Επικήδειος Λόγος του Μητροπολίτου Λεμεσού στον Ηγούμενον της Ιεράς Μονής Μαχαιρά αρχιμ. Αρσένιο
11 Σεπτεμβρίου 2010
Σήμερα συμπληρώνονται 6 χρόνια (11 Σεπτεμβρίου 2004) από την ημέρα του τραγικού δυστυχήματος και του θανάτου του μακαριστού Πατριάρχου Αλεξανδρείας κυρού Πέτρου Ζ’ και των μετ’ αυτού κληρικών και λαϊκών. Με την ευκαιρία ως μνημόσυνο δημοσιεύουμε τον επικήδειο λόγο τον οποίο εκφώνησε στην κηδεία του μακαριστού π. Αρσενίου ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Λεμεσού κ.κ. Αθανάσιος.
«Ευάρεστος Θεώ γενόμενος, ηγαπήθης και ζων μεταξύ αμαρτωλών μετετέθης. Ηρπάγης, μη κακία αλλάξη σύνεσίν σου ή δόλος απατήση την ψυχήν σου» (Σοφ. Σολ. 4).
Μόνο με αυτά τα λόγια του Αγίου Πνεύματος, της Αγίας Γραφής, μπορώ να δώσω την απάντηση που απαιτούν τα αμείλικτα ερωτήματα της ανθρώπινης λογικής και υπόστασής μας για τον πρόωρο σου θάνατο, αγαπητέ μου πάτερ Αρσένιε.
Ήσουν νέος άνθρωπος, έξυπνος, γεμάτος καλοσύνη, χαρά και ζωή, και σε όλους μας ενέπνεες χρηστές ελπίδες για το μέλλον σου και την πορεία σου στην Αγιοτάτη Εκκλησία μας. Κρυφά σε καμαρώναμε και σε χαιρόμασταν για τα πολλά σου χαρίσματα, αλλά προπάντων για την καθαρότητα και αγνότητα της ψυχής και του σώματός σου, που έλαμπε στο πάντοτε χαμογελαστό πρόσωπό σου και σφράγιζε τα λόγια και τις ενέργειές σου.
Όμως η σκληρή πραγματικότητα μας διέψευσε και μας τραυμάτισε αφάνταστα. Ο θάνατος, αυτός «ο έσχατος εχθρός» (Α΄κορ. 15,26) του ανθρώπου, της εικόνος αυτής του Θεού, ήλθε αναπόφευκτα και σε σένα και σε άρπαξε κυριολεκτικά από τα χεριά μας, βίαια, γρήγορα, αναπάντεχα. Θρηνούμε που σε χάνουμε, θρηνούμε που σε βλέπουμε νεκρόν, θρηνούμε την ανθρώπινή μας αδυναμία και ματαιότητα. Θρηνούμε τον άνθρωπο τον πλασθέντα ωραιότατον και διά χάριν αθάνατον από τα χέρια του Θεού, να γίνεται νεκρός, άμορφος, άδοξος μη έχων είδος.
Ώ του θαύματος! «Τι το περί ημάς τούτο γεγονεν μυστήριον; Πώς παρεδόθημεν την φθορά; Πώς συνεζεύχθημεν τω θανάτω;» Όντως, «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα» , πλην όμως το φως του προσώπου του Χριστού μας και η Ανάστασή του φωτίζει το σκοτάδι της λύπης μας και η μακαρία ελπίδα της αιώνιας βασιλείας Του, γλυκαίνουν την πίκρα και τον πόνο μας.
Αυτήν την τραγική ώρα σε βλέπω πάλι μπροστά μου, νέο παιδάκι, πρωτοετή φοιτητή Θεολογίας, όταν ήλθες για πρώτη φορά στο Άγιο Όρος, με το χαρακτηριστικό σου χαμόγελο και το κοκκίνισμα της σεμνοπρέπειας και ζήτησες να εξομολογηθείς. Εκεί στην έρημο του Άγιου Όρους, δίπλα στον τάφο του αγιοτάτου πατρός μας Ιωσήφ του Ησυχαστή, μου παρέδωσες μαζί με την παιδική σου εξομολόγηση και τον εαυτό σου ολόκληρο. Άναψε στην ευγενέστατη σου ψυχή η λάμψη του Χριστού μας και όταν τελείωσες αισίως τις σπουδές σου, τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και τις μεταπτυχιακές σου σπουδές στην Αγγλία, αποφάσισες να αφιερώσεις την ζωή σου ολόκληρη στο Χριστό μας και στην εκκλησία Του.
Έλαβες το χάρισμα της διακονίας από τα χέρια του αγαπητού σου Μητροπολίτη Κιτίου κ.κ. Χρυσοστόμου και στην συνέχεια ήλθες στο Άγον Όρος, όπου για ένα χρόνο μάζεψες σαν καλή μέλισσα το μέλι από τους σύγχρονους τότε επιζώντες αγίους Γέροντες που έλαμπαν ως φωστήρες στον Άθωνα. Μετά ήλθες μαζί μου στην Κύπρο και ακολούθησες τη δική μου ευτέλεια, μαζί μου, δίπλα μου σε όλες τις περιπέτειες και θλίψεις της ταλαίπωρης ζωής μου. Ήσουν «ο διαμεμενηκώς μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου» πάντοτε γνήσιο τέκνο υπακοής, γεμάτος αγάπη και υπομονή στις δοκιμασίες και τρικυμίες που πέρασε η αδελφότητά μας. Και στην συνέχεια σαν ηγούμενος και πατέρας της μονής αυτής, με τριάντα νέους μοναχούς στα χέρια σου, σε ώρες φοβερά δύσκολες δαιμονικών επιθέσεων που απειλούσαν να μας εξαφανίσουν, φύλαξες τη μονή και τους πατέρες σώους και αβλαβείς γιατί αγαπούσες το Χριστό και την Παναγία μας.
Όσα και αν πω για σένα δεν θα μπορέσω να εκφράσω τα όσα αισθάνομαι και όσα τόσα χρόνια δεν σου είπα για λόγους πνευματικής αγωγής και ασκήσεως επιμελώς αλλά πατρικώς σου απέκρυψα.
Στους κατά σάρκα γονείς σου και αδελφές σου και τους λοιπούς συγγενείς σου, απευθύνω τις ευχαριστίες μου που σε ανάθρεψαν με τόση αγάπη και προσοχή και με χαρά δέχτηκαν την απόφαση της εν Χριστώ αφιέρωσής σου και εύχομαι στο Θεό να παρηγορεί τη θλιμμένη καρδιά τους.
Στους θλιβομένους και πονεμένους αδελφούς της Μονής σου, που σε έχασαν από προστάτη και κηδεμόνα τους, εύχομαι απρόσκοπτα και ειρηνικήν την εν Χριστώ μοναχικήν πορείαν τους. Σαν ηγούμενος τους τόσο καιρό, τους δίδασκες με τα λόγια και τη ζωή σου, τώρα τους διδάσκεις με τον μαρτυρικό θάνατό σου και τους σκεπάζεις με τις προσευχές σου. Να είσαι βέβαιος ότι οι πατέρες και αδελφοί σου θα συνεχίσουν το δρόμο τους και εσύ θα είσαι μαζί τους πάντοτε στο κομποσχοίνι τους και στις προσευχές τους, αλλά προπάντων στην Θεία Λειτουργία της Ευχαριστίας του Θεού, ενώπιον του Αγίου θυσιαστηρίου, όπου καθημερινά θα σε μνημονεύουν προσφέροντες τω Κυρίω την αναίμακτον ιερουργίαν, στην μονήν εδώ της Παναγίας μας. Τελειώνοντας, ως πνευματικός σου πατέρας και γέροντας, σου δίνω την εν Αγίω Πνεύματι συγχώρεση και την ειρήνην του Χριστού στην είσοδο σου στην αιώνια Βασιλεία Του.
Σε ασπάζομαι πατρικά και σε παρακαλώ ως κατενώπιον πλέον του Χριστού ευρισκόμενος μη παύσης να εύχεσαι και υπέρ ημών των παραλειπομένων, υπέρ της μονής σου και της αγιωτάτης εκκλησία μας και της πατρίδας μας.
Ύπαγε ουν τέκνον εν ειρήνη, «παράστηθι τη Αγία Τριάδι» και αιωνία εν τω Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών η μνήμη σου. Αμήν.
Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος