Οι άγιοι επτά Παίδες εν Εφέσω (4 Αυγούστου)
4 Αυγούστου 2010
Το μυστήριο του θανάτου πάντοτε απασχολούσε και προβλημάτιζε τους ανθρώπους, οι οποίοι προσπαθούσαν να εξηγήσουν την προέλευσή του και να βρούν, αν ήταν δυνατό, τον τρόπο κατάργησής του. Οι διάφορες θρησκείες και φιλοσοφίες έδιναν κατά καιρούς διάφορες ερμηνείες, τις περισσότερες φορές αντιφατικές.Ωστόσο ο θάνατος παρέμενε σκληρή πραγματικότης που προκαλούσε μεγάλο πόνο και βαθειά θλίψη, μάλιστα χωρίς ελπίδα αναστάσεως ζωής αιωνίου.
Όταν ο Λόγος του Θεού, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, σαρκώθηκε και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους, μαζί με τα άλλα θαύματα που τέλεσε, έκανε και τρεις νεκραναστάσεις. Ανέστησε την θυγατέρα του Ιαείρου, τον γιό της χήρας της Ναΐν και τον φίλο του Λάζαρο. Έτσι έδειξε ότι είναι ο Κύριος και εξουσιαστής της ζωής και του θανάτου. Στην συνέχεια με την δική του Ανάσταση κατήργησε τον θάνατο και έδωσε στον άνθρωπο την δυνατότητα να τον νικά και να τον υπερβαίνη στα όρια της προσωπικής του ζωής.
Νεκραναστάσεις, βέβαια, συναντούμε και στην Π. Διαθήκη. Αλλά εκεί δεν έχουμε κατάργηση του θανάτου, γι’ αυτό και οι δίκαιοι της Π. Διαθήκης πήγαιναν στον Άδη. Ο Άδης δεν είναι κάποιος χώρος στα έγκατα της γής, “αλλά ιδιαίτερος τρόπος ζωής, διάφορος από την Κόλαση. Είναι πρόγευση των αιωνίων βασανιστηρίων, είναι θα λέγαμε ο προθάλαμος όπου περιμένουν οι ψυχές σαν κατάδικοι για να δικαστούν. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Νύσσης, Άδη δεν πρέπει να εννοούμε κάποιον τόπο, αλλά κάποια κατάσταση της ψυχής αειδή και ασώματη” (Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Η ζωή μετά τον θάνατο, σελ. 97, 98). Ο θάνατος, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Θεολογία, δεν είναι δημιούργημα του Θεού, αλλά αποτέλεσμα της αμαρτίας. Ο άνθρωπος πλάσθηκε από τον Θεό με την δυνατότητα να ζη αιώνια. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να συμβιβασθή με την ιδέα του θανάτου, και ούτε η παράταση της βιολογικής ζωής τον ικανοποιεί. Αυτό που θέλει είναι να νικήση τον θάνατο και να ζη αιώνια.
Η συγκλονιστική ιστορία των επτά παίδων στην Έφεσο φανερώνει την αλήθεια ότι ο θάνατος είναι ένας μεγάλος ύπνος, όπως άλλωστε και ο ύπνος είναι ένας μικρός θάνατος. Ο Χριστός κατήργησε τον θάνατο, αλλά επέτρεψε να υπάρχη ο πρόσκαιρος χωρισμός της ψυχής από το σώμα, από μεγάλη αγάπη και φιλανθρωπία, για να μη γίνη το κακόν αθάνατο. Και όπως οι επτά Παίδες εξύπνησαν από τον ύπνο, στον οποίον είχαν παραδοθεί κατά παραχώρηση του Θεού, τριακόσια εβδομηνταδύο χρόνια, έτσι όλοι οι άνθρωποι θα αναστηθούν κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Έζησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., στα χρόνια του διώκτη των Χριστιανών Δεκίου. Αφού μοίρασαν όλα τα υπάρχοντά τους στους πτωχούς, μπήκαν σε μια σπηλιά και παρακάλεσαν τον Θεόν να τους πάρη κοντά του και να μην επιτρέψη να παραδοθούν στον ειδωλολάτρη βασιλέα. Ο Δέκιος όταν ήλθε στην Έφεσο, ζήτησε να παρουσιαστούν μπροστά του και να θυσιάσουν στα είδωλα. Όταν πληροφορήθηκε ότι “απέθαναν” σε μια σπηλιά, διέταξε να φράξουν το στόμιό της. Έτσι έμειναν να κοιμούνται τόσα πολλά χρόνια και όταν εξύπνησαν νόμισαν ότι είχαν κοιμηθεί το προηγούμενο βράδυ. Εξύπνησαν κατά τα χρόνια της βασιλείας Θεοδοσίου του μικρού, τότε που μια αίρεση υποστήριζε ότι δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών. Έτσι, ο Θεός φανέρωσε με το θαύμα αυτό, ότι κατά τον ίδιο τρόπο θα αναστηθούν όλοι οι κεκοιμημένοι κατά την ημέρα της Κρίσεως.
Εδώ θα πρέπη να σημειωθή ότι τα χαρακτηριστικά τους δεν αλλοιώθηκαν καθόλου από τον χρόνο, αλλά ούτε και τα ρούχα τους είχαν υποστή την παραμικρή φθορά από την υγρασία της σπηλιάς. Στο “Μικρό Ευχολόγιο” της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπάρχει “Ευχή των Επτά Παίδων εις ασθενή και μη υπνούντα”, η οποία διαβάζεται από τον Ιερέα σε όσους έχουν προβλήματα με τον ύπνο, στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής: “Αλλά και τους αγίους σου και ενδόξους επτά Παίδας, ομολογητάς και μάρτυρας της σής επιφανείας αναδείξας, εν ταις ημέραις Δεκίου του βασιλέως και αποστάτου, και τούτους κοιμήσας εν σπηλαίω έτη τριακόσια εβδομήκοντα δύο, ωσεί βρέφη θάλποντα εν τη νηδύϊ της αυτών μητρός, και μηδόλως υπομείναντας φθοράν, εις έπαινον και δόξαν της φιλανθρωπίας σου, εις ένδειξιν και βεβαίωσιν ημών της παλιγγενεσίας και αναστάσεως πάντων…” (Έκδ. Απ. Διακ., 1974, σελ. 278).
Όταν ξύπνησαν από τον βαθύ αυτόν ύπνο, αισθάνθηκαν να πεινούν και ένας από αυτούς βγήκε, αφού εν τω μεταξύ είχε αποφραχθή το στόμιο του σπηλαίου, και κατέβηκε στην Έφεσο να ψωνίση τρόφιμα. Τότε έγινε κάτι το ασυνήθιστο. Τον περικύκλωσαν πολλοί από τους κατοίκους της πόλεως και ζητούσαν να μάθουν που βρήκε αυτόν τον θησαυρό. Γιατί από τα χρήματα που κρατούσε, νόμισαν ότι βρήκε θησαυρό από αρχαία νομίσματα και τον έσυραν στις Αρχές για ανάκριση. Τελικά, μετά την ανάκριση και τις έρευνες έγινε γνωστόν το συγκλονιστικό αυτό γεγονός και έτρεξαν όλοι στο σπήλαιο, γεμάτοι δέος και θαυμασμό, για να τους δούν όλους από κοντά. Και ενώ συνομιλούσαν, οι επτά Παίδες είπαν ότι νυστάζουν και θέλουν να κοιμηθούν. Και πράγματι έγειραν το κεφάλι και κοιμήθηκαν μέχρι την ημέρα της κοινής Αναστάσεως.
Η βίωση του τρόπου ζωής που διδάσκει η Εκκλησία οδηγεί στην προσωπική κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό, και στην υπέρβαση του θανάτου στα όρια της προσωπικής ζωής. Τότε ο άνθρωπος, όχι μόνον δεν φοβάται τον θάνατο, αλλά όπως ο Απόστολος Παύλος “επιθυμεί αναλύσαι και σύν Χριστώ είναι”.
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα