Μεγάλο θαύμα στη Σερβία (10ο μέρος)
17 Ιουλίου 2010
Επιστρέφω στην καθημερινότητα του κόσμου μας
Ταυτόχρονα, με το σταμάτημα αυτού του οράματος, ξύπνησα και πρόσεξα ότι κολυμπούσα στον ιδρώτα, και ότι δε μπορούσα να κινηθώ από κάποια ακατανόητα μεγάλη κούραση. Το ρολόι που ήταν δίπλα μου έδειχνε έξη το απόγευμα! Κάτω από την επιρροή αυτού του οράματος, με διαπερνούσαν εναλλασσόμενα αισθήματα χαράς και φόβου, όμως ευχαρίστησα τον Κύριο που με αξίωσε να τα ιδώ όλα αυτά. Ενώ ήμουν ξαπλωμένος σε τέτοια αδυναμία και σκεπτόμουνα όλα όσα είδα, στις έξη ώρες που πέρασαν, το χέρι μου κινήθηκε προς το πρόσωπο και έκανα το Σταυρό μου! Η κούραση που με κρατούσε σφικτά καρφωμένο στο κρεβάτι, εξαφανίστηκε τελείως και εγώ, από τη χαρά που ελευθερώθηκα απ’ αυτό το βάρος, σηκώθηκα αμέσως. Αφού περιποιήθηκα τον εαυτό μου κίνησα στη μονή της Ζίτσα για τα βιβλία που μου είπε ο Άγγελος οδηγός μου να αγοράσω. Στο μοναστήρι δεν ήταν κανένας, εκτός από έναν καλοκαμωμένο καλόγερο. Αργότερα έμαθα ότι αυτός ήταν ο πατήρ Γεράσιμος.
Αφού προσκύνησα τις εικόνες και άναψα κεριά, πλησίασα το ράφι στο οποίο στέκονταν τα βιβλία και ζήτησα από τον πατέρα Γεράσιμο να μου δώσει τα τέσσερα πρώτα βιβλία της σειράς. Εκτός απ’ αυτά τα βιβλία, πήρα άλλα δύο της εκλογής μου. Αγόρασα και τον «Ορθόδοξο ιεραπόστολο» και το «Καμπανάκι του Αγίου Σάββα», πάνω στο οποίο ήταν η παράσταση της Τπεραγίας Θεοτόκου με τον Ιησού Χριστό. Κατά την αναχώρηση, ο καλόγερος με ρώτησε ευγενέστατα από πού είμαι. Από φόβο μήπως αποκαλύψω αυτό που έζησα, του απάντησα με τραχύτητα, πράγμα για το οποίο ντρέπομαι μέχρι σήμερα:
«Τι σας αφορά από πού είμαι!», γύρισα και βγήκα από την εκκλησία. Τα βιβλία που αγόρασα με τη συμβουλή του Αγγέλου οδηγού μου ήταν:
- Ορθόδοξο Ευχολόγιο
- Βίος του Κυρίου Ιησού Χριστού
- Aναγνωστικό Απολογητικής συνομιλίας για την πίστη
- Μικρό Κανονάριο: -Ακάθιστος Ύμνος της Τπεραγίας Θεοτόκου
- Κανόνας στον Άγγελο Φύλακα
- Κανόνας μετάνοιας.
Μόλις επέστρεψα στα Λουτρά αμέσως κοίταξα τα βιβλία που αγόρασα και διάβασα ως το τέλος, το ίδιο ακόμη εκείνο βράδυ, το Ευχολόγιο και το Μικρό Κανονάριο. Την άλλη μέρα, μεγάλη γιορτή του αγίου Πέτρου (Με το παλιό ημερολόγιο πάνε οι εκκλησίες στη Σερβία), πήγα για την πρώτη μου προσευχή στο μοναστήρι της Ζίτσα. Εγκάρδια παρακολούθησα όλες τις Ιερές πράξεις της Αγίας Λειτουργίας, η δε ψαλμωδία των μοναστριών, ξύπνησε σε μένα, τη θύμηση της γλυκιάς υμνωδίας των Αγγέλων στους ουράνιους ναούς. Η καρδιά μου γέμισε από την πιο γλυκιά πνευματική χαρά! Ευχαρίστησα τον Κύριο που εισήγαγε αλλαγές στην αμαρτωλή μου ζωή. Ευχαρίστησα τον Ελεήμονα Θεό που ελέησε εμένα τον αμαρτωλό. Ενώ ευχαριστούσα το Θεό, μπροστά από τα μάτια μου περνούσε όλη μου η προηγούμενη αμαρτωλή και άδεια ζωή. Πουθενά δεν υπήρχε φως, πουθενά στιγμή παρηγοριάς.
Η υπόλοιπη διαμονή μου στα Λουτρά αφιερώθηκε στην πνευματική μου μεταμόρφωση. Παράτησα τις μέχρι πρότινος συνήθειες μου για περίπατους, διασκέδαση σε κέντρα κι τις άλλες κακές αδυναμίες. Πέρασα το χρόνο που απόμεινε από τις διακοπές, με προσευχή, διάβασμα βιβλίων, και σκέψεις για όλα τα γεγονότα που έζησα. Όταν επέστρεψα στο σπίτι, σταμάτησα πια να κοιτάζω το φλιτζάνι, να διηγούμαι αναξιοπρεπή αστεία και να κάνω άσκοπες συζητήσεις. Με τους ανθρώπους ήμουν πάλι χαρούμενος και γελαστός, αλλά προτιμούσα τη μοναξιά περισσότερο από κάθε παρέα. Μπροστά στα μάτια μου ήταν συνέχεια η εικόνα αυτού που έζησα. Από το μυαλό μου δεν έβγαιναν τα λόγια του Αγίου Αποστόλου Πέτρου, ότι πρέπει να χρησιμοποιήσω την υπόλοιπη ζωή μου για τη σωτηρία μου.
Πρόσεχα να μη διηγηθώ τίποτα γι’ αυτό που έζησα, προτού περάσουν τρεις μήνες. Ξυπνούσα, διάβαζα προσευχές, και έκλαιγα. Στη νηστεία ήμουν σκληρός. Τη παραμονή κάθε Τετάρτης και Παρασκευής έλεγα στη σύζυγο μου, να μου ετοιμάσει νηστίσιμο φαγητό, ενώ η ίδια και ο γιος μας, μπορούσαν να φάνε ότι θέλουν. Ήταν παράξενο που η σύζυγος μου δε με ρώτησε ούτε μια φορά γιατί νηστεύω, από την στιγμή που επέστρεψα από τα Λουτρά. Πρώτη φορά μου έθεσε αυτό το ερώτημα δύο μέρες πριν από τη συμπλήρωση του τριμήνου της υποχρεωτικής σιωπής για το όραμα μου. Έτσι, κατά την διάρκεια του γεύματος, η σύζυγος με ρώτησε:
«Τι συμβαίνει με σένα; Πάνε τρεις μήνες που έγινες άλλος άνθρωπος. Δε μπορώ να σε αναγνωρίσω. Είμαστε δεκαοχτώ χρόνια παντρεμένοι, κι όλο αυτό το διάστημα δε νήστεψες ούτε μια μέρα, για να μη κάμω λόγο για τις Τετάρτες και τις Παρασκευές. Δε βλέπεις πλέον το φλιτζάνι. Πάνε πλέον εκείνα τα αστεία σου. Σταμάτησες να μαζεύεις γυναίκες από τη γειτονιά και να τους διηγείσαι διασκεδαστικά ανέκδοτα. Τι είναι αυτό που δε μου επέτρεψε να σε ρωτήσω, γιατί όλα αυτά, αλλά κάτι μου προέτρεπε να σου ετοιμάζω συνέχεια ιδιαίτερα φαγητά;» Νάτο! Θεία δύναμη δεν επέτρεψε στη σύζυγο μου να με ρωτήσει, ωσότου περάσουν αυτοί οι τρεις μήνες! Της απάντησα να κάμει υπομονή μέχρι μεθαύριο και ότι τότε θα της τα πω όλα. Μετά από δύο μέρες, μαζεύτηκαν η σύζυγος, η αδελφή της, και ο γιος μου, για να ακούσουν τη διήγηση μου. Τους τα διηγήθηκα όλα με τη σειρά. Σταυροκοπήθηκαν και θαύμασαν! Τα πίστευαν όλα. Χωρίς να τους ρωτήσω για τη γνώμη τους, τους είπα:
«Από σήμερα, να σταματήσετε να υβρίζετε. Σας συμβουλεύω να προσεύχεστε στο Θεό και να πηγαίνετε στην εκκλησία. Σας ανακοινώνω ότι από σήμερα θα εορτάζουμε τακτικά την οικογενειακή μας γιορτή της Αγίας Παρασκευής. Σας συμβουλεύω επίσης, και σας παρακαλώ, να νηστεύετε και να κοινωνείτε, και μένα να μη με παρατηρείτε που θα νηστεύω Τετάρτη και Παρασκευή, κι όλες τις άλλες νηστείες. Ούτε να με ενοχλείτε όταν προσεύχομαι στο Θεό στο σπίτι» Η σύζυγος μου και ο γιος μου, υποσχέθηκαν ότι θα σταματήσουν να υβρίζουν, ότι θα πιστεύουν στο Θεό, ότι θα κάνουν το Σταυρό τους πριν και μετά το φαγητό και πριν τον ύπνο, και ότι θα εορτάζουν την οικογενειακή γιορτή. Δε δέχθηκαν να νηστεύουν όλες τις νηστείες, να πηγαίνουν στις εκκλησίες και να προσεύχονται το πρωί και το βράδυ. Η σύζυγος είπε ότι θα κοινωνεί μία φορά το χρόνο και ότι θα αναλάβει η ίδια και ο γιος μας την υποχρέωση να νηστεύουν τη Μεγάλη Παρασκευή, του Σταυρού και στην Αποκεφάλιση του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Δεν προσπάθησα να τους εξαναγκάσω σε μεγαλύτερη αυστηρότητα για τη σωτηρία της ψυχής τους, αν εκείνοι δεν το επιθυμούν με τη θέληση τους.
Συνεχίζεαι…
Πηγή: Ιωάννου Β. Στόγια , Ένα Μεγάλο Σύγχρονο Θαύμα, Ζωντανός στον άλλο κόσμο, Δράμα 2010, σ.52-56