Θρησκευτική ιστορία της Κίνας
2 Αυγούστου 2010
Ο κινεζικός λαός, από τά βάθη της ιστορίας, εμφανίζει βαθιά θρησκευτικότητα και έντονες μεταφυσικές αναζητήσεις πού τον ξεχωρίζουν ανάμεσα σ’ όλους τους λαούς της Ανατολής. Η θρησκευτική ιστορία της Κίνας μπορεί να χωρισθεί σε τρεις κύριες περιόδους.
Από τον ΙΓ’ π.Χ. αιώνα στις αχανείς σινικές εκτάσεις κυριαρχεί ο Κομφουκιανισμός με αντιλήψεις περί ενός θεού κυριάρχου, μεγίστου με ποικίλες παραλλαγές κατά τά διάφορα χρονικά διαστήματα.
Τό δεύτερο θρησκευτικό ρεύμα πού επικρατεί περί τά τέλη τού Γ’ αίώνα π.Χ. είναι ο Ταοϊσμός πού ιδρύθηκε άπό τον Λάο-Τσέ ο όποιος έζησε κατά τους ΣΤ’-Ε’ αιώνα π.Χ. ο Ταοϊσμός άρχισε να παρακμάζει με τήν εμφάνιση τού τρίτου μεγάλου θρησκευτικού ρεύματος, τον Βουδισμό ή Φου-Τσάο πού εισάγεται στην Κίνα έπί αύτοκράτορος Μίνγκ τού Α’ αίώνα μ.Χ., μετά άπό όραμα του άνακτος. Διαδίδεται άπό τους ιεραποστόλους Κασυάπα Ματόγκα και Γκομπχαράνα. Η μεγάλη ακμή τού Βουδισμού σημειώνεται τον Γ καί ΙΒ’ μ.Χ. αιώνα με την κατάκτηση όχι μόνο λαϊκών μαζών άλλά και μορφωμένων Κινέζων. Κλάδος του Βουδισμού είναι ο αμιδισμός, ο όποιος με τίς πρακτικές του (προσευχή και θεωρία) εμφανίζει στοιχεία ουσιώδη πού τον πλησιάζουν πρός τον επερχόμενο Χριστιανισμό.
Αυτές οι τρεις βασικές κινέζικες θρησκείες, όπως φαίνεται, δέν χωρίζουν τους Κινέζους μεταξύ τους, όπως τους οπαδούς άλλων θρησκειών, διότι στην Κίνα συμβαίνει να πρεσβεύουν συγχρόνως δύο ή τρεις από τίς θρησκείες πού αναφέραμε.
Στην Κίνα όμως εμφανίστηκε, ιδίως μετά τον ΙΒ’ αιώνα, και το Ισλάμ, ενώ βεβαιώνεται και ή παρουσία Εβραίων μετά το έτος 1000 μ.Χ.
Ο Χριστιανισμός στην Κίνα
Κατά μία προφορική παράδοση, ο Χριστιανισμός έφθασε στην Κίνα με τον απόστολο Θωμά. Όμως ή υπόθεση αυτή δέν έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά.
Πρώτη φορά ή πίστη τού Χριστού έφθασε πραγματικά στη χώρα των Σινών με Πέρσες νεστοριανούς ιεραποστόλους κατά το 635, όπως αναφέρει επιγραφή πού χαράχτηκε σέ δύο γλώσσες, κινεζικά και συριακά, και πού βρέθηκε στην πρωτεύουσα του Μέσου βασιλείου Τσαγκάν, χό σημερινό Ξιάν. Οι χριστιανοί αυτοί διατηρήθηκαν στην Κίνα μέχρι και τον ΙΓ’ αιώνα. τους νεστοριανούς ακολούθησε ιεραποστολή άπό τήν παπική εκκλησία τον ΙΔ’ αίώνα, με αισθητά αποτελέσματα μετά άπό δύο αιώνες.
Η Ορθοδοξία στην Κίνα
Ή διείσδυση τής Όρθοδοξίας στην Κίνα άρχισε με κάποιο τυχαίο γεγονός. τον ΙΖ’ και ΙΗ’ αίώνα ή ρωσική κυριαρχία είχε ε¬πεκταθεί, διά τής Σιβηρίας, μέχρι τίς ακτές τής Ανατολικής Ασίας.
Τήν ίδια εποχή βασίλευσε στή χώρα ένας άπό τους σπουδαιότερους ηγεμόνες τής Μαν-τζουριανής Δυναστείας ο Κ’ανγκ-Χί (1669-1723) πού προσπάθησε να ανακόψει τη ρωσική επέκταση. Όταν το 1667 ο Ταγκουσινός πρίγκηπας Χάν-Τιμούρ με 14 συγγενείς του δραπέτευσε άπό τήν υπηρεσία τού αυτοκράτορα και πέρασε στή ρωσική επικράτεια, βαπτίστηκε αυτός και Οι συγγενείς, εξοργίζοντας πολύ τον Κ’ανγκ-Χί. το 1685 ο κινεζικός στρατός έφθασε στόν ποταμό Άμούρ τής Σιβηρίας γιά να τιμωρήσει τους κοζάκους, καταλαμβάνοντας το κυριότερο οχυρό τους, το Άλμπασίν, και συλλαμβάνοντας πολλούς αιχ¬μαλώτους. Σαράντα πέντε άπ’ αυτούς, ορθόδοξοι φυσικά, δήλωσαν ότι είναι έτοιμοι να τεθούν ύπό τίς διαταγές του Κινέζου μονάρχη, όπως και έγινε. Οι ορθόδοξοι του ‘Αλμπασίν εγκαταστάθηκαν στό βορειο-ανατολικό τμήμα τού Πεκίνου, έγιναν ευνοούμενοι του Κ’ανγκ-Χί και μετέτρεψαν ένα βουδιστικό ναό σέ ορθόδοξη εκκλησία τού Αγίου Νικολάου, έχοντας γιά ιερέα τον π. Μάξιμο Λεοντίεφ μέχρι το 1712, αποτελώντας έτσι τον πρώτο ορθόδοξο κινεζικό πυρήνα. Αργότερα ο μητροπολίτης τού Τομπόλοκ έστειλε ενισχύσεις εν τω προσώπω του ιερέως Γρηγορίου Ναβίνσκυ και του διακόνου Λαυρεντίου Ίβα-νώφ.
Οί Ρώσοι αιχμάλωτοι, με το να ενσωματωθούν στην κινεζική αυλή, νυμφεύτηκαν Κινέζες ευγενείς και άρχισαν να διεισδύουν στίς τάξεις των αριστοκρατών, όπου σημειώθηκαν και αρκετές προσχωρήσεις στην Όρθοδοξία. Ο Κ’ανγκ-Χί έδειξε εύνοια πρός τους χριστιανούς πού κέρδιζαν ολοένα έδαφος και πρός στιγμήν νομίστηκε ότι θα αποτελούσε τον άγιο Κωνσταντίνο τής “Απω Ανατολής. Όμως Οι ελπίδες διαψεύσθηκαν, όταν ο αυτοκράτορας άνεκάλυψε τον αληθινό ρόλο των παπικών ιεραποστολών και κατάλαβε, ότι Οι δυτικοί τουλάχιστον ιεραπόστολοι, ύπήκουαν στίς εντολές των ευρωπαίων ηγε¬τών. Έτσι, μιά καινούργια ρωσική ιεραποστολή με επίσκοπο επικεφαλής έφθασε μόνον μέχρι τά σύνορα, ένώ ο Κ’ανγκ-Χί και περισσότερο ο διάδοχος του Γιουνγκ-Τσένγκ, κήρυξαν διωγμό εναντίον των χριστιανών πού κράτησε 120 χρόνια.
Κατά τήν περίοδο αυτή, Οι ορθόδοξοι έτυχαν βέβαια πιό ευνοϊκής, σέ σχέση με τους δυτικούς, μεταχείρισης και μπόρεσαν να αναπτύξουν μιά μικρή δράση, με βάση πάντα τον πρώτο πυρήνα των ‘Αλμπασινών, πού είχαν αφομοιωθεί και στόν όποιο είχαν προστεθεί αρκετοί Κινέζοι και Μαντζουριανοί ορθόδοξοι. Οι διωγμοί εναντίον των δυτικών χριστιανών ιεραποστόλων δέν επεκτάθηκαν ποτέ μέχρι τους ορθοδόξους. Ή έν γένει διαγωγή των ορθοδόξων άλλά και ο τρόπος και Οι σχέσεις τους με τους Κινέζους, τους επέτρεπε να επιδρούν και να οδηγούν με πολλή διάκριση αρκετούς επισήμους στην Όρθοδοξία.
Τό 1860, μετά άπό 150 έτη δράσης, ή ορθόδοξη κοινότητα αριθμούσε μόνο 200 ψυχές άν και είχαν εργαστεί περίπου 150 ιεραπόστολοι. Ή ορθή θεμελίωση τής ιεραποστολής επιτεύχθηκε όταν αυτή διαχωρίστηκε άπό τήν ρωσική πολιτική και υπάχθηκε απευθείας στην Ιερά Σύνοδο, δηλαδή το 1864. με τίς νέες αρχές, πού αποτελούν πράγματι πρότυπο γιά κάθε ιεραποστολή, ή ορθόδοξη κινεζική εκκλησία έφθασε σέ μεγάλη άκμή, απέκτησε Κινέζο ιερέα, τον μετέπειτα άγιο Μητροφάν Τσισούνγκ, κτίστηκαν πολλοί ορθόδοξοι ναοί, τελούνταν λειτουργίες πλήν του Πεκίνου και σ’ άλλες πόλεις της Κίνας και της Μαντζουρίας και απέκτησε την μεγαλύτερη λάμψη της επί της εποχής τού ιεραποστόλου Ίννοκεντίου Φιγκουρόφσκυ από το 1897 έως το 1900-1901 οπότε επήλθε ή μεγάλη δοκιμασία άλλά και ο μαρτυρικός θρίαμβος τής ορθόδοξης κινεζικής εκκλησίας.
Τότε ξέσπασε ή επανάσταση των Μπόξερ, των συντηρητικών Κινέζων, πού ήταν αντίθετοι στους νεωτερισμούς και στίς μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα με τά ξενόφερτα δυτικά πρότυπα.