14η Μαΐου ημέρα απελευθερώσεως Αλεξανδρουπόλεως – Κομοτηνής
22 Μαΐου 2010
Του Γιώργου Δ. Κεμαλάκη
Βρισκόμαστε στα 1920. Είναι άνοιξη. Ο ήλιος ρίχνει τις ζωογόνες αχτίνες του και δίνει ζωή στα πάντα. Οι Θρακιώτες δεν αισθάνονται την χαρά της άνοιξης, γιατί η ιδιόρρυθμη διασυμμαχική κατοχή που τους εξασφαλίζει την με όρους λευτεριά τους, η λύπη και η αγωνία νεκρώνουν όλες τις άλλες αισθήσεις. Αυτήν την αγωνιώδη ερημιά αναταράζει, που και που, ένας ανάλαφρος άνεμος ελπίδας από το 1919 μέσα από το περιλάλητο διασυμμαχικό καθεστώς. Ο Ελληνικός στρατός έστησε περήφανα τη γαλανόλευκη και στρατοπέδευσε στους Τοξότες ύστερα από την ανακωχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί συγκεντρώθηκαν και οι περισσότεροι κάτοικοι των θρακικών περιοχών, που είχαν ξερριζωθεί από τα πατρικά τους σπίτια με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου.
Όλοι οι Έλληνες αφού τελείωσε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος με τη νίκη των συμμάχων έστρεψαν τα μάτια τους στην τράπεζα των συνδιασκέψεων και περίμεναν να δικαιωθούν. Τι θλιβερό, όμως, και
αποκαρδιωτικό μήνυμα διαδόθηκε ύστερα από την περίφημη συνδιάσκεψη του Νεϊγύ. Εδάφη ανέκαθεν Ελληνικά αντί να παραχωρηθούν στη μητέρα Ελλάδα επιβάλλεται σ’ αυτά το περίεργο καθεστώς της διασυμμαχικής κυβέρνησης (ΤΗRACE ΙΝΤΕRALLIΕ).
Η Ευρώπη, η οποία ενωμένη έφερε σε καλό τέρμα τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο για την ελευθερία των λαών, η ίδια καταδικάζει τους συμμάχους λαούς στην καταστροφή, μόνο και μόνο γιατί αυτοί πολέμησαν μαζί της. Είναι φανερό πόσο και κατά ποιο τρόπο η απόφαση αυτή των συμμάχων παραγνωρίζει τα συμφέροντα της Ελλάδας. Αυτό θα μείνει στην ιστορία ως ένα από τα πιο φοβερά δείγματα της περιφρόνησης των δυνατών της γης στις ιερές τους υποχρεώσεις. Η ζωή κυλά, κυλά ήρεμη, θα ‘λεγε κανείς, όμως, αυτή η ηρεμία ξεκινά από το φόβο, ανακατεύεται με την αγωνία, την περίσκεψη, αλλά και την εγκαρτέρηση. Γι’ αυτό οι κάτοικοι των περιοχών αυτών με πίκρα για την εγκατάλειψη, δέχτηκαν τη διασυμμαχική κυβέρνηση σαν το πρώτο βήμα στη δικαίωση και πάλι των εθνικών τους συμφερόντων. Όπως κι αν είχαν διατυπωθεί τα άρθρα της συνθήκης – όχι ικανοποιητικά για τα Ελληνικά συμφέροντα- έδινε, όμως, ένα τέλος στη Βουλγαρική Κατοχή. Και ο Ελληνικός στρατός είχε το δικαίωμα να προχωρήσει και πέρα από τους Τοξότες, μέχρι τον Πολύανθο, με την προϋπόθεση ότι και το τμήμα αυτό θα υπάγονταν διοικητικά στο διασυμμαχικό κρατίδιο της Θράκης. Ανώτερος διοικητής του κρατιδίου της Θράκης ορίζεται ο Γάλλος στρατηγός Σαρπύ, με έδρα την Κομοτηνή.
H Ελλάδα στέλνει πολιτικό εκπρόσωπο τον Χαρίσιο Βαμβακά. Τον Νοέμβριο του 1919 έρχεται στην
Κομοτηνή σαν εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβερνήσεως ο Χαρίσης Βαμβακάς. Προικισμένος με διπλωματική ικανότητα, με θάρρος και πίστη στα δίκαια της Ελλάδας, έγινε ο κινητήριος μοχλός, από την πρώτη κιόλας στιγμή, σε όλες τις πολιτικές και διπλωματικές ενέργειες που είχαν σαν αποτέλεσμα την μεταστροφή των συμμαχικών αντιλήψεων, την επικράτηση των απόψεων του Ελευθέριου Βενιζέλου και την τελική ενσωμάτωση της Δυτικής Θράκης στη μητέρα Ελλάδα. Η στρατιωτική και πολιτική διοίκηση του στρατηγού Σαρπύ, μέρα με τη μέρα ξέφευγε από τα χέρια του και γινόταν καθαρά Ελληνική χάρη στις άοκνες προσπάθειες του Βαμβακά και των άλλων πολιτικών και στρατιωτικών συνεργατών που τον πλαισίωναν.
Αλλά και ο Ελληνικός πληθυσμός κάθε μέρα γινόταν και πυκνότερος. Η Ελληνική φυσιογνωμία της Θράκης αποκαταστάθηκε με το γυρισμό στα σπίτια τους ενός μεγάλου μέρους Ελλήνων που αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν στο Βαλκανικό πόλεμο.
Έτσι η Θράκη ξαναβρήκε το γνήσιο Ελληνικό χρώμα της, παρά τις κάθε είδους δολοπλοκίες όχι μόνο των ενδιαφερομένων, αλλά ατυχώς ακόμα και των συμμάχων. Μέσα στο πρώτο δίμηνο από την εγκατάστασή του στην Κομοτηνή ο Χαρ. Βαμβακάς ζήτησε και πέτυχε τη δημιουργία Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Διοίκησης από αντιπροσώπους του θρακικού πληθυσμού και την ανάδειξη πολιτικού διοικητή της περιοχής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο προτού παραχωρηθεί η Δ. Θράκη στην Ελλάδα, η Ελλάδα πέτυχε να την αφομοιώσει διοικητικά με το υπόλοιπο Κράτος. Ο Χαρ. Βαμβακάς μαζί με τους άξιους συνεργάτες του κατόρθωσαν σε μικρό χρονικό διάστημα να οργανώσουν όλες τις οικονομικές υπηρεσίες, γιατί οι επιδρομείς είχαν εργασία πολλών αιώνων.
Τα ξημερώματα της 14ης Μαΐου ο στρατοπεδευμένος στον Πολύανθο Ελληνικός στρατός παίρνει
διαταγή να κινηθεί προς Ανατολάς και να καταλάβει την Κομοτηνή -έδρα του διασυμμαχικού κρατιδίου- και στη συνέχεια την υπόλοιπη Δυτ. Θράκη. Ο Αντιστράτηγος Παμίκος Ζυμβρακάκης, αφού συνεννοήθηκε με τον στρατηγό Σαρπύ για την αποχώρηση των Γαλλικών στρατευμάτων, μπήκε επικεφαλής του απελεθερωτικού στρατού της Δυτ. Θράκης. Οι αλυσίδες της πολύχρονης σκλαβιάς σπάζουν. Η Ρωμιοσύνη ξεσηκώνεται από τις μαντατοφόρες σάλπιγγες της λευτεριάς.
Το πρωί η πόλη βρισκόταν στο πόδι, σημαιοστολισμένη, μέσα στη γαλανόλευκη. Η χαρά όλων ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα τους. Με ενθουσιασμό ο πληθυσμός της πόλης βγήκε για να προϋπαντήσει τον Ελληνικό απελευθερωτικό στρατό. Ένα όνειρο ολοκλήρων αιώνων τις στιγμές εκείνες γίνονταν μια ζωντανή πραγματικότητα. Οι Ελληνίδες, τα κορίτσια της Κομοτηνής κρατώντας γαλανόλευκες σημαίες και λουλούδια στα χέρια, πρόσφεραν στον επικεφαλής της Μεραρχίας στρατηγό ανθοδέσμη και τον προσφώνησαν το “Καλώς ώρισες” στα άγια χώματα της πολυπαθούς και σκλαβωμένης Θράκης. Δάκρυα χαράς έτρεχαν από τα μάτια των αγνών πατριωτών. Οι εκδηλώσεις χαράς και ενθουσιασμού εξακολουθούσαν μέχρι τη στιγμή που μπήκε στην πόλη της Κομοτηνής το πρώτο τμήμα του Ελληνικού στρατού.
Το τι έγινε τη στιγμή εκείνη είναι αδύνατον να περιγραφεί όσο κι αν προσπαθήσουμε. Όλοι, νέοι και γέροι, άντρες και γυναίκες με τα μωρά στις αγκαλιές έραιναν με λουλούδια, αγκάλιαζαν και φιλούσαν τους γενναίους και ένδοξους στρατιώτες, τα αντρειωμένα παιδιά της γλυκιάς μάνας Ελλάδας, που από τη στιγμή εκείνη δεχόταν στη θερμή αγκαλιά της την πολυστέναχτη Κομοτηνή.
Ο επικεφαλής της Μεραρχίας στρατηγός Παμίκος Ζυμβρακάκης περιστοιχούμενος από το επιτελείο του, τον συνταγματάρχη Ψαρρά, τον ταγματάρχη Μπιτσάκη, τον λοχαγό Δαβάκη (τον ήρωα της Πίνδου και του Σαράντα) κ.ά. έφιπποι με στολισμένα τα άλογά τους κατευθύνονταν στην κεντρική πλατεία μπροστά στο Δημαρχείο. Εκεί θα γινόταν από το Γάλλο στρατηγό Σαρπύ η παράδοση της πόλης στα Ελληνικά στρατεύματα. Ο στρατηγός Σαρπύ περιστοιχούμενος από το επιτελείο, ως και από τους αντιπροσώπους του Θρακικού πληθυσμού, καμάρωσε την Ελληνική λεβεντιά που παρέλασε μπροστά του. Αφού χαιρετίστηκαν οι στρατηγοί, ο Σαρπύ παρέδωσε το Πρωτόκολλο παραδόσεως της πόλης. Ύστερα από την τελετή της παράδοσης πήγαν όλοι στην εκκλησία της Παναγίας, όπου ψάλθηκε μεγάλη Δοξολογία για το ευτυχές γεγονός της απελευθέρωσης.
Την απελευθέρωση της Κομοτηνής ύμνησε και η εκκλησιαστική Υμνολογία με το εξής τροπάριο:
Εν τη Αγία Θεογενήτορ, εικόνι Σον Κομοτηναίων η πόλις. Επαγγέλλεται καυχωμένη, Ροδόπης δε λαός Ταύτη προστρέχει πανευλαβώς. Ην προσφυώς Φανερωμένην καλούμεν Προστασία των ψυχών ημών.
Αυτό το ευτυχές εθνικό γεγονός γιορτάζουμε. Ας γεμίσουν από εθνική περηφάνεια και χαρά οι καρδιές όλων μας. Και ας κλίνουμε ευλαβικά το γόνατο μπροστά στην ιερή μνήμη όλων εκείνων των παιδιών της Ελλάδας που έπεσαν σε κάθε γωνιά της αιματοβαμμένης γης, για να φέρουν το μήνυμα της λευτεριάς στους σκλάβους και για να διδάξουν στην ανθρωπότητα πως αγωνίζονται και πως πεθαίνουν οι Έλληνες όταν πολεμούν για την Πατρίδα και για τα πανανθρώπινα ιδανικά.