«Αναλογική κατανομή του κόστους τns κρίσης»
22 Οκτωβρίου 2010
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και του Said Business School κ. Δημήτρης Τσομώκος έχει ασχοληθεί με την εφαρμοσμένη οικονομική πολιτική, καθώς εργάστηκε στην Τράπεζα της Αγγλίας και ήταν σύμβουλος σε διάφορες κεντρικές τράπεζες στον κόσμο. Ο κ. Τσομώκος απάντησε σε ερωτήσεις των «Επικαίρων» για τις δυνατότητες εξόδου της ελληνικής οικονομίας από την κρίση. Από τις απαντήσεις του προκύπτει ότι δίνει έμφαση στην αναπτυξιακή πολιτική, αναφέροντας την ανάγκη εφαρμογής αντικυκλικών δημοσιονομικών πολιτικών με ουδέτερη επίπτωση στον Προϋπολογισμό, ενώ θεωρεί απαραίτητη την ισομερή και αναλογική κατανομή του κόστους της κρίσης.
Από πολλές πλευρές αμφισβητείται ότι ήταν μονόδρομος η προσφυγή της Ελλάδας στο Μνημόνιο με την ΕΕ και το ΔΝΤ. Πιο πρόσφατα, η ΝΔ τόνισε την περίπτωση της Ιρλανδίας, η κυβέρνηση της οποίας δεν προσέφυγε στο Μηχανισμό ΕΕ – ΔΝΤ, παρά την αύξηση του ελλείμματός της πάνω από το 30% του ΑΕΠ.
Η αποσταθεροποίηση των προσδοκιών και της ψυχολογίας της αγοράς -κυρίως από θεσμικούς παράγοντες- και η βραδυπορία στη διαχείριση των στρεβλώσεων και των διαχρονικών παθογενειών της ελληνικής οικονομίας ήταν η χαριστική βολή για την υπαγωγή μας στους όρους του Μνημονίου. Ο ερασιτεχνισμός όπως επίσης και η κυνική πολιτική τακτική της μετακύλισης των ευθυνών στους αδυνάτους -π.χ., συνταξιούχους, συμβασιούχους, αγρότες, μικρομεσαίες επιχειρήσεις- μετασχημά-τισαν ένα αναστρέψιμο οικονομικό πρόβλημα σε κοινωνική και οικονομική κρίση. Ας μην ξεχνούμε ότι το άθροισμα του ιδιωτικού και δημοσίου χρέουςτης Ελλάδας ήταν κάτω από το μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, η αύξηση των χρεοκοπιών επιχειρήσεων κατά το 2008-2009 ήταν μόλις 0,3%, ενώ στην Ισπανία και την Ιρλανδία ήταν 93,8% και 81,1% αντίστοιχα.
Η έμφαση στο Μνημόνιο φαίνεται να είναι μεγαλύτερη στο σκέλος της δημοσιονομικής προσαρμογής απ’ ό,τι στο σκέλος της αναπτυξιακής πολιτικής. Θεωρείτε ότι μια αλλαγή στην ισορροπία μεταξύ των δύο πολιτικών είναι απαραίτητη ή δεν θα προσέφερε πολλά πράγματα λόγω της έλλειψης πόρων;
Το ΔΝΤ, σύμφωνα με το καταστατικό του, είναι ουσιαστικά σύνδικος πτώχευσης και κατά συνέπεια το ενδιαφέρον του εστιάζεται στη μείωση του αριθμητή του λόγου του ελλείμματος ή του εθνικού χρέους προς το ΑΕΠ. Επομένως, η αύξηση των φορολογικών συντελεστών, ιδιαίτερα των έμμεσων φόρων, η άκριτη περικοπή πρωτογενών δαπανών, όπως για παράδειγμα των χαμηλών συντάξεων, και η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας δεν αποσκοπεί στην αύξηση του παρονομαστή του λόγου αυτού. Απαιτείται παράλληλη ενεργοποίηση των αυτόματων οι κονομικών σταθεροποιητών και εφαρμογή αντικυκλικών δημοσιονομικών μέτρων ουδέτερης επίπτωσης στον Προϋπολογισμό. Ο αντικειμενικός στόχος της μοντέρνας οικονομικής πολιτικής συνίσταται στο σχεδιασμό μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής εθνικής οικονομικής ανάπτυξης. Ιδιαίτερα, μάλιστα, μετά τη συνειδητοποίηση ότι η διατηρησιμότητα μονίμως πλεονασματικών -π.χ. Κίνα και ελλειμματικών -π.χ. ΗΠΑ- χωρών αποσταθεροποιεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και τη διεθνή πραγματική οικονομία γενικότερα. Άρα, το ζητούμενο στην ελληνική οικονομία είναι η άμεση μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών. Οι άμεσες παραγωγικές επενδύσεις, ιδιαίτερα σε νέες τεχνολογίες, πρέπει να διοχετεύονται στην περιφέρεια, τη βιομηχανία (π.χ. μεταποίηση), τη ναυτιλία, τον τουρισμό, τη γεωργία και την αύξηση της παραγωγικότητας. Η πολυμερισμένη επενδυτική πολιτική εξασφαλίζει και την αύξηση των επενδυτικών πολλαπλασιαστών και τις αντοχές της οικονομίας σε μελλοντικές αρνητικές συγκυρίες. Στον τομέα αυτό αναγκαία είναι και η συμβολή του τραπεζικού τομέα με την πιστωτική επέκταση να εστιάζεται στις παραγωγικές επενδύσεις. Με αυτό τον τρόπο αξιοποιούνται τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας και εξασφαλίζεται η διατηρήσιμη ανάπτυξη χωρίς την εξάρτηση από την υπερκατανάλωση.
Οι περισσότερες αναδύσεις των ξένων στέκονται ιδιαίτερα στον κίνδυνο αποτυχίας του οικονομικού προγράμματος βόγω πιθανών κοινωνικών αναταραχών. Ποια είναι η άποψη σας;
Η συστηματική αποδόμηση του γονιδιακού αποτυπώματος του Ελληνισμού τις τελευταίες δεκαετίες από οργανωμένες μειοψηφίες υπονομεύει τη συνοχή και φαλκιδεύει τον πολιτισμικό αυτοκαθορισμό της ελληνικής κοινωνίας. Η αποκατάσταση του κράτους δικαίου, η αξιοκρατία, η ανασυγκρότηση του πολιτικού προσωπικού και πρωτίστως η ριζοσπαστική αναδιάρθρωση των θεσμών, και ιδιαίτερα της ποιότητας της παιδείας, αποτελούν εχέγγυα για μακροπρόθεσμη εθνική οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική σύγκλιση. Ο μνημειώδης λαϊκισμός στην αντιμετώπιση των χρόνιων δυσλειτουργιών του τομέα της υγείας και της παιδείας εγγυώνται την οικονομική καχεξία, κοινωνικές αποκλίσεις και διακυβεύουν αυτή καθεαυτή τη διαχρονική μας πολιτισμική επιβίωση.
Η αύξηση του ποσοστού της ανεργίας στην Εββάδα έχει δημιουργήσει μια τάση μετανάστευσης, κυρίως των νεότερων Εββήνων. Οι συνέπειες της μετανάστευσης στην πορεία της οικονομίας τα επόμενα χρόνια θα είναι σημαντικές;
Η εμπειρία της Εσθονίας και της Λετονίας, χώρες στις οποίες το ΔΝΤ εφάρμοσε τις «συνταγές» του, που είχαν ως αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας και της μετανάστευσης, όπως επίσης και τα πρώτα στοιχεία της ανεργίας, της μετανάστευσης και της υποαπασχόλησης στην Ελλάδα, είναι διαφωτιστικά. Ο βασικότερος συντελεστής παραγωγής της οικονομίας είναι το ανθρώπινο δυναμικό. Η αυξανόμενη ανεργία και η μετανάστευση του επιστημονικού ανθρώπινου δυναμικού συνεπάγονται τη συρρίκνωση της οικονομικής ανάπτυξης και μεγέθυνσης. Σε τελευταία ανάλυση, οδηγούν στον κοινωνικό εκφυλισμό του γηγενούς πληθυσμού. Είναι επιτακτική ανάγκη η άμεση προώθηση φορολογικών κινήτρων για τις επιχειρήσεις, η προώθηση ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων με στόχο την ενσωμάτωση της νέας γενιάς στον παραγωγικό ιστό της οικονομίας. Άλλωστε, η οικονομική επιστήμη έχει θεμελιώσει ότι αυτός είναι ο ταχύτερος τρόπος αύξησης της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Μία αναθεώρηση του Μνημονίου στην κατεύθυνση της επιμήκυνσης του χρόνου μείωσης του εββείμματος, παράββηβα με μία αναδιάρθρωση του χρέους του Δημοσίου, θα ήταν θετική για την Εββάδα;
Είτε η χρεοκοπία είτε η αναδιάρθρωση τους χρέους είναι πολιτικά επιζήμιες και οικονομικά ατελέσφορες. Η ταχεία έξοδος από την κρίση απαιτεί εδώ και τώρα: Πρώτον, την ελαστικοποίηση των όρων του Μνημονίου. Ο διαπραγματευτικός αντικειμενικός στόχος πρέπει να έχει γνώμονα την ανάπτυξη και τη στήριξη των αδυνάτων και του ιδιωτικού τομέα, αλλά και την ταυτόχρονη επιτάχυνση των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών της ελληνικής οικονομίας. Δεύτερον, την επανασταθεροποίηση των προσδοκιών των διεθνών κεφαλαιαγορών για την ελληνική οικονομία. Η διαχείριση των προσδοκιών και της ψυχολογίας των διεθνών αγορών από την Ισπανία, η οποία αντιμετωπίζει ενδεχομένως σοβαρότερα χρηματοπιστωτικά προβλήματα από την Ελλάδα, είναι ενδεικτική. Τρίτον, τη διαμόρφωση μιας νέας σχέσης κράτους – ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Μιας σχέσης που δεν θα είναι ούτε πατερναλιστική, αλλά ούτε θα επαφίεται στις συνέπειες των αρνητικών εξωτερικών οικονομιών των ανεξέλεγκτων αγορών με σαθρούς ελεγκτικούς μηχανισμούς και αδύναμο θεσμικό πλαίσιο. Τέταρτον, την ισομερή και αναλογική κατανομή του κόστους της κρίσης. Ο επανασχεδιασμός του κοινωνικού κράτους, η παροχή κινήτρων και η ενίσχυση των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και η λύση του «διπλού νομίσματος» ενδεχομένως προσφέρουν την καλύτερη δυνατή λύση με κοινωνική ευαισθησία.
Πηγή: Επίκαιρα