Το «άβατο»
6 Μαΐου 2010
Το άβατο του Αγίου Όρους αποτελεί ίσως το πιο εντυπωσιακό ιδίωμα και το λεπτότερο και μοναδικότερο χαρακτηριστικό της αθωνικής πολιτείας. Στην υπερχιλιόχρονη ιστορία του, η ιερή γη του δεν φιλοξένησε ποτέ γυναικεία παρουσία. Αλλά και κάθε θηλυκό ζώο δεν θεωρείται επιθυμητό στο Άγιον Όρος. Και ενώ αυτό αποτελεί το βαθύτερο ιδίωμα και το κρυφό μυστικό του για τους μοναχούς και φίλους του, ταυτόχρονα λειτουργεί ως το προκλητικότερο σκάνδαλο για όσους αντί να ομολογήσουν την ιερότητα και αγιότητά του, με τυφλά μάτια αντικρίζουν τις φυσικές ομορφιές και τους θησαυρούς του.
Στη σκέψη τους το Άγιον Όρος είναι μουσείο . Είναι τόπος όχι που ζεις, αλλά που επισκέπτεσαι· όχι που νοερά εργάζεσαι, αλλά που φιλοπερίεργα περιεργάζεσαι. Δεν υπάρχει για να σου προσφέρεται όπως είναι, αλλά το βλέπεις για να το διεκδικείς όπως εσύ θέλεις.
Είναι αλήθεια ότι αυτός ο θεσμός, που αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη ασφάλεια της αγιορείτικης ζωής και πνευματικότητος, ενώ δέχθηκε κατά καιρούς ισχυρή αμφισβήτηση, τελικά παρέμεινε ανέγγιχτος. Τελευταία (στις 14 Ιανουαρίου 2003), η Επιτροπή Ελευθεριών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, κινούμενη σε μια εντελώς διαφορετική λογική ζήτησε τήν κατάργηση του.
Η δια μέσου της ιστορίας όμως, απουσία γυναικών από το Όρος είναι κάτι πολύ διαφορετικό από μια κοσμική, προστατευτική κάποιας ιδιόρρυθμης απαίτησης απαγόρευση.
Αυτό το ιδίωμα, που συχνά ονομάζεται και προνόμιο του Αγίου Όρους, ενώ θεωρείται τόσο σημαντικό και καθοριστικό του πνευματικού χαρακτήρα και της καθόλου πορείας του, με κανένα τρόπο δεν υπαινίσσεται ένα μισογυνισμό ή έστω κάποιον ασεβή υποβιβασμό της αξίας του γυναικείου φύλου, αλλά θέλει να τονίσει την ασυμβίβαστη και αδιαπραγμάτευτη προσήλωση του Όρους στα απολύτως αναγκαία εκ του κόσμου τούτου.
Απόδειξη αυτού είναι η μέχρι σημείου υπερβολής ίσως τιμή όχι μόνο στο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, αλλά και των υπόλοιπων, λίγων μεν αλλά ιδιαίτερα προσφιλών γυναικών αγίων, όπως η αγία Άννα, στο πρόσωπο της οποίας τιμάται η μεγαλύτερη Σκήτη, η αγία Μαρία η Μαγδαληνή, που θεωρείται κτητόρισσα της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας και η οσία Αναστασία η Ρωμαία, στην Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου. Και των τριών αυτών Αγίων φυλάσσονται μεγάλα τεμάχια των τιμίων λειψάνων τους: της αγίας Άννας το πόδι, της αγίας Μαρίας το αριστερό χέρι και της οσίας Αναστασίας το δεξιό χέρι και οι κνήμες.
Στο Όρος επιθυμητό είναι ό,τι είναι πνευματικό, ασκητικό και καθαρά μοναχικό ή τουλάχιστον αναγκαίο. Η παρουσία των γυναικών ούτε επιθυμητή είναι ούτε βέβαια και αναγκαία. Αυτή η σοφή ισορροπία ανάμεσα στο επιθυμητό και αναγκαίο αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη κληρονομιά και ασφάλεια της πνευματικής πορείας του. Καθετί που δεν είναι αναγκαίο είναι περιττό και απορριπτέο.
Το άβατο για τους μοναχούς λειτουργεί ως αφορμή για καθαρή σκέψη από καθετί που την καθιστά γήινη. Προ ετών μου αφηγήθηκε ο γνωστός αγιορείτης ασκητής π. Παΐσιος ένα εντυπωσιακό περιστατικό. Ο σοφός και άγιος ηγούμενος μιας μονής, έχοντας ένα σοβαρότατο πρόβλημα υγείας έπρεπε να βγει στη Θεσσαλονίκη για να νοσηλευθεί. Με κανένα όμως τρόπο δεν δεχόταν κάτι τέτοιο, χωρίς παρά ταύτα να προβαίνει σε περαιτέρω εξηγήσεις. Τελικά, η σύναξη της μονής αποφάσισε χωρίς τη συναίνεση του και του ζητήθηκε να κάνει υπακοή.
Με αφοπλιστική ταπείνωση ο ίδιος τους εξομολογήθηκε ότι αυτό που τον δυσκόλευε ήταν ότι είχε έλθει στο Άγιον Όρος μικρό παιδάκι, έφθασε σε βαθύ γήρας, ποτέ του δεν είχε βγει στον κόσμο και δεν θυμόταν πώς ακριβώς είναι οι γυναίκες, ώστε αν βρεθεί προ πειρασμού να τον αντιληφθεί και να προστατευθεί. Του είπαν λοιπόν ότι είναι πιο κοντές, δεν έχουν γένια, η φωνή τους είναι πιο λεπτή και τα σχετικά. Τότε αυτός είπε: «Τώρα κατάλαβα· δηλαδή είναι κάπως σαν την αγία Βαρβάρα ή την αγία Παρασκευή ». Αυτές ήταν οι παραστάσεις του! Δεν τόλμησε να κατατάξει τη Παναγία στις γυναίκες. Με αυτή την αγνότητα και καθαρότητα δεν οικονόμησε ο Θεός μόνο να χειρουργηθεί ο ίδιος, αλλά με το άρωμα της αγιότητάς του να εμπνεύσει ένα ολόκληρο νοσοκομείο, έναν ολόκληρο κόσμο, που στο πρόσωπό του δεν γνώρισε έναν ασθενή μοναχό, αλλά έζησε την έκπληξη ενός υπερκόσμιου αγίου.
Το Όρος για να μείνει βατό στον Θεό, τη χάρη Του και κάθε διψασμένη ψυχή, πρέπει αδιαπραγμάτευτα να χαράξει τα όριά του και ανυποχώρητα να διατηρήσει τα «άβατά» του!
(Νικολάου, Μητροπολίτου Μεσογαίας, «Φωνή αύρας λεπτής», Εκδ. εν πλω).