Τί σημαίνει ότι «ο καιρός είναι συνεσταλμένος;»
2 Μαΐου 2010
του Αγίου Γρηγορίου, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, του Παλαμά.
Η δε Σαμαρείτιδα, καθώς άκουσε από το Χριστό αυτά τα εξαίσια και θεοπρεπή λόγια, ότι ο Θεός από κανένα δεν προσκυνείται αληθινά παρά μόνο από αυτόν που ζει μέσα στο Πνεύμα και την Αλήθεια του, τότε και αυτή όπως η στο Άσμα των Ασμάτων ψυχή που νυμφεύεται τον Θεό, αναπτερωμένη από τη φωνή του Νυμφίου της αφθαρσίας, μνημονεύει τον προσδοκώμενο και ποθούμενο νυμφίο, που είναι μπροστά της, χωρίς να το ξέρει, λέγοντας· «γνωρίζω ότι έρχεται ο Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός· όταν έλθει εκείνος θα μας τα διδάξει όλα». Βλέπετε πως ήταν προετοιμασμένη για την πίστη, είχε δηλαδή την αίσθηση ότι πλησιάζει ήδη ο προσδοκώμενος, και ήταν γεμάτη ελπίδα; Άρα δεν ταιριάζει σ’ αυτήν αυτό που είπε ο Δαβίδ, « είναι έτοιμη η καρδιά μου, Θεέ, είναι έτοιμη η καρδιά μου, θα τραγουδήσω και θα ψάλω μέσα στη δόξα μου” (Ψαλμ. 56,8).
Από πού το γνώριζε αυτό με τόση βεβαιότητα και ασφάλεια και θα είχε τον εσωτερικό πόθο γι’ αυτό, αν δεν είχε μελετήσει τα προφητικά βιβλία με μεγάλη σύνεση; Γι’ αυτό είχε και το νου τόσο μετατάρσιο, γεμάτο θεία νοήματα. Καθώς βλέπω τώρα με χαρά το σφοδρό πνευματικό πόθο της Σαμαρείτιδας αυτής προς το Χριστό, μου έρχεται να πω πάλι γι’ αυτή τα λόγια του Άσματος εκείνου, «ποιά είναι αυτή που προβάλλει σαν την αυγή, ωραία σαν τη σελήνη, εκλεκτή σαν τον ήλιο;» (Άσμα 6,10). Διότι, αφού εξαγγέλλει ότι σε λίγο θα φανεί ο νοητός ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός και υποδηλώνει ότι δι’ αυτής αρχίζει η Εκκλησία των εθνών, σαν να ανεβαίνει από ιερή κολυμβήθρα, την πηγή πάνω στην οποία στεκόταν, καθώς την κατηχούσε ο Σωτήρας, την βλέπω να προβάλλει σαν πολυαγάπητος όρθρος. Είναι δε ωραία σαν σελήνη, επειδή φέγγει, αν και επικρατεί η νύκτα της ασέβειας· ακόμη εκλεκτή δε σαν ήλιος, γι’ αυτό ονομάσθηκε Φωτεινή από τον Σωτήρα και καταγράφηκε και αυτή στον κατάλογο των μελλόντων να λάμψουν σαν ήλιος κατά το ευαγγέλιο· επειδή επισφράγισε τον υπόλοιπο φωτοειδή βίο της με μακάριο και μαρτυρικό τέλος και τώρα δε ανεγνώρισε το Χριστό ως αληθινό Θεό και τον εξύμνησε τελείως ως Θεό· και ό,τι είπε αυτός υστέρα στους μαθητές περί του συμφυούς και ομότιμου Πνεύματος, ότι, θα έλθει εκείνος, θα διδάξει όλη την αλήθεια, τούτο λέγει προλαβαίνοντας και αυτή περί αυτού, “όταν έλθει εκείνος θα μας τα διδάξει όλα” (Ιω. 15,26).
Αλλά μόλις την είδε να είναι τέτοιας λογής ο νοητός νυμφίος Χριστός, λέγει σ’ αυτήν απροκάλυπτα, “εγώ είμαι που σου μιλώ”. Εκείνη δε γίνεται αμέσως εκλεκτή πραγματικά ευαγγελίστρια και αφήνοντας τη στάμνα και τρέχοντας προς την πόλη τους πείθει με τα λόγια και τους οδηγεί προς την πίστη του φανέντος Χριστού, λέγοντας «ελάτε να δείτε άνθρωπο, που μου είπε όλα όσα έκαμα· μήπως αυτός είναι ο Χριστός;». Ομιλεί δε έτσι όχι ότι έχει κάποια αμφιβολία, αλλά διότι πιστεύει ότι και οι άλλοι θα πληροφορηθούν καλύτερα με τη θέα και θα πεισθούν ευχερέστερα με τη συνομιλία με τον Κύριο, όπως πράγματι συνέβη.
Εγώ και τα προηγούμενα ανέπτυξα σύντομα, αλλά και τη συνέχεια των ευαγγελικών λόγων θα παραλείψω τώρα… Αλλά σεις προσέξτε αυτή τη Σαμαρείτιδα· μόλις άκουσε τα ευαγγελικά λόγια, που ανακοινώνουμε κι’ εμείς στην αγάπη σας, αμέσως καταφρόνησε τις απαραίτητες ανάγκες του σώματος. Άφησε αμέσως και τη στάμνα και το σπίτι, και, τρέχοντας στην πόλη και παρασύροντας τους Σαμαρείτες, επανήλθε πάλι μαζί με αυτούς προς το Χριστό διότι το, «ελάτε να δείτε», αυτό ακριβώς σημαίνει, «ακολουθήστε με και θα σας οδηγήσω και θα σας δείξω τον Σωτήρα που ήλθε από τους ουρανούς στο κόσμο».
Έτσι προέτρεψε τότε εκείνους και τους παρουσίασε στο Χριστό· εμάς δε τώρα με την εγκατάλειψη του σπιτιού και της στάμνας διδάσκει να θεωρούμε προτιμότερη από τις απαραίτητες ανάγκες την ωφέλεια από τη διδασκαλία, την οποία, ο Κύριος ονόμασε αγαθή μερίδα προς τη Μάρθα του ευαγγελίου, υπερασπίζοντας τη Μαρία που παρακολουθούσε το λόγο (Λουκ. 10,42). Εάν δε πρέπει να περιφρονούμε τα αναγκαία, πόσο περισσότερο τα άλλα; Άλλωστε τί σε βιάζει προς τα εκεί και σε απομακρύνει από τα ωφέλιμα ακούσματα; Μήπως η φροντίδα του σπιτιού, των παιδιών και γυναίκας; Οικείο ή συγγενικό πένθος ή χαρά; Αγορά κτημάτων ή πώληση; Χρήση όλων των υπαρχόντων σου ή μάλλον κατάχρηση; Αλλ’ άκουσε με σύνεση τα αποστολικά διδάγματα. «Ο καιρός, αδελφοί είναι συνεσταλμένος στο εξής, ώστε και όσοι έχουν γυναίκες να είναι σαν να μη έχουν και όσοι κλαίνε σαν να μη κλαίνε και όσοι χαίρονται σαν να μη χαίρονται και όσοι αγοράζουν σαν να μη κατέχουν και όσοι χρησιμοποιούν αυτό τον κόσμο σαν να μην τον παραχρησιμοποιούν διότι το σχήμα του κόσμου τούτου παρέρχεται» (Α’ Κορ. 7,29),
Τί σημαίνει ότι «ο καιρός είναι συνεσταλμένος;». Σύντομη η ζωή, κοντά ο θάνατος, φθαρτός ο κόσμος αυτός, άλλος είναι εκείνος που μένει παντοτινά· εμάς δε μας παραπέμπει προς εκείνον με ασφάλεια η καταφρόνηση του παρόντος κόσμου, η ετοιμασία για εκείνον τον μελλοντικό, η κατά το δυνατό διαβίωση απ’ εδώ σύμφωνα μ’ εκείνη τη διαγωγή και η κατά δύναμη αποφυγή των επιβλαβών του παρόντος βίου. Όπως δε όταν γίνεται συχνά επιδρομή εχθρών στα περίχωρα της πόλεως, έχομε τους αγρούς σαν να μη τους έχωμε και τον περισσότερο καιρό, φεύγοντας από εκείνους, καθόμαστε μέσα σε ασφάλεια. Κι’ όταν οι εχθροί αναχωρήσουν για λίγο, χρησιμοποιούμε για σύντομο περίπατο τους δρόμους έξω από την πόλη, χωρίς κατάχρηση, διότι βλέπουμε τον καιρό της χρήσεως συνεσταλμένο. Έτσι και αυτόν τον κόσμο συμβουλεύει ο απόστολος να τον χρησιμοποιούμε αλλά να μην κάνουμε κατάχρηση· διότι βλέπει τους αόρατους εχθρούς να επεμβαίνουν σκληρά και την απειλή της φθοράς που έρχεται γιατί «περνά», λέει, «το σχήμα αυτού του κόσμου», επειδή τα παρόντα δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχουν, αλλά μόνο σχήμα έχουν, και γίνονται μεν αλλά δεν είναι· φαινόνται για λίγο αλλά περνούν και φεύγουν. Αν θελήσει κάποιος να τα κατέχει, δεν θα μπορέσει ποτέ. Είναι σαν τη σκιά του καλοκαιρινού, χωρίς βροχή, σύννεφου που παρασύρεται από τον άνεμο και φεύγει γρήγορα. Δίνεται η συμβουλή για να γίνει φανερή η πρόθεση του καθενός και για να δώσει σημάδι της επιγνώσεως των εντολών του Θεού. Διότι κι’ αν θελήσει κανείς να τα κατέχει, όπως είπα, τα παρόντα δεν μπορεί, κι’ αυτό με δυο λόγους· Πρωτον, ο κόσμος αυτός φεύγει. Δεύτερον, κι’ ο καθένας από εμάς, που χρησιμοποιούμε αυτόν τον κόσμο, μερικές φορές φεύγει και πριν από αυτά που έχει στη διάθεσή του… και δεν μπορεί πλέον να κατέχει τα του βίου διότι, αφού είναι θνητός ο άνθρωπος, είναι ενωμένος με τα του βίου, που είναι και αυτά τρεπτά…
Το τέλος λοιπόν των προσκολλημένων σ’ αυτόν τον κόσμο είναι πάντοτε συμφορά, αφού τελικά κηδεύονται και εγκαταλείπουν όλα τα εδώ αγαπητά πράγματα. Σε όσους δε περιφρονούν τα πράγματα του κόσμου τούτου και ζητούν να μάθουν για τον μελλοντικό κόσμο και τρέχουν να κάνουν αυτά που θα κάνουν για εκείνον, ο θάνατος, όταν έρχεται δεν επιφέρει ζημιά, αλλά μάλλον τους μεταφέρει από αυτά τα μάταια και ρευστά, προς ανέσπερη ημέρα, προς άφθαρτη τρυφή, προς αΐδια δόξα, προς τα πραγματικά υπάρχοντα και μένοντα αναλλοίωτα.
Αυτά μακάρι να επιτύχουμε όλοι εμείς, με τη χάρη και φιλανθρωπία αυτού που έκλινε τους ουρανούς και κατέβηκε για μας· όχι ως εμάς, άλλα και ως τις έγκλειστες στα καταχθόνια ψυχές που από εκεί ξανανέβηκε με την ανάσταση και αναβίωση και προσέφερε σ’ εμάς το φωτισμό και τη γνώση και την ελπίδα των ουράνιων και αιώνιων, στα οποία είναι δοξασμένος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Αποσπάσματα Ομιλίας στην Σαμαρείτιδα).