Ομιλία στη θεόσωμη ταφή του Κυρίου
3 Απριλίου 2010
Αγίου Φωτίου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.
«Ρήγνυται του ναού το καταπέτασμα», ενώ ο Δεσπότης βρίσκεσαι κρεμασμένος πάνω στο ξύλο. Και έτσι, σαν ν’ ακούμε με το σχίσιμο του καταπετάσματος, την καλή αγγελία και το μυστικό σάλπισμα της εισόδου μας στους ουρανούς. Διότι με το ζωοποιό του θάνατο, άνοιξε πάλι το δρόμο της επιστροφής του ανθρωπίνου γένους στους ουρανούς Εκείνος που κενώθηκε γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, που προσέλαβε τη σάρκα μας και όλα τα έπαθε για μας, ο Χριστός και Θεός μας.
Ρομφαία διήλθε την ψυχή της Παναγίας και αειπαρθένου Μαρίας κατά το σωτήριο του Χριστού Πάθος. Όχι γιατί την ταλάντευαν λογισμοί αμφιβολίας, όχι γιατί της ξέσχιζαν την καρδιά τα βέλη της απιστίας, όχι γιατί όλα για όσα έχαιρε άλλαξαν σε πένθος, αλλά γιατί τα μητρικά της σπλάχνα κινήθηκαν σε φυσική συμπάθεια, όπως ήταν επόμενο, βλέποντας τον Υιό της να ανασκολοπίζεται. Και τί δεν αισθάνεται μια μητέρα, όταν βλέπει το παιδί της, που η ζωή του ξεπερνούσε την ανθρώπινη φύση, να γίνεται λεία των κακούργων; Γι’ αυτό, ατενίζοντας το φρικτό Πάθος, το ανοιγμένο μπροστά στα μητρικά μάτια της θέαμα, σαν από ρομφαία ένοιωθε τη ψυχή της να κομματιάζεται.
Το σιχαμερό και φονικό και αχάριστο γένος των Ιουδαίων τόσο είχε αποθρασυνθεί εναντίον του ευεργέτη του, ώστε δεν άπλωσε μόνο πάνω σ’ αυτόν χέρι σφαγής, αλλά δεν άφησε και καμιά χλεύη, κανένα μυκτηρισμό, καμιά βρισιά ασεβέστατη, που να μη στρέψει εναντίον του. Έτσι τον περίπαιζε με το ακάνθινο στεφάνι και την κόκκινη χλαμύδα και τον κάλαμο, ως βασιλέα. Και εδώ ο μεν υψηλός και μέγας Ιωάννης, σαν να παρατρέχει την βρισιά, λέει. «Και εδίδουν αυτώ ραπίσματα». Ο δε θεσπέσιος Μάρκος, καθώς και ο Ματθαίος, καθορίζουν την ύβρη με το όνομά της και την παριστάνουν, λέγοντας «Εκολάφισαν αυτόν… Και Ερράπισαν… Και έλεγαν, προφήτευσον ημίν, Χριστέ, τ ί ς εστίν ο παίσας σε; Ενώ ο θεσπέσιος Λουκάς την μεν λέξη «κολαφίζειν» παρέλειψε, αλλά με σαφήνεια την αναλύει, λέγοντας. «Και οι άνδρες οι συνέχοντες τον Ιησούν ενέπαιζον αυτώ δέροντες, και περικαλύψαντες αυτόν έτυπτον αυτού το πρόσωπον…». Και σημειώνει με έκπληξη ο σοφός Λουκάς, ότι το έθνος των Ιουδαίων δεν χόρταινε καθόλου από τόση βρισιά και ασέβεια. Γιατί, αφού είπε ότι «Έτυπτον αυτού το πρόσωπον, και π εριεκάλυπτον», προσθέτει «Και έτερα πολλά βλασφημούντες» του έλεγαν.
Σταυρώνεται ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού και Θεός, θέτοντας τον εαυτό του παράδειγμα υπομονής και καρτερίας σε όσους βρίσκονται κάτω από κατατρεγμούς και επιβουλές και κακώσεις, ώστε γενναία να τις υποφέρουν, βλέποντας ότι παθαίνουν ανάλογα με εκείνον. Ακόμη δε και για να φανερώσει την παντοδυναμία του. Γιατί με το θάνατό του κατάργησε το θάνατο και τον άδη και το διάβολο και τις αρχές και εξουσίες του κόσμου και θριάμβευσε. Όλα αυτά τί άλλο δείχνουν παρά την πάνω από νου και σκέψη και έννοια παντοκρατορική δύναμη του Θεού; Και έτσι, σωρεύοντας πάνω μας την αγαθότητά του, μας έκανε χρεώστες αγάπης άσπιλης και σύμφωνης με τους νόμους του βίου του, η οποία και αυτή είναι πάλι κέρδος σε μας, γιατί μας παρέχει μερίδιο στη βασιλεία και μας οδηγεί στην ανεκδιήγητη απόλαυση των ουρανίων αγαθών.
Προσκυνούμε, λοιπόν, τον τίμιο σταυρό, όπου το δεσποτικό σώμα απλώθηκε, και το αίμα που καθάρισε τον κόσμο ανάβρυσε και η φύση του ξύλου ποτισμένη απ’ αυτό το αίμα ξεβλάστησε την αγέραστη ζωή αντί του θανάτου. Προσκυνούμε τον τύπο του σταυρού, με τον οποίον τρέπονται σε φυγή τα στίφη των δαιμόνων και θεραπεύονται τα ποικίλα πάθη. Στον πραγματικό σταυρό ενήργησε άπαξ διά παντός η χάρη και η δύναμη του Θεού και συνεχίζεται και στους τύπους του σταυρού με την ίδια ένταση.
Τρόπαιο είναι ο σταυρός του Χριστού στημένο εναντίον του διαβόλου κι από όλα τα τρόπαια λαμπρότατο, αφοί και το σημείο του σταυρού σαν χαράσσεται στον αέρα φυγαδεύει όλη τη στρατιά του διαβόλου. Πριν από το σταυρό, ο θάνατος κυριαρχούσε σε μας, χωρίς να μπορούμε να του αντισταθούμε, και κάθε ελπίδα αναστάσεως μας την έκοβε και τη μάραινε. Αλλά το Πάθος του Δεσπότη του πήρε όλη την εξουσία και πραγματικά συλαγωγήθηκαν τα βασίλεια του άδη
Προσεύχεται ο φιλάνθρωπος Δεσπότης μας και σωτήρας του γένους μας να μη καταλογιστεί στους σταυρωτές του η αμαρτία τους, δίνοντάς μας έτσι υπόδειγμα φιλανθρωπίας και ανοχής που χρωστάμε ο ένας στον άλλον, ώστε να μη ξεπέφτουμε, εναντίον ακόμη και εκείνων που θέλουν το θάνατό μας, σε αγανάκτηση και οργή και κατάρες.
Και «λόγχη νύττεται την πλευράν» κατά το σωτήριο πάθος ο Χριστός και Θεός μας, προτυπώνοντας και εμφανίζοντας για πρώτη φορά σε μας δυο λογιών βαπτίσματα, ένα με νερό και το άλλο με αίμα. Και δέχεται τη λαβωματιά στη πλευρά κι όχι σε άλλο μέρος, διότι από την πλευρά του Αδάμ πλάσθηκε η γυναίκα, μέσω της οποίας και ο Αδάμ αμάρτησε. Τραυματίζεται, λοιπόν, ο Χριστός και Θεός μας, ο καινούργιος Αδάμ, στην πλευρά, με την πληγή του αυτή εξιλεώνοντας την προπατορική αμαρτία και απαλλάσσοντας τον Αδάμ από την ένοχη, που αφορμή της στάθηκε η πλευρά του.
Βλέποντας νεκρούς να σηκώνονται, και τις πέτρες να σχίζονται κατά το δεσποτικό Πάθος, και τον ήλιο να σκυθρωπάζει και να ντύνεται πένθος και σκοτάδι αντί τη λαμπρή του ακτινοβολία, και τους τάφους να αδειάζουν, και τους νεκρούς με τους ζωντανούς να προδιατυπώνουν την κοινή ανάσταση και να συνεορτάζουν, όλα αυτά βλέποντάς τα, πώς δεν απέκοψες κάθε δεσμό με την αμαρτία, που σε έσερνε στην απώλεια και σου σκότωνε τη ψυχή, και πώς με βία πολλή δεν έτρεξες σε μετάνοια δείχνοντας ανάνηψη, για να κερδίσεις την άφεση των πταισμάτων σου ; Αλλά ούτε μ’ αυτά δεν σου μαλακώνει η καρδιά και δεν παύει η πώρωσή σου. Αλλά ολοένα και πιο πολύ κατηφορίζεις στην απονενοημένη σου συμπεριφορά και γίνεσαι πιο πολύ θεομάχος. Και εκείνον που έκαμε τόσα θαύματα, καταδικάζεις σε θάνατο σταυρικό και ζητάς κουστωδία και θέτεις πάνω στο τάφο του σφραγίδες.
Ήταν κάποτε κρυφός φίλος ο Ιωσήφ και νυκτερινός του Χριστού μαθητής. Αλλά υστέρα έσπασε τα δεσμά της δειλίας και έγινε πια θερμός και πιο θαρραλέος από εκείνους που αγαπούσαν το Χριστό στα φανερά. Κι’ έτσι αποκαθηλώθηκε το δεσποτικό σώμα που κρεμόταν υβριστικά επάνω στον σταυρό και του πρόσφερε όλες τις περιποιήσεις που μπορούσε.
(Η ομιλία αυτή σώζεται αποσπασματικά, γι’ αυτό και δεν έχει συνοχή. Μετάφρ. Τιμοθέου Πασχίδη, «Κιβωτός»)