλεσμα αμαρτίας, αλλά άκρας υπακοής στον Θεό Πατέρα. Γι’ αυτό γίνεται θάνατος ζωηφόρος, δηλαδή ανάσταση και πηγάζει στον κόσμο τη ζωή. Αν ήταν κι ο δικός Του θάνατος αποτέλεσμα παρακοής και φυγής από τον Θεό, θα γινόταν κι Αυτός αιχμάλωτος του θανάτου και του Άδη και ο άνθρωπος δεν θα εσώζετο. Αυτό όμως δεν ήταν δυνατό να συμβεί, γιατί η ανθρώπινη φύση Του, ήταν ενωμένη αχώριστα με τη θεία και υπάκουε πάντοτε σ’ αυτή. Ο Κύριος, ως άνθρωπος, πειράσθηκε από το διάβολο για να υποστεί από το θέλημα του Θεού. Πάντοτε όμως νικούσε τον πειρασμό και τον πειράζονται, με την εμμονή στο πατρικό θέλημα, όσο κι αν αυτό σήμαινε θυσία για την ανθρώπινη φύση Του. Ήταν μια διαρκής «κένωση». Ο σταυρικός θάνατός του, η πιο οδυνηρή θυσία, είναι το μέσο που ο διάβολος πίστευε πως θα κατόρθωνε να κάνει τον Χριστό να αρνηθεί το θέλημα του Θεού Πατέρα Του, για να κερδίσει τη φυσική ζωή Του. Αν αυτό γινόταν, θα ήταν μια κατάκτηση του διαβόλου πάνω στο Χριστό.
Ο Χριστός και μπροστά σ’ αυτή τήν έσχατη οδύνη, δεν «απέστη Θεού». Δεν αμάρτησε ούτε και στο ελάχιστο. Δέχθηκε το θείο θέλημα, πέθανε χωρίς αμαρτία στο Σταυρό και έγινε ο Σταυρός Του καταδίκη αυτού που μας καταδίκασε, της αμαρτίας μας, της παρακοής μας και του «εχθρού και εκδικητού» μας διαβόλου. Γι’ αυτό ο Σταυρός, η «εσχάτη κένωσις» του Χριστού, έγινε η πιο μεγάλη δόξα Του και η ύψωση Του «υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας». Έγινε θρίαμβος πάνω στο θάνατο και μεταποιήθηκε σε Ανάσταση, ζωή και αθανασία. «Ιδού γάρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά». ¨Η «Ανάσταση του Χριστού είναι φανέρωση της νίκης Του πάνω στον Σταυρό».
[…]Η είσοδός Του στην Ιερουσαλήμ
Μετά την ανάσταση του Λαζάρου και τη νίκη του πάνω στο θάνατο, που έδειξε ότι είναι Θεός, θα περίμενε κανείς να μπει στην πόλη με δόξα και μεγαλοπρέπεια.
Έτσι έκαναν και οι κοσμικοί βασιλιάδες, που ζούσαν για να θηρεύουν την ανθρώπινη δόξα, την τόσο εφήμερη. Μετά από μια νίκη σε πόλεμο, την κατάκτηση λαών και την εξόντωση ανθρώπων, εισέρχονταν στην πόλη με «άρματα, οχήματα, με επίδειξη δυνάμεως και στρατοπέδων και ιππέων και της άλλης των Βασιλέων φαντασίας». Αυτός είναι ο τρόπος που εφεύρε ο πεπτωκώς άνθρωπος για να δοξάζεται και απώλεσε αυτό, για το οποίο πλάστηκε: Να είναι «εικόνα» και «δόξα» (φανέρωση) του Θεού. Υποτάχτηκε στο πάθος της υπερηφάνειας και της αλαζονείας.
Γι’ αυτό και η είσοδος του Χριστού στην αγία Πόλη, είναι μια άρνηση όλων αυτών, «μια διαρκής συγκατάβαση, παρουσία φιλανθρωπίας και όχι δικαιοκρισίας». Δεν έρχεται «εν τη δόξη του Πατρός Του. αλλ’ εν τη της μητρός Του ταπεινώσει» (Κύριλλος Αλεξανδρείας) με την έσχατη αδοξία, χωρίς εξωτερική προβολή και φαντασία, ενωμένος πάντα με τον Πατέρα. «Η δύναμις του Χριστού βρίσκεται στην αναμαρτησία Του». (Γρηγ. Παλαμάς). Περνά μέσα από την κάτω Ιερουσαλήμ με κάθε «κένωση» από τα ανθρώπινα, για να οδηγηθεί στο θάνατο, με τον οποίο θα νικήσει το θάνατο (τον πνευματικό και αιώνιο) και θα εισέλθει θριαμβευτικά στην άνω Ιερουσαλήμ, για να χαρίσει στον άνθρωπο την αιώνια ζωή.
Τότε «όχλος πολύς, ον αριθμήσαι αυτόν ουδείς δύναται, εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών, εστώτας ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του αρνίου, (του Χριστού) περιβεβλημένους στολάς λευκάς, και φοίνικες εν ταις χερσίν αυτών – και κράζουσι φωνή μεγάλη λέγοντες- η σωτηρία τω Θεώ ημών τω καθημένω επί του θρόνου και τω αρνίω… και έπεσαν ενώπιον του θρόνου επί τα πρόσωπα αυτών και προσεκύνησαν τω Θεώ λέγοντες· αμήν η ευλογία και η δόξα και η σοφία και η ευχαριστία και η τιμή και η δύναμις και η ισχύς τω Θεώ ημών εις τους αιώνας των αιώνων αμήν». (Αποκάλ. 7, 9-12).
Αυτή είναι η δόξα για το Χριστό: Να νικήσει το θάνατο από την αμαρτία και να εξασφαλίσει στους ανθρώπους την αθανασία στη Βασιλεία Του. Η τιμή και η δόξα που του αποδίδουν τα «νήπια και τα θηλάζοντα» των Εβραίων, καθώς και ο αγνός λαός, όταν εισερχόταν στην Ιερουσαλήμ, που ύψωναν τα βάϊα των φοινίκων και έψαλλαν «ωσαννά» (=σώσε μας), είναι το προοίμιο της τιμής και της δόξας, που θα αποδίδουν αιώνια στον Νικητή του θανάτου, οι σωσμένοι στην άνω Ιερουσαλήμ.
Να αποβάλουμε την αλογία μας
Ο Χριστός εισέρχεται στην Ιερουσαλήμ, αλλά χωρίς την κενοδοξία των αρχόντων του κόσμου τούτου, που οδηγεί στον θάνατο. Εισέρχεται πράος και ταπεινός, καθισμένος «επί πώλου όνου», στο μικρό γαϊδουράκι. Έρχεται ταπεινά για να δείξει, πως σκοπός του δεν είναι να νικήσει αισθητούς εχθρούς, που δεν έχει, αλλά τον «κοσμοκράτορα του σκότους», ο οποίος φράσσει τον δρόμο του ανθρώπου για τον Παράδεισο. Και αυτή η νίκη πραγματοποιείται μόνο με την ταπείνωση. Δόξα για το Χριστό είναι να προσελκύσει τούς ανθρώπους κοντά Του, αφού κατανοήσουν το νόημα του Σταυρού Του. Και αυτό έγινε με τα πλήθη των Αγίων.
Η χρησιμοποίηση του πώλου, που υπόταξε την αλογία του στο Χριστό και τον δέχθηκε πάνω του, είναι μια πρόσκληση του Χριστού στον άνθρωπο να νεκρώσει τα άλογα πάθη του, που οδηγούν στο θάνατο και να δεχθεί την καθοδήγηση του Χριστού. Αυτή η νέκρωση της αλογίας μας, διά της Μετανοίας και της όλης ασκήσεως της Εκκλησίας, είναι η συμμετοχή μας στο Σταυρό του Κυρίου. Η νέκρωση της αλογίας μέσα στο ίδιο το σώμα μας, είναι οδυνηρή, αλλά αναγκαία προϋπόθεση για τη χαρά της Αναστάσεως.
Οι ηγέτες του Ισραήλ -Γραμματείς, Αρχιερείς, Φαρισαίοι- προσκολλημένοι στην εγωιστική τους αυτάρκεια, θα αρνηθούν την κλήση του Χριστού και θα είναι για πάντα δούλοι στην αλογία τους. Προσκολλημένοι στα γήινα, αναμένουν αισθητό Βασιλιά, με αισθητά μεγαλεία, για να τους σώσει από τη Ρωμαϊκή επικράτεια και να τους εξασφαλίσει υλικά αγαθά. Αντίθετα τα έθνη (ειδωλολάτρες) που συμβολίζονται με τον πώλο -νέο ζώο, νέος λαός- θα δεχθούν την κλήση του Χριστού και θα τον πιστέψουν. Θα συγκροτήσουν την Εκκλησία, «εκ παντός έθνους και λαών και φυλών και γλωσσών» (Αποκ. 7, 9) και θα τους ενώνει η πίστη στην ίδια κεφαλή, τον Χριστό, το κοινό Βάπτισμα, η βρώση και η πόση του Σώματος και Αίματος Του. Αυτός ο «νέος» λαός, η Εκκλησία, θα υποταγεί στον Χριστό και θα τον ακολουθήσει.
Σύμβολο της υποταγής της Εκκλησίας είναι η υποταγή του πώλου στο Χριστό. Θα δεχθεί το Χριστό ως Νυμφίο, με ταπείνωση και υπακοή, θα γίνει η Νύμφη του Χριστού και θα συναφθεί μαζί Του σε γάμο πνευματικό (Εφ. ε’ 24). Θα ακολουθήσει και η Νύμφη το μυστήριο της «εκ νεκρών» ζωής του Χριστού στα πρόσωπα των Αγίων της, οι οποίοι θα γευθούν το θάνατο, είτε με το μαρτύριο του αίματος είτε με το μαρτύριο της «καθ’ ημέραν» νέκρωσης των παθών μέσα στο ίδιο τους το σώμα και θα αποτελέσουν τον χορό των Οσίων, των «εκ νεκρών ζώντων». Μαζί με όλους αυτούς είναι τα αγνά και απειρόκακα «νήπια και θηλάζοντα», που διδάχθηκαν από το Αγ. Πνεύμα και δόξαζαν τον Θεό με το «ωσαννά» και κήρυτταν την επί γης σωτηρία των ανθρώπων, αλλά και τον Χριστό ως Θεό, γιατί μόνο αυτός σώζει. Τον λαό αυτό, τον «Χριστοτερπή», θα οδηγήσει ο Χριστός στην άνω Ιερουσαλήμ, όπως οδήγησε τον πώλο στην αισθητή Ιερουσαλήμ, γιατί υπακούει στο Θεό και γι’ αυτό θα λυτρωθεί από το θάνατο, για να ταυτιστεί με τον Βασιλιά της υπακοής, που με μόνο το όπλο αυτό βάδισε κατά του θανάτου και τον νίκησε με τον θάνατό Του.
Μόνο οι ηγέτες του Ισραήλ θα μείνουν υποδουλωμένοι στην άαλογία τους, δηλαδή δούλοι στο θάνατο. Η «υψηλόφρων γνώμη» τους δεν τους επιτρέπει να κατανοήσουν την «οδόν Κυρίου». Ο θάνατος (ο πνευματικός και ο σωματικός) «πατείται θανάτω» (με τον καθημερινό θάνατο των αμαρτωλών παθών). Έτσι θα εισέλθουμε στην αιώνια ζωή και όχι με τη νομική Λατρεία, την τήρηση του Σαββάτου και την περιτομή.
Ο προφήτης Ζαχαρίας, λέει ο αγ. Επιφάνιος, συνδέει τη χαρά της Ιερουσαλήμ – Εκκλησίας με τον ερχομό του Κυρίου: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών. Ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεταί σοι…». Πρώτα αποκλείει τους άλλους από Βασιλιάδες της, όταν λέει «ο Βασιλεύς σου». Αυτός είναι ο δικός σου Βασιλιάς. «Έρχεταί σοι», θα πει έρχεται για σένα. Η Εκκλησία του Χριστού χαίρει στα πρόσωπα των Αγίων της, γιατί Αυτός που έρχεται είναι ο δικός της Βασιλιάς και έρχεται ειδικά γι’ αυτήν. Η αληθινή χαρά είναι επακόλουθο της παρουσίας του Χριστού μέσα μας. Είναι ο Νυμφίος της Εκκλησίας, αλλά και της κάθε ψυχής-μέλους της. Όμως ο Χριστός έρχεται «επί το εκούσιο πάθος» και ανέρχεται επί Σταυρού. Ο Σταυρός είναι υπόθεση χαράς και σωτηρίας, όταν ταυτισθεί με την καθημερινή ζωή, γιατί σταυρώνεται η αμαρτία και η πλάνη. Μακάρι να ακολουθούμε το Χριστό στη διά σταυρού και θανάτου όδόν. Αυτό είναι διαρκές Πάσχα, διάβαση από το «κατά σάρκα ζην», που νεκρώνεται, στο «εν Χριστώ ζην», που είναι ανάσταση και αθανασία.
(Παύλου Μουκταρούδη, θεολόγου, «Διήρχετο δια των σπορίμων», τ.Β΄, εκδ. Ι.Μ.Λεμεσού -Αποσπάασματα)