«Δυστυχώς επτωχεύσαμε», λένε και οι Γερμανοί
23 Φεβρουαρίου 2010
Στην Ποτσντάμερ Πλατς, καθ’ οδόν προς τις αίθουσες προβολών της Μπερλινάλε στο εμβληματικό Σόνι Σέντερ του αρχιτέκτονα Φρανκ Γκέρι, οι επισκέπτες του κινηματογραφικού φεστιβάλ του Βερολίνου περπατούν σαν πιγκουίνοι. Βαδίζουν στη σειρά προσεκτικά, ισορροπώντας δύσκολα πάνω στον πάγο. Αμάθητοι στο ασταθές έδαφος με ακατάλληλα παπούτσια, οι περισσότεροι ξένοι, σινεφίλ και κριτικοί, προσπαθούν να μην πέσουν. Η κυβέρνηση του Βερολίνου, χρεοκοπημένη πλήρως, δεν βρήκε φέτος χρήματα για να ρίξει αλάτι στα πεζοδρόμια και να εκχιονίσει τους δρόμους. Σχεδόν τρεις μήνες έχει κρατήσει η κακοκαιρία και η γερμανική πρωτεύουσα έχει καλυφθεί από μόνιμο στρώμα πάγου. Ενα βερολινέζικο ταμπλόιντ, η BZ, προκηρύσσει διαγωνισμό για λίγους τυχερούς. Οσοι άνεργοι προσέλθουν για να φτυαρίσουν χιόνι, θα λάβουν 50 ευρώ μεροκάματο. Εμφανίζονται 27.000 άνθρωποι.
Στο S-bahn, το μετρό του Βερολίνου, οι καθυστερήσεις είναι μεγάλες. Το επιβατικό κοινό διαμαρτύρεται. Η κακοδιαχείριση έχει οδηγήσει στην πλήρη διάλυση του δικτύου. Η γερμανική συνέπεια παύει να αποτελεί αξίωμα. Μέσα στους συρμούς παρελαύνουν δεκάδες αναξιοπαθούντες. Οι περισσότεροι πωλούν τη Motz, την εφημερίδα των αστέγων. Μυρίζουν αλκοόλ, μιλούν όμως με εντυπωσιακή ευγένεια. «Ελπίζω να μην ενοχλώ, απλά θα ήθελα την προσοχή σας στο πρόβλημα των αστέγων. Με μόλις 1,3 ευρώ μπορείτε να βοηθήσετε πολλούς από εμάς να βρούμε στέγη, έστω για ένα βράδυ», λέει ο ακτιβιστής-κλοσάρ και βγαίνει από το βαγόνι, ευχόμενος «Καλή διασκέδαση στους τουρίστες μας». Στο κατάστημα της Motz στη Φριντριχστράσε, λίγα μέτρα από τις βιτρίνες με τις πανάκριβες Bentley, μπορεί κανείς να αγοράσει από καναπέδες μέχρι πιστολάκια και να δωρίσει οτιδήποτε περισσεύει στο νοικοκυριό του. «Οποιος έχει πολλά δίνει πολλά, όποιος έχει λίγα λίγα», είναι το σύνθημα του μαγαζιού. Τρία ευρώ ένα ζευγάρι παιδικά παπούτσια, σετ ποτηριών για λίγα σεντς.
Ενας στους επτά
Η πελατεία του φτηνότερου πολυκαταστήματος της πόλης είναι μεγάλη. Ενας στους επτά Γερμανούς βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας, σύμφωνα με στοιχεία του 2008, που δημοσιοποιήθηκαν την περασμένη εβδομάδα από το ινστιτούτο DIW. Πράγματι 11,5 εκατ. Γερμανοί ανήκουν σήμερα σε ένα σύγχρονο λούμπεν προλεταριάτο και επιβιώνουν με βοηθήματα, επιδοτήσεις ενοικίων και άλλες μορφές κρατικής υποστήριξης. «Υπάρχει μεγάλη οργή στον κόσμο, είναι δύσκολο ακόμη και να συζητήσεις μαζί τους, είναι τόσο χαμηλού επιπέδου», λέει μια καλοντυμένη κυρία μέσα στο βιβλιοπωλείο του Μπούντεσταγκ στη Ντοροτεενστράσε. Ετοιμη να αγοράσει τo βιβλίο που βασίζεται στη συνομιλία του πρώην καγκελάριου Χέλμουτ Σμιντ με τον ιστορικό Φριτς Στερν, πιστεύει ότι δεν έχει νόημα να μιλήσει κανείς με απλούς Γερμανούς πολίτες για την κρίση στην Ελλάδα, αλλά με τραπεζίτες και ειδικούς.
Ο ταξιτζής με την έντονη βερολινέζικη προφορά είναι έξαλλος. Μέσα σε ένα χείμαρρο ύβρεων κατά της Ελλάδας, των Γερμανών πολιτικών και της πλουτοκρατίας συλλήβδην, μπορεί να διακρίνει κανείς όλη τη λαϊκίστικη ρητορική του γερμανικού Τύπου. «Γιατί να πληρώνουμε εμείς με τους φόρους μας τα σπασμένα για όλους τους μεσογειακούς λαούς; Μας είχαν τάξει νομισματική σταθερότητα όταν εγκαταλείψαμε το μάρκο. Εμείς βγαίνουμε στη σύνταξη 65 – 67. Δεν μας περισσεύουν λεφτά για να δώσουμε και σε σας». Ο βουλευτής των Πρασίνων Γκέρχαρντ Σικ παραπέμπει στα σχόλια των αναγνωστών της ιστοσελίδας του περιοδικού Focus, προκειμένου να αντιληφθεί κανείς το κλίμα που επικρατεί αυτήν τη στιγμή στη γερμανική κοινή γνώμη έναντι της Ελλάδας. «Η Ελλάδα είναι ένα μοναδικό μουσείο. Στην είσοδο γράφει διαφθορά», πιστεύει ένας από τους χρήστες του site, ενώ μια γυναίκα ζητάει από την Ελλάδα να βοηθήσει μόνη της τον εαυτό της. Αυτή είναι άλλωστε και η μόνιμη επωδός στα χείλη των επισήμων στο Βερολίνο. «Βοήθεια για αυτοβοήθεια» (Hilfe zur Selbsthlife) είναι το σλόγκαν των περισσότερων Γερμανών πολιτικών, που καλλιεργούν τεχνηέντως την ασάφεια για να αποφύγουν το πολιτικό κόστος μιας έμπρακτης, οικονομικής υποστήριξης προς την Αθήνα.
Οσο η Γερμανία δεν χρειάζεται να βάλει το χέρι στην τσέπη, η Ελλάδα παραμένει για τους Γερμανούς, πάνω από όλα, ένας δημοφιλής τόπος διακοπών. «Οχι, δεν θέλουμε να βγείτε από την Ευρωζώνη, περνάμε τόσο ωραία στα νησιά σας», λένε οι περισσότεροι Γερμανοί στο δρόμο. Η TUI διαφημίζει βουτιές σε καταγάλανα νερά, οι ελληνικές ταβέρνες μουσακά και χωριάτικη και οι αφίσες στο μετρό του Βερολίνου τον βιολιστή Λεωνίδα Καβάκο που συμπράττει με τη συμφωνική Ορχήστρα του Βερολίνου στη μεγάλη αίθουσα της Συμφωνικής Ορχήστρας του Βερολίνου, στην οδό Χέρμπερτ φον Κάραγιαν. Aυτή είναι η Ελλάδα μας, δεν είναι οι κάμποι.
Πηγή: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_34_23/02/2010_391755