Λίγοι έκαναν το Σατανά… να λαχανιάσει τόσο!
15 Απριλίου 2010
Στους σημερινούς καιρούς θυμάται κανείς με τρόμο τα λόγια του Χριστού: «Ο υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» Γιατί η σημερινή Χριστιανοσύνη είναι τόσο άτονη στην πίστη, τόσο μαλθακή, τόσο εκκοσμικευμένη, ώστε να ξεπηδά αυθόρμητα το ερώτημα, που ο Κύριος πρώτος ξεστόμισε και που όσοι υποφέρουν μαζί μ’ Αυτόν δεν είναι δυνατόν παρά να το επαναλαμβάνουν.
Δεν πρόκειται εδώ ν’ ασχοληθούμε γενικά μ’ αυτό το συνταρακτικό ερώτημα. Θίγουμε μονάχα μια πλευρά ενός τέτοιου ερωτήματος, εκείνη που άφορα ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της σημερινής ολιγοπιστίας. Δηλαδή την αποθάρρυνση μπροστά στις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσεως, που σταματούν σαν πελώρια φράγματα την καλή διάθεση που έχει κάθε χριστιανός να προχωρήσει στο δρόμο της πνευματικής του τελειοποιήσεως. Κι αντί να χρησιμοποιήσουμε αφηρημένες προτροπές, εποικοδομητικότερο είναι να πάρουμε μες από την Αγία Γραφή το παράδειγμα ενός ένδοξου προσώπου της και να το στήσουμε μπροστά στα μάτια της ψυχής μας.
Αυτός ο άνθρωπος είναι ο απόστολος Πέτρος. Είναι ζωντανά στη μνήμη του καθενός μας τα βαθιά του ελαττώματα. Όλοι ξέρουμε πως ήταν μια ψυχή καλοπροαίρετη, αλλά με χίλιες δυο ατέλειες. Κουβαλούσε μια υλοφροσύνη, που τύλιγε σαν σβώλος πηχτού χώματος το χρυσάφι των αγνών της προθέσεων.
Ο νους του απλοϊκού κι άξεστου αυτού ψαρά δούλευε συχνά αντίθετα από τις σκέψεις του Χριστού. Αγκάλιασε τον Διδάσκαλο μ’ αγάπη μεγάλη, μα αντί ν’ ανεβαίνει από το χώμα στους κόσμους του Πνεύματος, η αγάπη αυτή, ολόβαρη από γήινη νοοτροπία, προσπαθούσε να σύρει τον Υιό του Θεού προς τα κάτω, να Τον αναποδογυρίσει.
Η αγάπη του Πέτρου, αυθόρμητη, παρούσα σε κάθε φάση της ζωής του Κυρίου, κάθε άλλο παρά ανέπαυε κι ευκόλυνε τον Χριστό. Ήταν περισσότερο ένα εμπόδιο -όπως λέγει κάποιος βιογράφος του Σωτήρος – παρά μια παρηγοριά.
Μα όλα τα παραπατήματα αυτής της αγάπης, παραπατήματα που δεν οφείλονταν μόνο σ’ ένα επιπόλαιο χαρακτήρα, σ’ ένα πεζό μυαλό, μα και στην ορμή μιας απέραντης αφοσιώσεως, δεν οδήγησαν ποτέ τον Πέτρο στην άβυσσο. Η μακροθυμία του Χριστού άπλωσε σ’ αυτόν ένα πλατύ έδαφος.
Αλλά τόσο σκληρό. Δεν ήταν μια μακροθυμία φανερή, στρωμένη με ρόδα. Με όση ανυπομονησία ο μαθητής ήθελε κάθε φορά ν’ αποδείχνει τι αισθανόταν για τον Διδάσκαλο, με άλλη τόση κι Εκείνος έδειχνε τί σκεπτόταν γι’ αυτόν.
Συχνά τα λόγια του Κυρίου ήταν επιτιμητικά, σε σημείο που θα μπορούσε να εκφραστεί μονάχα ένας αληθινής φίλος, γιατί έλειπε απ’ αυτά κάθε διάκριση. Σε σημείο που επίσης ένας αληθινός φίλος θα μπορούσε να τα βαστάξει, γιατί θα ήξερε πως όσο κι’ αν φαίνονταν υπερβολικά βαριά, προέρχονταν από την ίδια την Αγάπη.
Η οικειότητα ανάμεσα στο Χρίστο και στον Πέτρο ήτανε στερημένη από κάθε διάκριση. Ο Διδάσκαλος ανεχόταν την πύρινη προπέτεια του Κηφά, την άφηνε να εκδηλώνεται κι ύστερα χωρίς οίκτο τη σύντριβε.
Η άγια ωμότητα του Δεσπότη. Το φοβερό της πρόσωπο, Κύριε, είναι το ακριβότερο δείγμα αναγνωρίσεως εκείνων που αγαπάς. Μ’ αυτή την ωμότητα, δίνεσαι χωρίς προφύλαξη σ’ όσους παραδέχεσαι. Είπες φίλο τον προδότη Ιούδα, όταν είχε χάσει για πάντα κάθε δικαίωμα στη φιλία σου. Άλλα τον Πέτρο τον είπες Σατανά, όταν θέλησε να σου προσφέρει υλική υποστήριξη, και του ζήτησες να χαθεί από μπροστά σου. Ήταν ένας φίλος τόσο στενός, τόσο δικός σου, που μπόρεσες να του φερθείς ακόμη και μ’ αδικία.
Αδικία, που δεν άφησες απλήρωτη, αναποζημίωτη. Γιατί λίγο αργότερα, ο Πέτρος βρέθηκε μπροστά σ’ ένα ξέσπασμα της στοργής σου, που επρόκειτο να τον πνίξει από ευγνωμοσύνη. Όταν ο Σατανάς, στις παραμονές του Πάθους, θα σίμωνε τους αποστόλους για να τους κοσκινίσει σαν το σιτάρι, προσευχήθηκες ιδιαίτερα για τον Πέτρο ώστε να μη του λείψει η πίστη. Όχι μόνο γιατί θα αντιμετώπιζε την ιδιαίτερη επίθεση του Αντιπάλου, μα και γιατί η ομολογία που είχε κάνει αυτός στο δρόμο της Καισάρειας, λέγοντας ότι είσαι ο Υιός του Θεού, θα ήταν ο βράχος της Εκκλησίας σου, γιατί αυτός έπρεπε οπωσδήποτε να κρατηθεί.
Έκανε κατόπιν πως σε ξέχασε, μπροστά στην παιδίσκη του Αρχιερέως. Λιποψύχησε, μα για λίγο. Έπειτα από την άρνηση έκλαψε, έκλαψε πολύ, ως την ώρα που, στην ακρογιαλιά της Τιβεριάδας, μετά την Ανάσταση, τον αποκατέστησες στο αποστολικό αξίωμα.
Άλλωστε και στο τέλος, τον τιμώρησες ένδοξα για την επιμονή που είχε να βλέπει το συμφέρον σου μ’ ανθρώπινα κριτήρια.
Σταυρώθηκε, όπως αναφέρει η Παράδοση, με το κεφάλι προς τη γη, αυτή τη γη που δεν είχε κατορθώσει ν’ απαλλαγεί από την έλξη της, από τη νοοτροπία της όσο γρήγορα χρειαζόταν.
Ο Πέτρος, ο γεμάτος πάθη και πτώσεις, είναι παράδειγμα σωτήριο σ’ εκείνους που αποκάμνουν αγαπώντας και πιστεύοντας το Χριστό, αλλά χωρίς να στέκονται γερά πάνω στο δρόμο του θείου θελήματος.
Αρκούσε ότι είχε αγάπη και πίστη. Τα πολλά φταιξίματα το, δεν τον μείωσαν. Ο Κύριος δεν απελπίσθηκε απ’ αυτόν. Τον κράτησε κοντά του και τον ανέβασε στην κορφή της αγιότητας. Κι αυτό, γιατί ήταν μια καρδιά ανιδιοτελής, ανεπιφύλαχτη, που ήθελε να βρίσκεται πάντα, μπροστά από κάθε άλλη, στο πλάι του Υιού του Θεού.
Ο Πέτρος … Σύντροφος μας παντοτινός σε κάθε προσπάθεια που καταβάλλουμε και σε κάθε ήττα που παθαίνουμε στον πνευματικό αγώνα… Λίγοι έκαμαν τον Σατανά να λαχανιάσει τόσο, ελπίζοντας να κερδίσει μια ψυχή, όσο εκείνος. Στα χέρια του Θεού, όλα τα ελαττώματα που ο Πέτρος είχε, εξαφανίστηκαν ένα – ένα, αλλά ύστερα από τόσους κόπους! Ήταν ελαττώματα βαθιά, σχεδόν απελπιστικά, όλα όμως νικήθηκαν, εξουδετερώθηκαν, έσβησαν χάρη στο θείο Έλεος.
Ο Σίμων Πέτρος είναι το ευγλωττότερο κι εποικοδομητικότερο υπόδειγμα του τι μπορεί να κάνει ο Κύριος όταν υπάρχει στο πλάσμα του η πίστη και η αφοσίωση.
Αν οι αδυναμίες υψώνονται σαν βουνό, αν τα πεσίματα είναι τόσο συχνά, ο Χριστός μπορεί να κάνει άγιο εκείνον που δεν δειλιά, που δεν χάνει το θάρρος, μα εξακολουθεί πεισματικά να πιστεύει, να προσεύχεται, να μετανοεί, να σηκώνεται και να συνεχίζει τον αγώνα της πνευματικής ζωής.
Αυτή τη βέβαιη δυνατότητα του Χριστού, σήμερα δεν την αισθανόμαστε. Η πίστη μας πέφτει, κι εκείνο που μονάχα βαραίνει στη φτωχή μας κρίση είναι η ανθρώπινη αδυναμία. Αληθινά ο ζυγός του Ευαγγελίου είναι ασήκωτος από την ανθρώπινη φύση. Αλλά παύει να είναι τέτοιος, όταν με την πίστη αισθανόμαστε πλάι μας τον Υιό του Θεού, κάτω απ’ αυτόν το ζυγό.
(Βασ. Μουστάκης – «Κιβωτός-Απάνθισμα»).