Η Αγία Γραφή στην Ορθοδοξία (Α)
8 Δεκεμβρίου 2010
1. Η Ορθόδοξη ευσέβεια είναι βαθύτατα ποτισμένη από την Αγία Γραφή. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ζούσαν διά της Αγίας Γραφής, σκέπτονταν και μιλούσαν διά της Αγίας Γραφής. Είχαν ταυτίσει την ύπαρξή τους με το λόγο του Θεού. Ό,τι λέμε σήμερα θεολογική ερμηνεία της Βίβλου -δηλαδή η φιλολογική, ιστορική και γραμματική εξήγηση- δεν ήταν στην εποχή των Πατέρων παρά κάτι το ολότελα δευτερεύον. Εκείνο που τους ενδιέφερε πρωτίστως ήταν ο πνευματικός χυμός της θείας αποκαλύψεως. Αν μαθητεύσουμε παρά τους πόδας των Αγίων Πατέρων, θα εννοήσουμε αμέσως ότι δεν πρόκειται περί διδασκάλων που μπορούμε να τους χωρίσουμε σε σχολές. Όλες οι σχολές, η ιστορική και η αλληγορική, η Αντιοχειανή και η Αλεξανδρινή, η των Αθηνών και η της Ιερουσαλήμ-οδηγούσαν πάντα από το λόγο της Γραφής στο ζων Πρόσωπο του Λόγου. Η πιο προφανής αλήθεια που απορρέει από τα πατερικά κείμενα είναι ότι οι λέξεις της Αγίας Γραφής ήταν για τους Πατέρες, πέρα από την άπειρη αξία που έχουν χαθεί καθαυτές, δρόμοι ανοιχτοί προς το Χριστό· Αυτός είναι η πηγή του φωτός. Μες απ’ όλες τις μορφές της εκκλησιαστικής ζωής, ο ίδιος ο Χριστός υπομνηματίζει αδιάκοπα τη διδασκαλία του στις χριστιανικές γενεές και την καθίστα αιωνίως ζώσα και αποτελεσματική.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος προσεύχεται ως εξής μπροστά στην Αγία Γραφή; «Κύριε Ιησού Χριστέ, άνοιξε τους οφθαλμούς της διανοίας μου για να εννοήσω και να εκπληρώσω το θέλημά Σου… λάμπρυνε τις αισθήσεις μου με το φως Σου… Συ είσαι το μοναδικό φώς.» Και ο άγιος Μάρκος λέει:«Το Ευαγγέλιο είναι κλειστό στις ανθρώπινες προσπάθειες, το άνοιγμά του είναι δωρεά του Χριστού· το Άγιο Πνεύμα διεισδύει στον άνθρωπο και τον καθιστά άξιο να το αναγνώσει και να το εφαρμόσει.» Ο άγιος Εφραίμ συμβουλεύει: «Πριν από το διάβασμα, προσευχήσου και ικέτευσε το Θεό να σου αποκαλυφθεί».
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι για τους Πατέρες η Αγία Γραφή είναι ο Χριστός, γιατί κάθε μια λέξη της μας θέτει μέσα στην Παρουσία του. Έτσι κάθε ανάγνωση της Γραφής τίθεται μέσα στη λειτουργική ή μυστηριακή σκοπιμότητα. Μεταλαβαίνουμε το λόγο προκειμένου να κοινωνήσουμε το Χριστό. Κι έτσι καταλαβαίνουμε καλύτερα γιατί το ρήμα «γιγνώσκω» μέσα στις Γραφές σημαίνει πάντα «γνώσι διά κοινωνίας».
2. Μόλις μπούμε μέσα σε ένα ορθόδοξο ναό, το σύνολο του καθώς και κάθε μια από τις λεπτομέρειες του, μας βυθίζει σ’ αυτή τη διά της κοινωνίας γνώση και απαυγάζει υπομνηματιστικά τη Γραφή.
Στο κατώφλι της ορθοδόξου εκκλησίας, θυμόμαστε άθελα τη φράση του αγίου Γερμανού, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως: «Αληθινά, με το Χριστό ο ουρανός κατέβηκε στη γη και η ψυχή μεταρσιώνεται με την οπτασία του ουρανίου κόσμου.» Η Ορθοδοξία είναι ουσιωδώς αυτή η οπτασία, η μυστική δράση «του ουρανού ανεωγότος και των αγγέλων αναβαινόντων και καταβαινόντων» (Ιωάν. α’, 52). Ο Θεός εδώ σχίζει τους ουρανούς, κατέρχεται στη γη. Οι αρχιτεκτονικές γραμμές του ναού μεταφράζουν αυτή τη καταβατική κίνηση· ο Θεός σκύβει, πλησιάζει, παρουσιάζεται εν μέσω του κόσμου, εντός του άνθρωπου· ο Λόγος γίνεται σαρξ. Ο τρούλος εκμηδενίζει το διάστημα. Ο υλικός ουρανός είναι μακριά, ο πνευματικός ουρανός με τους αγγέλους και τον Παντοκράτορα στη μέση του θόλου είναι πολύ κοντά μας, -απτή έκφραση της θείας Σαρκώσεως.
Οι τοιχογραφίες και οι εικόνες εισάγουν στην πνευματική θαλπωρή της Γραφής, την καθιστούν εκθαμβωτικά ζωντανή. Κάθε σημείο πάνω στους τοίχους εμψυχώνεται από την παρουσία του αοράτου. Τριγυρισμένος από τις ένδοξες απαρχές της καινής κτίσεως, από αγίους, πατριάρχες, προφήτες, αποστόλους και μάρτυρες και από τα άυλα τάγματα των άνω Δυνάμεων, ο πιστός βρίσκεται αληθινά μέσα στην Αγία Γραφή, ζει την «κοινωνία των αγίων». Τα κείμενα, αφηρημένα μέσα στο λεκτικό κάλυμμά τους, σαρκώνονται, παίρνουν πρόσωπο στις μορφές, τις γραμμές, τα χρώματα,- συνθέτουν ένα μεγαλειώδες άσμα που δονείται από ζωή και όπου όλα συγκλίνουν, εισρέουν και μιλούν στη ψυχή. Και οι τόσο εποικοδομητικές μορφές των άγιων, σαν ν’ αποσπώνται από τα βάθη του βίου τους, δείχνουν το απόλυτο της Γραφής που πραγματοποιείται τόσο ορατά, τόσο οικεία, τόσο άπλα στην ανθρώπινη ύπαρξη. «Το φως Σου λάμπει πάνω στις όψεις των αγίων Σου» ψάλλει η Εκκλησία.
3. Όπως η πατερική σκέψη, έτσι και ο λειτουργικός λόγος είναι υφασμένος από το λόγο της Γραφής, μεταφράζει τη Γραφή σε προσευχή. Η λειτουργική παράδοση συντρέχει εδώ και προβάλλει με συναρπαστικό τρόπο τα αναγνώσματα της ημέρας, και με τα τροπάρια σαν με κάποια κύματα προς όλες τις κατευθύνσεις απλώνει τη μυστική πείρα που στα κύλισμα αιώνων είχε σημειωθεί πάνω σ’ αυτά τα κείμενα. Και ο πιστός την αναπνέει και καταλαβαίνει εύκολα, άμεσα, πως οι άγιοι Πατέρες και υμνογράφοι, μες από το προσωπικό, έκαναν να λάμψει το οικουμενικό βίωμα,
Σ’ αυτή την τέλεια συμφωνία, η λειτουργία διδάσκει την ορθή στάση ενώπιον του Θεού που μιλάει. Η εσωτερική μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος δεν δόθηκε παρά στην Εκκλησία, δηλαδή στην κοινωνία. Δεν μπορεί να νοηθεί έξω απ’ αυτή το χριστιανικό άτομο. Γνωρίζουμε τη Γραφή όχι μόνοι απέναντι του Θεού, αλλά ως μέλη του μυστικού σώματος, της Εκκλησίας.
Η μεγάλη λειτουργική αλήθεια που οι Ρώσοι αποκαλούν «σομπορνόστ», διδάσκει ότι δεν μπορούμε ποτέ να σταθούμε μόνοι ενώπιον του Θεού, να σωθούμε μόνοι, να διαβάσουμε τη Γραφή μόνοι. Όταν ανοίγω τη Γραφή, ακόμα και όταν τη μελετώ μόνος, την ανοίγω λειτουργικά· όλη η Εκκλησία τη διαβάζει μαζί μου.
Εύκολα γίνεται κατανοητή η απέραντη σπουδαιότητα αυτής της διά του όλου,-του εκκλησιαστικού όλου,- αναστροφής του ορθοδόξου με τη Γραφή. Η αίρεση αποκλείεται. Η λειτουργική προσευχή κυριαρχείται από το δογματικό δράμα της ολοκληρωτικής αληθείας, που ισορροπείται σε όλα της τα στοιχεία. Έτσι κάθε εδάφιο της Γραφής, κάθε φράση της, εναρμονίζεται στο σύνολο της θείας αποκαλύψεως. Η λειτουργία μας μαθαίνει την ορθή μελέτη των Γραφών.
Και τέλος η λειτουργία, κατά τον Θεόδωρο τον Ανδίδης, είναι η ανακεφαλαίωση όλων των επεισοδίων της θείας οικονομίας, είναι μια αληθινή, ζωντανή αναπαράσταση των γεγονότων της Γραφής, που απεργάστηκαν τη σωτηρία μας. Οι πιστοί μετέχουν σ’ αυτή την αναπαράσταση, δεν τη βλέπουν απλώς. Ζουν μέσα στα μυστήριο της Γραφής, γίνονται αυτόπτες της ιστορίας που περιέχει η Γραφή, αυτόπτες της ζωής του Χριστού. Η λειτουργική χάρη καταλύει τον χρόνο, μας εισάγει στο χρόνο που κρατεί από τη Γένεση ως την Παρουσία. Μας κάνει συγκαιρινούς αυτών των γεγονότων· ο χρόνος γίνεται διαφανής και αφήνει να δούμε ό,τι είναι αιώνιο. Κατά τις ακολουθίες των Χριστουγέννων και του Πάσχα ο Χριστός γεννάται και ανίσταται. Και δεν πρόκειται για μια επανάληψη, για μια αναπαράσταση μέσα στο χρόνο· το πλήρωμα των πιστών βρίσκεται μπροστά στο ίδιο το μοναδικό γεγονός.
Το μυστηριακό πεδίο φωτίζει από την πλευρά του αυτή την πνευματική πραγματικότητα. Σύμφωνα με την αξιοσημείωτη αντίληψη των Πατέρων της Εκκλησίας, τα μυστήρια συνεχίζουν τα μεγάλα συμβάντα της Γραφής, δίνοντάς τους μια έσχατη σημασία -τα προεκβάλλουν και τα τελειώνουν οι καρποί της Εδέμ, το μάννα, η Ευχαριστία, ο κατακλυσμός, η διάσχιση της Ερυθράς, το βάπτισμα, «τα δάκρυα της μετανοίας που συνεχίζουν το νερό του βαπτίσματος». Τα μυστήρια είναι σαν κάποιοι καρποί ώριμοι και μεστοί από χάρη, που η Εκκλησία δρέπει από το ιερό δένδρο της Γραφής. Ο αριθμός επτά των μυστηρίων είναι συμβολικός. Υπάρχει πλάι σ’ αυτά και η οποιαδήποτε άλλη αγιαστική ενέργεια της Εκκλησίας, η οποία ενέργεια έχει την ίδια προέλευση και φύση· είναι άρδευση και γεύση από την ίδια πηγή του Λογού, ζωή από τη ζωή του Χριστού.
Στην καρδιά της ορθοδόξου ευσέβειας, στο βάθος του αγιογραφικού μυστικισμού της, είναι τοποθετημένη η ακατάπαυστη προσευχή, η προσευχή του Ιησού, η προσκύνηση του ονόματος: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό». Σ’ αυτά τα λόγια ανάγεται όλη η Αγία Γραφή σαν στην πιο ουσιαστική απλότητα: ομολογία της κυριότητος του Χριστού, της θεότητας, της τριαδικής του υιότητας, κατόπιν η άβυσσος της πτώσεως και τέλος η επίκληση της άπειρης θείας ευσπλαχνίας. Η έναρξη και το τέλος συνοψίζονται σε μια μόνη λέξη φορτωμένη με όλη τη μυστηριακή δύναμη της παρουσίας του Χριστού μέσα στο όνομά του. Αυτή η προσευχή αντηχεί ακατάπαυστα στο βάθος της ψυχής -ο άνθρωπος γίνεται Αγία Γραφή- θεώνεται. «Ουκέτι ζω εγώ, ζη δε έν εμοί Χριστός».
6. Ξέρουμε τί σημασία έχει η εικόνα στην ορθόδοξη ευσέβεια. Είναι το άνοιγμα προς ένα άλλο κόσμο, ακριβέστερα, προς τον μεταμορφωμένο εκείνον κόσμο που συμβολίζει ο οίνος της Κανά, προς την αόρατη και υπέρτατη αλήθεια. Η εικόνα είναι η θεοφάνεια, η Γραφή σε σχήματα και χρώματα, και ύλη μπορεί να πει κανείς ότι δεν έχει άλλη παρά το φως του Αγίου Πνεύματος.
(συνεχίζεται)