Όσοι αξιοποιούν τα χρόνια της ζωής τους κατά Θεό, γράφουν το όνομά τους στη πέτρα της αθανασίας!
13 Απριλίου 2010
Το πέρασμα της Παναγίας
«Ποιά είναι αυτή που μας επισκέπτεται από την έρημο; Ποιά είναι αυτή, που προβάλλει σαν ολοκάθαρη πρωία, ωραία όπως η σελήνη, εκλεκτή και θαυμαστή όπως ο ήλιος;»(Ασμ. Ασμάτων, 3,6. 5,10)
Είναι η Κεχαριτωμένη Μητέρα του Κυρίου μας, που πέρασε από τον κόσμο μας αυτό, όπως περνά κάθε άνθρωπος και που όμως τα ίχνη Της θα παραμένουν πάντοτε νωπά. Γι’ αυτό απέραντος είναι ο σεβασμός και η αγάπη μας, στο πανσεβάσμιο πρόσωπό Της. Βαθειά είναι η αδυναμία, που έχουμε εμείς οι ορθόδοξοι σ’ αυτό το γλυκύτατο όνομα και πράγμα, που ονομάζεται Παναγία.
Το πέρασμα κάθε ανθρώπου από τη ζωή αυτή είναι ένα πολύ σημαντικό γεγονός, και συγχρόνως μοναδικό και ανεπανάληπτο. Κάθε άνθρωπος περνάει από τη γη αυτή μια φορά και μόνη, είτε είναι ο πλέον ασήμαντος, είτε είναι ο πλέον επιφανής. Είτε τα χρόνια της επίγειας παρουσίας του είναι λίγα, είτε είναι πολλά. Γιατί δεν έχει τόση σημασία το πόσο θα ζήσει κανείς, αλλά το πώς θα ζήσει. Δηλαδή, εκείνο που μετράει είναι αν το πέρασμά του από αυτή τη σκηνή του κόσμου, θα αφήσει ίχνη ανεξίτηλα και ευεργετικά στο άμεσο ή το ευρύτερο περιβάλλον του, ή δεν θα αφήσει κανένα ίχνος. Αν θα διαγράψει μια φωτεινή τροχιά στον ορίζοντα της ζωής, ή θα είναι σαν το πέρασμα μιας πονηρής αλεπούς.
Ο Αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, θέλοντας να τονίσει αυτή την αλήθεια, χρησιμοποιεί το εξής χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Δύο παιδιά -λέει-έπαιζαν στη παραλία. Το ένα έμεινε στην άμμο, ενώ το άλλο προχώρησε πάρα πέρα, όπου το έδαφος ήταν από πέτρα. Το καθένα από τα δύο αυτά παιδιά έγραψε το όνομα του εκεί που βρέθηκε. Το πρώτο στην άμμο. Το δεύτερο στη πέτρα. Το βράδυ τα παιδιά γύρισαν σπίτι τους. Την άμπωτη τη διαδέχτηκε η παλίρροια και το κύμα έπεσε πάνω στο αμμώδες, αλλά και στο πέτρινο έδαφος της παραλίας. Έτσι, το όνομα που ήταν γραμμένο στην άμμο, έσβησε, ενώ εκείνο που ήταν χαραγμένο στη πέτρα φάνηκε καθαρότερα». Και συμπεραίνει ο ιερός Δαμασκηνός: «Όσοι ζουν σ’ αυτό το κόσμο χωρίς σκοπό, γράφουν το όνομα τους στην άμμο της ματαιότητας. Όσοι όμως αξιοποιούν τα χρόνια της ζωής τους κατά Θεό, γράφουν το όνομά τους στη πέτρα της αθανασίας».
Πέρασαν από τον πλανήτη μας αυτό διά μέσου των αιώνων δισεκατομμύρια ανθρώπινων υπάρξεων. Ανάμεσα σ’ αυτούς, ένδοξοι βασιλείς και ονομαστές βασίλισσες, μεγάλοι και ξακουστοί σοφοί, γυναικείες μορφές περίφημες, γενναίοι στρατηλάτες, ισχυροί κοσμοκράτορες και ένα σωρό άλλοι σπουδαίοι και τρανοί. Όλοι όμως αυτοί, ή έγιναν γνωστοί μετά τη γέννησή τους, ή το πέρασμα τους δεν υπήρξε πάντοτε ευεργετικό για την ανθρωπότητα, μερικές φορές μάλιστα υπήρξε και καταστρεπτικό.
Υπάρχει όμως ένα πρόσωπο το οποίο ήταν γνωστό αιώνες πριν από την εμφάνισή του, η δε παρουσία του στο κόσμο στάθηκε η πιο μεγάλη ευλογία γι’ αυτόν. Και αυτό το πρόσωπο είναι η Παρθένος Μαρία. Η εμφάνισή Της οριοθέτησε το τέλος μιας εποχής, της εποχής της πτώσεως και την απαρχή μιας νέας, της εποχής της απολυτρώσεως. Και επειδή είναι η μία και μόνη γυναίκα, που αξιώθηκε να κυοφορήσει το Θεό, έγινε όπως και Εκείνος το ορόσημο των δύο κόσμων, του προ Χριστού και του μετά Χριστόν. Έγινε η πρώτη μετά τον Ένα. Έγινε εκείνη, που μέσα στα πανάχραντα σπλάγχνα της τελεσιουργήθηκε, μια για πάντα, το απόρρητο μυστήριο της ενώσεως της θείας και της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού. Και με τον τρόπο αυτό ταυτίσθηκε απολύτως και υποστατικώς με Εκείνον. Ώστε, όπως Αυτός μετά την Ανάστασή Του «ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει», κατά τον Παύλο, έτσι αξιώθηκε και Εκείνη να είναι «και μετά θάνατον ζώσα» και παρούσα μέσα στο κόσμο. Έτσι, -όπως διδάσκουν οι Αγ. Πατέρες- η Θεοτόκος είναι η πρώτη που γεύθηκε τους καρπούς της Αναστάσεως του Χριστού και τη δόξα της κατά χάριν θεώσεως. Και εμείς οι ορθόδοξοι το ζούμε το μυστήριο αυτό της Παναγίας. Το γνωρίζουμε από την εμπειρία και το λατρεύουμε. Δεν διαχωρίζουμε το Χριστό από την Παναγία, η οποία Τον γέννησε. Δηλ. δεν διαχωρίζουμε τον καρπό από το δένδρο. Ούτε την Παναγία διαχωρίζουμε από τον Θεάνθρωπο Υιό της. Στην ορθόδοξη ψυχή μας δεν υπάρχει ο Χριστός χωρίς την Παναγία (που εκφράζει την ανθρώπινη φύση Του) όπως θέλουν οι αιρετικοί, που κρατούν τον καρπό και απορρίπτουν το δένδρο, αλλά ούτε και η Παναγία υπάρχει χωρίς το Χριστό. «Ευλογημένη είσαι Συ ανάμεσα στις γυναίκες , αλλά και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας Σου». Αυτό ακριβώς το ιερό σύμπλεγμα «Χριστός και Παναγία» εκφράζεται στις άγιες εικόνες της βρεφοκρατούσας Θεοτόκου, που δεν εικονίζει τίποτε άλλο, παρά το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Λόγου.
Βέβαια, όπως γνωρίζουμε όλοι από τα Ευαγγέλια, η Υπεραγία Θεοτόκος πέρασε από το κόσμο μας, σαν ένας απλός άνθρωπος. Και μάλιστα γνωρίζουμε ότι η σωματική Της παρουσία υπήρξε σεμνή, ταπεινή και προ παντός σιωπηλή, όσο καμιάς άλλης γυναίκας στο κόσμο. Σε όλη της τη ζωή ελάχιστες φορές μίλησε. Δεν επεδίωξε να προκαλέσει την ανθρώπινη προσοχή και δεν κυνήγησε την κοσμική δόξα. Δεν κήρυξε, όπως οι Απόστολοι, δεν έγραψε βιβλία, όπως οι Ευαγγελιστές, αν και θα είχε πολλά να πει για το Χριστό, ως η πλέον αρμόδια. Έγινε όμως η ίδια, με την πανάρετη και πανάγια ζωή της, ένα άλλο μυστικό και έμψυχο ευαγγέλιο του Χριστού, που διδάσκει, εμπνέει και καταπλήττει με τη σιωπή του.
Παρ’ όλα αυτά ο Δυνατός Κύριος «επέβλεψε στην ταπείνωση της δούλης Του και έκανε σ’ αυτή μεγαλεία ανεκδιήγητα, ώστε να καταπλαγούν άγγελοι και άνθρωποι και να την μακαρίζουν από τότε όλες οι γενεές », καθώς η ιδία το πρόβλεψε. Έτσι, η Παναγία μας έγινε το θαύμα των θαυμάτων του Θεού, που «υπερβαίνει κάθε έννοια». Διότι στη περίπτωσή Της πραγματικά «νικήθηκαν της φύσεως οι όροι», όπως θεόπνευστα ψάλλει η Εκκλησία μας. Νικήθηκαν και καταργήθηκαν της φύσεως οι όροι. Διότι! «ποιός γνώρισε ή άκουσε ποτέ» άνθρωπο να γεννήσει «Θεό σαρκωμένο»; Να γίνει δηλ. Θεοτόκος; Ακόμη, πότε ξαναπαρουσιάσθηκε ανθρώπινη ύπαρξη στο κόσμο -όπως λέγει ο Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς- μέσα στη καρδιά της οποίας να συμπέσουν οι δύο μεγαλύτερες αγάπες του κόσμου στο αυτό πρόσωπο, δηλ. η αγάπη του ανθρώπου στο Θεό και η στοργή της μάνας στο παιδί;
Αλλά και ποιός είδε και ποιός άκουσε «μητέρα χωρίς άνδρα να γεννά και να κρατά στην αγκαλιά της Αυτόν που κρατά όλη την κτίση»; όπως λέει το τροπάριο; Και μητέρα, που και μετά τη γέννα παρέμεινε Παρθένος; Ποτέ και κανείς!… Αυτή και μόνη είναι το «μόνον καινόν υπό τον ήλιον και πάντων των καινών καινότατον» (Ι. Δαμασκηνός). Γιατί, όπως διδάσκει και ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, όπως «ο Χριστός έγινε άνθρωπος χωρίς να παύσει να είναι και Θεός», έτσι ακριβώς και τη Μητέρα του «και Μητέρα την κάνει και Παρθένο τη διατηρεί». Όποιος τα σκέπτεται αυτά με πίστη μαζί με τον υμνογράφο της Εκκλησίας αναφωνεί: «καταπλήττει μου τον νουν και εξιστά τον λογισμόν η δόξα Σου Θεοτόκε»! Γι’ αυτή την υπέρλαμπρη δόξα Της και ο Αγ. Ιωάννης ο Ευαγγελιστής , μας μιλάει στην Αποκάλυψη: «Και σημείο μέγα -λέγει- φάνηκε στον ουρανό· γυναίκα περιβεβλημένη τον ήλιο και η σελήνη κάτω από τα πόδια της και στεφάνι από δώδεκα αστέρια»! (κεφ. 12,1).
Αυτή η ηλιοστάλακτη γυναίκα είναι η Παναγία! Αυτή που όχι απλά περιεβλήθη τον ήλιο, αλλά τον χώρεσε ολόκληρο μέσα Της. Αυτή πέρασε από τον πλανήτη μας αυτόν, αλλά δεν τον προσπέρασε. Δεν τον εγκατέλειψε. Παρέμεινε και θα παραμείνει κοντά στο κόσμο και στον κάθε άνθρωπο. «Με την αγάπη της -όπως λέγει ο Αγ. Σιλουανός ο Αθωνίτης- αγκαλιάζει όλο το κόσμο και εν Αγίω Πνεύματι βλέπει όλους τους λαούς της γης, τους σπλαχνίζεται και τους ελεεί». Είναι η Δέσποινα του κόσμου, η ελπίδα και προστασία των πιστών. Αυτή στο πόνο μας, αυτή και στη χαρά μας. Στους κινδύνους και στους πειρασμούς μας πάντα Αυτή στο πλάι μας.
Το σύντομο σωματικό πέρασμα Της και η απαστράπτουσα ακτινοβολία της αγιότητάς Της, άφησαν θεοχάρακτα και αιώνια ίχνη -όσο κανείς άλλος άνθρωπος- στο βίο, στα ήθη, και στον πολιτισμό αυτού του κόσμου. Κυρίως όμως συγκλόνισαν τις καρδιές των ανθρώπων. Γι’ αυτό όπως το μικρό παιδί στη δύσκολη στιγμή φωνάζει «μάνα μου», έτσι και ο κάθε ορθόδοξος φωνάζει «Παναγία μου»! Αυτοί οι δύο αναστεναγμοί εκφράζουν σχεδόν το ίδιο αίσθημα. Πόσο ωραία το λέει και ο ποιητής: «Άλλοι σε κράζουν Έλεος, Ελπίδα ο θλιμμένος, Ελεημοσύνη ο φτωχός, Νερό ο διψασμένος. Βασίλισσα της Εκκλησίας σε κράζει η καμπάνα. Μα η δική μου η ψυχή αυτή σε κράζει Μάνα»! Η Παναγία είναι το δώρο του Χριστού στον καθένα μας λίγο προτού να ξεψυχήσει πάνω στο σταυρό: «Να η Μητέρα Σου» είπε. Και ευχαριστούμε τον Κύριο γι’ αυτό. Για μας τους Έλληνες ιδιαιτέρως η Θεοτόκος είναι η πονεμένη μητέρα μας, που προσκυνείται με δάκρυα και στεναγμούς. Με πόνο και ταπεινή λατρεία, με «χαροποιό πένθος». Είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, όπως θα πει ο Κόντογλου. Σε αυτήν μετά Θεό προστρέχουμε όλοι και «ουδείς κατησχυμένος απ’ Αυτής εκπορεύεται, αλλ’ αιτείται την χάριν και λαμβάνει το δώρημα, προς το συμφέρον της αιτήσεως». Η αγάπη Της για μας τα παιδιά Της είναι απέραντη. Η μητρική Της παρρησία στο Θεό, πανίσχυρη. Η μεσιτεία Της υπερβαίνει τις πρεσβείες όλων των Αγίων μαζί! Η βοήθειά Της άμεση και ταχύτατη. «Και μπορεί και θέλει»-όπως λένε οι Πατέρες. Επειδή δάνεισε στον Κύριο τη σάρκα Της, τον κατέστησε απέναντι Της αιωνίως οφειλέτη. Και γι’ αυτό τώρα: «πολύ ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου». Ο Υιός Της και Θεός μας Ιησούς Χριστός «δεν της χαλάει ποτέ το χατίρι». Και αυτό μπορεί να το καταθέσει σαν προσωπική εμπειρία του ο κάθε χριστιανός.
Κάθε γιορτή και πανηγύρι της Παναγίας είναι σημείο του Θεού στις δύσκολες μέρες που περνούμε. Ο Θεός μας αγαπά και το δείχνει μέσω της Παναγίας Θεοτόκου. Οι άγιες εικόνες Της ζωντανεύουν την παρουσία Της. Και μέσω αυτών η Παναγία μας μιλάει και μας λέγει: «Μη φοβάσθε, εγώ είμαι μαζί σας. Πλησιάστε το Θεό. Και «ό,τι σας λέγει να το κάνετε». Υποταχθείτε στο άγιο θέλημά Του, για να λάβετε «έλεος και χάρη». Και κάτι ακόμη: «ενωθείτε μαζί Του, γιατί ό,τι ενώνεται με το Θεό μένει στον αιώνα. Κι’ εμείς, απευθυνόμενοι στον Υιό και Θεό Της του λέμε ταπεινά: «Την Μητέρα Σου προσάγει Σοι εις ικεσίαν ο λαός Σου Χριστέ· ταις παρακλήσεσιν Αυτής σώσον πάντας ημάς· ίνα Σε δοξάζωμεν την ελπίδα των ψυχών ημών». Αμήν.
(Αρχ. Αθηναγόρου Καραμανζάνη, Ο Χριστιανός στον 21ο αιώνα)