Το θαύμα δεν είναι θεραπευτική τεχνική! Στοχεύει στη λύτρωση και ανακαίνιση όλου του ανθρώπου
3 Ιουλίου 2010
Κυριακή ΣΤ΄ Ματθαίου
Η σημερινή Ευαγγελική περικοπή αναφέρεται στο πολύ γνωστό γεγονός της θεραπείας απο τον Ιησού Χριστό του παραλυτικού της Καπερναούμ. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος είναι πολύ λιτός και σύντομος στην περιγραφή του θαύματος, ενώ οι ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς περιγράφουν το γεγονός εκτενέστερα και με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, που μας δίνουν την αφορμή για μια ουσιαστικότερη προσέγγιση της σχέσεως του θαύματος με την πίστη των ανθρώπων και με την πίστη της Εκκλησίας.
Η εξιστόρηση του θαύματος αυτού από τους Ευαγγελιστές δεν εχει ως σκοπό, ασφαλώς, να μας δείξει τη θαυματουργική δύναμη του Κυρίου επί των δυνάμεων της φύσεως και να μας καταπλήξει μα το γεγονός αυτό, αλλά να μας φανερώσει την εξουσία του Ιησού πάνω στην αμαρτία, ώστε να πιστέψουμε ότι είναι πράγματι ο Υιός του Θεού και η αποστολή του σχετίζεται με τη λύτρωση και σωτηρία των ανθρώπων. Το θαύμα δεν είναι κάτι το επιφανειακό, δηλαδή αυτό που βλέπουμε μόνο με τη θεραπεία ενός αρρώστου, αλλά πηγαίνει βαθύτερα στην όλη ύπαρξη και υπόσταση του ανθρώπου. Η θεραπεία διά του θαύματος είναι καθολικότερη, συνεπαίρνει το σώμα και τη ψυχή. Και η ανακαίνιση του ανθρώπου διά μέσου του θαύματος είναι ενα γεγονός οντολογικό της όλης ανθρώπινης υπόστασης.
Γνωρίζουμε, ότι την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν πολλοί λαϊκοί θεραπευτές, που προσπαθούσαν να θεραπεύσουν τις ασθένειες των ανθρώπων με κάθε μέσο, είτε με θεραπευτικά βότανα είτε με διάφορες πνευματικές ή πνευματιστικές ενέργειες. Και αυτό συνέβαινε όχι μόνο στον Ιουδαϊκό κόσμο αλλά και στον ελληνιστικό, πολύ δε περισσότερο στους λαούς και τις θρησκείες της Ανατολής. Είναι γνωστοί στους ειδικούς ιστορικούς οι θεραπευτές εγκρατητικών κοινοτήτων του Κουμράν στην Ιουδαία και οι ιερείς-θεραπευτές πολλών Ασκληπιείων σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας.
Ο Ίησοϋς Χριστός δεν είναι ενας τέτοιος θεραπευτής. Το έργο του πρέπει να κατανοηθεί βαθύτερα και ουσιαστικότερα. Δεν πρόκειται για μια απλή σωματική θεραπεία, αλλά για θαύμα, για σωτηριολογικό γεγονός, που αναφέρεται στην ανακαίνιση και λύτρωση του πεπτωκότα ανθρώπου. Γι’ αυτό στο συγκεκριμένο θαύμα ακούμε τον Κύριο να λέει στον παραλυτικό: «έγειρε, άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει», αλλά και «αφίενταί σοι αι αμαρτίαι». Η παρέμβαση είναι άμεση στο σώμα και στη ψυχή, στον όλο άνθρωπο, ενώ στις επεμβάσεις των θεραπευτών μπορεί να έχουμε μόνο σωματικά αποτελέσματα.
Ο παραλυτικός, όπως παρουσιάζεται στα ιερά κείμενα, είναι διπλά άρρωστος, πάσχει σωματικά και ψυχικά. Αυτό το συμπέρασμα βγαίνει από την διπλή παρέμβαση του Ιησού, να θεραπεύσει πρώτα τη ψυχή του και μετά το σώμα του. Πρώτα, λέει, «αφίενταί σου αι αμαρτίαι» και μετά «άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει». Προηγείται η θεραπεία της ψυχής και μετά έρχεται η θεραπεία του σώματος. Η ψυχική παράλυση είναι σοβαρότερη από τη σωματική. Πολλές φορές, μάλιστα, η ασθένεια της ψυχής παραλύει και νεκρώνει τις λειτουργίες του σώματος. Ο ψυχοσωματικός κόσμος του ανθρώπου είναι ενιαίος και αλληλένδετος. Μ’ αυτή την έννοια κατανοούμε τη διπλή παρέμβαση του Ιησού και τη ψυχοχωματική θεραπεία του παραλυτικού.
Η επιστήμη και οι κάθε είδους θεραπευτές προσπαθούν να θεραπεύσουν το σώμα και μόνο. Γι’ αυτό και μετά τη θεραπεία οι ασθενείς αισθάνονται πολλές φορές και πάλι. ανάπηροι υπαρξιακά, χωρίς δυνάμεις και διάθεση για τη ζωή. Μόνο ο Θεός βλέπει τον άνθρωπο στην ολότητά του, γιατί δημιουργήθηκε ως ενότητα σώματος και ψυχής. Το θαϋμα ποτέ δεν λειτουργεί μονομερώς. Το θαύμα δεν είναι θεραπευτική τεχνική. Το θαύμα στοχεύει στη λύτρωση και ανακαίνιση όλου του ανθρώπου.
«Ιδών την πίστιν αυτών»
Εντύπωση κάνει το γεγονός ότι ο Ιησούς, αναζητώντας κάποιο έρεισμα για να επέμβει, δεν στηρίχθηκε στη πίστη του παραλυτικού αλλά των τεσσάρων φίλων του που τον μετέφεραν με ελπίδα κοντά του. Ο Κύριος βλέπει βαθύτερα. Πίσω από τη σωματική παράλυση του συγκεκριμένου ανθρώπου διέβλεψε μια πνευματική αποδιοργάνωση. Ο παραλυτικός ήταν άρρωστος και ψυχικά. Άνθρωπος χωρίς ελπίδα και πίστη. Ίσως δικαιολογημένα. Ύστερα από μακροχρόνια αρρώστια κουράστηκε και εγκαταλείφθηκε, περιμένοντας μοιραία το τέλος του θανάτου.
Κάτω από αυτά τα δεδομένα αντιλαμβανόμαστε γιατί ο Χριστός στηρίζει το θαύμα της θεραπείας στην πίστη των φίλων του· «Ιδών την πίστιν αυτών». Αυτό δεν σημαίνει πως η πίστη αυτή καθεαυτή κάνει το θαύμα, αλλά ότι ο Χριστός εκεί πάνω οικοδομεί το έργο της ανακαίνισης του όλου ανθρώπου. Σε όλα τα παρόμοια γεγονότα ο Κύριος αναζητάει μια κάποια πίστη, μια κάποια επίκληση και κραυγή επέμβασης· «βοήθει μου τη απιστία». Η πίστη απλά είναι το κλειδί για να ανοίξει ο Θεός την πόρτα της ψυχής του ανθρώπου. Η επίκληση είναι πρόκληση στη θαυματουργική δύναμη του Θεού.
Ο Ιησούς στην περίπτωση του παραλυτικού προσβλέπει και στηρίζει την ενέργειά του στη πίστη των άλλων. Στη πίστη των οικείων, των φίλων, στη πίστη κάποιας κοινότητας. Συχνά στα ιερά Ευαγγέλια βλέπουμε η πίστη των άλλων να παίζει σημαντικό ρόλο στη διενέργεια κάποιου θαύματος. Πολλές είναι οι περιπτώσεις που η πίστη της μάνας σώζει το γιό, των αδελφών ένα άλλο μέλος της οικογένειας, του εκατόνταρχου τον υπηρέτη, του άρχοντα τη νεκρή κόρη του, των φίλων τον παραλυτικό του σημερινού ευαγγελίου.
Η πίστη για τη ζωή κάποιου είναι η μεγαλύτερη έκφραση της αγάπης μας για τους άλλους. Ιδιαίτερα όταν καλούμαστε για την ενδυνάμωση της πίστης μας προς χάριν των άλλων. Η πίστη, φαίνεται, πως τελικά δεν είναι ατομικό και προσωπικό χάρισμα, αλλά εκκλησιολογική λειτουργία, υπόθεση κοινωνίας και κοινότητας, εμπειρία ζωής της Εκκλησίας. Μέσα σ’ αυτά τα εκκλησιολογικά πλαίσια πρέπει ν’ αναζητήσουμε τη πίστη και τη θαυματουργική δύναμή της.
Είναι πολύ φυσικό όλοι μας να βασανιζόμαστε από την έλλειψη ισχυρής και θαυματουργικής πίστης, ή ακόμη από την ολιγοπιστία και την απιστία. Και οι μαθητές του Κυρίου πολλές φορές κατηγορήθηκαν για την ολιγοπιστία και την απιστία τους. Και όταν επιχείρησαν να θαυματουργήσουν χωρίς το Χριστό απέτυχαν. Πολύ περισσότερο εμείς οι μικροί και αδύναμοι. Πρέπει κάποτε να απαλλαγούμε από τα σύνδρομο της ενοχής για την προσωπική μας ολιγοπιστία. Το θέμα δεν είναι η ποσότητα της ατομικής μας πίστης, αλλά η ποιότητα της πίστης της Εκκλησίας.
Μόνο ο δυτικός και προτεσταντικός τρόπος ερμηνείας της πίστεως ομιλεί για μια πίστη ατομική δική μου, εγώ και ο Θεός, εγώ και η σωτηρία μου. Ο Ορθόδοξος και ανατολικός Χριστιανισμός στηρίζει τη σωτηρία στη πίστη και στη ζωή της Εκκλησίας. Σώζομαι όχι γιατί πιστεύω εγώ περισσότερο από τους άλλους, αλλά γιατί είμαι μέλος της Εκκλησίας, έστω και ο έσχατος των αμαρτωλών, όπως λέει ο απόστολος Παύλος.
Η πίστη της εκκλησιαστικής κοινότητας
Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν λειτουργούσε η πίστη της Εκκλησίας. Εάν η Εκκλησία, πράγματι, ενεργούσε με τη δύναμη του θαύματος. Δεν έχουμε ανάγκη από χαρισματούχους ανθρώπους, έχουμε όμως μεγάλη ανάγκη από μια Εκκλησία χαρισματική, που πιστεύει και ενεργεί το θαύμα.
Όπως ο Χριστός άγιαζε εαυτόν όχι για τον εαυτό του αλλά «υπέρ αυτών», υπέρ των μαθητών και των πιστών του, έτσι και η Εκκλησία αγιάζει εαυτήν υπέρ των μελών της. Καλούμαστε όλοι να διαθέτουμε και να ενεργούμε την πίστη για τους άλλους. Ακριβώς όπως έκαναν οι τέσσερις φίλοι για τον παραλυτικό. Εάν ο ιερέας της εκκλησιαστικής κοινότητας μας πίστευε ακράδαντα για μας, τα πνευματικά του τέκνα, η πνευματική μας πορεία και ζωή θα ήταν διαφορετική. Εάν ο πατέρας και η μάνα πίστευαν και αγιάζονταν για τα παιδιά τους, τότε ο κόσμος θα ήταν πολύ καλύτερος από ό,τι είναι.
Η πίστη, ο αγιασμός και η σωτηρία, δεν είναι ατομικά γνωρίσματα και ούτε προσωπικά επιτεύγματα. Είναι καρποί του αγίου Πνεύματος στη ζωή της Εκκλησίας. Πιστεύω, αγιάζομαι και σώζομαι, όχι γιατί είμαι καλός άνθρωπος αλλά γιατί είμαι ενεργό μέλος της Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι το «γεώργιον», το χωράφι του Θεού, και ο δικός μου αγιασμός και η πίστη είναι καρπός της μετοχής μου στη ζωή της Εκκλησίας. Γι’ αυτό η Εκκλησία είναι η οδός της σωτηρίας.
Ο Ιησούς, μας λέει το ευαγγελικό Ανάγνωσμα, πρόσεξε «την πίστιν αυτών» που μετέφεραν τον παραλυτικό. Ποιοί ήταν αυτοί οι τέσσερις; Πιθανώς τέσσερις φίλοι ή γνωστοί του. Μπορεί, όμως, να ήσαν και τέσσερις άγνωστοι που τον συμπόνεσαν και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Ποιός ξέρει, αν οι δικοί μας ή οι φίλοι μας δεν μας βοήθησαν αποφασιστικά στην πνευματική ζωή και ίσως η πίστη και η προσευχή κάποιου άγνωστου προς εμάς να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δική μας πορεία;
Η πίστη κάποιου ιερέα, ο αγώνας και ο αγιασμός κάποιου Γέροντα μοναχού, η προσευχή κάποιας αγνής και ταπεινής ψυχής, να μας συνοδεύουν και να μας ενισχύουν στις πνευματικές μας προσπάθειες. Αν ακόμη δεν υποκύψαμε και δεν χαθήκαμε στη δίνη του κακού, ίσως αυτό να οφείλεται στη πίστη κάποιων «άγνωστων» αδελφών μας. Γιατί κι εμείς να μη γίνουμε οι «άγνωστοι» φίλοι και αδελφοί, που θα μεταφέρουμε με τις προσευχές μας την αγωνία και την αρρώστια κάποιου μπροστά στα πόδια του Κυρίου, για να γίνει το επιθυμητό θαύμα στη προσωπική του ζωή!
Ο Χριστός αγαπάει αυτούς τους ανώνυμους και άγνωστους της πίστης και ακούει τις προσευχές τους. Αυτός ο ανώνυμος και άγνωστος είναι ο «πλησίον» του καλού Σαμαρείτη. Η Εκκλησία και οι πιστοί καλούνται να γίνουν οι καλοί Σαμαρείτες, να πιστέψουν για τους άρρωστους και τους ημιθανείς της ζωής. Η Εκκλησία και τα άγνωστα μέλη της να μεταφέρουν στο Χριστό το «υλικό» για να γίνει το θαύμα. Ακριβώς, όπως η κοινότητα και ο ιερέας προσφέρουν στην πρόθεση του Ιερού τον άρτο και τον οίνο για να γίνει το θαύμα της θείας Ευχαριστίας, όμοια πρέπει να θεωρηθεί και η προσφορά του παραλυτικού από τους φίλους του. Η Εκκλησία καλείται να μεταφέρει τον άπιστο κόσμο στην Αγία Τράπεζα για να σωθεί και μεταμορφωθεί. Ο άπιστος κόσμος, η σαρκική κοινωνία, αυτό το άχρηστο φύραμα του κόσμου, ανάγκη είναι να μεταφερθεί από κάποιους και να προσφερθεί στο Χριστό, για να μετουσιωθεί σε σώμα και αίμα Χριστού, σε άγια μέλη της Εκκλησίας. Όλα και όλοι είναι ανάγκη κάποτε να γίνουν Εκκλησία και αυτό εξαρτάται από εμάς, από την πίστη όλων μας.
Ο παραλυτικός και αμαρτωλός της ευαγγελικής περικοπής αποκαλείται από τον Ιησού Χριστό «τέκνον», «παιδί μου». Ο κάθε αμαρτωλός είναι και παραμένει «τέκνον του Θεού» και στην έσχατη πτώση του ακόμη. Ο κόσμος της πτώσης δεν είναι αρνητικό στοιχείο. Είναι «το υλικό», η εν δυνάμει εκκλησία, που καλείται να γίνει εν ενεργεία. Από τον κόσμο θα προέλθουν τα νέα μέλη της Εκκλησίας, όχι από τους ουρανούς. Όλοι μας κάποτε ήμασταν «κόσμος» και γίναμε εκκλησία, λαός του Θεού.
Γι’ αυτό ο Χριστός δεν τρομοκρατεί τον κόσμο, σκύβει και προσβλέπει προς τους ανθρώπους του κόσμου με γλυκύτητα και συμπάθεια. «Θάρσει, τέκνον!» Εάν δεν έχεις πίστη και δύναμη να έρθεις εδώ κοντά μου, υπάρχει η πίστη των φίλων σου που σε φέρνει για να τελεσθεί το θαύμα, έχε λοιπόν εμπιστοσύνη στην αγάπη και τη προσευχή της Εκκλησίας. Αυτό που χρειάζεται πρώτιστα είναι η ταπεινή αναγνώριση της αδυναμίας και της αμαρτωλότητας. Η αναγνώριση των λαθών. Μετά θα έρθει η πίστη και η σωτηρία.
Η πίστη και η σωτηρία έχουν άμεση σχέση με την ένταξη στην κοινότητα του λαού του Θεού, την Εκκλησία. Το θαύμα και η σωτηρία λειτουργούν εντός της κοινότητας των τέκνων του Θεού. Το θαύμα τελεσιουργείται μόνο γιατί υπάρχουν οι τέσσερις που μεταφέρουν τον παραλυτικό. Μόνο γιατί υπάρχει η Εκκλησία που προσάγει τον κόσμο στην ευχαριστιακή Τράπεζα. Εκεί στο δείπνο της βασιλείας του Θεού τελεσιουργείται η ζωή.
Οι τέσσερις ανώνυμοι φίλοι με τη δική τους πίστη σώζουν τον παραλυτικό. Γιατί όχι κι εμείς να μην είμαστε μεταξύ των σεμνών και ταπεινών που προσκομίζουν τον κόσμο, τους φίλους και τους οικείους στο Χριστό να τελεσθεί το θαύμα, να έρθει η ίαση και η σωτηρία στους ανθρώπους;
(Γ.Π.Πατρώνου, Ομοτιμ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών, «Κήρυγμα και Θεολογία», τ. Α΄)