Η Κλαιομαρία του Περισσού (Μοναχή Μαρία· Υποτακτική του μακάριου Γέροντα Ιωσήφ Ησυχαστή)
20 Φεβρουαρίου 2011
Στοιχεία για την ψυχή αύτη μας έδωσε ή μακαριστή Γερόντισσα Βρυαίνη Μπατιστάτου, Ηγουμένη της Ιεράς Μονής Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Σταμάτας – Αττικής. Τό μοναστηράκι αυτό υπήρξε τόπος αγαπημένος των παιδικών χρόνων το οποίο επισκεπτόμασταν με συγγενείς.
Ή Κλαιομαρία λοιπόν του Περισσού ήταν πρόσφυγας από τα μέρη τής Καππαδοκίας. Χήρεψε σε νεαρά ηλικία έτσι όπως όλοι πίστευαν, καθόσον ό άντρας της υπήρξε αιχμάλωτος στους Τούρκους και κανείς ποτέ δεν έμαθε νέα γι` αυτόν. Είχε δύο γιους και μία κόρη.
Όταν ήλθε στην Αθήνα βρήκε ένα φτωχικό προσφυγικό σπιτάκι στο όποιο έκανε αγρυπνίες, αλέθοντας με το χειρόμυλο σιτάρι και λέγοντας με δάκρυα και κατάνυξη την ευχή τού Ιησού.
Μοναχή έγινε από τον Όσιο Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή. Ή ζωή της ήταν ένας μεγάλος αγώνας, μία συνεχής άσκησης, μία προς το Θεό διάπυρος και αδιάκοπος αγάπη και εις αντιμισθία έλαβε το κατά Θεόν χαρμόσυνο πένθος.
Ή ροή των ιερών δακρύων της ήταν ακατάπαυστος εις τον καιρόν μάλιστα των Ιερών Ακολουθιών και θείων Λειτουργιών.
Ή θέση της στον ενοριακό Ναόν ήταν μόνιμος. Μπροστά της βρισκόταν ένα μεγάλο προσκυνητάρι για να κρύπτεται ή εργασία της. Αριστερά της ήταν ό τοίχος τής Εκκλησίας και εις το όπισθεν μέρος έστέκετο διακριτικά ή Γερόντισσα Βρυαίνη ως λαϊκή, έως ότου έφυγε για μοναχή. Ή μητέρα τής Γεροντίσσης Βρυαίνης την έβαζε να στέκεται εκεί για να βλέπει το ζωντανό παράδειγμα τής Κλαιομαρίας.
Διηγείτο ή μακαριστή πλέον Γερόντισσα Βρυαίνη ότι καθ’ όλο το διάστημα της Θείας Λειτουργίας άκουγε έναν υπόκωφο κλαυθμό διότι έκάθητο όπισθεν της και τον άκουγε μόνον αύτη. Μετά την απόλυση έβαζε την συνηθισμένη μετάνοια στην Κλαιομαρία και εκείνη αφού την σταύρωνε στο κεφάλι σιώπησα, έπαιρνε το αντίδωρο και σαν αστραπή έχάνετο εις ούδένα ομιλούσα για να μη χάση διά της ομιλίας, τον θησαυρό της καρδιάς της (το πένθος) και επανερχόταν εις την οικία της, ενοριακό μέσω των πικριών και των εκεί των τέκνων της δοκιμασιών μετά των οποίων έμενε. Τις δοκιμασίες δεν αυτές με καρτερία και αγόγγυστα υπέμεινε έως τέλους της ζωής της.
Οι γιοί της δημιούργησαν οικογένειες, ή μονάκριβη όμως θυγατέρα της Μαγδαληνή όχι. Πολύ νέα έχασε το λογικό της και το τέλος της υπήρξε οικτρό. Ενώ καθόταν αμέριμνος και ασθενούσα εις την περιοχή τού Ελληνικού, κάποιο αεροπλάνο πού κατέπεσε από λάθος χειρισμό την διαμέλισε και την κατέκαψε.
Ήπιε και αυτόν το δηλητήριο ή ευλογημένη Γερόντισσα Μαρία, ή οποία από την συνεχή ροή των δακρύων, ονομάστηκε από τον Άγιο Γέροντά της Ιωσήφ τον Ησυχαστή «Κλαιομαρία» και με αυτόν το όνομα παρέμεινε γνωστή σ’ όλον τον κύκλο τής πνευματικής συγγενείας.
Κατά την διάρκεια τής νύχτας, στα διαλείμματα τής αγρυπνίας πού έκανε κάθε βράδυ, έβγαινε από το σπίτι της και σταύρωνε τις πόρτες των γειτόνων της. Στεκόταν σε κάθε πόρτα, έλεγε την ευχή, σταύρωνε τούς ανθρώπους πού κάθονταν στο σπίτι και προχωρούσε σε άλλο», για την ίδια εργασία.
Όταν έκοιμήθη και είχαν το τίμιο λείψανο της στο φτωχικό σπιτάκι της προς προσκύνησαν, εκείνο ευωδίασε έντονα και ή ευωδίασε ξεχύθηκε μέχρι τρείς μαχαλάδες.
Ή ταφή της έγινε εις την Ιερά Μονή τού Πατρός Ακακίου στο Λιόπεσι Αττικής.
πηγή: Άπαντα Ορθοδοξίας