Άγιος Ιάκωβος της Αλάσκας( 26 Ιουλίου)
26 Ιουλίου 2010
Κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου της Ορθοδόξου Ιεραποστολής στην Αλάσκα, γεννήθηκε στο νησί Ουναλάσκα στα 1802 ο Ιάκωβος Νετσέτωβ. Ήταν καρπός ενώσεως Ρώσου και Αλεουτινής. Ο μικρός Ιάκωβος έδειξε μεγάλο ζήλο για μάθηση, κλήση σε ό,τι αφορούσε την εκκλησιαστική ζωή και ευσέβεια και συνειδητή ζωή στις εντολές του Χριστού. Γι’ αυτούς τους λόγους τον βρίσκουμε μετά λίγα χρόνια να σπουδάζει στο Θεολογικό Σεμινάριο του Ιρκούτσκ της Σιβηρίας όπου και χειροτονήθηκε ιερέας όταν ήλθε η κατάλληλη στιγμή. Μετά τη χειροτονία του ο νεαρός πρεσβύτερος επιστρέφει στον λευκό ιεραποστολικό αγρό της γενέτειράς του για να εργαστεί κι αυτός για το φωτισμό των συμπατριωτών του.
Η διακονία του στην Αλασκινή Εκκλησία διαρκεί τριάντα έξι χρόνια μέχρι τη στιγμή που ο Κύριος τον κάλεσε κοντά του και περιλαμβάνει αγώνες σκληρούς πότε από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και πότε από τους μάγους -σαμάνους- οι οποίοι όπως και με τους προηγούμενους ιεραποστόλους έκαναν τα πάντα για να εμποδίσουν το σωτήριο έργο του. Το παράδειγμα του αγίου Γερμανού τον ενέπνευσε να τον μιμηθεί στην εφαρμογή του ποιμαντικού του προγράμματος. Όταν ο καιρός ήταν κάπως καλός και επέτρεπε τις μετακινήσεις, επιβιβαζόταν στο ισχνό του καγιάκ και επισκεπτόταν τα διάφορα νησιά των Αλεούτιων για κατήχηση, βαπτίσεις, και πνευματικό καταρτισμό των ήδη εκεί βαπτισμένων ιθαγενών.
Για τις επικοινωνίες στην ηπειρωτική χώρα, φόρτωνε τις φτωχές του αποσκευές σε έλκηθρα που τα έσερναν σκυλιά, και συντροφιά με συνεργάτες του, κυρίως νέους κατωτέρους κληρικούς και κατηχητές, έσπερνε το Λόγο του Θεού στις πιο απομακρυσμένες περιοχές των Αλεούτιων αλλά και των Εσκιμώων της Αλάσκας που κατοικούσαν την ενδοχώρα, επεκτείνοντας τις δραστηριότητές του, μέχρι τους ιθαγενείς Γιουπίκ που ζούσαν στην κάτω κοιλάδα του πόταμου Γιούκωνος. Αυτά συνέβαιναν από το 1845 έως το 1863 και ο μετέπειτα άγιος Ιάκωβος, ήταν ο δεύτερος Ορθόδοξος ιερέας που ασχολήθηκε με τόσο προχωρημένες ιεραποστολικές διεισδύσεις, μετά τον άγιο ιερομάρτυρα Ιουβενάλιο. Ο λόγος του Ιάκωβου απέδιδε συνήθως καρπό. Σχεδόν σ’ όλα τα μέρη που πήγαινε, οι ιθαγενείς, βλέποντας ίσως σ’ αυτόν έναν ομοεθνή τους, τον υποδέχονταν με καλή διάθεση και πείθονταν στο κήρυγμά του με κάποια άνεση και ευκολία. Βέβαια η αντίθεση των μάγων-ιερέων των λεγομένων σαμάνων, πολλές φορές του έφερνε πολλά και μεγάλα εμπόδια. Όμως ο αγρός του Κυρίου ξεχερσωνόταν όλο και πιο βαθειά. Ο άγιος Ιάκωβος δεν αρκούνταν μόνον με το να βαπτίζει τους ιθαγενείς. Ενδιαφερόταν κατόπιν για την πορεία της πνευματικής ζωής των παιδιών του ποιμνίου του, τους δίδασκε τους κανόνες ζωής και τα μυστικά της πνευματικής ανόδου καθώς και της συμμετοχής στα μυστήρια της Εκκλησίας και ιδίως την προετοιμασία για τη συμμετοχή στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και Μεταλήψεως. Τους μάθαινε πώς να εξομολογούνται και τους καθοδηγούσε στην πρακτική της Προσευχής και της Νηστείας.
Στις περιοδείες του, (όπου δεν υπήρχε ναός και αυτό ήταν ο κανόνας, αφού σε νέες χώρες ολοένα και προωθείτο), έσερνε μαζί του μια σκηνή που χρησίμευε για κινητή Εκκλησία, όταν το κρύο ήταν δυνατό και εμπόδιζε τη σύναξη στην ύπαιθρο, ή ακόμα απειλούσε με πάγωμα τα άγια είδη της Θείας Ευχαριστίας. Όταν ο χειμώνας εμπόδιζε τις περιοδείες του, ο άγιος Ιάκωβος ασχολείτο με τη μετάφραση, στην τοπική γλώσσα, της Αγίας Γραφής και άλλων ιερών βιβλίων. Για την προαγωγή των ιθαγενών ο άγιος ίδρυσε ακόμη ένα σχολείο. Οι ταλαιπωρίες των περιοδειών, η ηλικία και οι πολλές κακουχίες, έφθειραν σιγά-σιγά την υγεία του πατρός Ιακώβου. Στο τέλος της ζωής του, υπέστη τη δοκιμασία και άλλου πειρασμού του μισόκαλου διαβόλου, ο οποίος δεν άντεχε, από φθόνο, τον ιεραπόστολο να κερδίζει ψυχές για την Εκκλησία. Έτσι συκοφαντήθηκε άδικα από έναν άλλο ιεραπόστολο, στο διάδοχο του αγίου Ιννοκέντιου, τον επίσκοπο της Αλάσκας, Πέτρο. Ο Δεσπότης κάλεσε στη Σίτκα, έδρα της Επισκοπής, τον Ιάκωβο, όπου ο τελευταίος δε δυσκολεύτηκε καθόλου να διαλύσει τις πλεκτάνες του πονηρού. Στη Σίτκα, υστέρα από λίγο παρέδωσε την αγία ψυχή του στο Θεό, στις 26 Ιουλίου του 1865. Η ταφή του έγινε στην ίδια πόλη. Η εκκλησία της Αμερικής, αναγνώρισε τον Ιάκωβο ως άγιο και τον παρέδωκε στη λατρεία των πιστών το 1994.
«Άγιε Ιάκωβε, εργάτη του Ευαγγελίου, έως εσχατιών της Γης, πρέσβευε για την Εκκλησία της Αλάσκας, και για όλους εμάς». Αμήν.
(Γεώργιος Εμμανουήλ Πιπεράκις «Άγιοι της Αλάσκας», εκδ. Μυριόβιβλος, Αθήνα 2004)