Θεολογία και Ζωή

Η Θεία Κοινωνία που βλάστησε στάχυα

28 Σεπτεμβρίου 2010

Η Θεία Κοινωνία που βλάστησε στάχυα

Θεία Κοινωνία που βλάστησε στάχυα

Στην πόλη Σελεύκεια της Συρίας, όταν επίσκοπος ήταν ο Διονύσιος (6ος αι), ζούσε ένας πραματευτής πολύ πλούσιος και ευλαβής. Ήταν όμως αιρετικός και πίστευε στα δόγματα του Σεβήρου.
Αυτός είχε έναν υπάλληλο, που ήταν ορθόδοξος κι ακολουθούσε την αγία και αποστολική Εκκλησία.
Ο ορθόδοξος, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής, πήρε τη Μεγάλη Πέμπτη τη θεία Κοινωνία, την τοποθέτησε σε μια μικρή θήκη και την ασφάλισε σ’ ένα ντουλάπι.
Μετά το Πάσχα έφυγε για εμπόριο στην Κωνσταντινούπολη, ξεχνώντας στο ντουλάπι τις άγιες μερίδες. Είχε όμως αφήσει το κλειδί στο αφεντικό του.
Κάποια μέρα ο αιρετικός άνοιξε το ντουλάπι και βρήκε μέσα το κουτί με τις άγιες μερίδες. Λυπήθηκε γι’ αυτό και δεν ήξερε τί να τις κάνει, γιατί ανήκαν στην ορθόδοξη Εκκλησία, και ο ίδιος δεν ήθελε να μεταλάβει από αυτές.
Τις άφησε λοιπόν στο ντουλάπι με την σκέψη ότι όπου νάναι έρχεται ο υπάλληλος του και μεταλαμβάνει.
Πέρασε ένας χρόνος. Ήρθε πάλι η Μεγάλη Πέμπτη, αλλά ο υπάλληλος δεν είχε επιστρέψει ακόμα. Το αφεντικό αποφάσισε τότε να κάψει τις μερίδες για να μη μείνουν και δεύτερο χρόνο.
Ανοίγει το ντουλάπι, και τι να δει! Όλες είχαν βλαστήσει στάχυα!
Φόβος και τρόμος τον κυρίεψε. τις πήρε αμέσως κι έτρεξε στον επίσκοπο Διονύσιο, φωνάζοντας το «Κύριε ελέησον».
Το θαύμα το είδαν όλοι οι ορθόδοξοι και δόξασαν το Θεό. Αυτό μάλιστα έγινε αφορμή να πιστέψουν πολλοί και να προσέλθουν στην αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία.
(Ιωαν. Μόσχου, «Λειμωνάριον»)

***

Η δοξολογία της κτίσεως!

Στο όρος Σινά, στην Αγία Κορυφή, γινόταν κάποτε, την ημέρα της Πεντηκοστής, η Θεία λειτουργία του αγίου Ιακώβου.
Πολλοί μοναχοί είχαν συγκεντρωθεί για να τιμήσουν την εορτή.
Την ώρα που εκφώνησε ο ιερέας «τον επινίκιο ύμνον της μεγαλοπρεπούς σου δόξης λαμπρά τn φωνή άδοντα, βοώντα, δοξολογούντα, κεκραγότα και λέγοντα», ακούστηκε μια βοή, στην οποία απάντησαν όλα τα βουνά με κάποιον ήχο και μ’ άλλη βοή φοβερή το «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ…».
Η βοή αυτή και ο ήχος παρατάθηκαν για μισή ώρα· δεν τ’ άκουσαν όμως όλοι, αλλά όσοι είχαν αυτιά κατάλληλα για ν’ ακούνε τον ύμνο των αγγέλων.
(«Λειμωνάριον το παλαιόν»)