Πεντηκοστή – Πώς ενεργεί η Θεία Χάρις;
23 Μαΐου 2010
+ Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού
Με το γεγονός της Πεντηκοστής, που κατήλθε το Άγιο Πνεύμα στα μέλη της Εκκλησίας, δεν υπάρχει καμιά μορφή αδυναμίας στην ανθρώπινη φύση. Ο μέχρι τώρα αδύναμος άνθρωπος, ο οποίος ήταν παιχνίδι του διαβόλου και του θανάτου, γίνεται ισχυρός ώστε να «πατεί επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού». Η Χάρις που μένει πάντοτε μαζί μας είναι «η επαγγελία του Πατρός» την οποία ο Κύριος υποσχέθηκε. Δεν φοβόμαστε ούτε τα πάθη, ούτε την αμαρτία, ούτε τις κακές μας συνήθειες, ούτε το σατανά, ούτε και αυτόν τον θάνατο, εφ’ όσον μένει μαζί μας «εις τον αιώνα ο Παράκλητος, το Πνεύμα της αληθείας».
Αυτό που μας απασχολεί είναι, αν αυτός ο Παράκλητος ενεργεί μέσα μας και πραγματοποιεί τον αγιασμό μας. Να πω ένα παράδειγμα για να γίνω πιο σαφής. Υποτίθεται ότι μας έχουν δώσει ένα όπλο ισχυρό να αμυνόμαστε και να πολεμάμε τους εχθρούς μας. Αν δεν λειτουργεί αυτό το όπλο, τότε τί ωφελεί που το κρατούμε; Πιστεύομε ότι μαζί μας είναι η θεία Χάρις, όπως μας παραδίδει η Εκκλησία; Θα με ρωτούσε ίσως ένας και θα μου έλεγε. Αφού λοιπόν είναι έτσι, γιατί έχομε τόσες αδυναμίες; Γιατί μας κατανικά η αμαρτία; Γιατί μας κατατροπώνει ο σατανάς; Γιατί φοβόμαστε; Γιατί δειλιάζουμε; Γιατί οπισθοχωρούμε; Γιατί δεν προοδεύομε; Ας δούμε αυτο το θέμα με ιδιαίτερη προσοχή.
Εάν εμείς φυλάττουμε την πίστη μας, τηρούμε τις εντολές και αποστρεφόμαστε την ενέργεια της αμαρτίας μέχρι και αυτήν την προσβολή, τότε φυσικά, μόλις επικαλεστούμε τη θεία Χάρη, αμέσως αυτή ενεργεί· δεν μας δίδει μόνο θάρρος και δύναμη, αλλά και στο σατανά προκαλεί φόβο και φρίκη. Αυτός είναι ο τρόπος του θριάμβου και της νίκης.
Εάν όμως ραθυμούμε και αφήνουμε τα καθήκοντα μας και δεν αμυνόμαστε όταν δίδεται αφορμή πάθους ή πολέμου της αμαρτίας, τότε, όταν επικαλούμαστε τη Χάρη, αυτή δεν ενεργεί. Λέει η Ιστορία ότι κάποτε ο Ιουλιανός ο παραβάτης μυήθηκε στη μαγεία. Από μικρός, παρ’ όλο που ήταν χριστιανός, ήθελε να απωθήσει τη χριστιανική του πίστη. Ήταν από μικρός κακοήθης. Ασπάσθηκε, λοιπόν, τη μαγεία για να επαναφέρει πίσω τα ειδωλολατρικά έθιμα, τα όποια είχαν καταργήσει οι προγενέστεροι.
Όταν πήγε στο μέρος που τον δίδασκαν τα ανάλογα μαθήματα της μαγείας, μόλις είδε τις διάφορες μορφές των δαιμόνων και την αγριότητά τους, τρόμαξε και έκανε το σταυρό του. Κάνοντας το σταυρό του, έφευγαν οι δαίμονες και δεν μπορούσε ο μάγος να κάνει αυτό που ήθελε. Όποτε τον συμβούλευσε ο μάγος να σταματήσει να κάνει το σταυρό του, αλλά αυτός δεν μπορούσε. Μπροστά στη φρίκη και το φόβο, σταυροκοπιόταν από τη συνήθεια που είχε σαν χριστιανός· και έτσι οι δαίμονες τρέπονταν σε φυγή. Σκέφθηκε λοιπόν ο μάγος κάτι ανάλογο με την πονηρία του. Τον έβαλε λοιπόν και σκότωσε ένα παιδάκι και κράτησε την καρδιά του παιδιού στο χέρι του· λόγω δε της «κατ’ ενέργειαν» αμαρτίας, δεν επιδρούσε η δύναμη του σταυρού και δεν έφευγαν οι δαίμονες πλέον.
Η θεία Χάρις σ’ εμάς που είμαστε χριστιανοί και δεν αρνηθήκαμε τον Χριστό, είναι μαζί μας, ενωμένη υποστατικά. Πώς λοιπόν αμαρτάνουμε και δεν μπορούμε να αντισταθούμε στα πάθη μας; Ακριβώς γιατί παραχαράζουμε το καθήκον μας το χριστιανικό που υποσχεθήκαμε στο βάπτισμα. Πολλές φορές την μεν αμαρτία, σαν αποτέλεσμα, δεν την θέλομε, τα αίτια όμως που την προκαλούν τα ερεθίζομε και τότε κατ’ ανάγκην πέφτομε. Το ότι τόσο εύκολα αμαρτάνουμε, είναι σημείο ότι δεν φυλάττουμε τις εντολές. Δεν είμαστε πραγματικά πιστοί.
Η θέση μας προς τον Θεό είναι καθαρά υιική και επομένως πιστεύομε στο Θεό διότι τον αγαπούμε· και επειδή τον αγαπούμε, τον πιστεύομε και εφαρμόζουμε με λεπτομέρεια αυτό που θέλει. «Εκείνος έστιν ο αγαπών με, ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς». Προσφέρουμε έμπρακτα την αγάπη μας προς το Θεό, όπως και Αυτός τόσο πλούσια την πρόσφερε σε μας, διότι «πρώτος ημάς ηγάπησεν». Τότε μόλις επικαλεστούμε τη θεία Χάρη, που είναι δική Του δωρεά, αμέσως ενεργεί και ολοκληρώνει την προσωπικότητά μας. «Αγράμματους σοφίαν εδίδαξεν, ιερέας τέλειοι, πάντα συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας». «Πάντα ισχύομεν εν τω ένδυναμούντι ημάς Χριστώ» κατά τον Παύλο. Ο Χριστός που μας δίνει δύναμη, είναι η θεία Χάρις, που την πήραμε στο βάπτισμα και τη συντηρούμε με τη συνεχή μετοχή μας στα μυστήρια της Εκκλησίας.
Εάν βιάσουμε τον εαυτό μας και γίνομε ειλικρινείς στις υποσχέσεις μας προς τον Θεό, τηρώντας με λεπτομέρεια τις εντολές Του, μετανοούντες ειλικρινά στα λάθη που κάνομε, τότε η θεία Χάρις, που είναι μέσα μας, βλέποντας τη συνέπειά μας, δείχνει ενεργά την παρουσία της. Ο χαρακτήρας μας που είναι ασθενής γίνεται ισχυρός και η αμαρτία γίνεται ανίσχυρη, διότι αποδυναμώνεται με την παρουσία της Χάριτος. Ο διάβολος φεύγει μόνο με την επίκληση της Χάριτος, γιατί ξέρει τι έχει να πάθει.
Ακριβώς για να κατεργαστούμε τη σωτηρία μας με τόση λεπτομέρεια εμείς οι μοναχοί, εγκαταλείψαμε τον κόσμο και φύγαμε μακριά από τα αίτια. Βρισκόμαστε σ’ έναν απερίσπαστο χώρο με ελάχιστες μέριμνες, για να είμαστε αφυπνισμένοι και προσεκτικοί, όχι μόνο στο να μην αμαρτάνουμε – αυτό είναι εισαγωγικό – αλλά, μετά από αυτό, να φθάσουμε στο σημείο που να θέλουμε μόνο να κάνουμε το καλό. Ζούμε μόνο για να τηρούμε το θέλημα του Θεού. Αυτός είναι ο κεντρικός στόχος και προορισμός μας από την αρχή της δημιουργίας μας, ιδιαίτερα τώρα, μετά την πτώση, που ξεγελαστήκαμε και κατρακυλήσαμε στα δόντια του θανάτου. Τώρα με περισσότερη φροντίδα αγωνιζόμαστε, ώστε και από το μύλο του θανάτου να απαλλαγούμε, και να κληρονομήσουμε τις επαγγελίες που μας χάρισε ο Θεός με την παρουσία Του. Ούτε τα σπίτια θα μας ωφελήσουν, ούτε τα εργόχειρα μας χρειάζονται, ούτε τα συστήματα και τα προγράμματα και τα τυπικά. Αυτά κατ’ ανάγκην τα κάνομε για να καλύψουμε τις υλικές ανάγκες της ζωής μας, αφού έχομε και σώμα. Αλλά ποτέ δεν μας απασχολούν αυτά, ούτε σε αυτά αποβλέπομε, ούτε τα μετρούμε, ούτε τα υπολογίζουμε. Γι’ αυτό και με την παραμικρή αφορμή, αν δούμε ότι κινδυνεύει η σωτηρία μας, τα πετάμε και φεύγομε αμέσως, για να κερδίσουμε το σκοπό μας.
Και όλη η προσπάθεια θα είναι αυτή. Κάθε τί που κινείται μέσα μας, το εξετάζομε· κάθε σκέψη, κάθε ερεθισμός που προκαλείται μέσα μας, τον αρπάζουμε και τον ρωτούμε: Είσαι δικός μας ή εχθρός, «ημέτερος ει ή των υπεναντίων;». Εξετάζουμε τί σκοπό έχει αυτή η σκέψη, τί σκοπό έχει αυτός ο λογισμός. Και εάν πραγματικά και ειλικρινά το ερευνούμε, αμέσως βρίσκομε την αφορμή και τότε με κατάλληλη μέθοδο πολεμούμε και αποβάλλουμε τις σκέψεις τις εμπαθείς από τη σύλληψή τους. Έτσι αποφεύγομε να συγκρουστούμε με τα πάθη και τις αμαρτίες.
Εάν, -εύχομαι να μη γίνει αυτό-, μας παρασύρουν, και οι σκέψεις γίνουν πραγματικότητες και μας νικήσουν, δεν θα παραδώσουμε τη σκυτάλη, αλλά με τους τρόπους της ειλικρινούς μετανοίας θα πενθήσουμε. Έτσι θα πείσουμε τη θεία Χάρη που είναι μέσα μας να μην προσβληθεί και φύγει, αλλά να μας συμπαθήσει και ταυτόχρονα να μας δυναμώσει, ούτως ώστε να απωθήσουμε τον πονηρό, ο οποίος μας παρέσυρε, και στο εξής, έχοντας σαν λάφυρο την πείρα, να γίνουμε προσεκτικότεροι. Αυτή είναι η ολοκληρωμένη μετάνοια, που είναι και το νόημα της εδώ ζωής μας.
Η κύρια προσπάθεια είναι να μη σταματήσουμε στην εισαγωγική μετάνοια, αλλά να φθάσουμε στο τελευταίο σκαλοπάτι της απαθείας. Εκεί που γίνονται τα λάθη, οι απροσεξίες, τα πάθη, οι ήττες, τώρα να μπουν οι αρετές· σιγά-σιγά, με τη βοήθεια της θείας Χάριτος μετά τις αρετές θα έρθουν τα χαρίσματα, οπότε θα φανεί ολοκάθαρα ότι μετέχομε στις υποσχέσεις του Ιησού μας και γινόμαστε κληρονόμοι του Θεού και «συγκληρονόμοι του Υιού Αυτού», ο οποίος τόσο πολύ «ηγάπησεν ημάς». Αμήν.