«Δεχόμαστε παραγγελίες στεφάνων ή σταυρών»
13 Απριλίου 2010
Σημεία και πτυχές της πασχάλιας γιορτής.
Μητροπολίτου Διοκλείας κ. Κάλλιστου Ware
Η πασχάλια χαρά
Το Πάσχα, η γιορτή της Ανάστασης του Σωτήρος, είναι, πάνω απ’ όλα μια γιορτή μεγάλης χαράς. Όταν ο αναστημένος Χριστός συναντά τις μυροφόρες καθώς φεύγουν από το μνήμα, το πρώτο πράγμα που τους λέει είναι η λέξη «Χαίρετε». Όσον άφορα σ’ αυτή την πασχάλια χαρά, τρία σημεία έχουν ιδιαίτερη αξία: είναι χαρά προσωπική, είναι χαρά συμπαντική και είναι χαρά ευχαριστιακή.
Το Πάσχα είναι μια χαρά προσωπική. Έτσι καταπώς το βεβαιώνουμε στον πασχάλιο κανόνα της αναστάσιμης ακολουθίας: «Χθες συνεθαπτόμην σοι, Χριστέ, συνεγείρομαι σήμερον αναστάντι σοι». Ο θάνατος του Σωτήρος, η Ταφή και η Τριήμερος Ανάστασή Του, δεν υπάρχουν για να τα ατενίζουμε απλά ως συμβάντα του απώτερου παρελθόντος, αλλά για να τα βιώνει ο καθένας μας ως τεκταινόμενα μέσα στην ίδια του τη ζωή. Υπάρχουν για να είναι άμεσα και προσωπικά. Εγώ σταυρώνομαι με το Χριστό, εγώ θάβομαι μαζί Του και είμαι εγώ που ανασταίνομαι εκ νεκρών μαζί με Εκείνον. Η Ανάσταση του Χριστού είναι ταυτόχρονα και η ανακαίνιση η δική μου, η επαναδημιουργία μου. Είναι ευλογημένοι όσοι το αισθάνονται αυτό στην καρδιά τους τη νύχτα της Αναστάσεως!
Το Πάσχα είναι μια χαρά συμπαντική. Οι ακτίνες του αναστάσιμου φωτός διεισδύουν σ’ ολόκληρη την κτίση. Μέσα από εμάς, τους ανθρώπους, η πασχάλια χαρά κοινωνείται στο κόσμο της φύσης – στα ζώα, στον αέρα, στο νερό, σε καθετί που έρχεται στη ζωή την άνοιξη. Και πάλι, ο αναστάσιμος κανόνας τονίζει εμφατικά αυτό το στοιχείο· «Ουρανοί μεν επαξίως ευφραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω, εορταζέτω δε κόσμος, ορατός τε άπας και αόρατος· Χριστός γαρ εγήγερται». Στην Ορθόδοξη Ρωσία, υπήρχε κάποτε το έθιμο -μπορεί και να επιβιώνει μέχρι σήμερα σε κάποιες περιοχές- να σταματάνε οι αγρότες, γυρίζοντας από την αναστάσιμη ακολουθία και κρατώντας το άγιο φως, στους στάβλους των ζώων, και να ψέλνουν τον αναστάσιμο ύμνο στα άλογα και τα κοπάδια – «Χριστός ανέστη εκ νεκρών…». Δεν υπήρχε τίποτα το γλυκερό σ’ αυτό· ήταν μια αναγνώριση της ζωντανής αλήθειας. Οι άνθρωποι δεν σώζονται από τον κόσμο, αλλά μαζί με τον κόσμο. Ευλογημένοι είναι αυτοί που κατά τη διάρκεια της αναστάσιμης νύχτας εισέρχονται σε ένα μεταμορφωμένο κόσμο!
Το Πάσχα είναι επίσης μια χαρά ευχαριστιακή. Ο Κύριος δεν αποσύρθηκε από ανάμεσά μας κατά την Ανάληψη, αλλά μας άφησε τη Θεία Ευχαριστία ως ένα διαρκή δεσμό. Τρώγοντας τον ουράνιο Άρτο και πίνοντας από το Ποτήριο της ζωής, ενωνόμαστε, εν Πνεύματι Αγίω, με τον αναστημένο και δοξασμένο Χριστό. Για να παραπέμψουμε για μια ακόμη φορά στον αναστάσιμο: «ω Πάσχα το μέγα, και ιερώτατον Χριστέ, ω σοφία και Λόγε, του Θεού και δύναμις, δίδου ημίν εκτυπώτερον, σου μετασχείν, εν τη Ανεσπέρω ημέρα της βασιλείας σου ». Η πασχάλια χαρά σχετίζεται άμεσα με τη χαρά της Κοινωνίας. Δεχόμενοι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού στην Ευχαριστία, συμμετέχουμε από τώρα στο Μεσσιανικό Δείπνο, που θα γευτούμε «εκτυπώτερον» κατά την «ανέσπερη ημέρα» της ουράνιας Βασιλείας.
Το Πάσχα είναι ακριβώς η αφετηρία, ο διαφανής και αμετάθετος εγκαινιασμός αυτής της «ανέσπερης ημέρας». Κι είναι πραγματικά ευλογημένοι εκείνοι που, καθώς λαμβάνουν τη Θεία Κοινωνία το βράδυ της Αναστάσεως, βιώνουν την παρουσία της ερχόμενης Βασιλείας!
Πραγματική κι όμως παράδοξη!
Το Πάσχα, η νίκη του Σωτήρα καταπάνω στο θάνατο, είναι το κέντρο όλης μας της λατρείας, το θεμέλιο όλης της ελπίδας και της χαράς μας. Αν ο Ιησούς δεν αναστήθηκε πραγματικά από τους νεκρούς, τότε, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, όλη μας η πίστη είναι «ματαία» (Α’ Κορ. 15,17) κι εμείς οι χριστιανοί «ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων» (Α’ Κορ. 15,19). Χωρίς την Ανάσταση του Χριστού δεν μπορεί να υπάρξει ζωντανή Χριστιανοσύνη.
Οι ευαγγελικές αναφορές στην Ανάσταση επιμένουν ιδιαίτερα σε δύο σημεία. Καταρχάς, τονίζουν εμφατικά την πραγματικότητά της. Μετά την Ανάστασή Του, ο Χριστός δεν εμφανίστηκε απλά, σαν σε όραμα, στους μαθητές Του, αλλά τους κατέστησε ολότελα σαφές ότι ήταν παρών για μια ακόμη φορά με το πραγματικό -φυσικό Του σώμα – το ίδιο σώμα που προσηλώθηκε και πέθανε πάνω στο Σταυρό. Εκείνο το δειλινό της πασχάλιας ημέρας, το πρώτο πράγμα που κάνει, αφού τους απευθύνει τον χαιρετισμό Του, είναι να τους δείξει τις πληγές στα χέρια και την πλευρά Του. Μια εβδομάδα μετά, ξαναεμφανίζεται και λέει στο Θωμά: «φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείρας μου, και φέρε την χείρα σου και βάλε εις την πλευράν μου, και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός» (Ιωάν. 20,27). Οι μαθητές καλούνται να μην έχουν την παραμικρή αμφιβολία πως το σώμα του Πάθους στο Γολγοθά και το σώμα της Ανάστασης, που τώρα αντικρίζουν μπροστά τους, είναι ένα και το αυτό. Ο αναστημένος Σωτήρας δεν είναι άσαρκο πνεύμα· «ψηλαφήσατέ με και ίδετε», τους λέει, «ότι πνεύμα, σάρκα και οστέα ουκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα… και λαβών ενώπιον αυτών έφαγε» (Λουκ. 24, 39-43). Τα Ευαγγέλια δεν αφήνουν χώρο για καμιά αμφισημία: η Ανάσταση είναι πραγματική.
Όμως την ίδια στιγμή, υπάρχει μια παραδοξότητα, ένα μυστήριο γύρω από το σώμα του αναστημένου Χριστού. Περνά μέσα από κλειστές θύρες (Ιωάν. 20,19). Μετά την Ανάσταση, οι μαθητές δεν αναγνωρίζουν αμέσως τον Ιησού στη λίμνη της Τιβεριάδας (Ιωάν. 21,4)· ούτε ο Λουκάς και ο Κλεόπας στο δρόμο προς Εμμαούς (Λουκ. 24,16). Έχει το ίδιο σώμα που είχε και πριν, κι ωστόσο είναι διαφορετικό, διότι τώρα είναι «σώμα πνευματικόν» (Α’ Κορ. 15,44),
Αυτό δεν σημαίνει πως το σώμα του Χριστού μετά την Ανάσταση είναι, υπό μια έννοια, μη πραγματικό ή εξαϋλωμένο. Όχι: παραμένει ένα ολότελα φυσικό σώμα, αποτελούμενο από υλη. Όμως η υλικότητά του έχει πλέον μεταμορφωθεί από τη δύναμη του Πνεύματος, και υπ’ αυτή την έννοια, έχει απελευθερωθεί από τους περιορισμούς που υφίστανται συνήθως τα σώματά μας. Διαθέτει ελαφράδα, άντωση και ελευθερία – ιδιότητες που τα σώματα των δικαίων θα αποκτήσουν κατά τη γενική ανάσταση των εσχάτων, αλλά που εμείς προς το παρόν δυσκολευόμαστε να φανταστούμε. Όμως, παρότι θαυμαστά μεταμορφωμένο, παραμένει το ίδιο με πριν, ένα φυσικό σώμα.
Aς μην χάνουμε την ευκαιρία, σε κάθε πασχάλια γιορτή, να εκδηλώνουμε την πίστη μας στην πραγματικότητα της εκ νεκρών Ανάστασης του Σωτήρος, να ανοίγουμε κάθε φορά τα μάτια μας εκστατικά ενώπιον του αναστημένου σώματος Του, και να κοιτάμε μπροστά προσδοκώντας τη δική μας μελλοντική ανάσταση των εσχάτων.
Τρία δώρα και μια αποστολή
Ο Ιησούς Χριστός, ο Κύριος μας, εισέρχεται μετά την Ανάσταση, κεκλεισμένων των θυρών, και εμφανίζεται, «ούσης οψίας», στους μαθητές Του. Κομίζει στους Αποστόλους τρία δώρα, και σε ανταπόδοση τους δίνει την εντολή ή τους παραγγέλλει να φέρουν εις πέρας μια αποστολή. Ποιά είναι αυτά τα τρία αναστάσιμα δώρα και ποιά η αποστολή που τα συνοδεύει;
Το πρώτο δώρο είναι το δώρο της Ειρήνης; «Ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον, και λέγει αυτοίς· ειρήνη υμίν» (Ιωάν. 20,19). Η ειρήνη σημαίνει μια αίσθηση κατεύθυνσης: Όχι την απουσία πειρασμών και αγώνα -αυτά συνεχίζονται μέχρι τέλους της ζωής μας- αλλά την απουσία εκείνης της σύγχυσης, της παραζάλης και της αβεβαιότητας, που κάνουν τον άνθρωπο να παραλύει. Τέτοια ήταν η κατάσταση των μαθητών. Όταν είδαν τον Κύριο τους να πεθαίνει στο Σταυρό, απογοητεύτηκαν βαθιά και τράπηκαν σε φυγή, όπως τα πρόβατα χωρίς ποιμένα. Δεν είχαν ιδέα τί θα έπρατταν στη συνέχεια. Όμως τώρα που συνάντησαν τον αναστημένο Σωτήρα, έχουν πλέον μέσα τους ειρήνη. Έχουν μια αίσθηση προσανατολισμού και ξέρουν που πηγαίνουν.
Το δεύτερο δώρο είναι το δώρο τής Χαράς: «εχάρησαν ουν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον» (Ιωάν. 20,20). Η απόγνωση που ένιωσαν οι μαθητές όταν είδαν τον Χριστό σταυρωμένο μετατράπηκε τώρα σε αγαλλίαση. Συντετριμμένοι προηγουμένως, ζαρωμένοι από το φόβο πίσω από κλειδωμένες πόρτες, μεταμορφώνονται έξαφνα από μια μεγάλη χαρά.
Το τρίτο δώρο είναι το σημαντικότερο όλων, είναι η δωρεά του Αγίου Πνεύματος: «Ενεφύσησε και λέγει αυτοίς· λάβετε Πνεύμα Άγιον» (Ιωάν. 20,22). Προεξοφλώντας την πληρέστερη αποκάλυψη κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, ο αναστημένος Χριστός καθιστά τους Αποστόλους «πνευματοφόρους». Αυτό, από μια άποψη, μπορεί κανείς να το δει ως το πλήρωμα του σκοπού της Ενσάρκωσης: όπως βεβαιώνουν οι Πατέρες, «ο Λόγος ενσαρκώθηκε για να μπορέσουμε εμείς να αξιωθούμε το Άγιο Πνεύμα». Όπως λέει και ο Βλαδίμηρος Λόσκυ: «Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα μας -προσωπική και αναφαίρετη στον καθένα μας- είναι το θεμέλιο όλης της χριστιανικής ζωής».
Αυτό είναι το τριπλό δώρο της Ανάστασης του Χριστού: Ειρήνη, Χαρά και Άγιο Πνεύμα. Όμως τα δώρα υπάρχουν πάντα για να μοιράζονται με τους άλλους και να γίνονται χρήσιμα για το καλό των άλλων γι’ αυτό και το τριπλό δώρο κουβαλά μαζί του και μια πρόσκληση αποστολής. «Καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς» (Ίωάν. 20, 21): η Ειρήνη, η Χαρά και η χάρις του Αγίου Πνεύματος συνεπάγονται το στάλσιμο των Αποστόλων σε μια αποστολή. Πρέπει να προεκτείνουν το έργο του Χριστού στο χρόνο και το χώρο, φέρνοντας το δικό Του μήνυμα συγχωρήσεως στους απεγνωσμένους και εξουθενωμένους. Ενδυναμώθηκαν δια του Πνεύματος για να κομίσουν μαρτυρία: «υμείς δε έστε μάρτυρες τούτων» (Λουκ. 24,48).
Κι ωστόσο, ο Κύριος, καθώς προσφέρει τα τρία δώρα Του και εμπιστεύεται στους Αποστόλους ένα έργο, κάνει και κάτι άλλο: «Έδειξεν αυτοίς τας χείρας και την πλευράν» (Ιωάν, 20,20). Γιατί; Δεν χωρά καμία αμφιβολία πως – να τους διαβεβαιώσει πως αυτός που στέκεται μπροστά τους είναι πράγματι Εκείνος ο Ίδιος, αναστημένος από τους νεκρούς με το ίδιο φυσικό σώμα που υπέφερε πάνω στο Σταυρό. Όμως υπάρχει σίγουρα κι ένας βαθύτερος λόγος. Αν ο Σωτήρας τους δείχνει τα πέντε στίγματα των πληγών του Πάθους, νωπά ακόμα στη σάρκα Του, είναι για να τους καταστήσει σαφές πως μόνο ένας τρόπος υπάρχει να εκπληρώσουν με επιτυχία την αποστολή που τους παρέδωσε. Κι αυτός ο τρόπος είναι να Τον ακολουθήσουν στο δρόμο του Σταυρού, να μοιραστούν μαζί Του την ουσιαστική αυτοπροσφορά Του, να βαστάξουν «εν τω σώματι, τα στίγματα του Κυρίου Ιησού» (Γαλ. 6,17). «Υμείς έστε μάρτυρες τούτων» (Λουκ. 24,48): όσο ο καθένας μας γίνεται μάρτυρας, δηλαδή συν-πάσχει και συν-μαρτυρεί μαζί με το Χριστό, όσο είμαστε εκτεθειμένοι, ανοιχτοί στο πόνο των διπλανών μας, τόσο θα μπορούμε κι εμείς να είμαστε αληθινοί απόστολοι.
Στις βιτρίνες των γραφείων κηδειών υπάρχει κάποιες φορές η επιγραφή «Δεχόμαστε παραγγελίες στεφάνων ή σταυρών». Όμως στη πραγματικότητα δεν υπάρχει δυνατότητα επιλογής μεταξύ των δύο: δεν μπορούμε να φορέσουμε το στεφάνι της αναστάσιμης νίκης, αν δεν σηκώσουμε μαζί με το Χριστό το Σταυρό. Κατά το Μεσαίωνα, τα «πασχάλια μνήματα», οι κατασκευές δηλαδή εκείνες που ετοιμάζονταν για να στολίσουν κάθε Πάσχα τους αγγλικούς ναούς, έφεραν πάνω τους την επιγραφή «Vincit qui patitur» – «Αυτός που πάσχει νικά». Αυτό συνέβη με το Σωτήρα μας και αυτό πρέπει να συμβεί και με μας. Ας βαστάξουμε λοιπόν στο σώμα μας τα στίγματα του σταυρωθέντα Ιησού, και στη συνέχεια, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, θα μοιραστούμε μαζί με τους άλλους την Ειρήνη και τη Χαρά του αναστημένου Χριστού!
(«Πάσχα το τερπνόν», εκδ. Ακρίτας)