Θεολογία και ΖωήΟρθόδοξη πίστη

…Νομίζουμε πως γίναμε πάνσοφοι…Νομίζουμε πως γίναμε άγιοι…

28 Φεβρουαρίου 2010

…Νομίζουμε πως γίναμε πάνσοφοι…Νομίζουμε πως γίναμε άγιοι…

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Τοιχογραφία στην Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου

 Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ

Η Β’ Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη σ’ ένα υπέρμαχο της Ορθοδοξίας: τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Ο άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, τέλη του 13ου αιώνα, γύρω στα 1296. Έχοντας «περιφανείς και ένδοξους γονείς», το συγκλητικό Κωνσταντίνο και την ευσεβέστατη Καλλονή, φρόντισε να κοσμήσει πιο πολύ τον εσωτερικό άνθρωπο, που δεν φαίνεται, με αρετές και παιδεία. Μικρός ακόμα, έμεινε ορφανός από πατέρα. Είχε την ευτυχία όμως να ‘χει μητέρα την ευσεβέστατη Καλλονή, που η μόνη φροντίδα της ήταν ν’ αναθρέψει τα παιδιά της με την παιδεία του Κυρίου. Στα είκοσί του χρόνια ο αγ. Γρηγόριος, φλεγόμενος από το διάπυρο πόθο της μοναχικής ζωής, παίρνει τα δύο αδέρφια του, τον Μακάριο και το Θεοδόσιο, και πηγαίνει στο Άγιον Όρος. Εκεί υποτάσσεται στον γέροντα Νικόδημο, πεπειραμένο αγιορείτη μοναχό της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου. Σαν πέθανε ο γέροντάς του Νικόδημος, φεύγει για την έρημο του Αγ. Όρους, απ’ όπου οι συνεχείς επιδρομές των Αγαρηνών τον αναγκάζουν να φύγει, και να πάρει το δρόμο για τη Σκήτη του αγ. Προδρόμου, στη Βέροια. Πηγαίνει σε λίγο στη Θεσσαλονίκη, όπου χειροτονείται ιερεύς κ’ επιστρέφει πάλι στη Βέροια, όπου έμεινε πέντε χρόνια. Ο θειος έρωτας και η δίψα του για την ησυχία, αναγκάζουν πάλι τον άγιο Γρηγόριο, να πάει στο Άγιον Όρος, όπου έμεινε είκοσι τρία ολάκερα χρόνια με προσευχή, μελέτη και πολύ ιδρώτα των ασκητικών αγώνων της ερήμου. Τότε παρουσιάστηκε ο δαιμόνιος εκείνος Βαρλαάμ ο Καλαβρός, που σήκωσε τον φοβερό πόλεμο, ο οποίος έχει μείνει στην ιστορία με το όνομα «ησυχαστικαί έριδες του ιδ’ αιώνος».

Ο άγιος Γρηγόριος πάλεψε με τον αιρετικό Βαρλαάμ, με πολλή δύναμη και πολλή σοφία, και νίκησε στο τέλος και τον αντίπαλό του και τις αιρετικές και από τη Δύση φερμένες διδασκαλίες του, αποδεικνύοντας με γραφικά και πατερικά πνευματικά επιχειρήματα, πως το θαβώριο φως της Μεταμορφώσεως ήταν ά κ τ ι σ τ ο κι όχι κτιστό-όπως έλεγε ο  Βαρλαάμ. Στη Σύνοδο, μάλιστα, της Κωνσταντινουπόλεως επί Ανδρόνικου του Β’, η ήττα του Καλαβρού ήταν τόσο μεγάλη, που αναγκάστηκε να φύγει γρήγορα για την Ιταλία. Έτσι ο άγιος Γρηγόριος έσωσε την Ορθοδοξία, που διέτρεξε γι’ άλλη μια φορά τεράστιο κίνδυνο από τη Δύση, και κατέκτησε δίκαια μια υψηλή θέση στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Χειροτονείται μετά επίσκοπος και στέλνεται από την Κωνσταντινούπολη στο θρόνο της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Οι Θεσσαλονικείς, που πανηγυρίζουν τη μνήμη του αγ. Γρηγορίου με πάνδημες γιορτές και Λειτουργίες στο φερώνυμο ωραίο Ναό που του έκτισαν, τότε ήτανε μοιρασμένοι σε δυο φατρίες και δεν τον δέχτηκαν. Αναγκάστηκε ο άγιος Γρηγόριος να φύγει στη Λήμνο, απ’ όπου υστέρα από λίγα χρόνια τον κάλεσαν οι ίδιοι οι Θεσσαλονικείς στη πόλη τους και τον υποδέχτηκαν με μεγάλες τιμές. Μετά από κάμποσο καιρό, από σεβασμό και εκτίμηση στη μεγάλη του αγιότητα, τον κάλεσαν στην Κωνσταντινούπολη να συμφιλιώσει τ’ αντιμαχόμενα, για πολιτικούς λόγους, υψηλά βασιλικά πρόσωπα του Βυζαντίου. Στο δρόμο, συλλαμβάνεται απ’ τους Αγαρηνούς και ταλαιπωρείται και βασανίζεται επί ένα χρόνο, περιφερόμενος από χωριό σε χωριό κι από πολιτεία σε πολιτεία. Στην Προύσα, όπου τελικά δικάστηκε, ελευθερώθηκε μετά την αθώωσή του και αναχώρησε για το θρόνο του, αφού στήριξε και με τα πάθη που υπέφερε και με τους θείους λόγους του, τις βασανισμένες απ’ τους Αγαρηνούς χριστιανικές εκκλησίες της Μικράς Ασίας. Κατάκοπος πια από τόσα δεινά και τόσους αγώνες για τη σωτηρία της Ορθοδοξίας, αναπαύτηκε εν Κυρίω στη Θεσσαλονίκη, γύρω στα 1360, σε ηλικία 63 χρονών. Το άγιο λείψανό του σώζεται ενταφιασμένο στον προς τιμή του και στο όνομά του αφιερωμένο ιερό ναό της Θεσσαλονίκης.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, που με μεγάλη συντομία και σε αδρές μόνο γραμμές αναφερθήκαμε πριν λίγο στον άγιο βίο του, φύλαξε όσο ζούσε ανόθευτη την Ορθοδοξία από τις ξένες επιδράσεις. Αλλά και μετά την κοίμησή του, α’ με τα πολλά θαύματα, και β’ με τα βαθειά σε ορθόδοξη πνευματικότητα και θεολογία συγγράμματά του, συνεχίζει να είναι ένας φύλακας άγγελος της πονεμένης και χτυπημένης από χίλιους δύο αιρετικούς Ορθοδοξίας μας.

Ένα από τα πολλά θαύματα του, είναι κι αυτό που αναφέρεται στους Φράγκους της Σαντορίνης. Το αναφέρει ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Νεκτάριος (στα 1660) , για ν’ αποδείξει στους Φράγκους ότι λένε ψέματα και συκοφαντίες, όταν λένε πως η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ανέδειξε πια κανέναν άγιο, απ’ τον καιρό που χωρίσαμε με τους Δυτικούς, με το σχίσμα. Στη Σαντορίνη, λοιπόν, τη μέρα της μνήμης του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, δηλ. τη Β’ Κυριακή των Νηστειών, μερικοί Φράγκοι, Ρωμαιοκατόλικοι, μπήκαν σε μια βάρκα και έκαναν βόλτα στη θάλασσα. Μέσα στη βάρκα είχαν και μερικά φραγκόπουλα, δασκαλεμένα να βλαστημούν τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Φώναζαν, λοιπόν, τα δασκαλεμένα φραγκόπουλα: «ανάθεμα στον Παλαμά· αν είναι ο Παλαμάς άγιος, ας κάμει να πνιγούμε»! Δεν πέρασε πολλή ώρα και – ω του θαύματος!- μέσα σε γαλήνια και ακύμαντη θάλασσα, καταποντίστηκε στο βυθό η βάρκα, με όλους τους Φράγκους και τα φραγκό­πουλα, που πριν λίγο προκαλούσαν τον άγιο, με τα υβριστικά εκείνα λόγια «αν είναι άγιος ας μας πνίξει!»

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όπως προηγουμένως σημειώσαμε, στήριξε και στηρίζει την Ορθοδοξία όχι μονάχα με τα θαύματά του τα πολλά, μα και με τα πολύτιμα συγγράμματά του, τα οποία, δυστυχώς, όχι μόνον ο κόσμος ο πολύς, μα και οι κληρικοί και οι θεολόγοι μας τα αγνοούν.

Ο άγιος Γρηγόριος είναι απ’ τους μεγαλύτερους και μυστικότερους θεολόγους της Ορθοδοξίας, και συγχρόνως από τους λιγότερο γνωστούς. Και επειδή αγνοούμε οι περισσότεροι τη διδασκαλία του και τα μυστικά του συγγράμματα, συμβαίνει, όχι σπάνια, όταν από ανάγκη καταπιανόμαστε μ’ αυτά, να τα παρερμηνεύουμε και να πέφτουμε στο αντίθετο στρατόπεδο, των αιρετικών, δίχως να το καταλάβουμε. Ύστερα πρέπει ευθύς αμέσως να σημειώσουμε, πως η μελέτη του έργου, ή πολύ περισσότερο, η παρουσίαση και η ερμηνεία του, χρειάζονται ιδιοσυγκρασίες συγγενικές πνευματικά, όχι μονάχα σε κλίση και σε ενδιαφέρον, αλλά και σε κατόρθωση αγιότητος. Γιατί με τη γνώση των θεωριών για τη θεωρία του ακτίστου φωτός, δεν κερδίζουμε απολύτως τίποτε, όταν είμαστε βυθισμένοι σε χίλιες δύο αμαρτωλές έγνοιες, που δεν μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε το άκτιστο φως, με την κεκαθαρμένη και εξαγνισμένη καρδιά μας. Γι’ αυτό, κι όταν ακούμε ή διαβάζουμε για τους αγώνες των ησυχαστών και τη σκληρή μέθοδο τους, με τη στροφή και του σωματικού τους βλέμματος προς την καρδιά επί ώρες ατέλειωτες, για να δουν το θαβώρειο φως, δείχνουμε μια απορία -αν δεν εκδηλώνουμε ορθολογιστικότερα την επιφύλαξή μας, ή δεν χαρακτηρίζουμε και εμείς τους ησυχαστές (όπως τους ονόμασε ο δυτικόφρονας Βαρλαάμ) «ομφαλοσκόπους» και «ομφαλοψύχους». Κι ακόμα – κι εδώ είναι ο πιο μεγάλος κίνδυνος- πιστεύουμε, πως με την ενδοστρέφεια θα δούμε το φως του Θαβώρ, ή – εμείς οι άνθρωποι του κόσμου- πως με την αυτοσυγκέντρωση και την ενδοστρέφεια θα βρούμε το Θεό μας, τη σωτηρία μας. Αλλά με την απλή αυτή ενδοστρέφεια, δεν κάνουμε τίποτ’ άλλο, παρά να γινόμαστε περίλαμπροι Νεοπλατωνικοί, οι οποίοι θεωρούσαν τη ψυχή ως θεία αρχή «καθεαυτήν», και πίστευαν ότι αρκεί να στραφεί κανείς προς τη ψυχή του για να θεωρήσει το θείον. Κάτι ανάλογο βέβαια έπαθε και ο Βαρλαάμ, που ταύτισε αυτή την ενδοσκόπηση των Νεοπλατωνικών με τη “νοερά προσευχή” των ησυχαστών, «εκμεταλλευθείς επί πλέον και τις καταχρήσεις από παρανόηση μερικών Μοναχών, ως και την κακοποίηση της νοεράς προσευχής από τις λαϊκές μάζες του Βυζαντίου, στις οποίες είχε διαδοθεί, γιατί αυτές ήσαν ανέτοιμες για τέτοια λεπτή εργασία» (Θεοκλ. Διονυσιάτου, Μεταξύ ουρανού και γης, σελ. 116). Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όμως, πολέμησε γενναιότατα τη νεοπλατωνική μυστική και τον αιρετικό Βαρλαάμ, προασπίζοντας την πνευματικότητα και τον ασκητισμό της Ανατολικής Εκκλησίας, τον οποίο προσπαθούσε να διασύρει και να γελοιοποιήσει ο Βαρλαάμ. Κήρυξε ότι η ψυχή δεν είναι απόρροια του Θεού – για να είναι σίγουρος κανείς, πως γυρνώντας μέσα της βρίσκει και θεωρεί το Θεό. Ύστερα – κι αυτό είναι το δογματικό σημείο που μπορεί καλύτερα να μας φωτίσει πάνω στο θέμα – διδάσκει, πως «έκτος της ανακαίνισης από το Χριστό της εικόνας της ψυχής που καταστράφηκε η ενδοσκόπηση δεν οδηγεί, παρά μόνο  στη θεώρηση της διεφθαρμένης ανθρωπινής φύσεως, εφ’ όσον η θεία εικόνα  με την προπατορική αμαρτία αμαύρωθηκε. Γι’ αυτό ο Παλαμάς ονόμασε «θεωρούς εικόνων» όσους ενδοσκοπούσαν, αλλά βρίσκονταν έξω από το χριστιανισμό, σε αντίθεση προς τους «οικείους του Χριστού», οι οποίοι πραγματικά έβλεπαν την θείαν εικόνα, δοξασμένη μέσα σε άφθονο φως»» (π. Θεόκλητος Διονυσιάτης.) .

Πρέπει, τελειώνοντας, να πούμε δύο λόγια και για το θέμα που συγκλόνισε την Εκκλησία του Χριστού τον ιδ’ αιώνα, στο δογματικό τομέα. Ο Βαρλαάμ, χτυπώντας τη «νοερά προσευχή» των ησυχαστών, χρησιμοποιούσε τα γνωστά όπλα του Θωμά Ακινάτη, «τας κτιστάς χάριτας» της «Καθαράς ενεργείας» του Θεού κ.λπ. Ο Βαρλαάμ και οι ομόφρονές του, έλεγαν, όπως είπαμε και πιο πάνω, πως το Θαβώριο φως της Μεταμορφώσεως ήταν κ τ ι σ τ ό . Και επομένως οι Μοναχοί του αγίου Όρους, που με τις μεθόδους του ησυχασμού έλεγαν πως βλέπουν το ά κ τ ι σ τ ο  φως, πέφτουν σε αίρεση, γιατί είναι σα να λένε, πως βλέπουν το Θεό, ενώ, όπως λέει το Ευαγγέλιο, «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε». Την άποψη του Βαρλαάμ, που ακολουθούν ακόμα και σήμερα οι διάδοχοι του Θωμά και του Βαρλαάμ στη Δύση, ανέτρεψε ο άγιος Γρηγόριος, χρησιμοποιώντας τη διδασκαλία της αγίας Γραφής και των Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας. «Η θεία και θεοποιός έλλαμψη και χάρη, δεν είναι η ουσία, αλλά η ενέργεια του Θεού». Και όπως λέει ο Μ. Βασίλειος: «η ουσία του Θεού, γιά τον άνθρωπον είναι ολοκληρωτικά  ακατάληπτη και ανέκφραστη στο νου, όμως οι ενέργειές του έρχονται σε μας». Γι’ αυτό και οι ησυχαστές με τη μεγάλη άσκηση και τον κυκλικό τρόπο της νοεράς προσευχής, μπορούσαν να δουν το άκτιστο  φως, που δεν ήταν η ουσία του Θεού η ακατάληπτη, αλλά «η θεία  χάρη και θεο­ποιός ενέργεια, στην οποία όσοι μετέχουν επιτυγχάνουν τη θέωση». Όμως αυτή την ορθόδοξη άποψη και διδασκαλία, είναι αδύνατο να την καταλάβει η δυτική αριστοτελίζουσα και σχολαστική Θεολογία. Κάνουν σύγχυση μεταξύ ουσίας και ενέργειας του Θεού, τον οποίο θεωρούν ως «actus purus», δηλ. καθαρά ενέργεια. Και γι’ αυτό δεν κατάλαβαν ποτέ την «πρόοδον επί τα έξω» του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, ούτε την «θείαν έλλαμψιν και ενέργειαν», για την οποία μιλά ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Πάντως η Εκκλησία, στις τοπικές Συνόδους Κωνσταντινουπόλεως του 1341, 1347, και 1351, δικαίωσε τον άγιο Γρηγόριο και την ορθόδοξη διδασκαλία του και καταδίκασε ως αιρετικούς τους αντιπάλους του.

Βέβαια, «δεν μπορεί κάποιος με τη δική του δύναμη να δεί το Εν, τον Θεό». Αυτή την ικανότητα τη δίνει μόνον ο Χριστός στους «καθαρούς τη καρδία» χριστιανούς. «Πώς λοιπόν, γράφει ο Παλαμάς, είδαν τα μάτια (των Αποστόλων) την άκτιστη δόξα; Έπαθαν αλλαγή με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και αφού απόκτησαν δύναμη που δεν είχαν προηγουμένως και έγιναν Πνεύμα, ότι έκαναν γινόταν με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος». Έτσι η Ορθόδοξη θεολογία, με το στόμα του αγίου Γρηγορίου του Πα­λαμά, απορρίπτει τον φυσιοκρατικό αγνωστικισμό της Δυτικής θεολογίας και διδάσκει «την εν Χριστώ γνώση και μέθεξη των ακτίστων ενεργει­ών του Θεού από τους χριστιανούς» (Θεοκλή­του Διονυσιάτου, Αθωνικά άνθη, σελ. 95)…

Πραγματικά, άγιοι λόγοι της χάριτος είναι οι λόγοι του αγ. Γρηγορίου: «άρτος αγγέλων, δρόσος ουρανία, νέκταρ, αμβροσία, γλυκασμός, μέλι το εκ πέτρας». Αλλά εμείς έχουμε συνηθίσει το στομάχι μας με τις κοσμικές λογοτεχνίες και φιλοσοφίες, και δεν έχουμε τόπο για τέτοια πολυτέλεια πνευματικής τροφής. Νομίζουμε πως γίναμε πάνσοφοι, γιατί ξέρουμε πέντε γράμματα. Και νομίζουμε πως γίναμε άγιοι, γιατί διαβάζομε ένα θρησκευτικό περιοδικό ή βιβλίο. Τα πόσα σκοτάδια έχουμε μέσα μας κανένας δεν μπορεί να μας το πει και κανένας ήλιος δεν μπορεί να τα φωτίσει. Μα το φώς που ζητούμε, θα έρθει μονάχα με τη συντριβή, το γονάτισμα, το κομποσκοίνι, τη μετάνοια, την εγκράτεια, τη νοερά προσευχή και με την ασταμάτητη τραγική κραυγή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά: «Κύριε, φώτισόν μου το σκότος! Φώτισόν μου το σκό­τος!»

(Π. Β. Πάσχου, Έρως Ορθοδοξίας).