«Μα, πώς δεν το σκέφτηκε;…»
20 Νοεμβρίου 2010
Πόσες φορές δεν έχουμε όλοι μας σκεφτεί ή πει ή ακούσει κουβέντες του είδους: «Μα πώς το είπε αυτό; Τον άλλον δεν τον σκέφτηκε;». Ή: «Μα πώς του ήρθε και το έκανε κάτι τέτοιο; Δεν σκέφτηκε κανέναν;». Ή: «Μα, πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό; Εμένα δεν με σκέφτηκε;». Ή, παραλλαγή: «Δεν σκέφτηκε το σπίτι του/τα παιδιά του/την οικογένεια του/τους φίλους του/τους δικούς του ανθρώπους;». Ή: «Αφού θα μπορούσε να μου το πει, να με ρωτήσει πριν το κάνει… Πώς δεν το σκέφτηκε;». Ή: «Εντάξει, δεν μπορούσε να έρθει. Δεν μπορούσε να σκεφτεί να πάρει ένα τηλέφωνο, να ειδοποιήσει;»…
Οι παραλλαγές σ’ αυτό το θέμα είναι λοιπόν αμέτρητες, τόσο στη μορφή τους όσο και στη συχνότητα τους. Και εκδηλώνονται μέσα στην οποιαδήποτε καθημερινότητα -, οικογενειακή, συγγενική, φιλική, ερωτική, εργασιακή, κοινωνική,.. Παντού
θα μπορούσε να προκύψει, μάλλον παντού προκύπτει αυτή η στιγμή αμήχανης έκπληξης και δυσαρέσκειας που νιώθει κανείς όταν ένας άνθρωπος λίγο πολύ οικείος, με τον οποίο διατηρεί μια λίγο πολύ στενή σχέση, μοιάζει να παθαίνει κάποια στιγμή μπλακ άουτ. Και να φέρεται σαν να μην έχει σημασία το τι θα νιώσει ή θα υποστεί ο άλλος από μια λίγο πολύ αιφνίδια ενέργειά του, που σίγουρα επηρεάζει λίγο πολύ τη ζωή και την κατάσταση του άλλου. Ο καθένας μάλλον έχει ζήσει αυτή την αλλόκοτη ώρα, όπου η σχέση μ’ έναν άνθρωπο μοιάζει να υφίσταται απροσδόκητη έκλειψη, για την οποία δεν υπήρξε ειδοποίηση ούτε από το Αστεροσκοπείο ούτε από τους Αζτέκους και τους Μάγια… ούτε κι από τον ίδιο τον υπαίτιο της δυσάρεστης έκπληξης. Είναι σαν ξάφνου να χάνεσαι από το οπτικό πεδίο ενός ανθρώπου δικού σου, να μην υπολογίζονται ούτε η παρουσία σου ούτε οι εύλογες προσδοκίες σου ούτε το τι θα σημαίνει για σένα η απροειδοποίητη ενέργεια που επηρεάζει (λίγο ή πολύ, δεν έχει σημασία) τη ζωή σου, την κατάσταση σου,
τις ενέργειές σου και, ακόμη πιο αξιοσημείωτα, τα συναισθήματά σου. Όλοι μας μάλλον έχουμε ζήσει (ή και προκαλέσει…) αυτήν τη μη-αναγκαία εμπειρία, όπου ένας δικός μας άνθρωπος
φέρεται σαν να είναι απέναντι μας συναισθηματικά ανεύθυνος άρχων. Μπορεί τις πιο πολλές φορές αυτές οι αστοχίες να μην είναι μοιραίες ούτε για τη σχέση ούτε για τον άνθρωπο, να επιδέχονται επανόρθωση ή επούλωση. Ωστόσο, παραμένει το αξιοπερίεργο: Κάποιες στιγμές, κάθε άνθρωπος είναι επιρρεπής στο να διαγράψει προσωρινά από το τοπίο, στο να σβήσει προσωρινά απ’ τον χάρτη του μυαλού του και τους σχεδιασμούς της συμπεριφοράς του το άλλο μέλος μιας ανθρώπινης σχέσης, την οποία καταρχήν τιμά και δεν έχει καμιά πρόθεση να πλήξει ή να λήξει. Κάποιες στιγμές, ο καθένας μπορεί ασυναίσθητα να γίνει αναίσθητος και να μη λαβαίνει προσωρινά υπόψη του τι σημαίνει, πρακτικά και συναισθηματικά, για δικούς του ανθρώπους, το τι του κατεβαίνει και κάνει ή δεν κάνει. Αν το φανταστούμε κάτι τέτοιο να συμβαίνει σ’ ένα μουσικό συγκρότημα ή σε μια ορχήστρα -ν’ αρχίσει δηλαδή ένας ξαφνικά να παίζει ροκ αντί για βαλς, σαν να λέμε- εύκολα βλέπουμε τι σημαίνει: Οι άλλοι τα χάνουν, κοιτούν τον υπαίτιο και κοιτάζονται μεταξύ τους απορημένοι. Κατά πάσα πιθανότητα, ούτε η πρόβα ή η συναυλία θα διακοπεί, ούτε κι ο κόσμος όλος θα χαθεί ή θα χαλάσει, όποιο κι αν είναι το σκάνδαλο που ίσως προκληθεί και το κουτσομπολιό που ίσως τροφοδοτήσει το συμβάν. Ωστόσο, παραμένει η αινιγματική διαπίστωση: Κάποια στιγμή, για δικούς του λόγους και με τρόπο απρόσφορο, χωρίς να λαβαίνει υπόψη του τους άλλους και τις συνθήκες, κάποιος φέρεται σαν να παίζει μόνο εκείνος – κι ας έχει ό,τι επίπτωση έχει αυτό στους άλλους, εκείνους με τους οποίους η σχέση του διέπεται από αλλιώτικες προδιαγραφές. Όπου συμπεριλαμβάνεται και το ότι ενημερώνουμε και συζητάμε για ιδέες και σχέδια δικά μας μεν, τα οποία όμως, αν γίνουν πράξη, επηρεάζουν πρακτικά και συναισθηματικά τους δικούς μας ανθρώπους.
(Ν. Σιδέρη, «Δεν παίζεις μόνο εσύ. Υπάρχουν κι άλλοι!»-αποσπάσματα. Εκδ. Μεταίχμιο)