Μεγάλο θαύμα στη Σερβία (3ο μέρος)
10 Ιουλίου 2010
Ελέγχουν την προηγουμένη αμαρτωλή και άσωτη ζωή μου
Δεν είχα καταλάβει ακόμη τη σημασία αυτών των λόγων, αλλά έτρεμα από τον φόβο μου. Εκείνη τη στιγμή ένας οδηγός μου έκανε σήμα ότι μπορώ να μπω στη σειρά πριν απ’ αυτόν, πράγμα που έκαμα αμέσως χωρίς να περιμένω.
Σύντομα περάσαμε από το μέρος που είχε συμβεί η σύγκρουση των αυτοκινήτων, και αποφάσισα να αναπτύξω ταχύτητα για να φτάσουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα στο μοναστήρι της Ζίτσα. Και τότε, απροσδόκητα, από ένα δευτερεύοντα αγροτικό δρόμο, πετιέται μπροστά μας ένα φορτηγό φορτωμένο τούβλα και άλλα οικοδομικά υλικά, που μας επιβράδυνε ξαφνικά την πορεία, γιατί κινούνταν αργά και προς την ίδια κατεύθυνση με μας.
Έτσι, ήμουν αναγκασμένος να το ακολουθώ οδηγώντας αργά και προσεκτικά, γιατί από την αντίθετη κατεύθυνση έρχονταν συνεχώς αυτοκίνητα. Αυτή η κατάσταση με υποχρέωνε να ελέγχω και την κίνηση πίσω μου και να κοιτάζω μήπως κάποιος θέλει να με προσπεράσει και έτσι κοίταξα στον καθρέπτη και είδα το εξής απροσδόκητο θέαμα!
Ο καλόγερος και η καλόγρια που κάθονταν στο πίσω κάθισμα είχαν πολύ φωτεινά πρόσωπα και γύρω από το κεφάλι φωτοστέφανα με εκτυφλωτικό φως! Έτρεμα από την ταραχή και σκέφτηκα ότι αυτοί δεν είναι συνηθισμένοι άνθρωποι.
Από τις πολλές εκπλήξεις που δοκίμασα από αυτούς τους ταξιδιώτες, άρχισε να ελαττώνεται απότομα η προσοχή μου. Μόλις που κατάφερνα να οδηγώ το αυτοκίνητο και γι’ αυτό άρχισα να οδηγώ όλο και πιο αργά απ’ ότι μου επέτρεπαν οι συγκοινωνιακές συνθήκες.
Στη διάρκεια αυτής της αργής οδήγησης, ο καλόγερος και η καλόγρια άρχισαν εναλλασσόμενοι να μου εκθέτουν τη ζωή μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, μέχρι εκείνη τη μέρα. Μνημόνευαν όλα όσα έπραξα καλά και κακά ως κι εκείνα τα σχέδια μου, για τα οποία κανένας δε γνώριζε, και τα οποία δεν πραγματοποίησα στην εποχή τους, για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Προς έκπληξη μου, η έκθεση τους ήταν τόσο τέλεια ακριβής, σα να διάβαζαν τη ζωή μου από κάποιο βιβλίο. Για το καλό με παίνευαν, ενώ για την άπρεπη ζωή μου με κατέκριναν, με ήπια φωνή. Από το φόβο και την ντροπή δεν ήξερα τι να κάνω. Επιθύμησα να μπω στη γη ή να μου συμβεί οτιδήποτε άλλο, μόνο να τελειώσω αυτά τα βάσανα, αλλά επιλογή δεν υπήρχε, ήμουν αναγκασμένος όλα να τα ακούω, όλα να τα υποφέρω.
Για όλες τις μομφές και τις κατηγορίες που μου απηύθυναν δε μπορώ να μιλήσω εδώ, γιατί αφορούν την προσωπική μου ζωή. Αργότερα, γι’ όλα αυτά εξομολογήθηκα και μετάνιωσα. Θα διηγηθώ όμως με λεπτομέρειες για μια πολύ σημαντική μομφή, που μου απηύθυνε η καλόγρια, ως δίδαγμα για όλους!
«Ντούσαν, γιατί δεν ήθελες να μιλήσεις με τον πατέρα σου στα γενέθλια της Ντέσα, της κόρης της αδελφής σου;»
Της απάντησα τι πραγματικά έγινε: «Ο πατέρας μου δε με πρόσεχε, σε σχέση με τα άλλα παιδιά του. Δεν είχε τη θέση που έπρεπε απέναντι μου, και ήθελα με τη συμπεριφορά μου να του κάνω γνωστό, ότι είναι δυσάρεστο και δύσκολο, όταν μέσα σε πολύ κόσμο, ο γιος δε μιλάει με τον πατέρα»
Στην εξήγηση μου αυτή η καλόγρια μου παρατήρησε: «Ποιος είσαι συ και ποιοι είμαστε εμείς για να κρίνουμε; Ο Θεός είναι αυτός που κρίνει και μοιράζει δικαιοσύνη! Ο Θεός είπε στην Εντολή του να είναι σεβαστοί, ο πατέρας και η μητέρα, και υποσχέθηκε αμοιβή σε όποιον την εκπληρώνει (θα ζήσει στη γη πολλά χρόνια και ευτυχισμένα).
Οι γονείς είναι στη γη, για τα παιδιά τους, πράγμα Άγιο! Αλλά είσαι τυχερός που έχεις μαλακή καρδιά, λυπήθηκες και την άλλη μέρα πήγες σ’ αυτόν, τον αγκάλιασες, τον φίλησες και του ζήτησες να σε συγχωρέσει. Ο πατέρας σου έκλαψε από ευτυχία και είπε: «Σε συγχωρώ, γιε μου»
Η καλόγρια τα είπε όλα, με τέτοια ακρίβεια. Έμεινα άφωνος απ’ όλο αυτό το μάθημα.
Συνεχίζεαι…
Πηγή: Ιωάννου Β. Στόγια , Ένα Μεγάλο Σύγχρονο Θαύμα, Ζωντανός στον άλλο κόσμο, Δράμα 2010, σ.11-13