Θεολογία και Ζωή

Το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα των Μοναχών (2)

7 Μαρτίου 2010

Το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα των Μοναχών (2)

Ο βίος του αληθινού μοναχού.

Εάν θέλετε να διαβάσετε το 1ο μέρος του άρθρου για το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα πατήστε εδώ.

Εισαγωγή

1. Το «μυστήριον της μοναχικής τελειώσεως».

Οι πρώτες ακολουθίες του μοναχικού σχήματος η κουράς μοναχών διαμορφώνονται κατά τον 4ο αιώνα. Μαρτυρίες για τον πρώτο κοινοβιακό (Παχωμιακό) μοναχισμό, αναφέρουν στοιχεία για τη μοναχική κουρά. Η παρουσία πνευματικού πατέρα ήταν αναγκαία, αφού προηγουμένως γινόταν η απαραίτητη εξέταση του υποψήφιου μοναχού[1]. Περί το τέλος του 4ου αι. ο Παλλάδιος στη Λαυσαϊκή Ιστορία αναφέρει την ιστορία του Ευάγριου από τον Πόντο. Η Οσία Μελάνη η Ρωμαία μετά τη θεραπεία του από βαριά ασθένεια αφού «του έδωσε η ίδια ρούχα και άλλαξε, έφυγε και πήγε στο όρος της Νιτρίας, στην Αίγυπτο»[2]. Βασικό στοιχείο η ένδυση του μοναχικού σχήματος. Κατά τον 5ο αι. ο Νείλος ο ασκητής σε μαρτυρία του αναφέρεται σε «ένδυμα σεμνόν των μοναχών», σε ευχή ευλογίας από τον ηγούμενο και σε χειροθεσία[3].

Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης στο έργο του Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας διασώζει το τυπικό της ακολουθίας της μοναχικής κουράς. Την ονομάζει «Μυστήριον της μοναχικής τελειώσεως». Περιέχει στοιχεία που υπάρχουν και στη σημερινή ακολουθία.

« Ο ιερέας στέκεται μπροστά στο θείο θυσιαστήριο και απαγγέλει τη μοναχική επίκληση. Ο υποψήφιος μοναχός στέκεται πίσω από τον ιερέα και δε γονατίζει ούτε με τα δύο ούτε με το ένα πόδι ούτε έχει στο κεφάλι τα θεοπαράδοτα Λόγια (το Ευαγγέλιο), στέκεται απλά κοντά στον ιερέα που ιερολογεί τη μυστική επίκληση σ’ αυτόν. Όταν την τελειώσει ο ιερέας πηγαίνει στον υποψήφιο μοναχό και πρώτα τον ρωτά αν αποτάσσεται όχι μόνο τους τρόπους ζωής αλλά και τις φαντασίες της διαιρέσεως. Έπειτα του υποδεικνύει τον τελειότατο τρόπο ζωής, δίνοντας μαρτυρία ότι πρέπει να ανυψωθεί πάλι από τον ενδιάμεσο τρόπο. Και όταν αυτά όλα στη συνέχεια τα ομολογήσει ο νεόκουρος μοναχός, τότε αφού ο ιερέας, τον σφραγίσει σε σχήμα σταυρού τον κουρεύει, αφού επικαλεστεί την τριαδική υπόσταση της θείας μακαριότητας· και αφού του βγάλει όλα του τα ρούχα του φοράει άλλη φορεσιά και μαζί με τους άλλους ιερούς άνδρες (μοναχούς) όσοι παρευρίσκονται τον ασπάζεται και τον κάνει τέλειο κοινωνό των θεαρχικών μυστηρίων»[4].

Τη θέση του Αγίου Διονυσίου ότι η μοναχική κουρά είναι μυστήριον ακολουθεί και ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης (8ος- 9ος αι.). «Οι μοναχικώς τελειούμενοι» είναι η υψηλότερη τάξη μεταξύ των εκτός της ιερωσύνης πιστών. Η μοναχική κουρά χαρακτηρίζεται ως «θείο μυσταγώγημα»[5]. Σε επιστολή του ο Άγιος Θεόδωρος κατατάσσει τη μοναχική κουρά μεταξύ των μυστηρίων.

Ευστάθιος ο Θεσσαλονίκης[6] στο έργο του Επίσκεψις βίου μοναχικού επί διορθώσει των περί αυτόν δίνει πληροφορίες για το τελετουργικό της μοναχικής κουράς. Απευθυνόμενος σε μικρόσχημο μοναχό λέει: «Τώρα θα μιλήσω για τον ανώτερο σου μοναχό, αυτόν που δεν είναι όπως εσύ, ελαφρά οπλισμένος στρατιώτης του Θεού, αλλά βαριά εξοπλισμένος· γι’ αυτόν που διαβάστηκε ευχή να διαμορφώσει το ήθος του και τη ζωή του μέσα από ενάρετες πράξεις, όπως απαιτεί ο Χριστός, και που για το λόγο αυτό σημαδεύτηκε, στο όνομα της Αγίας Τριάδος, με το να αποβάλει το μαλλί του ως περιττό και να δείξει ότι πενθεί· αυτόν που περιεβλήθη τον ιερό μανδύα, όπως θα περιεβάλλετο ένα θώρακα πανίσχυρο, και που έγινε, εξαιτίας όλων αυτών, κάτι ενδιάμεσο μεταξύ ανθρώπων και Θεού»[7]. Ο μοναχός λαμβάνει ευχή, σφραγίζεται σταυροειδώς στο όνομα της Αγίας Τριάδος, του γίνεται κουρά και ενδύεται ιερό μανδύα. Το «μορφωθήναι δι’ έργων αγαθών εν αυτώ τώ σωτήρι Χριστώ» και το πένθος είναι ο αγώνας του μοναχού, που τον κάνει να βρίσκεται «μέσον Θεού και ανθρώπων».

Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης βλέπει την ακολουθία της κουράς ως ένα «μυστήριο», το οποίο παραδόθηκε από τον Κύριο. Στηριζόμενος στις μαρτυρίες του Αγίου Διονυσίου ανατρέπει την πλάνη όσων λέγουν ότι η μοναχική κουρά είναι νεώτερο λειτουργικό κατασκεύασμα. «Πλανώνται, λοιπόν, όσοι υποστηρίζουν ότι η τελετή του μοναχικού σχήματος είναι νεώτερη και ότι δεν μας δόθηκε από το Σωτήρα η τους αποστόλους του, διότι αποδείχθηκε ότι αυτός που το παρέδωσε ήταν ο Χριστός ο Θεός μας και μετά οι μαθητές του, και ότι υπήρχε παραδεδομένο απ’ αυτούς το μυστήριο της μοναχικής τελειώσεως και περιβολή σχήματος διαφορετική από τα ενδύματα των κοσμικών»[8]. Την αρχαιότητα φανερώνει η αλλαγή των ενδυμάτων αυτών, που αποστέλλονταν στο κήρυγμα.

Σε άλλο κείμενο του ο Άγιος Συμεών δεν αμφιβάλλει για την ιερότητα της κουράς. Επαναλαμβάνει ότι ο Κύριος παρέδωσε το Αγγελικό και θείο Σχήμα στους αποστόλους γιατί και αυτοί ζούσαν ως μοναχοί (μοναδικώς έζων) με αγνεία, λιτότητα τροφών και ενδυμάτων, με ακτημοσύνη και προσευχές[9]. Αφού απαριθμήσει τα επτά γνωστά μυστήρια λέγει ότι το αγγελικό σχήμα περιλαμβάνεται στο μυστήριο της Μετανοίας. «Σε αυτό το μυστήριο της μετανοίας συγκαταλέγεται και το ιερώτατο σχήμα των μοναχών, το οποίο και είναι και ονομάζεται αγγελικό»[10]. Η θεολογική θέση του Αγίου Συμεών για το ότι είναι μυστήριο η μοναχική κουρά γίνεται σαφής με τη κατάταξη της τάξεως των μοναχών αμέσως μετά τους ιερωμένους. Αναφέρει δε ότι «μείζων (υψηλότερη) η μοναχική τάξις του κατά κόσμον ιερέως, ως φησί Διονύσιος, ου κατά την ιερωσύνην αλλά κατά τον βίον». Η Εκκλησία μάλιστα εκλέγει τους περισσοτέρους επισκόπους της από τους μοναχούς, που έχουν κατακοσμηθεί προηγουμένως με το θείο σχήμα και η χάρη της αρχιερωσύνης εξαγιάζει το ιερό σχήμα.

Ο Όσιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής σε μια επιστολή του γράφει: «Αλλη της ιερωσύνης η χάρις. Αλλη του σχήματος. Αλλη των μυστηρίων. Αλλη η ενέργεια χάριτος της ασκήσεως. Όλα εξέρχονται από μίαν πηγήν, αλλά διαφέρει το ένα του ετέρου τη υπεροχή και τη δόξη».

2. « Μετανοίας επάγγελμα».

Η Εκκλησία διδάσκει με τις ευχές και τη τελετή που κάνει το σκοπό κάθε ακολουθίας. Το ίδιο συμβαίνει και με την Ακολουθία του Μεγάλου και Αγγελικού Σχήματος. Στον Κανόνα, στις κατηχήσεις, στις ευχές και στην τελετή της κουράς και ενδύσεως του μοναχού φανερώνεται με λιτές φράσεις και λέξεις το περιεχόμενο και ο σκοπός της ορθόδοξης μοναχικής ζωής. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ονόμασαν το μοναχισμό «μετανοίας επάγγελμα». Ο μοναχός «επαγγέλλεται» υπόσχεται δηλαδή συνεχή μετάνοια, αλλαγή τρόπου ζωής. Δεν θα ζεί όπως ζούσε στον κόσμο κάνοντας το δικό του θέλημα. Θα ζήσει αποβάλλοντας το δικό του, «το ίδιον θέλημα», και κάνοντας το θέλημα του Θεού.

Ο μετανοών έχοντας συναίσθηση ότι οι αμαρτίες του τον απομάκρυναν από την πηγήν της αγαθότητος επιστρέφει ως ο άσωτος υιός. Αυτήν τη «συντετριμμένην και τεταπεινωμένην καρδίαν» παρουσιάζει ο κανόνας που ψάλλεται στον Όρθρο, προ της Ακολουθίας του Μεγάλου και Αγγελικού Σχήματος. Ο κανόνας έχει την Ακροστιχίδα «Ευδόκιμον τέλος ευδοκίμω μοι Χριστέ παράσχου», έχει εννέα ωδές και είναι πλήρης, δεν λείπει δηλαδή κανένα τροπάριο. Στα τροπάρια του κανόνα ο προσερχόμενος για να λάβει το άγιο Σχήμα τρέχει προς τον φιλάνθρωπο Χριστόν, που είναι ο μόνος οικτίρμων, πηγή των οικτιρμών, ο μόνος ευδιάλακτος, ο μόνος αγαθός και ελεήμων, που δεν θέλει τον θάνατον των ανθρώπων, που ανοίγει τις πατρικές του αγκάλες να δεχθεί με το άφατο έλεος του αυτόν που έζησε με αμέλεια, μέσα στη ασωτεία τη ζωή του. Θεωρεί τον εαυτόν του δούλον που προσπίπτει κραυγάζοντας «επιστρέφοντα δέξαι με» και «σώσον τη φιλανθρωπία σου», «μή παρίδης το πλάσμα σου» αλλά «αναζητήσας σώσόν με, ως ποιμήν αγαθός τε και εύσπλαγχνος».

Συντρίβεται από το φορτίο των αμετρήτων πταισμάτων και δεινών παραπτωμάτων και παρακαλεί. «Ιλάσθητι Χριστέ τώ σοί προστρέχοντι». Αφάνισε το επαχθές και θανατηφόρο φορτίο της αμαρτίας. Καθάρισε «τής αμαρτίας τον ρύπον» και εξάλειψε τις ουλες των παραπτωμάτων, «απόπλυνον τον ρύπον των πλημμελημάτων» από εμένα «τόν δεινώς πεπτωκότα και κατερραγμένον πλήθει των πταισμάτων μου». «Ζωηφόρω χειρί επανόρθωσον», «σώσόν με», «ρύσαι», «ζώωσον Δέσποτα», σύ που είσαι το καθαρτήριον των πταισμάτων δεχόμενος τις πηγές των δακρύων μου.

Θέλω να βαδίσω το δικό σου δρόμο, «βίον ελέσθαι τον σταυροφόρον» και «χρηστόν ζυγόν υπεισελθείν». Επιθυμώ «ευσεβώς και δικαίως πολιτεύεσθαι την πολιτείαν των Οσίων», «πρός τελειότητα βίου αναβαίνειν», «πάθη υποτάξαι της σαρκός τώ νώ, δι’ εγκρατείας και ασκήσεως». Πρόθεσή μου είναι το άγιο Σχήμα να γίνει αιτία ανακαινίσεως, αναπλάσεως, ανορθώσεως, μεταποιήσεως και αλλαγής ζωής.

Γι’ αυτό «δέξαι προσιόντα προθύμως», «φορτίον αίρειν αξίωσον», «δακρύων μετανοίας πηγήν μοι δώρησαι», «τής ασκήσεως χάριν αμφίασαι». «Καταξίωσον συνθήκας πληρώσαι», «αξίως της κλήσεως πολιτεύεσθαι Λόγε παράσχου μοι», «ευθυπορούντα ανάδειξον», «πρός λιμένα καθοδήγησον του σου ενδόξου θελήματος», «υπηρέτην αξίον ανάδειξον του Ευαγγελίου», «χείρα μοι έκτεινον της φιλανθρωπίας σου και σώσόν με». Αξίωσέ με δε να μετάσχω των «μακαρίων ελπίδων των αποκειμένων τοίς αξίοις σου».

Όταν δε οδηγείται «ασκεπής και ανυπόδητος» για να λάβει το άγιον Σχήμα ακούει να ψάλλεται κατανυκτικότατον τροπάριο με το οποίο ομολογεί τη γνησία μετάνοιαν του με το : «ήμαρτον».

Απάντηση στην αγωνία του αν ο Θεός δέχθηκε τη μετάνοια του θα λάβει όταν θα ακούσει μετά από λίγο. « Δεύτερο βάπτισμα λαμβάνεις σήμερα, αδελφέ, με τον πλούτο των δωρεών του φιλανθρώπου Θεού και από τις αμαρτίες σου καθαρίζεσαι και υιός φωτός γίνεσαι και ο ίδιος ο Χριστός, ο Θεός μας, χαίρεται μαζί με τους αγίους Αγγέλους του για τη δική σου μετάνοια, θυσιάζοντας για σένα το σιτευτό μοσχάρι». Αυτό το ταπεινό φρόνημα της μετανοίας θα αγωνίζεται να το διατηρήσει σε όλη του τη ζωή ευχαριστώντας για την ευεργεσία της συγχωρήσεως των αμαρτιών του. Και κάθε μέρα θα βάζει αρχήν μετανοίας.

Συνεχίζεται…

Σημειώσεις:

1. «Μηδείς τήν κεφαλήν κείρηται χωρίς τού πατρός. Μηδείς ου μή τήν κεφαλήν κείρη χωρίς εξετάσεως» (ΒΕΠΕΣ 40 σ.119).

2. Παλλαδίου, Λαυσαϊκή Ιστορία ( Ανθη τής Ερήμου 16, έκδοση Ι.Μ. Σταυρονικήτα) σ. 122

3. «Πότε άρα τό ένδυμα τό σεμνόν τών μοναχών υπέδυς; Ποίος δε αββάς τήν χείρα τής ευλογίας επέθηκεν;»(PG 79, 244B).

4. Περί Εκκλησιαστικής καί Ουράνιας Ιεραρχίας τ.Α, Εκδόσεις Π.Πουρναρά σ. 134-135.

5. Προκοπίω μονάζοντι (PG,99,1437C).

6. Περί τού Αγίου Ευσταθίου βλέπε : Θεοδώρου Ζήση, Πρωτοπρεσβυτέρου, Θεολόγοι τής Θεσσαλονίκης, Εκδ. ΒΡΥΕΝΝΙΟΣ, Θεσσαλονίκη 1997, σς. 28-35.

7. Ευσταθίου Θεσσαλονίκης, Επίσκεψις βίου Μοναχικού, Εκδόσεις Σαββάλας, σ. 243.

8. «Πλανώνται άρα οι λέγοντες ως καινότερον εστι τό σχήμα, καί ου παρά τού Σωτήρος ή τών αποστόλων αυτού δοθέν. Απεδείχθη γάρ ως καί Χριστός ο Θεός ημών τούτο παραδεδωκώς ήν, καί οι αυτού μαθηταί, καί μυστήριον ήν παραδεδομένον υπ’ αυτών τής τών μοναχών τελειώσεως, καί περιβολή σχήματος ετέρα παρά τό σχήμα τό κοσμικόν» Περί τών ιερών τελετών, ΝΕ΄, (PG 155,201 C-D).

9. «αλλ’ απ’ αυτού τού Σωτήρος καί εις τούς αποστόλους ελθόν, επεί κακείνοι μοναδικώς έζων έν τε αγνεία καί τροφαίς καί ενδύμασι καί ακτησία καί προσευχαίς» (PG 155, 912D).

10. «Εν ταύτη δή τή μετανοία καί τό ιερώτατον περιλαμβάνεται σχήμα τών μοναχών, ό δή καί αγγελικόν εστί καί καλείται, ως τήν εκείνων μιμούμενον καί επαγγελλόμενον αγνείαν, ακτησίαν, ύμνους, προσευχάς, υπακοήν τέ καί καθαρότητα» (PG 155, 197Α). Καί στό (PG 155,493Β) «δι’ ών δείκνυται, ως άρα καλώς είρηται τό σχήμα τό άγιον εν τή μετανοία είναι».