Ο π. Γεώργιος Calciu, ο ομολογητής και ποιμένας
27 Αυγούστου 2010
Το 1945 στη Ρουμανία σχηματίσθηκε κυβέρνηση συνασπισμού από κομμουνιστάς και σοσιαλδημοκράτες της αριστεράς. Το 1947 επήλθε το τέλος της βασιλείας, ενώ η κυβέρνηση ανακήρυξε τη χώρα λαϊκή δημοκρατία. Στις 21-8-1965 η χώρα της Ρουμανίας υιοθέτησε νέο σύνταγμα, που τόνιζε τη μετάβαση από τη λαϊκή στη σοσιαλιστική δημοκρατία. Το 1967 ο Νικολάε Τσαουσέσκου, ήδη γενικός γραμματέας του κομμουνιστικού κόμματος, ανέλαβε και την προεδρία. Ο Τσαουσέσκου εφήρμοσε την πολιτική της καταπατήσεως των ανθρωπίνων και χριστιανικών δικαιωμάτων. Στα χρόνια αυτά, όπως και στις άλλες κομμουνιστικές χώρες, οι πιστοί της Εκκλησίας της Ρουμανίας υπέφεραν τα πάνδεινα. Ωστόσο ο βαθμός του διωγμού γίνεται γνωστός μόνο στις ήμερες μας, καθώς έρχονται στο φως τα νέα μαρτυρολόγια της χώρας….. παραθέτουμε εδώ την φρικτή ομολογία του π. Γεωργίου Calciu, η οποία θα μας δώση την γενική εικόνα του διωγμού των Χριστιανών που συνέβη στη Ρουμανία μέχρι την καταδίκη και την εκτέλεσι του Τσαουσέσκου το 1989.
Στις 21 Νοεμβρίου 2006, σε ηλικία 80 χρονών, εκοιμήθη από καρκίνο ο π. Γεώργιος Calciu, μεγάλος ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως, έχοντας περάσει 25 χρόνια της ζωής του στις σατανικές φυλακές της κομμουνιστικής Ρουμανίας. Από τις εμπειρίες αυτές ο π. Γεώργιος αναδείχθηκε ένας ομολογητής της αγάπης, της συγχωρητικότητος και της αναστάσεως του Χριστού.
Ο π. Γεώργιος γεννήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1925 στην Tulcea της Ρουμανίας από ευσεβείς γονείς, τον Στέφανο και την Ηλιάνα. Ήταν το τελευταίο από τα έντεκα παιδιά μιας αγροτικής οικογένειας. Η μητέρα του ενστάλαξε τη βαθειά πίστη του Θεού στα παιδιά της με τις θερμές προσευχές της και με την εμπιστοσύνη της σ’ Αυτόν που της έδινε λύσι σε όλες τις δυσκολίες της ζωής.
Με την ενθάρρυνση του ιερέως του χωριού ο Γεώργιος κατάφερε να τελείωση το λύκειο και συνέχισε τις σπουδές του στην Ιατρική Σχολή του Βουκουρεστίου. Εκεί συνδέθηκε με μια πνευματική κίνηση γνωστή ως η «Φλεγόμενη Βάτος», η οποία ήταν μια ομάδα διανοουμένων φοιτητών και κληρικών αφιερωμένη στην καλλιέργεια της προσευχής του Ιησού.
Στο δεύτερο έτος των σπουδών του, το 1948, ο Γεώργιος συλλαμβάνεται, επειδή εκφράζει γνώμη εναντίον της εισαγωγής του μαρξισμού και του κομμουνισμού ως των αποκλειστικών φιλοσοφιών που θα διδάσκονται στα σχολεία. Στα υπόλοιπα 16 χρόνια θα περάση από τις χειρότερες φυλακές της κομμουνιστικής Ρουμανίας.
Κατά την περίοδο αύτη, στη φυλακή της Pitesti, υφίσταται το δαιμονικό κομμουνιστικό πείραμα της «μετεκπαιδεύσεως». Με σκοπό να δημιουργηθή ο «νέος κομμουνιστικός άνθρωπος», οι φυλακισμένοι υπέστησαν συνεχή βασανιστήρια, ώστε να αρνηθούν προφορικά όλα όσα πίστευαν και αγαπούσαν έθνος, οικογένεια και Θεό. Αφού οι βασανισταί επιτύγχαναν το σκοπό τους, το τελευταίο μέρος της «μετεκπαιδεύσεως» ήταν να γίνουν οι ίδιοι οι φυλακισμένοι οι επόμενοι βασανισταί των συγκρατουμένων τους. Κανένας δεν άντεξε στο υψηλά – εξευγενισμένο σύστημα αυτού του βασανισμού και αρκετοί φυλακισμένοι προσπάθησαν να αυτοκτονήσουν προκειμένου να αποφύγουν αυτό το αβάσταχτο τελευταίο στάδιο. Ο Γεώργιος, παρ’ όλη την ευσεβή ανατροφή του, βρέθηκε απροετοίμαστος για τα φρικτά βασανιστήρια της Pitesti. Αργότερα θα έλεγε, «Γνώριζες πολύ καλά ότι την επόμενη μέρα θα έλεγες πάλι κάτι εναντίον του Θεού. Όμως τις λίγες στιγμές της νύχτας στο κελλί, καθώς άρχιζες να κλαις και να προσεύχεσαι στο Θεό για συγχώρηση και για βοήθεια, εύρισκες παρηγοριά».
Ανεξάρτητα από τα απάνθρωπα βασανιστήρια και την άρνηση του Θεού, η εμπειρία τελικά βοήθησε τον Γεώργιο να επιβεβαίωση την αναμφισβήτητη γνώση του για την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο.
Ενώ τα πειράματα της «μετεκπαιδεύσεως» τερματίσθηκαν το 1952, ο Γεώργιος συνέχισε να φυλακίζεται και να βασανίζεται σε κάποιες από τις χειρότερες φυλακές της Ρουμανίας. Σε μία από αυτές, στην Jilava, όπου τα κελλιά ήταν επτά μέτρα κάτω από τη γη, γνώρισε έναν ετοιμοθάνατο συγκρατούμενο, τον Κωνσταντίνο Oprisan. Η βαθειά πίστη και χριστιανική ταυτότητα του Κωνσταντίνου βοήθησε να αναστηθούν οι ψυχές του Γεωργίου και των συγκρατουμένων του, οι οποίοι, πέρα από το ασθενικό αδυνατισμένο σώμα του Κωνσταντίνου, είδαν έναν άνθρωπο μεταμορφωμένο καθ’ ομοίωσιν του Χριστού. Αργότερα μας λέει ο π. Γεώργιος:
«Ήμουν πολύ τυχερός, γιατί ήμουν ένας από τους δεκαέξι φυλακισμένους της φυλακής της Jilava, κι εκεί άρχισε η πνευματική μου θεραπεία. Η φυλακή αυτή ήταν σε ένα ημικυλινδρικό σχήμα και ήμασταν επτά μέτρα κάτω από τη γη. Στον κύλινδρο αυτό υπήρχαν τέσσερα κελλιά χωρίς παράθυρα, και μόνο μία πόρτα. Είχαμε μία ηλεκτρική λάμπα αναμμένη μέρα – νύχτα. Σε κάθε κελλί υπήρχαν τέσσερις φυλακισμένοι και σε κάθε κελλί έβαζαν ή έναν άρρωστο ή έναν τρελλό. Στο κελλί μας είχαμε τον Κωνσταντίνο Oprisan, που τα πνευμόνια του ήταν αδυνατισμένα πλήρως από φυματίωση. Δύο φορές την ημέρα ο Κωνσταντίνος έβγαζε φλέγματα και αίμα από το στόμα του. Ήταν φοβερό θέαμα. Την πρώτη φορά αηδίασα. Το παρατήρησε ο Κωνσταντίνος και μου είπε- «Συγχώρεσέ με». Ντράπηκα τόσο πολύ! Γιατί ήμουν και φοιτητής της ιατρικής. Έτσι ανέλαβα να τον φροντίζω. Δεν μπορούσε να κουνηθή και έκανα τα πάντα γι’ αυτόν. Τον τάιζα και τον καθάριζα.
Αυτός ήταν σαν άγιος. Ήταν πρώτη φορά που ερχόμουν σε επαφή με τέτοιον άνθρωπο. Μας μιλούσε κάθε μέρα, μία ή δύο ώρες, μόνο για το Χριστό, για την αγάπη, για τη συγχώρηση. Προσευχόταν δυνατά κι αυτό είχε μια μεγάλη επιρροή επάνω μας, γιατί ξέραμε ότι υποφέρει. Αισθανόμασταν το άγιο Πνεύμα να τον περιβάλλη. Ήταν ευγενικός ακόμα και τις τελευταίες μέρες της ζωής του. Προσευχόταν αδιαλείπτως. Μας μιλούσε για το πώς εργαζόταν με τη νεολαία στον κόσμο ως πρόεδρος της αδελφότητος «Σταυρός».
Δεν ήταν εύκολο να είσαι στο ίδιο κελλί με τα ίδια άτομα συνέχεια. Όποτε ξεκινούσε μια παρεξήγηση μεταξύ των τριών μας, αυτός προσευχόταν και η προσευχή του ήταν πολύ αποτελεσματική. Δεν προσευχόταν δυνατά, αλλά η μορφή του άλλαζε εντελώς. Ντρεπόμασταν και σταματούσαμε να μαλώνουμε.
Η κατάσταση του ήταν τέτοια, γιατί είχε βασανιστή στις φυλακές της Pitesti για τρία χρόνια. Τον είχαν χτυπήσει στο στήθος, στην πλάτη, και είχαν καταστρέψει τα πνευμόνια του. Όμως προσευχόταν όλη μέρα. Δεν είπε ποτέ τίποτε εναντίον των βασανιστών του, μας μιλούσε για το Χριστό. Μου έμαθε να είμαι καλός, να συγχωρώ, να μην καταριέμαι αυτόν που με βασανίζει, και να μη θεωρώ θησαυρό τίποτα στον κόσμο τούτο. Αυτός ζούσε σε άλλο επίπεδο. Το φαντάζεσαι; Ζούσαμε σε ένα κελλί χωρίς παράθυρα, χωρίς αέρα, υγρό, λερωμένο, κι όμως ζούσαμε τέτοιες στιγμές χαράς, που δεν ζήσαμε ποτέ ως ελεύθεροι. Δεν μπορώ να το εξηγήσω».
Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου ο Γεώργιος και οι δύο συγκροτούμενοι του μεταφέρθηκαν στη φυλακή της Aiud, στο τέλος της δεκαετίας του 1950. Εκεί γνώρισε ιερείς που είχαν κι αυτοί συλληφθή. «Ήρθαν ως παρηγοριά για τις καρδιές μας. Μας έφεραν τη συγχώρηση. Με τον τρόπο αυτό, σιγά – σιγά, οι καρδιές και οι ψυχές μας θεραπεύτηκαν και η πίστη μας επέστρεψε».
Το 1964 ο Γεώργιος ελευθερώθηκε, μέχρι τη δεύτερη φυλάκιση του…
πηγή: από το αγγλόφωνο περιοδικό «Orthodox Word», μετάφρασις: Ιερά Γυναικεία Μονή Αγίου Αυγουστίνου, Φλώρινα, από την εφημερίδα «Χριστιανική σπίθα», Ιούλιος-Αύγουστος 2010 αριθμ. φυλ. 686 & Ζωηφόρος