Μακάριοι και ευτυχισμένοι
22 Φεβρουαρίου 2010
«Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών».
(Μακάριοι κι ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που νιώθουν την πνευματική τους φτώχεια, γιατί δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών).
Ας μεταφερθούμε κι εμείς νοερά στο όρος εκείνο των μακαρισμών, όπου ο Κύριος δίδαξε το συναγμένο πλήθος. Μπροστά Του στέκονται οι μαθητές Του κι ο απλός λαός, που διψά για ν’ ακούσει το λόγο Του. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί κι οι απόστολοι κυνηγούν με πάθος το θείο Διδάσκαλο και διψούν για ν’ ακούσουν το λόγο Του; Επειδή νιώθουν την πνευματική τους φτώχεια, τη στέρηση και την αθλιότητά τους και θέλουν ν’ αναπληρώσουν την έλλειψη του νου και της καρδιάς τους με τον πλούτο που χαρίζει ο νους κι η καρδιά του Κυρίου. Από τον πλούτο του ελέους Του θέλουν να λάβουν κι εκείνοι τον πλούτο της συγχώρησης των αμαρτιών, της ψυχικής τους ειρήνης. Με το φως Του θέλουν να φωτίσουν τις ψυχές τους. Από την αέναη κι ανεξάντλητη πηγή θέλουν ν’ αντλήσουν και εκείνοι ποταμούς θείων χαρίτων. Αυτοί είναι οι «πτωχοί τω πνεύματι» που μακαρίζει Εκείνος, ο καρδιογνώστης. Είναι εκείνοι που θα κάνουν δική τους τη βασιλεία των ουρανών. Είναι οι ταπεινοί, στους οποίους ο Κύριος χαρίζει τη χάρη Του!
Μακάριοι κι ευτυχισμένοι είστε σεις οι ταπεινοί, γιατί η βασιλεία των ουρανών σας ανήκει.
Επειδή αναγνωρίζετε κι ομολογείτε την πνευματική σας άγνοια, την αμαρτωλότητά σας και τις αδυναμίες σας, οι ευλογίες του Θεού εκχέονται πλούσια σε σας. Έρχεστε εδώ στο ναό σήμερα, όπως και πάντα, για να πλουτίσετε κατά κάποιο τρόπο από τον πλούσιο Θεό. Βρίσκεστε εδώ είτε για να ευχαριστήσετε το Θεό για τις πλούσιες ευλογίες Του είτε για να λάβετε συγχώρηση των αμαρτιών σας, αγιασμό, ειρήνη και ελευθερία για τις ψυχές σας, φωτισμό και εξαγνισμό των λογισμών σας, βοήθεια στο μελλοντικό δρόμο που θ’ ακολουθήσετε στη ζωή σας, στα χριστιανικά μα και στα κοσμικά σας έργα, πνευματικό οπλισμό για τον πόλεμο εναντίον των αόρατων έχθρων, ανακούφιση και θεραπεία στις πνευματικές αρρώστιες και θλίψεις σας.
Τί θα πει πνευματική φτώχεια; Όλοι σας έχετε δει ανθρώπους που είναι φτωχοί κι άποροι. Για να περιγράψουμε την πνευματική φτώχεια λοιπόν ας εξετάσουμε πρώτα την υλική φτώχεια, ώστε από τα όμοια να φτάσουμε σε μια σωστή εξήγηση. Άπορος, όπως το λέει και η λέξη, είναι εκείνος που δεν έχει τίποτα. Ό,τι μπορεί να ελπίζει πως θα λάβει θα έρθει μόνο από την ευσπλαχνία των άλλων. Ούτε ένα κομμάτι ψωμί για να χορτάσει την πείνα του δεν έχει ή κάτι για να ξεδιψάσει τη δίψα του, που το έχουν άφθονο όλοι οι άνθρωποι. Δε θα είχε σπίτι για να βάλει μέσα το κεφάλι του, αν κάποιος δεν του έδινε χρήματα για να περάσει τη νύχτα του. Δε θα είχε τίποτα για να ντύσει τη γύμνια του αν κάποιος φιλεύσπλαχνος δεν τον λυπόταν και δεν του αγόραζε ρούχα. Κι αν κάποιος απ’ αυτούς έχει κάποια ρούχα, αυτά είναι παλιά, λερωμένα, κουρελιασμένα, τελείως άχρηστα, που καμιά φορά δε θα ήθελες ούτε να τ’ αγγίξεις. Όλοι τον περιφρονούν και τον κοροϊδεύουν λες κι έχουν να κάνουν με σκουπίδια, με ακαθαρσίες, αν και στα μάτια του Θεού κάποιοι φτωχοί μπορεί να λάμπουν όπως ο χρυσός στο χωνευτήρι. Πάρε σαν παράδειγμα το Λάζαρο του ευαγγελίου.
Ας προσπαθήσουμε τώρα να μεταφέρουμε αυτά τα φυσικά χαρακτηριστικά του φτωχού και άπορου σε κάποιον που είναι «πτωχός τω πνεύματι». Μιλάμε για τον άνθρωπο που παραδέχεται πως είναι πνευματικά φτωχός, που ομολογεί πως δεν έχει τίποτα δικό του. Περιμένει τα πάντα μόνο από το έλεος του Θεού. Είναι σίγουρος πως ο ίδιος δεν μπορεί ούτε να σκεφτεί μα ούτε και να επιθυμήσει κάτι καλό, αν δεν του δώσει ο Θεός ένα καλό λογισμό ή μια καλή έμπνευση. Είναι πεισμένος πως χωρίς τη χάρη του Ιησού Χριστού δεν μπορεί ούτε μια καλή πράξη να κάνει. Τον εαυτό του τον λογαριάζει σαν τον χειρότερο και τον πιο αμαρτωλό απ’ όλους. Κάθε φταίξιμο το ρίχνει στον εαυτό του και δεν κρίνει ποτέ τους άλλους. Ομολογεί πως το ένδυμα της ψυχής του είναι λερωμένο, βρώμικο, τελείως άχρηστο. Δεν παύει να ικετεύει τον Κύριο Ιησού Χριστό να καθαρίσει το χιτώνα της ψυχής του και να τον ντύσει με τον άφθαρτο χιτώνα της δικαιοσύνης. Προσπαθεί πάντα να καταφεύγει κάτω από τα φτερά του Θεού. Πουθενά αλλού δεν μπορεί να βρει ασφάλεια, παρά μόνο στον Κύριο. Ό,τι κι αν έχει το λογαριάζει σαν δώρο του Θεού. Γι’ αυτό Τον ευχαριστεί και Τον δοξολογεί διαρκώς, μα και δίνει μέρος από τα ελέη του Θεού σε εκείνους που του ζητούν. Αυτός είναι ο «πτωχός τω πνεύματι».
Τέτοιος φτωχός πνευματικά είναι πραγματικά μακάριος κι ευτυχισμένος, όπως είπε ο Κύριος. Γιατί όπου υπάρχει ταπείνωση, όπου υπάρχει ομολογία της φτώχειας και της αθλιότητας, εκεί υπάρχει κι ο Θεός. Κι όπου υπάρχει ο Θεός έχουμε κάθαρση από τις αμαρτίες, ειρήνη, φωτισμό, ελευθερία, ευδαιμονία και μακαριότητα. Σ’ αυτούς τους πνευματικά φτωχούς ήρθε ο Κύριος για να φέρει το χαρμόσυνο άγγελμα του ευαγγελίου της βασιλείας του Θεού. Πρόσεξε: λέει στους πνευματικά φτωχούς κι όχι στους πλούσιους, γιατί η υπερηφάνειά τους, απομακρύνει τη χάρη του Θεού, και τότε μοιάζουν με σπίτι άδειο και βρώμικο. Οι άνθρωποι δεν απλώνουν το χέρι τους για να βοηθήσουν και να ελεήσουν εκείνους που είναι πραγματικά φτωχοί και ζητούν απεγνωσμένα τα βασικά αγαθά; Τότε, πώς δε θα δείξει πολύ περισσότερο ο Θεός το έλεος και την πατρική Του φροντίδα στους πνευματικά φτωχούς που Τον επικαλούνται και δε θα τους γεμίσει με τ’ αμέτρητα πλούτη Του; Γι’ αυτό, «μακάριοι κι ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που νιώθουν την πνευματική τους φτώχεια, γιατί δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών». Πρόσεξε, δεν λέει «δική τους θα είναι η βασιλεία των ουρανών», αλλά «είναι», γιατί τους ανήκει από τώρα, που ζούμε στη γη αυτή. Ο Θεός κατοικεί και βασιλεύει στις ταπεινές καρδιές. Στην αληθινή ζωή θα βασιλεύει μέσα τους αιώνια και θα τους δοξάζει με δόξα άφθαρτη.
Συνάξτε τα αγαθά της ταπείνωσης εδώ, αδελφοί, ώστε εκεί, στους ουρανούς, ν’ απολαύσετε τα πλούτη της αιώνιας δόξας. Αμήν.
(Αγίου Ιωάννου της Κρονστάνδης, «Οι Μακαρισμοί» -αποσπάσματα.)