Επιστολή απάντηση σε συμβατιστές
4 Μαρτίου 2011
Δαμασκηνός μοναχός
Κελλίον Τιμίου Προδρόμου
Ιερά Μονή Καρακάλλου
Σεβαστέ μου κ. Διευθυντά, 24η Ιανουαρίου 2011
Επειδή ένας αδελφός εν Χριστώ με επληροφόρησε για την ύπαρξι, εις το Διαδίκτυο, της ιστοσελίδας exeldim.bravehost.com, δια της οποίας οι αυτοπροσδιοριζόμενοι «Συμβατιστές» (εκείνοι δηλ. οι Ορθόδοξοι οι οποίοι ‘παντρεύουν’ την θεωρία της Εξελίξεως με την αλήθειαν περί της Δημιουργίας όπως αυτή έχει κατατεθή εις την Αγίαν Γραφήν από τον θεόπνευστον Προφήτην Μωϋσήν, και οι οποίοι επίσης παρουσιάζουν ως αποδεκτή την θεωρία αυτή της Εξελίξεως από τους Πατέρες της Εκκλησίας, ως δήθεν την μέθοδο δια της οποίας ο Θεός εδημιούργησε τα υλικά όντα), δημιουργούν σύγχυσιν εις τους πιστούς Ορθοδόξους, και δη εις τους νέους, αναγκάζομαι να δημοσιοποιήσω μίαν απάντησίν μου προς έναν εξ αυτών, προϊόν παλαιοτέρας απαντήσεώς μου εις τα λεγόμενά του, προς ενημέρωσιν των αναγνωστών σας. Η απάντησίς μου αυτή έχει ως εξής:
Δαμασκηνός μοναχός,
Κελλίον Τιμίου Προδρόμου,Ιερά Μονή Καρακάλλου, 63086 Άγιον Όρος
25η Ιουνίου 2007
Προς: Ι. Κ., Αθήνα
Αγαπητέ κ. Κ., χαίρετε εν Κυρίω
Παρακαλώ πολύ, συγχωρήσατέ μου την καθυστέρησιν της απαντήσεώς μου εις τα δύο γράμματά σας. Πρέπει να ωριμάση κάτι εις την σκέψιν μου πριν αποφασίσω να απαντήσω. Ελπίζω, η παρούσα απάντησις να απαλύνη την τυχόν στενοχωρίαν σας.
Κατ’ αρχήν, σάς ευχαριστώ πολύ για την καλωσύνη που δείξατε να με ενημερώσετε για κάποια θέματα.
Α. Ξεκινώντας από το δεύτερο γράμμα σας με ημερομηνία 1/2/2007, έχω να πω τα εξής:
1. Τα σχετικά με τις τελευταίες επιστημονικές εξελίξεις τα γνωρίζω, όπως π.χ. για την χαρτογράφηση του σύμπαντος, γιατί φροντίζω και ενημερώνομαι.
2. Η προσπάθεια του κ. Αλεξάνδρου Καλομοίρου να στηρίξη την θεωρία της Εξελίξεως, ως ισχύουσα για την δημιουργία των ειδών, και, βάσει αυτής, να ερμηνεύση την Δημιουργία της Βίβλου, μου είναι γνωστά από παλαιά. Οι θέσεις του είχαν παλαιότερα δημοσιευθή σε Αμερικανική Ορθόδοξη εκκλησιαστική εφημερίδα, την οποία μου είχαν αποστείλει, και τότε υπήρξε μεγάλη αντίδρασις εις την Αμερική. Προσωπικά, διαφωνώ με την θεωρία η ερμηνεία του, και ορθώς ο Ορθόδοξος Τύπος αρνήθηκε να την δημοσιεύση, διότι δεν έχει γίνη αποδεκτή από την Εκκλησία (και δεν εννοώ την Διοικούσα Εκκλησία, η κάποιους επισκόπους, όταν λέω ‘Εκκλησία’). Με τον κ. Καλόμοιρο είχε ασχοληθή, παλαιότερα, δια μακρών, ο μακαριστός π. Επιφάνειος Θεοδωρόπουλος, η αλληλογραφία των οποίων είχε μάλιστα δημοσιευθή εις τον γνωστό Τόμο Α΄ με τίτλο Άρθρα-Μελέται-Επιστολαί. Δυστυχώς, ο κ. Καλόμοιρος ‘ουκ ηβουλήθη συνιέναι’. Και είναι κρίμα, διότι μας είχε δώσει πολύ καλή εντύπωση περί του προσώπου του με το παλαιότερο πόνημά του ‘Κατά Ενωτικών’, εις το οποίο προλόγιζε ο Φώτης Κόντογλου. Επίσης, ο π. Σεραφείμ Ρόουζ είχε ασχοληθή με τα λεγόμενά του, και, αν έχετε διαβάσει το πρόσφατο βιβλίο με τίτλο “Π. Σεραφείμ Ρόουζ-Η ζωή και τα έργα του”, τόμος Β´, 2006, που εκυκλοφόρησε εις τα Ελληνικά από τις εκδόσεις ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ, θα έχετε δεί τι λέει εκεί ο π. Σεραφείμ, όχι μόνο σχετικά με την Εξέλιξη, αλλά και σχετικά με την όλη νοοτροπία και μεθοδολογία του χώρου των Ορθοδόξων ζηλωτών της Εκκλησίας των Ρώσων της Διασποράς, αλλά και των ακραίων ζηλωτών του Ματθαίου, επάνω εις το θέμα αυτό. Το να υποστηρίζετε, εσείς, η να προβάλλετε τις θέσεις του κ. Καλομοίρου επάνω εις την Εξέλιξη, αυτό, νομίζω, δεν σάς τιμά.
Β. Τώρα, όσον αφορά εις το πρώτο γράμμα σας με ημερομηνία 5/1/2007, το οποίο συνωδεύετο και από την σύντομη μελέτη σας με τίτλο ‘Γένεση’, για την αποστολή της οποίας σάς ευχαριστώ, έχω να παρατηρήσω ότι το περιεχόμενο του γράμματός σας αυτού δεν δίδει την σχετικά καλή εντύπωση, ως προς τον τρόπο συντάξεως, που δίδει η επισυναπτομένη μελέτη σας, αν και το θεματολόγιο είναι περίπου το ίδιο. Οπότε, ξεκινώ τα σχόλιά μου από την μελέτη σας.
Αυτή, αν και είναι πολύ καλά δομημένη και γραμμένη, αδικείται όμως, κατά την γνώμη μου, ως προς την σοβαρότητα του θεματολογίου της, από τα λεγόμενά σας, όπως, π. χ., εις το τέλος της, για ‘ύπαρξη άλλων όντων’ πέραν του ηλιακού μας συστήματος, θέμα, το οποίο είναι όχι μόνο άσχετο με το κυρίως θέμα σας, αλλά και επικίνδυνο για σάς, διότι κινδυνεύετε να χαρακτηρισθήτε φαιδρός, ασχολούμενος με θέματα ανυπόστατα, ανούσια και αλλότρια, φθάνοντας μάλιστα εις το σημείο να παρερμηνεύετε τις Γραφές εις την προσπάθειάν σας να πείσετε κάποιον για την ύπαρξη και άλλων νοημόνων όντων εις το σύμπαν. Ίσως έχετε επηρεασθή από τις ανοησίες του Carl Sagan, η τους ασχολουμένους με το πρόγραμμα SETTI. Εις την αρχιερατική Του προσευχή, ο Χριστός, κατά το Μυστικό Δείπνο, είπε εις τους Μαθητάς: “Πάτερ, ό δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν, ην δέδωκάς μοι ότι ηγάπησάς με προ καταβολής κόσμου” (Ιωάν., 17, 24). Βλέπετε, ο Χριστός θα έχη ανθρώπους μαζί του, όχι εξωγήινους. Εξ άλλου, σαρκωθείς ο Λόγος, άνθρωπος έγινε, όχι εξωγήινος. Ο Θεός ουδέποτε μας απεκάλυψε ύπαρξη άλλων νοημόνων όντων εις το σύμπαν, οπότε το θέμα είναι αδιάφορον, αν όχι ανούσιον.
Ξεκινάτε, λοιπόν, την μελέτη σας κάνοντας μία πολλή καλή ιστορική περιγραφή της θεωρήσεως του σύμπαντος, καταλήγοντας εις το τι δέχεται σήμερα η επιστήμη περί αυτού. Όμως, και εδώ, αλλά και γενικώτερα εις την μελέτην σας αυτή, κάνετε, νομίζω, ένα θεμελιώδες θεολογικό λάθος, το να συγχέετε το κτιστό με το άκτιστο, αποδίδοντας εις το άκτιστο ενδιάμεσες κτιστές ενέργειες δια των οποίων ενεργεί εις την κτίση, ενώ η δημιουργική, συνεκτική και συντηρητική ενέργεια του Θεού είναι άκτιστη και όχι κτιστή. “Η δημιουργική και συνεκτική των απάντων Θεού σοφία και δύναμις”, που λέει το σχετικό τροπάριο, είναι ασφαλώς άκτιστη, αν και το τροπάριο αυτό, νομίζω, αναφέρεται εις τον Λόγον και όχι εις την ενέγειαν του Λόγου. Οι αιρετικοί υπεστήριζαν την ενέργεια του Θεού εις την κτίση δια μέσου κτιστών ενεργειών.
Πιο συγκεκριμένα:
1. Λέτε, ότι ο Θεός είναι η αιτία της Μεγάλης Εκρήξεως. Δηλ., ο Θεός προεκάλεσε την Μεγάλη Έκρηξη. Μέχρις εδώ, καλά, αν θεωρήσωμε ότι την Μεγάλη Έκρηξη ημπορούμε να την αποδώσωμε εις το «Γενηθήτω φως». Δεν ημπορούμε, όμως, να πούμε πως ακριβώς ο Θεός το έκανε. Είναι λάθος να επιχειρούμε μία επιστημονική ερμηνεία η περιγραφή του γεγονότος της προελεύσεως η γενέσεως της Μεγάλης Εκρήξεως. Εδώ, ούτε η επιστήμη ημπορεί να υπεισέλθη, επειδή την στιγμή της Εκρήξεως οι γνωστοί φυσικοί νόμοι καταρρέουν. Πως ημπορούμε να γνωρίζωμε πως ο Θεός προεκάλεσε την Μεγάλη Έκρηξη; Ημπορούμε να ομιλήσωμε για το τι έγινε κατά την Έκρηξη, ή, καλύτερα, αμέσως μετά την Έκρηξη. Όχι, όμως, για το πως ο Θεός την έκανε. Αν διατυπώνετε μία υπόθεση, μη υποκειμένη σε πειραματική επιβεβαίωση, λέγοντας ότι “μία μη αντιστρεπτή εκλυτογενής διαδικασία, η οποία παράγει εντροπία, δηλ. μία έκρηξη της εντροπίας, μετασχηματίζει τον χωροχρόνο σε ύλη”, εις τον οποίο μετασχηματισμό οφείλεται η γέννηση του Σύμπαντος, και έτσι επιχειρείτε να περιγράψετε τι έγινε κατά την έκρηξη, τότε έχει καλώς.
Τελικά, φαίνεται να λέτε, αν κατανοώ ορθά, ότι ο Θεός δημιουργεί ταυτόχρονα τον χωροχρόνο και την ύλη, η οποία προέρχεται από μετασχηματισμό του χωροχρόνου. Σ’ αυτά, έχω να πω ότι, προσωπικά, δεν γνωρίζω κανένα νόμο της Φυσικής που να προβλέπη μετασχηματισμό του χωροχρόνου σε ύλη. Η ενέργεια, ναι, μετασχηματίζεται σε ύλη, ο χωροχρόνος, όμως, πως; Σε τι μονάδες μετρείται ο χωροχρόνος, αφού ημπορεί να μετασχηματισθή σε ύλη;
Επίσης, με τα λεγόμενά σας, υπονοείτε, αν κατανοώ ορθά, ότι ο Θεός, με την Μεγάλη Έκρηξη που προεκάλεσε, ξεκίνησε μία διαδικασία αυξήσεως της εντροπίας εις το Σύμπαν. Όταν μιλάτε για μία διαδικασία που “παράγει εντροπία”, μάλλον εννοείτε μία διαδικασία που “διηνεκώς αυξάνει την εντροπία”. Τι γίνεται, τότε, με τον “θερμικό θάνατο του Σύμπαντος”; Υπάρχει σαν ενδεχόμενο, η αποφεύγεται και αυτό, λόγω ελαττώσεως της εντροπίας από την ταχεία διαστολή του Σύμπαντος, η οποία, όπως λέτε, αποκλείει και το ενδεχόμενο καταρρεύσεως του Σύμπαντος λόγω της βαρύτητος; Σχετικό με τα ανωτέρω είναι και το εξής άρθρο του Martin Rees (βλέπε: ΒΗΜΑ-Science, 25/12/2005): “Είναι εντυπωσιακό ότι η ιδέα της Μεγάλης Εκρηξης είναι πλέον τόσο ακράδαντα εδραιωμένη. Οι κοσμολόγοι πιστεύουν ότι γνωρίζουν πως ήταν το Σύμπαν μας λίγα δευτερόλεπτα. μετά την απαρχή του. Η θερμοκρασία ήταν 10 δισεκατομμύρια βαθμοί· ραδιενέργεια, πρωτόνια, νετρόνια και «σκοτεινή ύλη» ήταν παρόντα παντού σε γνωστές αναλογίες. Και τα πάντα ψύχονταν με ταχύτατους ρυθμούς. Αυτές οι δηλώσεις βασίζονται σε αδιαμφισβήτητες και ακριβείς παρατηρήσεις «απολιθωμάτων» εκείνης της περιόδου: την ίδια τη ραδιενέργεια και τις αναλογίες υδρογόνου, ηλίου και δευτερίου στο Σύμπαν.
Είμαι τουλάχιστον 99% σίγουρος ότι τα παραπάνω συμπεράσματα είναι σωστά. Είναι πιο εδραιωμένα και βασισμένα σε πιο ακριβή δεδομένα απ’ ο,τιδήποτε μπορούμε να πούμε για την πρώιμη ιστορία της Γης η για την έναρξη της ζωής. Οπως πάντα στην επιστήμη, κάθε βήμα προόδου φέρνει μια νέα ομάδα μεγάλων αναπάντητων ερωτημάτων στο στόχαστρό μας. Αλλά η κατανόηση που έχουμε ήδη για τη Μεγάλη Εκρηξη δείχνει ότι αυτή η πορεία δεν είναι μάταιη. Εχοντας ανακαλύψει ότι μπορούμε να συλλάβουμε τα βασικά της καταγωγής του Σύμπαντός μας, εκατομμύρια άλλα ερωτήματα παρουσιάζονται, ερωτήματα στα οποία μπορούμε ρεαλιστικά να ελπίζουμε ότι θα δώσουμε απάντηση. Και αργά αλλά σταθερά, παρά τις αvτιξoότητες, πράγματι αρχίζουμε να τα απαντάμε. Πάρτε για παράδειγμα τη φαινομενική αντίφαση ενός από τους πιο δυνατούς νόμους της φυσικής, του δεύτερου νόμου της Θερμοδυναμικής. Αν το Σύμπαν μας ξεκίνησε τόσο «απλά», πως εξελίχθηκε σε αυτόν τον απερινόητα περίπλοκο κόσμο που βλέπουμε γύρω μας και του οποίου αποτελούμε μέρος; Με μια πρώτη ματιά αυτό φαίνεται να αντικρούει την αρχή ότι υπάρχει μια εγγενής τάση στα πράγματα να χάνουν την οργάνωσή τους και να οδηγούνται στην oμoγεvoπoίηση. Δεν υπάρχει όμως κανένα παράδοξο σε αυτό: η απάντηση κρύβεται στη λειτουργία της βαρύτητας. Μια περιοχή ελαφρά πυκνότερη από τον μέσον όρο υφίσταται μεγαλύτερη επιβράδυνση λόγω της περίσσειας βαρύτητας. Καθυστερεί σε σχέση με το περιβάλλον της όλο και περισσότερο. Οι διαφορές στη βαρύτητα μεγαλώνουν. Είναι μέσω αυτής της διαδικασίας που ακόμη και οι ελάχιστες υπερπυκνότητες στην απαρχή του Σύμπαντος λειτούργησαν ως «σπόροι» για τους σημερινούς γαλαξίες. Αυτή η θεωρία – και η τεκμηρίωσή της από παρατηρήσεις – είναι ένας ακόμη θρίαμβος για τους αστρονόμους. Οι αστρονόμοι ευελπιστούν να αποκαλύψουν τις λεπτομέρειες του ξεδιπλώματος αυτής της διαδικασίας για «νεαρούς γαλαξίες», αντικείμενα τόσο μακριά από εμάς ώστε το φως τους ξεκίνησε όταν το Σύμπαν ήταν ακόμη νέο και τα ίδια μόλις προσφάτως διαμορφωμένα.
Υπάρχουν βέβαια πολλά πράγματα ακόμη να κάνουμε. Ακόμη δεν ξέρουμε, για παράδειγμα, τι ακριβώς εξερράγη στην αρχή και γιατί. Το ερώτημα γιατί το Σύμπαν έχει φτιαχτεί να διαστέλλεται με αυτόν τον τρόπο και με το συγκεκριμένο μείγμα συστατικών παραμένει μια πρόκληση για την επιστήμη του 21ου αιώνα – ίσως και των επόμενων. Η απάντηση βρίσκεται στο πρώτο μικροσκοπικό κλάσμα του πρώτου μικροδευτερολέπτου, όταν οι θερμοκρασίες και οι πυκνότητες ήταν τόσο υψηλές, ώστε η φυσική που ίσχυε παραμένει άγνωστη και όχι απόλυτα θεμελιωμένη με βάση τα πειράματα. Αλλά, δεδομένων των επιτυχιών μας ως τώρα στην απάντηση κοσμολογικών ερωτημάτων, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θα κάνουμε μεγαλύτερα βήματα – διερευνώντας το πρώτο μικροδευτερόλεπτο της ζωής του Σύμπαντος, ίσως και τη φύση της ίδιας της Μεγάλης Εκρηξης”.
Εις το ως άνω άρθρο, ενώ ο συγγραφεύς φαίνεται να αγνοή τι ακριβώς συνέβη κατά την Μεγάλη Έκρηξη, εσείς ισχυρίζεσθε ότι συνέβη μία ‘έκρηξη εντροπίας’. Μήπως ο συγγραφεύς αυτός δεν είχε υπ όψιν του κάποια πιο πρόσφατα δεδομένα;
2. Η αιτία της Μεγάλης Εκρήξεως, δηλ. η ύπαρξις Θεού Δημιουργού, δεν νομίζω ότι ημπορεί να αποδειχθή με μία λογική επεξεργασία όπως αυτή που κάνετε εις την σελίδα 2 της μελέτης σας. Η ύπαρξις του ακτίστου δεν ημπορεί να αποδειχθή, ούτε λογικά, ούτε επιστημονικά. Είναι θέμα πίστεως και αποκαλύψεως και τίποτε άλλο. Εξ άλλου, όπως ξέρετε, δεν υπάρχει καμμία ομοιότητα μεταξύ κτιστού και ακτίστου, άρα δεν ημπορούμε να τα συγκρίνωμε, ως εκ της φύσεώς τους. Οπότε, αυτό που λέτε στην σελ. 2, ότι δηλ. “αυτή είναι η βασική διαφορά κτιστού και ακτίστου” (η ύπαρξις χρόνου στο κτιστό και η ανυπαρξία του στο άκτιστο), είναι άτοπο. Αλλά, πήτε μου, γιατί ο Carl Sagan, όταν παρουσιάζη την σειρά COSMOS, δεν αναπτύσσει μία παρόμοια λογική ανάλυση για την ύπαρξη κάποιου Δημιουργού, η δεν αναφέρεται σε αυτά που λέτε εσείς, αλλά αντιπαρέρχεται το θέμα με έναν φθηνό φιλοσοφικό ελιγμό;
3. Λέτε, ότι “παντού στο Σύμπαν ο χωροχρόνος λαμβάνει υπόσταση από το αυτόματα εμφανιζόμενο κβαντικό κενό” και ότι η ύπαρξίς του “είναι παράγωγο του νόμου των πιθανοτήτων” (εννοείτε ασφαλώς ότι η ύπαρξις του κβαντικού κενού υπόκειται στους νόμους των πιθανοτήτων, δηλ. έχει στατιστική έννοια). Και ότι, μάλλον, αποτέλεσμα αυτής της στατιστικότητας είναι “οι αναταράξεις που διαπιστώνονται κατά την κβαντική διακύμανση του κενού”. Η δε ύπαρξις και ισχύς ενός κάποιου νόμου των πιθανοτήτων στο Σύμπαν λογικά οδηγεί στην ύπαρξη αιτίας του νόμου αυτού, που, με την σειρά του, σημαίνει ύπαρξη νοήμονος Δημιουργού του νόμου αυτού. Αυτό, όμως, δεν είναι τίποτε άλλο από φιλοσοφία, η , καλύτερα, φιλοσοφία επάνω στην Θεολογία. Όπως ήδη σάς είπα, δεν αποδεικνύεται η ύπαρξις Θεού Δημιουργού κατ’ αυτόν τον τρόπον. Το ότι ο Θεός συγκρατεί, συνέχει και συντηρεί το Σύμπαν ανά πάσα στιγμή, αυτό εξάγεται μόνο από την εμπειρία της θεώσεως και από τίποτε άλλο. Το ίδιο λογικό μεθοδολογικό σφάλμα κάνουν και όσοι Χριστιανοί επιστήμονες, στην Αμερική, προσπαθούν να αποδείξουν την ύπαρξη Θεού Δημιουργού μέσα από τα δεδομένα της επιστήμης, δημιουργώντας έτσι την φιλοσοφική θεωρία του Intelligent Design (Νοήμονος Σχεδιασμού), η οποία, φυσικά, και έχει αποτύχει, και δεν ήταν δυνατόν να μην είχε αποτύχει.
Λέτε, στην συνέχεια, ότι “ανά πάσα στιγμή (ο Θεός) συγκροτεί τον χωροχρόνο, με σαφώς ωρισμένο τρόπο, από τους νόμους των πιθανοτήτων”. Εμείς, όμως, δεν βιώνουμε τις ενέργειες του Θεού ως “νόμους των πιθανοτήτων”, όπως λέτε. Όμως, ο Θεός, ασφαλώς και δεν συγκρατεί το Σύμπαν, ανά πάσα στιγμή, μέσα από αυτήν την κτιστή διαδικασία. Βεβαίως, οι φυσικοί νόμοι όντως ενεργούν ανά πάσα στιγμή. Αλλά, ο Θεός δεν συγκρατεί την κτίση μέσω αυτών των κτιστών ενεργειών, η φυσικών νόμων. Ο Θεός την συγκρατεί απ’ ευθείας και ακτίστως, κατά έναν τρόπο που δεν ημπορούμε να γνωρίσωμε. Αυτό, το αντιλαμβάνεται κανείς όταν φθάση εις την θεωρία των όντων, που είναι το πρώτο σκαλί της θεωρίας. Άρα, δεν είναι καθόλου εμφανές το πόσο ταιριαστή είναι η Ορθόδοξη Θεολογία με την παρατήρηση της Επιστήμης, η, μάλλον, με την ερμηνεία των δεδομένων της.
4. Στην αρχή της σελ. 4 της μελέτης σας, λέτε: “Τα δύο ανεξάρτητα επίπεδα, της Θεολογίας και της Επιστήμης, συνενώθηκαν λειτουργικά”. Αυτό, δεν νομίζω ότι είναι σωστό, άσχετα αν μερικοί σαν εσάς το δέχονται. Την αιτιολογία την αναφέρω παρακάτω, εις την απάντησή μου εις το πρώτο σας γράμμα.
5. Εις το Κεφάλαιο της μελέτης σας με τίτλο “Δημιουργία των έμψυχων όντων”, αναφέρεσθε εις την ‘κατασκευή’ του ανθρώπου, λέγοντας ότι “η καταβολή του βρίσκεται εις το σύνολο των καταβολών”, και συμπεραίνετε ότι “η αρχική του ύπαρξη δεν είναι η ιστορική του Αδάμ και της Εύας, αλλά αγενής και σπερματική”. Αλλού λέτε, ότι αυτή η σπερματική καταβολή του ανθρώπου έγινε “συλλήβδην εν ακαρεί”, βασιζόμενος εις τα λεγόμενα του αγ. Γρηγορίου Νύσσης, ο οποίος λέει ότι “πάντων των όντων τας αφορμάς και τας αιτίας και τας δυνάμεις συλλήβδην εν ακαρεί ο Θεός κατεβάλετο”. Όμως, με αυτούς τους λόγους, ο Άγιος, νομίζω, αναφέρεται εις όλα τα άλλα όντα εκτός από τον άνθρωπο, για την δημιουργία του οποίου ο Θεός επέλεξε ξεχωριστή διαδικασία.
Το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν είναι ίδιον μόνον του ανθρώπου. Επειδή ίσως αυτό δεν το επροσέξατε, γι’ αυτό επίσης ισχυρίζεσθε ότι “ακριβώς σε τούτη την σπερματική καταβολή ενυπάρχει, με την θεία πρόγνωση και δύναμη, το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν”. Κανείς Πατέρας της Εκκλησίας δεν ισχυρίζεται ότι το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν ενυπάρχει εις την σπερματική καταβολή των όντων. Διότι, διαφορετικά, όλα τα άλογα έμψυχα όντα θα είχαν την δυνατότητα της θεώσεως.
6. Σχετικά με τα λεγόμενά σας εις το Κεφάλαιο της μελέτης σας με τίτλο “Γένεση του ανθρώπου”, αναφέρομαι κατωτέρω, εις τα σχόλιά μου εις το πρώτο σας γράμμα.
7. Εις το άρθρο του Anton Zeilinger “The message of the Quantum” (NATURE, Vol. 438, issue No 7069, 8-12-2005, page 743) αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“ Η ανακάλυψις ότι τα μεμονωμένα γεγονότα στο σύμπαν είναι τελείως τυχαία είναι πιθανώς από τα πιο σημαντικά ευρήματα του 20ού αιώνος”. Στον μακρόκοσμο, συμβαίνει, ένα τυχαίο γεγονός να μπορή να είναι υποκειμενικά τυχαίο, επειδή αγνοούνται κάποιοι παράγοντες που επηρεάζουν αυτό το γεγονός, ενώ το γεγονός καθ’ εαυτό να μην είναι αντικειμενικά τυχαίο. Στον μικρόκοσμο, εν αντιθέσει, όλα τα γεγονότα, όπως π.χ. η διάσπασις ενός ραδιοϊσοτόπου, είναι τελείως τυχαία, αντικειμενικά τυχαία. Επίσης, τα μεμονωμένα γεγονότα, στον χώρο της κβαντοφυσικής, είναι αναίτια. “Εφ’ όσον, όμως, τα μεμονωμένα γεγονότα στο σύμπαν μπορεί να έχουν μακροσκοπικές συνέπειες, όπως π.χ. μία ειδική μετάλλαξη στον γενετικό μας κώδικα, το σύμπαν είναι θεμελιωδώς απρόβλεπτο, μη υπακούον στην αιτιοκρατία”…. Στον μικρόκοσμο,“οι πληροφορίες που ενέχει ένα κβαντικό σύστημα είναι ανάλογες με το μέγεθός του. Έτσι, η στατιστική πιθανότης να συμβή ένα μεμονωμένο γεγονός εξαρτάται άμεσα από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες για να προκαθορίσουν τα εξαγώγιμα αποτελέσματα όλων των δυνατών μετρήσεων”…. “
Ο πειραματιστής, επιλέγοντας την πειραματική του διάταξη η συσκευή, μπορεί, εκ των προτέρων, να προκαθορίση το αποτέλεσμα του πειράματός του, δηλ. την αλήθεια του συμπεράσματός του, από μία σειρά πιθανών αληθειών. Αλλά, και τότε, η συγκεκριμένη μετρηθείσα τιμή της μετρηθείσας παραμέτρου παραμένει αντικειμενικά τυχαία λόγω του πεπερασμένου των πληροφοριών που έχει στην διάθεσή του… Αυτή η στατιστική πιθανότης ενός μεμονωμένου γεγονότος στον μικρόκοσμο είναι η ισχυρότερη ένδειξις για μια πραγματικότητα που υπάρχει ‘κάπου εκεί’, ανεξάρτητη από μας”.
Κατόπιν αυτών, διερωτώμαι, όσα αναφέρετε εις την μελέτη σας για τον μικρόκοσμο και το σύμπαν είναι, άραγε, συμβατά με όσα αναφέρονται παραπάνω, και, αν όχι, γιατί; Βεβαίως, η Επιστήμη δεν είναι σε θέση να γνωρίζη, ότι, ενώ τα γεγονότα στον μικρόκοσμο φαίνονται αναίτια και αντικειμενικά τυχαία, πάνω απ όλα και σε όλα ενεργεί η άκτιστος συντηρητική ενέργεια του Θεού, εφ όσον, όπως εμείς πιστεύομε και γνωρίζομε, τίποτε δεν συμβαίνει εις την κτίση χωρίς να το επιτρέπη ο Θεός.
Γ. Όσον αφορά, τώρα, εις το πρώτο γράμμα σας με ημερομηνία 5/1/2007, έχω να παρατηρήσω τα εξής:
1. Λέτε, ότι οι ερωτήσεις κάποιων μαθητών του Λυκείου σάς ώθησαν να ερευνήσετε το θέμα της Εξέλιξης σε βάθος καθώς και να ανιχνεύσετε τις θέσεις των Πατέρων της Εκκλησίας εις το θέμα αυτό. Λέτε, επίσης, ότι οι Πατέρες σας έδωσαν τις πειστικές απαντήσεις που αναζητούσατε και ότι ξεκαθαρίζουν πλήρως τα της Δημιουργίας του κόσμου και τα της κατασκευής του ανθρώπου.
Εις την συνέχεια, με αφορμή αυτήν την έρευνά σας, συντάξατε μία μελέτη με την βοήθεια του Αγιορείτου πνευματικού σας, του οποίου το όνομα θα με ενδιέφερε να μάθω, αν αυτό σάς επιτρέπεται, και από την έρευνά σας αυτή διαπιστώσατε, σε γενικές γραμμές, ότι οι θέσεις των Πατέρων της Εκκλησίας παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με εκείνες των συγχρόνων εξελικτικών. Σε παρόμοιο συμπέρασμα με το ιδικό σας έχει καταλήξει και ο καθηγητής Νίκος Ματσούκας, ο οποίος παρουσιάζει το συμπέρασμά του αυτό εις το βιβλίο του με τίτλο “ Επιστήμη, φιλοσοφία και θεολογία στην Εξαήμερο του Μεγ. Βασιλείου” (σειρά ‘Φιλοσοφική και Θεολογική Βιβλιοθήκη’, 10, εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσ/κη, 1990), το οποίο και εχρησιμοποιήσατε εσείς ως βοήθημα για την σύνταξη της μελέτης σας. Σαν απάντηση σ’ αυτά, έχω να εκφράσω κάποιες αντιρρήσεις, βασιζόμενος σε δύο εκκλησιαστικούς άνδρες. Ο ένας είναι ο π. Σεραφείμ Ρόουζ. Εις το βιβλίο με τίτλο “Π. Σεραφείμ Ρόουζ – Η ζωή και τα έργα του”, τόμος Β´, 2006, το οποίο εκυκλοφόρησε εις τα Ελληνικά από τις εκδόσεις ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ, και ειδικώτερα εις το Κεφάλαιο 64, σελ. 264-265, αναφέρονται τα ακόλουθα:
“…. Στο μεταξύ, (ο π. Σεραφείμ) έκανε την σε βάθος μελέτη του, τόσο για την επιστημονική θεωρία της εξέλιξης όσο και για την διδασκαλία των αγίων πατέρων σχετικώς με την δημιουργία, τον πρωτοδημιουργηθέντα κόσμο και τον πρωτόπλαστο άνθρωπο. Ανακάλυψε ότι οι αρχαίοι πατέρες, αν και δεν αντέκρουσαν την θεωρία της εξέλιξης αυτήν καθ’ εαυτήν (δεδομένου ότι δεν ήταν επινοημένη μέχρι τα πρόσφατα χρόνια), προσέφεραν οριστική διάψευση των κύριων αρχών της. Μίλησαν επί μακρόν για την διάκριση μεταξύ των “ειδών” των οργανισμών, και κατά την διάρκεια της δημιουργίας τους, και κατόπιν, και ήταν σαφώς ενάντιοι σε οποιαδήποτε φιλοσοφία συνέχεε αυτήν την διάκριση. Η διδασκαλία τους επέτρεπε την ποικιλία μέσα σε κάθε είδος, αλλά αντιτάχθηκε σθεναρά στην ιδέα ότι ένα είδος μπορούσε να μετασχηματιστεί σε άλλο“.
Διερωτώμαι, λοιπόν, πως συνέβη, εσείς, ο κ. Ματσούκας, καθώς, δυστυχώς, και άλλοι τινές Ορθόδοξοι επίσκοποι και εφθάσατε εις ένα ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα;
Ο δεύτερος εκκλησιαστικός άνδρας, είναι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο οποίος, εις τον καταπληκτικό και πάντα επίκαιρο πρώτο Λόγο του της Α´ Τριάδος της σειράς των Λόγων του “Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων” 1, καταδεικνύει πειστικώτατα, εμμέσως πλήν σαφώς, γιατί οι Πατέρες δεν συμφωνούν, και δεν μπορούν να συμφωνούν, εις τα θέματα αυτά, όχι με τις ανακαλύψεις της επιστήμης, αλλά με την ερμηνεία που δίδουν εις αυτές οι εξελικτικοί, δηλ. με την θεωρία της Εξελίξεως. Ακολούθως, παραθέτω μερικά αποσπάσματα από τον Λόγον αυτόν (ο αριθμός των σελίδων αναφέρεται εις την προηγούμενη παραπομπή):
Σελ. 5: “Χωρίς καθαρότητα, ακόμη και αν μάθης την φυσικήν φιλοσοφίαν από του Αδάμ μέχρι της συντελείας, θα είσαι όχι ολιγώτερον μωρός, παρά σοφός, αν όχι και περισσότερον”.
Σελ. 67: “Τώρα, ……μερικοί, περιφρονήσαντες ως ανάξιον λόγου το προκείμενον εις τους Χριστιανούς τέλος, δηλαδή τα υπεσχημένα εις ημάς δια τον μέλλοντα αιώνα άρρητα αγαθά, και μεταλλάξαντες την επιστήμην εις γνώσιν, την εισάγουν εις την Εκκλησίαν των φιλοσοφούντων κατά Χριστόν”.
Σελ. 83: “Ούτως, η από την έξω παιδείαν γνώσις, όχι μόνον είναι άλλη, αλλά και διάκειται εναντίως προς την αληθινήν και πνευματικήν γνώσιν, αν και μερικοί, και οι ίδιοι, όπως φαίνεται πεπεισμένοι από αυτήν και τους ακροατάς των επιχειρούντες να πείσουν, συζητούν ωσάν να πρόκειται δια μίαν και την αυτήν, χαρακτηρίζοντες αυτήν ως τέλος της θεωρίας”.
Σελ. 87: “Και, αν κανείς από τους πατέρας λέγη τα ίδια με τους έξω σοφούς, τούτο γίνεται μόνον εις τας λέξεις, εις τα νοήματα όμως υπάρχει πολλή απόστασις”.
Σελ. 93: “Ούτω, λοιπόν, και εκείνη η σοφία, αντιταχθείσα εις την σοφίαν του Θεού, έγινε μωρία. Εάν δε αυτή η σοφία ήτο διορατική και εξαγγελτική της σοφίας του Θεού εις τα κτίσματα, ως φανέρωσις του αφανούς, όργανον της αληθείας αφανιστικόν της αγνοίας, κατά μέθεξιν όμοιον με το εξαγγελλόμενον, πως θα εμωραίνετο, και μάλιστα, από εκείνον ο οποίος ενέβαλεν εις την κτίσιν αυτήν την σοφίαν; …. Πως δε δεν θα εμάχετο σαφώς εναντίον εαυτού ο υποστάτης της ειρήνης, τόσον της γενικής, όσον και της ατομικής, όταν δια μεν της εμφυτευθείσης εις τον κόσμον σοφίας δίδει σοφίαν, δια δε της προσωπικής του παρουσίας μωραίνη και την διδομένην σοφίαν και τους λαβόντας αυτήν;
…… Βλέπεις υπερβολικήν συμφωνίαν του Νόμου και της χάριτος; …. Δεν συμβαίνει το ίδιον όμως με την σοφίαν των Ελλήνων. Αυτή, έχουσα υποκρυπτομένην την σοφίαν εις κομψότητα και ευφράδειαν και πειστικότητα λόγων, όταν φανερωθή το αίσχος, γίνεται αισχροτέρα και επώνυμος της μωρίας δικαίως, όχι της υπεροχικής μωρίας ωσάν να είναι υπέρ έννοιαν (τούτο είναι
απόρρητος επωνυμία της σοφίας του Θεού), αλλά της γνώσεως η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψιν αληθείας, καθ’ όσον άλλωστε υστέρησε του καταλλήλου στόχου δια της κατά άνθρωπον σοφίας, δεν υστέρησε δε μόνον, αλλά απεπλανήθη εις το ακριβώς αντίθετον, και το μεν ψεύδος αποδέχεται ως αλήθειαν, την δε αλήθειαν αποπειράται να μεταστρέψη εις ψεύδος και διήγειρε την κτίσιν κατά του κτίσαντος”.
Σελ. 101: “(Ο Παύλος) δεν εκάλεσεν ‘Θεού σοφίαν’ εκείνην την εντεθειμένην εις τους άσοφους εκείνους σοφούς, άπαγε, αλλά την εμφυτευμένην υπό του κτίστου εις τα κτίσματα, δια της οποίας ο γνωρίζων ότι αυτή είναι αγγελιαφόρος του Θεού επιγινώσκει τον Θεόν, τον αγγελλόμενον δι’ αυτής, και έχει αληθή γνώσιν των όντων και, κατ’ άλλον τρόπον, σοφίαν Θεού, αφού έγινεν επιγνώστης της σοφίας του Θεού. «Διότι, λέγει, ο μέγας Διονύσιος, οι αληθινοί φιλόσοφοι δια της γνώσεως των όντων πρέπει να ανάγωνται εις τον αίτιον των όντων»”.
Σελ. 105: “Δια τούτο, οι επιδιδόμενοι εις την ανόητον και μωράν εκείνην σοφίαν και απαίδευτον παιδείαν ψευδολογούν κατά του Θεού και της φύσεως, αφού την μεν φύσιν ανύψωσαν εις εξουσίαν, τον δε Θεόν, κατά την δύναμίν των, κατεβίβασαν από την εξουσίαν…”.
Σελ. 111: “Εις την περίπτωσιν της θύραθεν σοφίας… πρώτον πρέπει ν’ αποκτείνης τον όφιν, καθαιρών τον υπ’ αυτής προκληθέντα εις εσέ τύφον….. όταν δε τον καθαιρέσης πρέπει έπειτα να διασπάσης και να συντρίψης την κεφαλήν και την ουράν, ως άκρα και ακράτητα κακά, δηλαδή την περί των νοερών και θείων και αρχών σαφώς πεπλανημένην δοξασίαν και την εις τα κτίσματα μυθυλογίαν. Το δε ενδιάμεσον σώμα, δηλαδή τους περί φύσεως λόγους …….. πρέπει να εκκαθαρίζης από τα βλαβερά νοήματα με το εξεταστικόν και θεωρητικόν της ψυχής”.
Με βάση, λοιπόν, τα λεγόμενα αυτά των ως άνω δύο εκκλησιαστικών ανδρών, δεν νομίζω ότι ευσταθεί το συμπέρασμα εις το οποίο κατελήξατε, ότι δηλ. “οι Πατέρες της Εκκλησίας συμφωνούν με τα συμπεράσματα της Επιστήμης”, αποδίδοντες εις αυτούς την βλάσφημον κατηγορίαν ότι ταυτίζονται κατά πνεύμα με το πνεύμα και τα συμπεράσματα των εξελικτικών και δη με την θεωρία τους, της Εξελίξεως. Όπως δε γνωρίζετε, οι εφευρέσεις η οι ανακαλύψεις της Επιστήμης δεν ερμηνεύονται κατά τον ίδιον τρόπον από όλους τους επιστήμονες. Κατά την ερμηνείαν την οποίαν δίδουν εις τα επιστημονικά δεδομένα, ανάλογα είναι και τα συμπεράσματά των. Είναι δε γνωστή η χρόνια προσπάθεια των εξελικτικών να διαστρέψουν τα επιστημονικά δεδομένα και να τα ερμηνεύσουν σύμφωνα με την ιδεολογία τους, εκείνην του επιστημονικού υλισμού. Ατυχώς, λοιπόν, τα συμπεράσματα της Επιστήμης δεν είναι εκείνα των εξελικτικών, αν και ευρέως παρουσιάζωνται ως εκείνων. Και λέω ‘ατυχώς’, διότι ασφαλώς θα γνωρίζετε ότι δεν συμφωνούν όλοι οι επιστήμονες με την Εξέλιξη, η δεν την αποδέχονται, αν και προβάλλεται ως γενικώς αποδεκτή από τα ΜΜΕ.
Υπάρχουν σοβαροί και καταξιωμένοι επιστήμονες, οι οποίοι έχουν ουσιαστικές αντιρρήσεις ως προς την ορθότητα της θεωρίας της Εξελίξεως, τουλάχιστον για έναν σοβαρό λόγο, ότι επιστημονικά δεν ημπορεί να αποδειχθή. Δεν γνωρίζω, αν έχετε υπ’ όψιν σας τα βιβλία του κ. Αποστόλου Φράγκου. Ο κ. Απόστολος Φράγκου, από τον ιδικόν μας χώρον, έχει συγγράψει σειρά βιβλίων, εις τα οποία παραθέτει σοβαρά επιστημονικά επιχειρήματα και τεκμήρια εναντίον της θεωρίας της Εξελίξεως, παραμένων μόνον εις τον καθαρά επιστημονικόν χώρον 2. Ένα από αυτά έχει τον τίτλο “ Η Συνομωσία της Σιωπής”. Εις αυτό, αλλά και εις τα άλλα, επιχειρηματολογεί εναντίον της Εξελίξεως. Ίσως, είναι σκόπιμο να τα μελετήσετε, αν δεν το έχετε ήδη κάνει. Βέβαια, εις την εποχή του, πριν δηλ. 20 χρόνια, δεν είχαμε τις σημερινές εξελίξεις στην Γενωμική (Genomics), οπότε τα επιχειρήματά του καταφέρονται μόνον εναντίον της ερμηνείας των δεδομένων της Βιολογίας, Παλαιοντολογίας και Γεωλογίας.
Σκοπός μου, εδώ, δεν είναι να αναφερθώ εις την θεωρίαν της Εξελίξεως καθ εαυτήν. Επειδή, όμως, έκαμα αναφοράν, θα ήθελα να προσθέσω ότι το κύριο επιχείρημα της θεωρίας αυτής είναι η ανυπαρξία Θεού Δημιουργού, κάτι το οποίο είναι τελείως αναληθές. Και είναι αναληθές, διότι η ύπαρξις Τριαδικού Θεού Δημιουργού αποκαλύπτεται εις τους θεωμένους Αγίους κατά την εμπειρία της θεώσεως, μαρτυρία η οποία επαναλαμβάνεται διαχρονικά μέσα εις την Εκκλησία, μέχρι των ημερών μας. Η ύπαρξις Θεού Δημιουργού δεν ημπορεί να αποδειχθή επιστημονικά, διότι ο Θεός είναι μη ανιχνεύσιμος από την Επιστήμη, ως άκτιστος. Αποκαλύπτεται μόνον εις όσους Εκείνος θέλει, ζητά δε από εμάς τους υπολοίπους πίστη, δηλ. να πιστεύωμε εις την μαρτυρίαν της Εκκλησίας περί της υπάρξεως και ενεργείας Του.
2. Λέτε, ότι η Κβαντική Φυσική, σε χρόνους πολύ κοντά εις την Μεγάλη Έκρηξη, παραδέχεται ότι πρέπει να υπάρχη μία ώσμωση μεταξύ της Φυσικής και της Μεταφυσικής. Εις την συνέχεια, μιλάτε για κβαντικό κενό, το οποίο υπακούει εις τον νόμο των πιθανοτήτων, που για σάς σημαίνει η υπονοεί έναν Δημιουργό των φυσικών νόμων. Δηλ., η Κβαντική Φυσική φθάνει να υπονοεί την ύπαρξη ενός ανωτάτου νοήμονος όντος. Πως, όμως, συμβαίνει ο Carl Sagan, όταν παρουσιάζη την σειρά COSMOS, να μην αναφέρεται καθόλου ούτε να θίγη αυτά που λέτε; Αν δε αυτά συμβαίνουν εις την Κβαντική Φυσική, αυτό ασφαλώς και δεν σημαίνει ότι αυτή παραδέχεται το άκτιστο. Η παραδοχή του ακτίστου είναι θέμα εμπειρίας και πίστεως και όχι επιστημονικού συμπεράσματος η επιστημονικής θεωρήσεως. Πουθενά δεν αναφέρεται, εις τον χώρο της Φυσικής, κάποιος Θεός Δημιουργός. Εις την συνέχεια, αποδίδετε ελεύθερη βούληση εις τα κβαντικά σωματίδια, επειδή π.χ. τα φωτόνια ανακλώνται η διέρχονται από ένα παράθυρο…. κατά την βούλησή τους! Αν ένα ζώο που πεινάει δεν έχη ελεύθερη βούληση, πως ημπορεί να έχη ένα σωματίδιο; Το ότι επηρεάζεται το πειραματικό αποτέλεσμα από την ύπαρξη παρατηρητού δεν σημαίνει ότι υφίσταται ελεύθερη βούληση εις το παρατηρούμενο.
3. Εις την σελ. 2 του πρώτου γράμματός σας, λέτε ότι τον κύριο λόγο ως προς το πως δημιουργήθηκε ο κόσμος τον έχει η Επιστήμη και αυτήν ακολουθεί η Θεολογία. Αυτό, είναι ασφαλώς εσφαλμένο. Τον κύριο λόγο τον έχει η Αποκάλυψις, η δε Επιστήμη ακολουθεί. Η Επιστήμη, όμως, επειδή δεν κάμει ορθή ερμηνεία των δεδομένων της έχει εκπέσει σε μωρά σοφία. Εις αυτό, θα σάς πείση ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, αν μελετήσετε προσεκτικά τον ως άνω αναφερθέντα Λόγο του. Αυτό που λέω, δεν σημαίνει ότι απορρίπτομε τις επιστημονικές ανακαλύψεις. Όχι. Τις δεχόμεθα, αλλά δεν δεχόμεθα την διδομένη από τους εξελικτικούς επιστήμονες ερμηνεία τους. Και, τούτο, επειδή αυτή δεν οδηγεί εις τον Κτίστην. Το ότι οι Προφήτες και οι Πατέρες εδέχοντο τις επιστημονικές θεωρίες της εποχής τους δεν σημαίνει ότι έβαζαν πρώτα την Επιστήμη και μετά την Αποκάλυψη. Η Γένεσις είναι κείμενο θεόπνευστο, όχι όμως επιστημονικό, επειδή ο Θεός, αποκαλυπτόμενος, επιδιώκει να οδηγή τον άνθρωπο εις τον Εαυτόν του και όχι εις την κτίσιν. Όταν ο Χριστός απεκαλύφθη εις τον Γέροντα Παΐσιον, ο οποίος είχε επηρεασθή από τα λεγόμενα της θεωρίας της Εξελίξεως, δεν του ωμίλησε για την Εξέλιξη, αλλά μόνον περί του Εαυτού του, στερεώνοντας την πίστιν του. Εάν ο άνθρωπος γνωρίση όλην την αλήθειαν περί των κτισμάτων, χωρίς όμως να οδηγηθή δι αυτής εις τον αληθή Δημιουργόν, η, εάν απορρίψη τον αληθή Δημιουργόν, εποίησεν ουδέν.
4. Εις την συνέχεια, λέτε πάλι κάτι, κατά την γνώμη μου, εσφαλμένο, ότι η Πατερική Θεολογία ακολούθησε την αρχή της μη δημιουργίας, εξ αρχής, των όντων με την τωρινή τους μορφή, αλλά εδέχθηκε ότι αυτά προήλθαν από σπερματικές καταβολές που έβαλε ο Δημιουργός. Η Πατερική Θεολογία ουδέποτε παρεξέκκλινε από την περιγραφή της Γενέσεως, ούτε και ωμίλησε για σπερματικές καταβολές με την έννοια που εννοείτε. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι σαφής και κατηγορηματικός εις το θέμα αυτό. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ημπορεί να εδέχοντο τα εσφαλμένα επιστημονικά δεδομένα της εποχής των, ως ήσσονος σημασίας για την σωτηρία, αλλά ποτέ δεν υπεχώρησαν εις την πίστη. Αντιθέτως, κάποιοι σημερινοί Ορθόδοξοι θεολόγοι, ακόμη και επίσκοποι, δεχόμενοι την Εξέλιξη, αναγκαστικά εκκλίνουν από την πίστη, επειδή η Αποκάλυψις με την Εξέλιξη δεν παντρεύονται.
5. Παρακάτω, μιλάτε – αυθαίρετα, νομίζω – για σπερματική καταβολή του ανθρώπου “συλλήβδην εν ακαρεί” και συνεχίζετε κάνοντας διάκριση μεταξύ ενός ‘βιολογικού’ Αδάμ και ενός ‘θεολογικού’ Αδάμ, ξεχνώντας ασφαλώς να αναφέρετε και τον ‘επιστημονικό’ Αδάμ, για τον οποίο μιλάει ο γενετιστής Spencer Wells εις την σειρά με τίτλο “DNA and History” της National Geographic Society. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ουδέποτε έκαμαν διάκριση μεταξύ βιολογικού και θεολογικού Αδάμ, ούτε ποτέ ωμίλησαν για την ύπαρξη κάποιου ‘βιολογικού ανθρώπου, η ανθρωποειδούς, όπως λέτε, ηλικίας κάποιων εκατομμυρίων ετών.
Εις την συνέχεια, λέτε, ότι ο βιολογικός άνθρωπος εδημιουργήθηκε από τα στοιχεία της φύσης, υπονοώντας ασφαλώς από έναν πίθηκο, και ότι είχε σώμα και ψυχή, καθώς και ότι ο Αδάμ της Βίβλου ήταν ο πρώτος βιολογικός άνθρωπος που κατέστη θεολογικός άνθρωπος, λόγω του εμφυσήματος. Λέτε, επίσης: “Με την πτώση, ο Αδάμ έχασε την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και από θεολογικό και βιολογικό ον κατέστη πάλι μόνο βιολογικό ον”. Όπως γνωρίζετε, ο άνθρωπος, εν αντιθέσει προς τα ζώα και προς τον πίθηκον, είχε, απ αρχής, κατά Χάριν αθάνατη υποστατική ψυχή. Κανένα ζώον, ούτε είχε, ούτε έχει τοιαύτην. Οπότε, έχω για σάς τις παρακάτω ερωτήσεις:
Ερώτησις 1η: Πότε ο Αδάμ της Βίβλου απέκτησε αθάνατη υποστατική ψυχή; Πριν το εμφύσημα, όταν ήταν δηλ. βιολογικός άνθρωπος, κατά το εμφύσημα, η μετά το εμφύσημα, το οποίο, όπως λέτε, απλά τον κατέστησε πεφωτισμένο από το Άγιο Πνεύμα, αλλά δεν ήταν ταυτόσημο με την ψυχή;
Ερώτησις 2η: Αν ο Αδάμ δεν είχε αθάνατη υποστατική ψυχή, όταν ήταν μόνο βιολογικός άνθρωπος, αφού ήταν ανθρωποειδές, και, αν το εμφύσημα δεν του εχάρισε μία τέτοια ψυχή, πως συνέβη και είχε, μετά την πτώση, υποστατική ψυχή;
Ερώτησις 3η: Αυτός ο Αδάμ ήταν σε κατάσταση πτώσεως, δηλ. φθοράς, προ του εμφυσήματος, η όχι; Και, αν ναι, μετεπήδησε σε κατάσταση αφθαρσίας μετά το εμφύσημα, και μετά, μετά την παρακοή, πάλι επανήλθε σε κατάσταση πτώσεως;
Αλήθεια, τι απ’ όλα αυτά αναφέρουν οι Πατέρες και τι όχι; Και, πως μπορείτε, μετά από όλα αυτά τα αυθαίρετα που λέτε, να καταλήγετε εις το συμπέρασμα, ότι: “Τελικά, διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει καμμία αντίφαση μεταξύ Ορθόδοξης Θεολογίας και Επιστήμης”! (;)
Εάν, όντες μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, επιμένωμε και υποστηρίζωμε πράγματα τα οποία δεν συμφωνούν με τις θέσεις των Διδασκάλων Της, τότε ασφαλώς έχομε περιπέσει σε αίρεση. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αναφέρει τα εξής, σχετικά με την κατασκευήν του ανθρώπου (βλέπε ομιλίες ΙΒ´ και ΙΓ´ εις την Γένεσιν):
Α. Υπογραμμίζει την εις την Αγίαν Γραφήν μεταξύ ζώων και ανθρώπων διαφοράν, ήδη από την δημιουργίαν του σώματος. Αναφερόμενος εις το «χουν», τονίζει και επιμένει εις την κατά γράμμα ερμηνείαν του χωρίου και όχι εις την μεταφορικήν. Επικρίνει, μάλιστα, επί απιστία και ορθολογισμώ, τον δυσκολευόμενον να δεχθή την κατά γράμμα ερμηνείαν εις το σημείον αυτό.
Β. Ερωτά: «Τι ην ο πλασθείς…. προ του εμφυσήματος του Δεσπότου;» Και δηλώνει, απεριφράστως: «Απλώς εικών άψυχος και ανενέργητος και εις ουδέν χρήσιμος». Και διδάσκει, ότι το εμφύσημα δημιουργεί την ψυχήν εις το άψυχο και ανενέργητο σώμα. Εις την συνέχεια, ο ιερός Πατήρ, φέρει, προς επίρρωσιν των λεχθέντων, ως παράδειγμα, την κατάστασιν του σώματος μετά την αναχώρησιν της ψυχής (δηλ. του νεκρού).
Γενικώς, κατά την διδασκαλίαν των αγίων Πατέρων, κατ ακρίβειαν, η ψυχή δημιουργείται μετά το σώμα. Μάλιστα, ο ιερός Χρυσόστομος, απαντώντας εις τυχούσαν ένστασιν, ότι δηλ. «τίνος ένεκεν, ει τιμιώτερον η ψυχή του σώματος, το έλαττον πρώτον δημιουργείται και τότε το μείζον και υπερέχον;», επεξηγεί ότι: «Ώσπερ γαρ ουρανός και γη και ήλιος…. και τα ζώα τα άλογα, και μετά ταύτα άπαντα ο άνθρωπος (δημιουργείται), ο τούτων απάντων την αρχήν μέλλων εγχειρίζεσθαι, τον αυτόν δη τρόπον και εν αυτή τη διαπλάσει του ανθρώπου πρότερον το σώμα παράγεται, και τότε η ψυχή η τιμιωτέρα…». Βεβαίως, θα πρέπη να λεχθή, ότι τα γεγονότα, κατά την σύλληψιν του ανθρώπου, είναι συνεχόμενα, χωρίς να μεσολαβή ενδιαμέσως χρονικόν διάστημα.
Γ. Σαφέστατα επισημαίνει, ο ιερός Πατήρ, ότι η ψυχή εις τον άνθρωπον – εν αντιθέσει προς τα ζώα – είναι ευθύς εξ αρχής υποστατική: «Επ εκείνων (αλόγων) μεν γαρ φησιν: Εξαγαγέτω τα ύδατα ερπετά ψυχών ζωσών, και ομού ανεδίδοτο εκ των υδάτων ζώα έμψυχα· και επί της γης πάλιν ωσαύτως: Εξαγαγέτω η γη ψυχήν ζώσαν. Επί δε του ανθρώπου ουχ ούτως, αλλά πρότερον εκ του χοός το σώμα δημιουργείται, και μετά ταύτα η ζωτική δύναμις αυτώ δίδοται, όπερ εστίν η της ψυχής ουσία. Δια τούτο, και περί των αλόγων έλεγε Μωϋσής, ότι ῾το αίμα αυτού, η ψυχή αυτού εστίν’. Επί δε του ανθρώπου, ουσία τις εστιν ασώματος και αθάνατος…».
Αυτά, προς το παρόν, έχω να σάς πω κ. Κ. Ευχόμενος καλό καλοκαίρι, διατελώ
Μετά της εν Χριστώ αγάπης
Δαμασκηνός μοναχός
1 Βλέπε: Γρηγορίου του Παλαμά, “Λόγοι υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων”, Τόμος 2, Σειρά ΕΠΕ, 54, Πατερικαί Εκδόσεις “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, Θεσσαλονίκη, 1982, σελ. 60-119.
2 Έκδοσις: Αδελφότης Ο ΣΤΑΥΡΟΣ, Ζωωδόχου Πηγής 44, Αθήνα, 1993.