Δεν μ’ αγαπάς…
8 Μαρτίου 2010
Του Ιάκωβου Ποθητού
Πόσες φορές αλήθεια δεν έχουμε ακούσει αυτή τη λέξη;
Τη λέει το παιδί όταν το μαλώσουν οι γονείς του ή δεν του ικανοποιούν κάποια επιθυμία. Το λέει ο σύντροφος στο ταίρι του όταν αντιλαμβάνεται ή όταν νομίζει ότι έπαψε πια να του προσφέρει, όσα του έδινε πριν.
Και στην μεν πρώτη περίπτωση έχουμε μια παιδική αντίδραση, έναν άγουρο εγωισμό, που χρησιμοποιεί αυτή τη φράση όχι γιατί πιστεύει ότι οι γονείς του δεν το αγαπούν αλλά για να πετύχει εκβιαστικά τον σκοπό του, χτυπώντας στις πιο ευαίσθητες χορδές των γονιών του. Στη δεύτερη όμως περίπτωση υπάρχουν δύο εκδοχές. Ή πράγματι η διαπίστωση αυτή είναι αληθινή ή έχουμε εκτιμήσει λανθασμένα τι πρέπει και τι μπορεί να μας δώσει ο άλλος. Και στη διαπίστωση ότι ο άλλος δεν μας αγαπά, δεν νοιάζεται για το τι νοιώθουμε εμείς για εκείνον ή είμαστε αδιάφοροι γι’ αυτόν, η λύση και ο τρόπος αντιμετώπισής του είναι εύκολος. Δύσκολο είναι να έχουμε σαν μέτρο τις επιθυμίες μας και τον άλλο σαν το μέσον που θα τις ικανοποιήσει. Έτσι, εύκολα λέμε “Δεν μ’ αγαπάς” στον σύντροφό μας όταν αυτός δεν ικανοποιεί κάποια επιθυμία μας, όταν συζητά με άλλους και δεν κάθεται δίπλα μας, να μας κοιτά στα μάτια, όταν δεν μπορούμε να τον κατευθύνουμε για να ικανοποιήσουμε τον εγωισμό μας.
Δεν μ’ αγαπάς!!!
Αλήθεια, έχουμε αναρωτηθεί τι σημαίνει «αγαπώ»; Έχουμε εμβαθύνει ποιοι άνθρωποι μας αρέσουν; Σήμερα, στην εποχή του καταναλωτισμού, έπαψε να υπάρχει το κριτήριο, η απαραίτητη αυτή πνευματική διεργασία, που βοηθά τον άνθρωπο να διακρίνει το καλό αυτό από το κακό, το σωστό από το λάθος.
Έτσι, για τη δημιουργία σχέσεων, είτε φιλικών, είτε συζυγικών, πολλοί προσφεύγουν σ’ αυτούς που έχουν εκδηλώσει φιλικά ή ερωτικά συναισθήματα, αποφεύγοντας να εμβαθύνουν τι πραγματικά επιζητεί ο άλλος από τη σχέση τους. Με δεδομένο όμως την επιθυμία του άλλου για τη δημιουργία της σχέσης, χτίζεται στον ψυχισμό του ανώριμου ανθρώπου το βάθρο του επικυρίαρχου, του κατακτητή, κι εκεί τοποθετούν τον εαυτό τους, περιμένοντας από τους άλλους να είναι πειθήνια όργανά τους, έτοιμοι να υπακούσουν στα προστάγματά τους.
Δεν μ’ αγαπάς!!!
Θλιβερή διαπίστωση και συγχρόνως μεγάλη απογοήτευση γι’ αυτόν που διαπιστώνει την έλλειψη αγάπης από κάποιον που πίστευε και ήθελε να τον αγαπά. Κι η απογοήτευση είναι μεγαλύτερη αν για μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα είχε σχέσεις μαζί του ταξιδεύοντας σε παραμυθένιους τόπους, μέσα σε ψεύτικες υποσχέσεις. Νοιώθει θύμα, προϊόν εκμετάλλευσης, λερωμένος από την βρώμα της ψευτιάς του.
Πόσα αλήθεια διαζύγια εκδίδονται σήμερα και μάλιστα τα περισσότερα εξ αυτών “κοινή συναινέσει”; Πώς ένα ζευγάρι, που ξεκινά μια καινούργια ζωή, γεμάτη όνειρα κι ελπίδες γκρεμίζει την σχέση του με την απλή φράση “δεν ταιριάζουμε”;
Και μετά τον γάμο ανακάλυψαν ότι δεν ταιριάζουν; Ότι δεν μπορεί ο ένας να δεχθεί τα ελαττώματα του άλλου;
Αξίζουν πράγματι τον θαυμασμό μας οι άνθρωποι εκείνοι που καταφέρνουν μέσα από τρικυμίες, μέσα από σκληρά χτυπήματα της μοίρας, με φτώχεια και δυστυχία, να ζουν αγαπημένοι, ο ένας για τον άλλον. Να κοιτάζονται στα μάτια γεμάτοι αγάπη, δίνοντας ο ένας κουράγιο στον άλλο.
Ας γυρίσουμε το βλέμμα μας σ’ αυτούς κι ας μαθητεύσουμε τον αρμονικό τρόπο ζωής τους. Ούτε ο θάνατος, ούτε η αρρώστια, ούτε η έλλειψη χρημάτων τους λύγισε, τους έκανε ν’ απομακρυνθεί ο ένας από τον άλλον ώστε να φτάσουν στο σημείο να πουν: “Δεν μ’ αγαπάς!”.
Η προσφυγή στο διαζύγιο – εκτός από ορισμένες ειδικές περιπτώσεις – είναι λιποταξία. Κι αυτοί που κοινή συναινέσει διαλύουν τις σχέσεις τους είναι κι οι δυο λιποτάκτες. Αν μάλιστα έχουν και παιδιά, δημιουργούν με την λιποταξία τους και θύματα. Θύματα όχι απ’ αυτά που πέφτουν νεκρά, χτυπημένα θανάσιμα από βόλι, αλλά ζωντανά ναυάγια, γεμάτα πληγές και πίκρες, που θα βασανίζονται σ’ όλη τους την ζωή.
Δεν μ’ αγαπάς!!!
Η ζωή είναι ένας συνεχής αγώνας κι ο άνθρωπος παίζει σ’ αυτήν δύο ρόλους: του θεατή και του αγωνιστή. Αν δεν μπει στην θέση του θεατή, θα χάσει την ομορφιά της θέας του ανθρώπινου στίβου της ζωής και δεν θα νοιώσει ποτέ τα συναισθήματα της παρηγοριάς, της συμπάθειας, του ενθουσιασμού, της καρτερίας. Αν πάλι δεν γίνει αγωνιστής, μαχητής ποτέ δεν θα νοιώσει την γλυκειά γεύση της επιτυχίας, την εμπειρία της απογοήτευσης, τον πόνο του χτυπήματος και την χαρά της επιδοκιμασίας.
Η ολοκλήρωση του ανθρώπου γίνεται μέσα από θέσεις που ο ίδιος διαλέγει για τον εαυτό του. Η θέση μόνο του θεατή ποτέ δεν θα τον κάνει να νοιώσει δυνατός, σίγουρος. Η θέση μόνο του αγωνιστή ποτέ δεν θα τον κάνει να νοιώσει συμπόνια, φιλευσπλαχνία, αγάπη για τους άλλους. Μόνο αν παίξει και τους δύο ρόλους θα νοιώσει την πλήρη ολοκλήρωση.
Σήμερα ο άνθρωπος αγωνίζεται, πολεμά για κόμματα, ομάδες, ιδεολογίες και δεν αγωνίζεται για την αγάπη.
Δέχεται χτυπήματα, εξευτελισμούς, ταπεινώσεις για τα ιδεολογικά του πιστεύω και δεν αντέχει ένα χτύπημα που θα πέσει στην οικογένειά του, στο σπίτι του.
Αυτός ο αλύγιστος διαδηλωτής, ο φανατικός οπαδός, ο αναρχικός συνδικαλιστής, γίνεται πιο δειλός από τους δειλούς μπροστά στο βάρος των οικογενειακών προβλημάτων.
Γιατί άραγε δεν μπορεί ν’ αγωνισθεί;
Μήπως δεν θέλει;
Ή μήπως έχει πει στον σύντροφό του “Δεν μ’ αγαπάς” και νοιώθοντας την έλλειψη της αγάπης δεν έχει την δύναμη ν’ αγωνισθεί, ακόμα και για να ξανακερδίσει ό,τι έχασε;
Ας σκεφθούμε πρώτα καλά τις συνέπειες των λόγων μας πριν πούμε πάλι στον σύντροφό μας: Δεν μ’ αγαπάς…