Λαχτάρα Αιωνιότητος
13 Ιανουαρίου 2011
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗ † 2001
Ιδού, έρχομαι ταχύ. Αμήν. ναι έρχου,
Κύριε Ιησού. (Αποκ. κβ’ 12, 20)1
Ο θείος λόγος του Ευαγγελίου, ο οποίος εξέρχεται από τον άμβωνα της Εκκλησίας, περιέχει ποικίλα σπέρματα αληθείας και θεογνωσίας. Η μελέτη του θείου λόγου να είναι η τρυφή και η τροφή της ζωής μας.
Εγώ, παιδιά, κάθε βράδυ διαβάζω Ευαγγέλιο για να εισχωρήση μέσα μου ο Κύριος. Με το Ευαγγέλιο γίνεται η αλληλοπεριχώρησις του ημαγμένου Αμνού και της ψυχής μας. Όλοι οι άνθρωποι κληθήκαμε ν’ αγιάσωμε. Να γίνωμε ευωδία Χριστού. Σκοπός μας είναι να ανταποκριθούμε στην κλήσι του Θεού και να γίνωμε φως. Με την τήρησι του Ευαγγελίου να γίνωμε λόγος του Θεού.
Μέσα στην Εκκλησία, λοιπόν, αρπάζει ο ένας τον θείο λόγο και πηγαίνει εις τας ερήμους, για να πραγματώση το Ευαγγέλιον. Ο άλλος το αρπάζει και πηγαίνει στην Αφρική, στην Ασία κ.λπ. να φωτίση τους ανθρώπους ως ιεραπόστολος. Ο άλλος παίρνει τον θείο σπόρο και τον καλλιεργεί μέσα στην κοινωνία ως επίσκοπος, ως ιερεύς, ως οικογενειάρχης και κάνει έργο του την σπορά του θείου λόγου. Εμείς πήραμε το Ευαγγέλιον από την Αγία Τράπεζα ο καθένας και ήλθαμε στο μοναστήρι, για να δοξάσωμε τον Θεό με την τήρησι των εντολών Του.
Κάθε μοναστήρι είναι ένα πέραμα, ένα φεριμπότ, που θα μας περάση απέναντι, στην όχθη του ουρανού. Σήμερα αυτό με απησχόλησε εμένα. αυτό ακριβώς το ταξίδι. Πρέπει να σπάσωμε τον φραγμό του θανάτου με την επιθυμία της αιωνίου ζωής. Σκεπτόμουν, λοιπόν, πως θα μπορέσωμε το μήνυμα του θανάτου να το περιμένωμε ως την πλέον ευχάριστη αγγελία. Προχθές αναφέραμε μερικές θείες αποκαλύψεις, που είχε ο Μητροπολίτης Ε. στις τελευταίες του στιγμές. Και χάρηκε η ψυχή μας. Πράγματι, γνωρίζομε ότι ο άνθρωπος, ο αγαπήσας τον Θεόν, δέχεται τέτοιες αποκαλύψεις στις τελευταίες στιγμές της ζωής του. Ο Κύριος του παρουσιάζει ήδη από την παρούσα ζωή τί απολαύσεις τον αναμένουν στην πανήγυρι των πρωτοτόκων, εκεί που βασιλεύει το φως, το άκτιστο φως, το γλυκύτατο ως η χιών.
Η ζωή του ουρανού είναι φως, γλυκύτατο, λευκότατο. Επιθυμώ αυτήν την λευκοτάτη, την χιονάτη ζωή της βασιλείας του Θεού. Γιατί δεν υπάρχει πιο ευχάριστο γεγονός από αυτήν την διάβασι στην αντίπερα όχθη. Εάν νοσταλγούμε να μεταβούμε σε μια παραλία, π.χ. στην Κέρκυρα ή στον Άγιο Διονύσιο, όπου θα αντικρύσωμε γήινες ομορφιές, που παρόμοιες έχομε ήδη απολαύσει, σκεφθήτε πώς πρέπει να νοσταλγούμε αυτό το πέραμα στην άλλη ζωή, στο αιώνιο Φως. Μέσα στο μοναστήρι γίνεται αυτή η ετοιμασία για την μετάβασι στην ουράνια όχθη της βασιλείας του Θεού. Και αν από τώρα γνωρισθούμε για τα καλά με τον άνω κόσμο, θα έχωμε μία καλή συνοδεία φίλων Αγίων κατά την έξοδό μας.
Με πόση ευχαρίστησι πρέπει να αναμένωμε τον θάνατο! Να μην τον αντικρύζωμε ως μάχαιρα που θα μας κόψη από την ζωή, αλλά σαν φωτεινή πύλη, που θα μας εισαγάγη στην αιωνιότητα. Αυτή ήταν η σκέψις μου εμένα σήμερα. Άλλωστε, έχομε πει πολλές φορές ότι πρέπει να κάνωμε τον θάνατο ευχάριστο. Να μην τον αντιμετωπίζωμε με φόβο. Άπαξ και ο Χριστός εσταυρώθη και ανέστη, κατελύθη η ισχύς του θανάτου, εσπάσθησαν τα κλείθρα του άδου. Η θύρα ηνοίχθη. και ελευθέρως πλέον κάθε πιστός ημπορεί να εισέλθη στην αιώνια μακαριότητα.
-Τί είναι όμως αυτό που θα μας κάνη να επιθυμήσωμε τον θάνατο;
-Η φλόγα της δροσερής αγάπης προς τον Θεόν ανάβει την δίψα της αιωνίου ζωής.
«Αγαπήσατε τον Θεόν και ευρήσετε χάριν αιώνιον… και ανάπαυσιν μετά πάντων των αγίων», λέγει ο υμνωδός (Ακολουθία Αγ. Αντωνίου, δοξαστικόν της Λιτής).
Εάν η καρδιά μας φλέγεται από θείον έρωτα, ο Κύριος θα ανταποκριθή αμέσως στην αγάπη που θα του προσφέρωμε εμείς και θα μας χαρίση την αιώνιο ατένισι της θεϊκής Του μορφής.
Θα μου πήτε: «Καλά το συζητάμε τώρα αυτό το θέμα. Αλλά μόλις φθάσωμε στην ώρα του θανάτου, αμέσως μας καταλαμβάνει ένας φόβος». Πράγματι έτσι λέει η πείρα της ζωής. Ο πιστός όμως δεν συναντά αυτή την δειλία. Και σκεπτόμουν σήμερα πώς θα νιώθουν αυτοί οι πιστοί, οι μεγάλοι αγωνισταί, που ο Κύριος τους πληροφορεί -είτε ο Ίδιος, είτε δια της Θεοτόκου είτε δια των Αγίων Του- ότι «εντός ολίγου θα σε πάρω». Σκεφθήτε τί θα αισθάνωνται αυτοί οι άνθρωποι μέσα στην ψυχή τους! Τί αγαλλίασις θα πληρώνη την ύπαρξί τους, όταν θα ετοιμάζωνται να μεταβούν προς την αιωνιότητα! Αυτήν την μεγάλη δωρεά ο Θεός δεν την παρέχει μόνο σε ωρισμένους, αλλά σε όλους εκείνους που την επιθυμούν. Και έλεγα σήμερα μόνος μου: «Άραγε είναι δύσκολο η χάρις του Θεού να μας αξιώση και μας να φθάσωμε στην ευχάριστη αυτή στιγμή και να ακούσωμε την ευφρόσυνη αγγελία;»2
Λέμε ότι αγαπήσαμε τον Θεόν… Τί είναι η αγάπη του Θεού; Χαρά και αγαλλίασις! Πώς, λοιπόν, είναι δυνατόν, όταν φθάνη ο θάνατος, να μας καταλαμβάνη δυστυχία και σκότος, αφού η αγάπη του Θεού είναι φως και αιωνιότης και ειρήνη άφραστος; Αυτό το θέμα του θανάτου δεν το έχομε πολυ καλλιεργήσει μέσα μας και δεν φθάσαμε ακόμη στο σημείο να έχωμε πλήρη την συνείδησι της αθανάτου ζωής και την πληροφορία της αιωνιότητος. Το πιστεύομε, το ξέρομε όλοι, αλλά δεν το αναμένομε ως ένα γεγονός ευχάριστο, ενώ γι’ αυτό φύγαμε από τον κόσμο. για να φθάσωμε σ’ αυτή την ευφρόσυνο στιγμή, ν’ αναχωρήσωμε από τον παρόντα αιώνα προς το μέλλοντα, προς την αιωνιότητα.
«Αγαπήσατε τον Θεόν»! Πώς τον αγαπάμε τον Θεό; Μόνο με τα λόγια; Είναι δυνατόν να λέη ένας άνθρωπος «Αγαπώ τον Θεόν» και τα έργα του να είναι ανάποδα, αντίθετα από τον θείο νόμο; Είναι δυνατόν να μη πραγματώνη το Ευαγγέλιο; Όταν λέμε ότι πήραμε στα χέρια μας το Ευαγγέλιο και υποσχεθήκαμε ότι θα το πραγματώσωμε, τί σημαίνει αυτό το πράγμα; Σημαίνει ότι θα ζήσωμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού. θα τηρήσωμε το Ευαγγέλιο, και θα το εναποθέσωμε πάλι στην αγία Τράπεζα της ορθοδόξου Εκκλησίας, ομολογώντας ότι μείναμε «πιστοί άχρι θανάτου», με τους λόγους: «Τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα. λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, ον αποδώσει μοι ο Κύριος εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος κριτής» (Β’ Τιμ. δ’, 7-8). Είθε να αξιωθή η ψυχή μας να πη αυτόν τον λόγο προς τον Θεό, προς την αγάπη του Θεού.
Ό,τι και να κάνωμε, όσο και να προσπαθήσουμε και να αγωνισθούμε, εάν δεν προσανατολισθούμε προς την αιώνιο ζωή και την ανέσπερη βασιλεία, νομίζω ότι μέσα μας δεν θα έχωμε την πληροφορία της σωτηρίας. Όταν τηρώ τας εντολάς, η συνείδησίς μου είναι αναπαυμένη απέναντι του Θεού. Αλλά για να επιτύχωμε την τελεία ανάπαυσι, είναι απαραίτητη και η καλλιέργεια της προσδοκίας της αναχωρήσεώς μας και η δίψα αυτής της στιγμής του θανάτου.
Είδατε; Μόλις ακούμε την λέξι «θάνατος», μας πιάνει φόβος. Πρέπει όλοι όμως να έχωμε δίψα θανάτου. ιδιαίτερα οι μοναχοί, αλλά και κάθε χριστιανός. Να διψάμε αυτήν την ώρα της μεταβάσεώς μας στα ουράνια σκηνώματα. Αυτήν την δίψα είχαν όλοι οι Άγιοι της Εκκλησίας μας και αυτήν έχουν και οι σημερινοί άγιοι και ειδικώτερα οι Αγιορείτες. Αλλά και οι πιστοί στον κόσμο και οι εργάται του Ευαγγελίου και οι ιεραπόστολοι, με αυτήν την δίψα του θανάτου πραγματώνουν τον θείο λόγο και τελούν τα έργα της πίστεως. μετακινούν ακόμη και όρη. Και εμείς, λοιπόν, δια της πίστεως να μετακινήσωμε την ψυχή μας. Και από τον άδη να την ανεβάσωμε στην βασιλεία του Θεού.
Ας παρακαλούμε τον Κύριο να μας ανοίγη φωτεινούς ορίζοντας πίστεως και αγάπης προς Αυτόν. Η πίστις δεν είναι απλό πράγμα. ούτε ο άνθρωπος, που είναι εικόνα του Θεού. Ο άνθρωπος έχει άπειρες διαστάσεις. Επειδή επλάσθη «κατ’ εικόνα» Θεού, κατευθύνεται προς το άπειρο, προς την άνω Ιερουσαλήμ. Όταν λέω «κατευθύνομαι προς τον άπειρο», σημαίνει σκέπτομαι τον άπειρο Θεό και την μετάβασί μου στην αιωνιότητα.
Αλλά πώς θα αγαπήσω τον Θεόν; πώς θα ανοίξω την ψυχή μου προς Αυτόν και πώς θα διαθέσω όλη μου την ύπαρξι στην αγάπη Του; Υπάρχουν πολλοί τρόποι της αγάπης του Θεού. Και όταν ο άνθρωπος είναι διατεθειμένος να θυσιάζεται για τον Θεόν, δεν κάνει και αμαρτίες. Έτσι δεν είναι, παιδιά; Προσέχει τον λόγο του, προσέχει τις σκέψεις του, τις διαθέσεις του.
Με την αγάπη του Θεού ανοίγει ο ορίζων της ψυχής αμέσως και ο άνθρωπος γίνεται διάπλατος. Η ύπαρξίς του αμέσως ευρύνεται, γιατί τείνει προς τον άπειρο Θεόν και την αιώνιο ζωή. Αυτόν τον άπειρο Θεόν αγαπήσαμε και ξεκινήσαμε να Τον συναντήσωμε. Γι’ αυτό μας αναπαύει η ησυχία και η ερημία. Δεν μας αναπαύει ο κόσμος και τα του κόσμου, παρά μόνον η ησυχία και η ερημία. Και επιθυμούμε να βασιλεύη στην ψυχή μας η ειρήνη του Θεού και η αγάπη του Θεού.
Όταν λέγω «αγαπώ τον Θεόν», η καρδία μου πλαισιώνεται αμέσως με ευλογία. Ο Θεός -όπως έχομε συζητήσει πολλές φορές- είναι «ζηλότυπος» για κάθε ψυχή. Την θέλει όλη δική Του. Θέλει δηλαδή να την δοξάση, θέλει να την γεμίση με την χάρι Του. Ο Θεός δεν έχει ανάγκη της ιδικής μας αγάπης. Αλλά επειδή ο Ίδιος έχει άπειρον αγάπη και απερινόητον, θέλει την ψυχή μας ολόκληρη κοντά Του. Εάν εμείς τολμάμε να λέμε ότι αγαπήσαμε τον Θεόν, αντιλαμβάνεσθε ποία είναι η αγάπη του Θεού προς ημάς! Γι’ αυτό πρέπει η σκέψις μας να είναι όλη την ημέρα προσηλωμένη στον Θεό. Ούτε τρίχα να μην κάνωμε πέρα από την δική Του αγάπη. Ουδεμία ματιά να ρίχνωμε προς τον κόσμο. ούτε αριστερά, ούτε δεξιά. Μόνο το πρόσωπο του Κυρίου να μας ελκύη. Το βλέμμα μας να ατενίζη διαρκώς την αντίπερα όχθη. Να αναμένωμε την ευχάριστο διάβασι. όχι τον θάνατο του αφανισμού και του σκότους, αλλά την διάβασι προς το φως το ανέσπερο, προς το άκτιστο φως, το αιώνιο φως, την λαμπράν δόξαν του Θεού και την άφατον λαμπρότητα της βασιλείας Του. Με τους οφθαλμούς της ψυχής μας να έχωμε «συνόρασι» μετά του θείου οφθαλμού. Να θέτωμε τον εαυτό μας εις τον θείον οφθαλμόν και εκεί να αναπαυώμεθα. Τότε θα είμεθα ελεύθεροι για τα ανοίγματα εις τον ορίζοντα της αιωνιότητος.
Οι ακολουθίες της Εκκλησίας περιέχουν τις ευχές των Πατέρων, που εκφράζουν όλα τα αιτήματα της ψυχής μας. Αλλά έχομε και εμείς μια δική μας γλώσσα ο καθένας, με την οποία αναφέρομε τα μυστικά μας προς τον Θεό. Θέλομε να ομιλήσωμε με τον πιστό μας Φίλο. Έτσι δεν είναι; Το θέμα της διαβάσεώς μας είναι ένα μυστικό της ζωής. Και θέλω να το συζητήσω από κοντά με τον Θεό, για να μου ετοιμάση την εκδημία. Άπαξ και αναμένω αυτό το Πάσχα της ψυχής μου, δεν θα πρέπη να έχω ουδεμία ανάπαυσι μέχρις ότου μιλήσω από κοντά με τον Θεό, για να τακτοποιήση μέσα μου αυτήν την επιθυμία, αυτήν την λαχτάρα -να το πούμε έτσι-.
Μη με παρεξηγήσετε που λέγω «λαχτάρα» για τον θάνατο. Λαχταρώ την μετάβασι στον ουράνιο κόσμο. Έτσι είναι! Γιατί εμείς, που πιστεύομε εις τον Θεόν και ασχολούμεθα με την αγάπη του Θεού, ήλθαμε εδώ πέρα ακριβώς γι’ αυτό το ταξίδι. Μας αναμένει ο Θεός, η ζωή, η αιωνιότης, η μακαριότης! Δεν πρέπει να έχωμε ουδένα δισταγμό για τον θάνατο, αλλά μια ευχάριστη αναμονή, μία λαχτάρα πότε θα έλθη. Ο θάνατος δεν μας ξενίζει καθόλου. Είναι για μας μία εορτή. Είναι η εορτή της μεταβάσεως του ανθρώπου εις τον ουρανό. Γι’ αυτό και εορτάζομε τους Αγίους την ημέρα της εκδημίας τους. Είδατε, ο Μέγας Βασίλειος 49 ετών απέθανε. Παληκάρι απέθανε. Όμως δεν τον ενδιέφερε τίποτε. Είχε ετοιμάσει το εισιτήριό του. Μπήκε μέσα στο φεριμπότ και πέρασε απέναντι, στην όχθη την ουράνιο.
Δεν πρέπει, λοιπόν, να φεύγη ποτέ από το μυαλό μας ότι θα πεθάνωμε. Όχι απλώς έχω φόβο, επειδή θα πεθάνω. Ούτε, επειδή θα πεθάνω, προσέχω να μην αμαρτήσω. Όχι τέτοια πράγματα! Να ετοιμασθώ καλύτερα, ν’ αγαπήσω την διάβασι, γιατί αγαπώ τον Θεό! Θέλω να πάω να Τον δω. Πώς το λένε; Θέλω να Τον δω! Ο Απόστολος Παύλος έλεγε «επιθυμίαν έχω αναλύσαι και συν Χριστώ είναι» (Φιλιπ. α’ 23). Ήθελε να Τον ιδή, τέλος πάντων, και να Του ομιλήση πρόσωπον προς Πρόσωπον.
Διότι, εάν είμαστε ξεροί μοναχοί και όχι μουσκεμένοι με τα δάκρυα της αγάπης και της ευχαριστίας, αν δεν είμαστε δοσμένοι στον θείο έρωτα, εάν δεν είμαστε οι ψυχές οι ερώσες τον Νυμφίο Χριστό, τί ήρθαμε να κάνωμε εδώ πέρα; Να κακομοιριάσωμε; -Όχι! Να είμαστε οι ζωντανοί άνθρωποι, οι αγρυπνούντες, οι «λαχταρισταί» της διαβάσεως. Τότε πάνε περίπατο και τα ενδιαφέροντα του κόσμου και οι μέριμνες του κόσμου και οι επιθυμίες του κόσμου. Όταν είμαστε προσηλωμένοι μόνο στην αγάπη του Θεού, τότε είμαστε ενωμένοι και όλοι μαζί μεταξύ μας. Να μας καίη αυτή η αγάπη του Θεού και αυτός ο έρωτας της μεταβάσεως στην έπαυλι του Παμβασιλέως Χριστού!
Έχω έρωτα γι’ αυτό το ταξίδι! Επιθυμώ να πάω εκεί πέρα! Εάν τόσο επιθυμούμε να πάμε να προσκυνήσωμε έναν άγιο τόπο, σκεφθήτε πόσο περισσότερο πρέπει να έχωμε αυτή τη λαχτάρα για το αιώνιο ταξίδι, που θα μας φέρη στην αγία Ιερουσαλήμ, η οποία «ου χρείαν έχει του ηλίου ουδέ της σελήνης. η γαρ δόξα του Θεού εφώτισεν αυτήν και ο λύχνος αυτής το Αρνίον», όπως γράφει η Αποκάλυψις (Αποκ. κα’ 23). Αυτή η δόξα μας αναμένει.
Πρέπει, λοιπόν, να είμεθα πάντοτε έτοιμοι, ώστε ο θάνατος να μη μας ξενίση ούτε να μας φοβίση. Αντιθέτως να επιθυμούμε την εκδημία από εδώ και την ενδημία εκεί. Να μας απασχολή ο ωραίος «μετεωρισμός». Εδώ είμεθα, αλλά στον ουρανό ευρισκόμεθα νοητώς. Να επιθυμήσωμε τον ζωηφόρο θάνατο. Αυτός ο θάνατος είναι ζωή. Συνεχώς να με απασχολή πώς θα κάνω την ώρα του θανάτου, την ημέρα της κλήσεως του Κυρίου, ημέρα χαράς και εορτής! Την έξοδό μας να την θεωρούμε το μεγαλύτερο πανηγύρι, την πιο χαρμόσυνη ημέρα, επειδή θα μεταβούμε εις την αγάπη του Θεού! Όχι να λυπηθώ, επειδή θα πεθάνω, αλλ’ αντιθέτως να χαρώ και να πω: «Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός, που με κάλεσες να φύγω!».
Είναι μια εργασία πολύ λεπτή αυτή. να μπορέσωμε αυτή την κρίσιμη στιγμή να πούμε: «Δόξα Σοι ό Θεός, που με κάλεσες να φύγω από τον παρόντα κόσμο, για να ατενίζω την δόξαν του προσώπου Σου στην αιωνιότητα!».
Αλλά χρειάζεται μεγάλη προσοχή αυτή η εργασία, ταπεινοφροσύνη μεγάλη και αγάπη πολλή προς τους εχθρούς. Χωρίς αυτή την αγάπη δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Αυτό είναι το διαβατήριο για το αιώνιο ταξίδι.
Ας έχωμε βεβαία την εμπιστοσύνη εις το έλεος του Θεού. Θα μας ελεήση ο Κύριος. Η ημέρα του θανάτου δεν είναι υπόθεσις απελπισίας και απογοητεύσεως, που εμποδίζει την ελπίδα εις το έλεος του Θεού. Θα μας ελεήση ο Θεός. Παρ’ όλη την αναξιότητά μας, θα μας ελεήση ο Θεός! Να έχωμε βεβαία την ελπίδα και την πεποίθησι στο έλεος του ουρανίου Πατρός και να σκεπτώμεθα την συνάντησι μετά του Κυρίου. «Πότε θα έλθω, Κύριε, κοντά Σου; Πότε θα Σε ιδώ; Πότε το Πρόσωπό Σου διηνεκώς θα ευφραίνη την ψυχή μου;»
Ας δουλέψωμε, λοιπόν, το πέραν του τάφου… Αν είναι ο νους μου συνεχώς στον Θεό, δεν αμαρτάνω. και θα μπορέσω να σπάσω αυτή την πύλη του θανάτου, ώστε να είναι ανοικτή σε μένα από την παρούσα ζωή. Να στέκωμαι στην ακτή της παρούσης ζωής και εκεί να έχω στημένο το εκτοξευτήριο, απ’ όπου θα πετάξω πλέον με χαρά στην ατελεύτητη μακαριότητα… Γιατί θα φύγωμε από τον βίο απότομα… Μας αναμένει ο Κύριος… Μας αναμένει…
Μας αναμένει…. Αυτός είναι η ανεκλάλητη χαρά, η αιώνιος Ζωή, η καυστική γλυκύτης, η τρισήλιος δόξα! Ευχηθήτε στον Θεό να μου δώση χριστιανά τα τέλη. να πεθάνω όρθιος και να με αξιώση να πεθάνω για την αγάπη Του.
Ο θάνατος είναι ελευθερία! Να έχωμε ευφροσύνη όταν σκεπτώμεθα τον θάνατο. Αυτό θα βοηθήση εμάς προσωπικά, αλλά και την Εκκλησία.
1. Ομιλία του Πατρός Δαμασκηνού προς τας αδελφάς της Ι. Μ. Αγ. Ιωάννου, την 23ην Αυγούστου 1984.
2. Πράγματι ο Θεός εξεπλήρωσε την επιθυμία του Γέροντα. Λίγες ημέρες προ της εκδημίας του έλαβε το ουράνιο μήνυμα της αναχωρήσεώς του.
“Λαχτάρα Αιωνιότητος”
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/laxtara_aioniothtos.el.aspx