Και ακριβώς σήμερα αισθανόμαστε ένα παλμό αγωνίας, ένα παλμό πανικού!
17 Μαρτίου 2010
Η ΕΞΟΔΟΣ
Έχει σφραγιστεί η εποχή μας από την αγωνία, όση φθορά κι αν έχει υποστεί ο όρος από τη χρήση που κάνουν ανεύθυνοι, συνήθως, άνθρωποι -άνθρωποι που φλυαρούν για το άγχος, την αγωνία, ενώ η συνείδηση και η ζωή τους ολόκληρη έχουν βουλιάξει σε μιαν αναιδή, αποπνικτική μακαριότητα χωρίς κανένα κυματισμό ανησυχίας. Εξακολουθεί να αναστατώνει συνειδήσεις, να θρυμματίζει προσωπικότητες, να φθείρει ζωές, να διατηρεί σε μιαν εκκρεμότητα οδυνηρή ανθρώπινες υπάρξεις ενώ ο χρόνος εξακολουθεί να κυλά παρασέρνοντάς τες όλο και πιο κοντά στο τέλος.
Η αγωνία της εποχής μας είναι σύνθετο βίωμα και κατά τούτο τη χαρακτηρίζει, γιατί θα ήταν παράλογο να υποστηρίξουμε πως άλλες εποχές δεν γεύτηκαν -και ιδίως ο τελευταίος προ Χριστού αιώνας και ο πρώτος μετά Χριστό- τον πικρό αυτό καρπό που φέρνει μια αναστατωμένη ανθρώπινη κοινωνία. Ας σκύψουμε, λοιπόν, να την μελετήσουμε εκεί, στις πηγές της, ώστε να μη χάσει τίποτε από τη δριμύτητά της, την έντασή της, την ανθρώπινη ζεστασιά της. Ο άνθρωπος ζει, βέβαια, πάντοτε σε αγωνία αφού αυτός είναι ο αυθεντικός τόνος της ύπαρξής του. Αλλά όταν μια κοινωνία ολόκληρη αγωνιά, τότε η ανησυχία μας είναι δικαιολογημένη. Και ακριβώς, σήμερα αισθανόμαστε τον παλμό της αγωνίας σε κάθε ουσιαστική εκδήλωση της κοινωνίας, ένα παλμό πανικού.
Η σημερινή αγωνία παρουσιάζεται, κάτω από το φως της συνείδησης μας, τρίμορφη: ζούμε, πρώτα-πρώτα, την ηθική αγωνία που κληρονόμησαν όλοι οι άνθρωποι από τον Προπάτορά τους, καθώς κινούνται ανάμεσα στο Καλό και στο Κακό. Αυτή η εν ελευθερία κίνηση εκφράζει την υπαρξιακή αγωνία, διαμορφώνει το θέλημα του ανθρώπου με δισταγμούς και θυσίες, καθορίζει τη μοίρα του. Ηθική αγωνία σημαίνει πως πάντα θάχεις μπροστά σου δύο δυνατότητες εκλογής και πράξης: Του Καλού ή του Κακού. Αν πιστεύεις στο Θεό, το Καλό εκπροσωπεί το δικό του θέλημα που πρέπει να το εγκολπωθείς, να το κάμεις με δάκρυα οδύνης δικό σου θέλημα, να το υιοθετήσεις ελεύθερα και ν’ αντισταθείς στο Κακό που είναι η δύναμη του Σκότους και που συχνά σου φαίνεται πιο εύκολο στην εφαρμογή του, πιο γλυκύ, πλέον ποθητό και σύμφωνο με τον εαυτό σου. Οι αρχές που έχεις, του Καλού και του Κακού, δεν σε σώζουν πάντοτε γιατί ενώ στη σκέψη σου όλα εύκολα ταξινομούνται, στη ζωή είναι συγκεχυμένα, αινιγματικά, σύνθετα και πρέπει πολύ να πονέσεις ως συνείδηση και ως δύναμη υπαρξιακή για να τ’ αποχωρήσεις, για να τ’ αποσαφηνίσεις.
Η δεύτερη μορφή της αγωνίας του ανθρώπου είναι μεταφυσική: το Δέος μπροστά στην αναμονή του θανάτου, η επανάσταση της ύπαρξης για τούτη την δεινή ύβρη, η ταραχή που πολιορκεί και περισφίγγει το πνεύμα μας καθώς συλλογιζόμαστε το πέρασμά μας μέσα από τα σιωπηλά ερέβη, η ανησυχία που μας μαχαιρώνει κάθε φορά που αναζητούμε και δεν βρίσκουμε απόκριση στο κρίσιμο ερώτημα «πού πάμε;» ή που γνωρίζουμε την απόκριση, πιστεύουμε, αλλά κάποτε τρέμουμε από αμφιβολία για το αν είναι σωστή. Άλλοτε η αμφιβολία μας αντιστρέφεται: δεν έχουμε δισταγμούς στην πίστη μας αλλά αμφιβάλλουμε αν η ζωή που κάνουμε θα μας αξιώσει να βρούμε στην αντίπερα όχθη την ευδαιμονία που επιφυλάσσει ο Θεός στους δικαίους, σ’ εκείνους δηλαδή που αποκρίθηκαν στην ηθική τους αγωνία διαλέγοντας το καθορισμένο από το θέλημα του Θεού Καλό.
Αυτές οι δύο αγωνίες, η ηθική κι η μεταφυσική, συνόδευσαν τον άνθρωπο από τότε που άρχισε να φτιάνει τη ζωή του, -για τον χριστιανό, από τότε που ο άνθρωπος αμάρτησε και διώχτηκε από τον Παράδεισο. Και πρέπει να υπογραμμιστεί πως η πίστη στο Θεό ως συνεχές έργο του ανθρώπου, απάλυνε την αγωνία αυτή γιατί έδινε απόκριση και στην ηθική της μορφή, καθορίζοντας με σαφήνεια και το Καλό και το Κακό, και στη μεταφυσική της μορφή, παρέχοντας με την πίστη στην Αποκάλυψη και στη Χάρη, διέξοδο από το θάνατο, απελευθέρωση από το αιώνιο Σκότος.
Το γκρέμισμα όμως του Θεού που σε μεγάλες συνειδησιακές εκτάσεις επιτέλεσε και συνεχίζει η εποχή μας, όξυνε ως το απροχώρητο και την ηθική και τη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου αλλά γέννησε και μια τρίτη μορφή αγωνίας, καθαρά τραγική, αποκορύφωση του υπαρξιακού χάους του άνθρωπου: «τη ζωική» αγωνία, την αγωνία που φέρνει το κενό, το ανερμήνευτο της ζωής, η αταξία και η απουσία κέντρου και Αυθεντίας σε αυτή. Η αγωνία αυτή είναι ένας βασανισμός της συνείδησης φριχτός καθώς βλέπει πως πια «όλα επιτρέποντα», αλλά συγχρόνως νιώθει πως αυτή η αναρχία είναι ξένη προς τις εφέσεις της, προς την ουσία της, καθώς αισθάνεται πως με την αναρχία αυτή δεν υπάρχει πια καμιά εγγύηση για την αξία του ανθρώπου, για την ιερότητα της προσωπικότητάς του, για το απαραβίαστο των δικαιωμάτων του. Η σύγχυση που δημιουργεί το κενό είναι αγωνία που κυκλώνει τη ζωή και την κάνει να ασφυκτιά, να παραφρονεί. Έτσι ο άνθρωπος ως μοναδικότητα της δημιουργίας ερειπώνεται και μεταμορφώνεται σε μια γλοιώδη και εξουθενωτική μάζα. Το κενό νεκρώνει τα κίνητρα, το μεράκι της ζωής που από επιταγή, πρόκληση θεσπέσια δημιουργίας μεταμορφώνεται σε μια παράλογη, ακατανόητη περιπέτεια, σε μια «φάρσα» με τραγικά αποτελέσματα. Αυτή τη μεγάλη, την τραγική περιπέτεια περνά ο κόσμος σήμερα και έχουν αποκάμει και η Φιλοσοφία και η Τέχνη. Η Τεχνική αφηνιασμένη προχωρεί διασπώντας ακόμη περισσότερο τη ζωή και δεν υπάρχει καμιά άλλη έξοδος από το κενό, το χάος της συνείδησης, από την αναρχία της ζωής, καμιά άλλη έξοδος από την αγωνία, εκτός από την επανεύρεση του Θεού, ως προαιώνιας και αμετακίνητης Αρχής των πάντων, της Αυθεντίας που εξαιτίας της δικής της παρουσίας συγκροτείται και τιθασεύεται το παράλογο της ζωής.
(Κ.Ε.Τσιρόπουλου, «Δοκίμια ευθύνης»