Θεολογία και Ζωή

Το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα των Μοναχών (4)

9 Μαρτίου 2010

Το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα των Μοναχών (4)

Αν θέλετε να διβάσετε το 3ο μέρος πατήστε εδώ

δ. «Υφηγούμαι σοι την τελειοτάτην ζωήν» η η Χριστομίμητη ζωή του μοναχού.

Ο μοναχός μιμείται σε μεγάλο βαθμό τον ίδιον τον Ιησούν Χριστόν. Μιμείται την ταπείνωση του Χριστού που «έλαβε δούλου μορφήν». Μιμείται την υπακοή του Χριστού στο Θεό Πατέρα αλλά και τους γονείς του. Μιμείται τη φτώχεια του Χριστού, ο οποίος δεν είχε που να κλίνει το κεφάλι του, φορούσε απλή ενδυμασία, έτρωγε λιτά, ζούσε απέρριτα, αποσυρόταν σε έρημα μέρη και προσευχόταν, νήστευε, και όλα αυτά για να δείξει, όπως γράφει ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, τους τρόπους της αναχωρήσεως και ησυχίας. «Ζούσε παρθενικά και υπέμεινε πολλές θλίψεις και συκοφαντίες. Τέλος παραδιδόταν, σταυρωνόταν, παραιτείτο μέχρι θανάτου από το οικείο θέλημα της σαρκός, έως ότου παράθεσε το θείο πνεύμα του στα χέρια του Πατρός του. Όλα αυτά βέβαια έγιναν από το Θεό Λόγο για χάρι της ανακλήσεως των ανθρώπων, και παράλληλα διδάσκουν την υπακοή μέχρι θανάτου και τη σταυρωμένη πολιτεία του σχήματος σ’ αυτούς που επιθυμούν να τον μιμηθούν»[29].

Οι υποσχέσεις που δίδει ο υποψήφιος μοναχός δίνονται στον ίδιο τον Χριστό. Μάρτυρες δεν είναι μόνο οι παρόντες αδελφοί, αλλά και οι αοράτως παριστάμενοι άγγελοι. Κατά τη Δευτέρα Παρουσία θα εξεταστεί η τήρηση όσων ομολόγησε, όχι τα λόγια που ομολόγησε. Στις σύντομες ερωτήσεις του ιερέα αναφέρονται οι βασικές αρετές που πρέπει να αποκτήσει ο μοναχός (αποταγή- υπομονή -υπακοή- παρθενία). Στη δεύτερη κατήχηση κάπως εκτενέστερα αλλά και πάλιν επιγραμματικά επεξηγείται το πνεύμα του ορθοδόξου μοναχισμού (υφηγούμαι σοι την τελειοτάτην ζωήν). Ο μοναχός δεν έχει ανάγκη να του επεξηγηθούν περισσότερο οι αρετές και η «τελειοτάτη ζωή» που θα ακολουθήσει, γιατί στα πατερικά κείμενα, που μελετά, περιέχεται λεπτομερής ανάλυση.

Η κατήχηση αναφέρει τί πρέπει να αγαπά και τί πρέπει να αποφεύγει ο μοναχός. Βασική αρετή του η «αποταγή», τοπική και τροπική. Η αποταγή αρχίζει με την κλήση. Η κλήση διαχωρίζει εκείνον στον οποίον απευθύνεται και τον κάνει ξένο ανάμεσα στους δικούς του. Ακούει το «έξελθε εκ της γής σου και εκ της συγγενείας σου και εκ του οίκου του πατρός σου και δεύρο εις την γήν, ήν αν σοι δείξω». Εγκαταλείπει τον κόσμο, και τον τρόπο ζωής του κόσμου. Ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφέρεται στις τρεις αποταγές του μοναχού. Πρώτη, «πραγμάτων, ανθρώπων και γονέων». Δεύτερη, «εκκοπή του θελήματος του». Τρίτη, « αποταγή της κενοδοξίας». Η αποταγή είναι μια συνεχής σταυρική πορεία (σταυρούσθαι) ένας συνεχής θάνατος (θανάτου επαγγελία). Ο μοναχός είναι εθελούσια «ξένος» και μέσα στο μοναστήρι του. Μοιάζει με κάποιον ο οποίος βρίσκεται σε ξένη χώρα και δεν γνωρίζει τη γλώσσα των κατοίκων της, «αλλόγλωσσος εν ετερογλώσσοις».

Πρέπει να αγαπήσει τη ζωή της φιλοπονίας, του κόπου, συνεχώς να βιάζει τον εαυτό του, γιατί οι αγώνες οι πνευματικοί που θα ακολουθήσουν, για να αποκτήσει τις αρετές που αναφέρει ο Κύριος στους μακαρισμούς , είναι δύσκολοι. Η χαρά του μοναχού δεν είναι κοσμικής φύσεως. «Στο εξής αρχίζουν γι’ αυτόν άλλες χαρές, τέτοιες που πραγματικά εγκρίνει ο Θεός, μεταξύ των οποίων βέβαια σπουδαιότερη θεωρείται η συνεχής προσήλωση και αφιέρωση σ’ αυτόν. Μέσα από αυτήν την αφιέρωση θα νοιώσει πραγματικά ευφροσύνη, ενώ θα λογαριάζει ως τιμή του οτιδήποτε τιμά και δοξάζει τον ίδιο το Θεό. Οι τιμές και η δόξα είναι, όπως γνωρίζουμε, αποτέλεσμα μόχθου πολλού, ώστε και ο μοναχός θα πρέπει να περιμένει ότι μόνο μέσα από το μόχθο και τον αγώνα προς χάρη του Θεού θα επιτύχει να δοξαστεί πραγματικά»[30]. Γι’ αυτό επιδιώκει τις θλίψεις σηκώνοντας το σταυρό του Χριστού και με πίστη περιμένει την «ανάπαυση» του από τον Κύριο.

Μακρυά από τους θορύβους του κόσμου ο μοναχός επιδιώκει να λατρεύσει «αγγελικώς» το Θεό. Θέλει να «λαλεί αρεμβάστως» όχι μόνο όταν βρίσκεται στο ναό, αλλά πάντοτε και παντού. «Αυτό είναι και το κυριώτερο χρέος των μοναχών, η προσευχή, με την οποίαν και αυτοί γίνονται πύρ από τον πόθο και το ζήλο, και αναδεικνύονται θεόμορφοι, μέτοχοι του φωτός του μέλλοντος αιώνος».

Επισημαίνονται στη συνέχεια οι κίνδυνοι-παγίδες που πρέπει να αποφύγει ο μοναχός. Πρέπει να προσέξει να μην υποχωρήσει και ξεχάσει τις υποσχέσεις του, να μή γυρίσει πίσω στην κοσμική ζωή, να μή ξεκόψει από τον πνευματικό του πατέρα και την αδελφότητα, να μή χάσει το φόβο του Θεού και περιφρονήσει τις εντολές του, να μην πέσει στη παγίδα ότι αρκετά αγωνίσθηκε κατά του διαβόλου μέχρι τώρα και ραθυμήσει. Εάν έχει πίστη, αγάπη, υπακοή και ταπείνωση στο Γέροντα του οι αόρατες δυνάμεις του εχθρού δεν θα έχουν καμιά εξουσία πάνω του.

Η κατήχηση παραθέτει συγκεκριμμένες κακίες, αποτέλεσμα της φιλαυτίας, που πρέπει να αποφεύγει ο μοναχός και που αν δεν προσέξει θα χάσει τη χάρη του Θεού και θα γίνει αιχμάλωτος του εχθρού. «Εκκλίνει από του κακού». Ταυτόχρονα «ποιεί το αγαθόν», προσπαθεί δηλαδή να αποκτήσει τις αρετές των αγίων. Αναφέρονται αυτές και ιδιαίτερα η καθαρή εξομολόγηση όλων των «κρυπτών της καρδίας».

Η κατήχηση τελειώνει με την επαναβεβαίωση από το μοναχό ότι με τη δύναμη του Θεού και τη χάρη του Χριστού θα ζήσει τηρώντας όλες τις υποσχέσεις που έδωσε.

Μετά την κατήχηση ακολουθούν τρεις ευχές προς το Θεόν. Η πρώτη παρουσιάζει το κύριο χαρακτηριστικό του Θεού, την αγάπη. Οι εκφράσεις θυμίζουν την παραβολή του Ασώτου. Είναι πανοικτίρμων, πολυέλεος και ανοίγει τη μεγάλη αγκαλιά της ανεξιχνίαστης αγαθότητας του σε όποιον τον πλησιάζει με θερμή αγάπη και πόθο. Αυτός θα γίνει βοηθός και υπερασπιστής, χορηγός δυνάμεως, συναγωνιστής, φύλακας μέρα και νύχτα, γλυκύτητα, ευφροσύνη και παρηγοριά με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και στο τέλος θα αξιώσει το μοναχό να κληρονομήσει τη Βασιλεία των Ουρανών για να βρίσκεται μαζί με τους αγίους και οσίους Πατέρες και τους μοναχούς της συνοδίας τους.

Η δεύτερη και τρίτη ευχή είναι ικεσίες προς τον Θεό να ενδυναμώσει και να ευλογήσει τον μοναχόν παρέχοντας σ’ αυτόν την πανοπλίαν του Αγίου Πνεύματος για να πολεμήσει τους άσαρκους και αόρατους εχθρούς. Πρέπει ο μοναχός να ενδυθεί τον νέον άνθρωπον, αφού αποβάλει τον παλαιόν. Αυτή η αλλοίωση θα γίνει μόνο με τη βοήθεια του Θεού. Οι ευχές δείχνουν το στόχο που επιδιώκει ο μοναχός. Την ασθένεια του θα θεραπεύει η θεία Χάρις, η οποία θα αναπληρώνει και τα ελλείποντα. Ο Απ. Παύλος θα αναφερθεί, στο αποστολικό ανάγνωσμα, στην ένδυση της πανοπλίας του Θεού για την αντιμετώπιση των μεθοδειών του διαβόλου.

4. Τελετή της Μοναχικής κουράς.

Μετά τις ευχές ακολουθεί η κουρά των μαλλιών και η ένδυση του μοναχού με τα μοναχικά ενδύματα. Για τη σημασία τους κάνουν λόγο κείμενα που παραθέτουμε μετά την μεταγλώτισση της Ακολουθίας. Το μοναχικό σχήμα φανερώνει τη νέκρωση του παλαιού ανθρώπου και τον τάφο του μοναχού. Φέρει επάνω του το σταυρό, στη βάση του το κρανίο του Αδάμ και δεξιά και αριστερά του σταυρού διάφορα γράμματα, που αναφέρονται στη ζωή του μοναχού. Παραθέτουμε στο τέλος φωτογραφία του σχήματος και εξήγηση των γραμμάτων.

Μετά την ένδυση του μοναχού ο ιερέας διαβάζει δύο ευχές για να ενδυναμώσει ο Θεός το νεόκουρο μοναχό. Ακολουθούν η αποστολική και ευαγγελική περικοπή, που αναφέρονται στον πνευματικό αγώνα και την κλήση του μοναχού. Μετά ο ιερέας δίνει στον μοναχόν το σταυρό με το κομποσχοίνι και τη λαμπάδα. Ο σταυρός θυμίζει τη σταυρωμένη ζωή του μοναχού και το όπλον του κατά του διαβόλου. Το κομποσχοίνι θυμίζει το αδιάλειπτον της προσευχής, ιδιαίτερα της «μονολογίστου ευχής» και ότι ο μοναχός είναι ικέτης για όλον τον κόσμον. Η αναμμένη λαμπάδα δείχνει το σκοπό του μοναχού, την επιδίωξη του φωτισμού και του αγιασμού μέσα στο φως του Χριστού. Αυτά είναι τα καλά έργα που θα οδηγούν τους ανθρώπους στη δοξολογία του Θεού. «Μέσα στο κερί φαίνεται ότι υπάρχει, για τους ανθρώπους που είναι αφιερωμένοι στο Θεό, ένα πραγματικό μυστήριο. Πράγματι, το κερί, όταν ανάψει, αρχίζει και λιώνει, δίνοντας φως ως το τέλος, χωρίς να αφήνει πίσω του κανένα σημάδι μετά την καύση του. Ούτε τέφρα αφήνει, ούτε καπνό, αλλά ούτε και κάποια δυσοσμία. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο άνθρωπος που υπέστη την πνευματική κουρά αποδεικνύεται τέλειος, έτσι ακριβώς όπως είχε υποσχεθεί. Γίνεται ο ίδιος φως που καίει με ευθυτενή προς το Θεό φορά, επιδιώκοντας να πλησιάσει το πρώτο και μέγιστο φως καί, κατά κάποιο τρόπο, να ενωθεί μαζί του, χωρίς να αφήσει πίσω του κάποιο υλικό σημάδι, τέτοιο ώστε να προκληθεί δυσοσμία. Επιδίωξή του είναι να θεωρηθεί η προσφορά του ως πνευματική ευωδία (οσμή ευωδίας πνευματικής) από τον ίδιο το Θεό»[31]. Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης γράφει: «Ο ιερέας δίδει λαμπάδα δείχνοντας το φωτισμό που έλαβε με το σχήμα και ότι πρέπει να ζεί (ο μοναχός) με καθαρότητα»[32].

Ο νέος μοναχός, επειδή η Ακολουθία του Αγγελικού Σχήματος γίνεται κατά την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, κοινωνεί πρώτος του Σώματος και Αίματος του Χριστού, χωρίς να βγάλει το κουκούλι του. Όπως σημειώσαμε και προηγουμένως, χωρίς Χριστό, δεν μπορεί να χριστοποιηθεί, να φθάσει στον αγιασμό, που είναι και ο τελικός στόχος του.

Στο τέλος ακολουθούν, ο χαιρετισμός και οι ευχές των αδελφών της συνοδίας προς το νέον μοναχό. Οι αδελφοί εύχονται ο μοναχός να αποκτήσει τις βασικές αρετές (καλήν υπομονήν και υπακοήν) και να έχει χριστιανά τέλη.

5. Ακολουθία του Αποκουκουλισμού.

Επτά ημέρες μετά την κουρά ενός αδελφού σε μεγαλόσχημο μοναχό ετελείτο σύντομη τελετή, η κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, μετά το απολυτίκιον της μικρής εισόδου (εισόδου του Ευαγγελίου) η εκτός αυτής, κατά την οποίαν ο ιερέας αφαιρούσε το κουκούλι από το κεφάλι του. Σήμερα γίνεται η ακολουθία αυτή την ίδια ημέρα, κατά την οποίαν γίνεται κάποιος μεγαλόσχημος, μετά τη Θεία Λειτουργία.

Όπως αναφέρει ο καθηγητής Ιωάννης Φουντούλης η ακολουθία του αποκουκουλισμού διαμορφώθηκε σύμφωνα με το «πρότυπον της ακολουθίας της απολούσεως η της αποκουκουλώσεως του αγίου Βαπτίσματος, προς το οποίον συνεσχετίσθη η μοναχική κουρά θεωρηθείσα ως «δεύτερον βάπτισμα»[33]. Αυτό φαίνεται στα διάφορα ονόματα που φέρει η ακολουθία στα χειρόγραφα, όπως «Ακολουθία του απολουτρού του Αγίου Σχήματος», «απολουτρόν» κλπ.

Η ακολουθία αποτελείται από δύο ευχές. Με αυτές παρακαλεί ο ιερέας το Θεό να ευλογήσει την κεφαλήν, που είναι έδρα «τού της διανοίας ηγεμονικού» (κέντρου όλων των νοητικών λειτουργιών) του νέου μοναχού, να συντριβεί η κεφαλή του πονηροτάτου όφεως, δηλαδή του διαβόλου, και να περιφρουρηθεί η κεφαλή του μοναχού από τη «φοβεράν και μόνην κεφαλήν των απάντων». Στη ευχή ζητείται από τον Πολυέλεον Κύριο να διατηρήσει τη Χάρη του, και να μην την αφαιρέσει μαζί με το κουκούλι.

Στη δεύτερη ευχή η προστασία του μοναχού γίνεται με τη βοήθεια της «πυρίνης κεφαλής» του Θεού. Η δύναμη της προστασίας προέρχεται από το Θεό που είναι «πύρ καταναλίσκον». Το «πύρ» φανερώνει την εξουσία του Θεού, ως Παντοδυνάμου και Παντοκράτορος, που μπορεί να σκεπάσει το σώμα και τη ψυχή του ανθρώπου. Το «πύρ» έχει φωτιστική και καθαρτική ιδιότητα. Ο Θεός με τη παρουσία της Χάριτός του φωτίζει και καθαρίζει το μοναχό από τα αμαρτήματά του. Ο Θεός, ως «πυρίνη κεφαλή», «διώχνει τους δαίμονες, καθαρίζει την αμαρτία, είναι δύναμη αναστάσεως και ενέργεια αθανασίας, φωτισμός αγίων ψυχών και σύστασις των λογικών δυνάμεων»[34]. Η θεϊκή φωτιά «συνηθίζει να φωτίζει και να καθαρίζει, όπως καθαρίζει ένα καμίνι το χρυσάφι και να κατακαίει την κακία, όπως καίει η φωτιά τα αγκάθια και τις καλαμιές»[35].

Ο νέος μοναχός αναγεννημένος με τη Χάρη του Αγίου και Αγγελικού Σχήματος αρχίζει τη ζωή της μετανοίας με σύμμαχο, προστάτη και ελπίδα τον ίδιο το Θεό.

Σημειώσεις:

28. Κεφάλαια πρακτικά καί θεολογικά, PG 120, 657A.

29. Κεφάλαια πρακτικά καί θεολογικά, PG 120, 657A. καί δι’ υπακοήν τού Πατρός δούλου μορφήν ενδυσάμενον, καί τοίς γονεύσιν υποταγέντα, καί πτωχόν ούτω ζήσαντα, ως μηδέ κλίναι πού τήν κεφαλήν έχειν, καί τρίχινα περιβεβλημένον, καί τή τυχούση διαίτη χρώμενον, καί πεζοπορούντα, καί απερίττως ζώντα, καί ποτέ μέν τοίς πολλοίς συναναστρεφόμενον καί διακόνου πληρούντα τάξιν, ό τών υπηκόων εστί μοναχών καί τών μιγάδων, ποτέ δε αναχωρούντα εν ταίς ερήμοις ημέραις ικαναίς, καί νηστεύοντα, καί τοίς όρεσι διατρίβοντα, καί προσευχόμενον, καί τοίς θηρίοις συνδιαιτώμενον, καί υπ’ αγγέλων διακονούμενον, αναχωρήσεώς τε καί ησυχίας εκτιθέμενον τρόπους, καί παρθενικώς ζώντα, καί θλίψεις πολλάς καί διαβολάς υπομένοντα, καί τέλος προδιδόμενον καί σταυρούμενον, καί μέχρι θανάτου τό οικείον θέλημα τής σαρκός παραιτούμενον, έως εις χείρας τού Πατρός τό θείον πνεύμα παρέθετο» (Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης, Επιστολή πρός Λαυριώτας, Περί τού αγίου καί θείου αγγελικού σχήματος, περί τε ησυχαστών καί τών εν κοινοβίοις καί υποτακτικών) Ανάλεκτα Βλατάδων 34, Αγίου Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/17- 1429) ΕΡΓΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ. Μετάφραση ολόκληρου τού Λόγου βρίσκεται στό περιοδικό « Ο Όσιος Γρηγόριος» Ετησία έκδοσις τής Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους τού έτους 2005, αρ. 30.

30. Ευσταθίου Θεσσαλονίκης, Επίσκεψις βίου Μοναχικού, Εκδόσεις Σαββάλας, σ. 55

31. Ευσταθίου Θεσσαλονίκης, Επίσκεψις βίου Μοναχικού, Εκδόσεις Σαββάλας, σ. 137

32. PG 155, 501C

33. Ι. Φουντούλη, «Αποκουκουλισμός», ΘΗΕ τ. 2, στ. 1097-1098.

34. Μακαρίου τού Αιγυπτίου, Ομιλίαι Πνευματικαί, ΚΕ, ΒΕΠΕΣ 41 σ. 272.

35. Μακαρίου του Αιγυπτίου, Ομιλίαι Πνευματικαί, ΚΕ, ΒΕΠΕΣ 41 σ. 271.