«Άθως» – Μέρος 1ο
29 Οκτωβρίου 2010
Το Άγιον Όρος, «ο υψιπετής και ουρανογείτων Άθως», το κατά την λαικήν έκφρασιν «Περιβόλι της Παναγίας». Δυνάμεθα να είπωμεν ότι τούτο είναι «Tο Όρος του Θεού». Το πίον και τετυρωμένον, το οποίον εκφραστικότατα αναγράφει ο προφητάναξ Δαυίδ, εις το ιερόν ψαλτήριον αυτού είναι το πίον και τετυρωμένον κατά τον Θείον Δαυίδ Όρος, διότι απ’ άκρου εις άκρον τούτο, είναι πλήρες από έργα θείας και ανθρωπίνης σοφίας και ιδρύματα ιερά, καταγώγια πάσης αρετής και ποικίλης χάριτος, ήτοι ιεράς Μονάς, θεία ασκητήρια, ησυχαστήρια και «πολιτών του ουρανού» ενδιαιτήματα, οσίων μοναχών, αγαπησάντων ολοψύχως τον Χριστόν και αράντων τον Σταυρόν αυτού και λατρευόντων αυτόν «εν οσιότητι και αληθεία» και εν τω κόσμω τούτω και εκτός του κόσμου της ύλης, κατά το θείον Ευαγγέλιον.
Τον ιερόν Άθωνα, ήτοι το Άγιον Όρος «όπερ ως ιερός κλήρος κατεκληρώθει και απόλεκτος μερίς και σχοίνισμα», τη Μητρί Θεού, παρά του Υιού αυτής και Σωτήρος ημών και Θεού κατακοσμούσιν Ιεραί και μεγαλοπρεπείς Μοναί, μαζί με τα ιερά ησυχαστήρια και ασκητήρια, αποτελούν εν ιερόν σύνολον, μιαν εν Χριστώ αδελφότητα, την περίβλεπτον αγιορείτικην τοιαύτην, ζώσαν ενταύθα και έχουσαν το πολίτευμα εν ουρανοίς.
Οι εν Αγίω Όρει ζώντες μοναχοί συγκροτούν μιαν ιδιάζουσαν πνευματικήν κοινωνίαν, με σκοπόν την απόκτησιν της ουρανίου βασιλείας , της κοινωνίας των αγγέλων. Ζώσιν έναν κόσμον, απόκοσμον μακράν του υλικού κόσμου και των ματαίων φροντίδων ζώσιν, κατά το δυνατόν, παρά τους πόδας του Σωτήρος, ως έζη η εν τω Ευαγγελίω Μαρία ήτις, την αγαθήν μερίδαν εξελέξατω και ουκ αφαιρεθήσεται απ αυτής.
Δικαίως καυχάται η Ορθόδοξος Εκκλησία διότι έχει το Άγιον Όρος, ως κιβωτόν και θησαυροφυλάκιον, των ορθοδόξων δογμάτων και των θείων παραδόσεων και όμως ιδιαιτέρως, η πατρίς μας Ελλάς, διότι το Άγιον Όρος, είναι αναφαίρετον τμήμα της, ιερώτατον γέρας και καύχημα της.
Ο ευλαβής προσκυνητής, όστις απεφάσισε να το επισκεφθή, πρέπει να έλθει εις αυτό, εν πνέυματι και αληθεία, αφήνων προς στιγμήν την ματαιότητα του φθαρτού και παραρρέοντος κόσμου, και ως άλλος θεόπτης Μωυσής, να λύση το υπόδημα των ποδών αυτού, ήτοι τον σύνδεσμον ύλης και φθοράς, δια να ίδη και προσκυνήση νοερώς, την καιομένην και μη καταφλεγομένην βάτον, ήτοι την απ’ ουρανού πλουσιοτάτην χάριν του Θεού ,την επισκιάζουσαν και καταλύπτουσαν, σύμπαντα τον αγιώνυμον και εξακουστόν Άθωνα.
Επισκεπτόμενος τας ιεράς Μονάς, ο ευλαβής προσκυνητής έχει, να θαυμάσει πλούτον και θησαυρόν θείων θησαυρισμάτων ήτοι, βυνζαντινάς αγίας και θαυματουργάς εικόνας, αποπνεούσας το άρωμα τοις εν αυταίς θείας χάριτος, θήκας ιερών αγίων λειψάνων «αγιασμόν κα οσμήν αφθαρσίας, υπέρ τα αρώματα της γης» αποπνεόντων και αγιαζόντων ψυχάς και σώματα. Και πλείστα άλλα ιερά αναθήματα, βαθειάς ευλαβείας, προσφοραί διαφόρων περιόδων και γενεών. Πάντα μαρτυρούν την πίστην και την ευσέβειαν των προγόνων ημών.
Πλην των ιερών κειμηλίων και των τιμαλφών και ανεκτίμητων άλλων αντικειμένων, ο ιερός Άθως, έχει και απαραμίλλους φυσικάς καλλονάς. Ο πάνσοφος δημιουργός τον εστόλισε με πυκνότατα δάση, χλοηφόρους και ανθηράς πρασίνους εκτάσεις, ρείθρα και αειρρύτους πηγάς, πηγαζούσας άφθονα και δροσερότατα νάματα.
Αλλά τι να είπωμεν περί τω εν αυτώ οικούντων και αγωνιζομένων πατέρων και ασκητών; σύμπας ο Άθως, αγιάζεται διά της αγίας ζωής και των ασκητικών καμάτων, των Αγίων τούτων πατέρων, οιτίνες ασκούσι την εν Χριστώ φιλοσοφίαν εν τω θνητώ αυτών σώματι. Πλήρεις αι Ιεραί Μοναί εναρέτων και Αγίων μοναχών, πλήρη τα ιερά ασκητήρια και ησυχαστήρια. Πανταχού και εις κάθε γωνιάν του Αγίου Όρους, νυχθημερόν και καθεκάστην ημέραν και νύχτα, θερμαί δεήσεις και προσευχαί και δοξολογίαι, αναπέμπονται προς τον Ύψιστον και φιλάνθρωπον Θεόν. Ο μοναχός, ουδέποτε παύει την προσευχήν, την προς τον Θεόν δέησιν. Προσεύχεται κατά μονάς και όλοι προσεύχονται ομού συλλογικώς.
Κύριον και πρώτιστον έργον του μοναχού είναι η προσευχή, προσεύχεται υπέρ της σωτηρίας του, προσεύχεται υπέρ της ευσεβούς και χριστιανικής κοινωνίας, υπέρ της ευσταθείας των αγίων του Θεού εκκλησιών, υπέρ του σύμπαντος κόσμου, υπέρ ειρήνης και καταστάσεως αυτού.
(Του μακαριστού Γέροντος μοναχού, Γερασίμου Μικραγιαννανίτου(+6.12.1991), φωτισμένου ποιητού και υμνογράφου, της Του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας.)