Τέλος καλό, όλα καλά!
11 Φεβρουαρίου 2010
«Αμήν», είναι η πιο μικρή λέξη μέσα στο Ευαγγέλιο και σε όλη τη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας μας. Όμως η χρήση της είναι ευρύτατη και κυρίως το περιεχόμενο και το μήνυμα που περιέχει είναι από τα σημαντικότερα.
Είναι εβραϊκή λέξη (amen) και σημαίνει γένοιτο, μακάρι να γίνει έτσι. Στην Π.Δ. τη συναντάμε περισσότερο με ευχετική έννοια: «και θα πει όλος ο λαός γένοιτο» (Ψαλμ. 105), ενώ στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται από τον Κυρίου και σαν επιβεβαιωτικό: «Αμήν, αμήν, λέγω υμίν» (Ιω. 16,23).
Ο Απ. Παύλος δίνει εντολή, ο λαός κατά τις συνάξεις να λέει το «Αμήν: «Εάν δοξολογήσεις τον Θεό με το πνευματικό χάρισμα της γλώσσας, που δεν την εννοεί κανείς, τότε εκείνος, που έχει τη θέση του ακροατή, πώς θα πει το Αμήν, για την ευχαριστία σου, αφού δεν καταλαβαίνει τι λες;» (Α’ Κορ. 14,16). Έτσι το «Αμήν» από νωρίς καθιερώθηκε στη λατρεία της Εκκλησίας. Ο αγ. Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυρας, μας πληροφορεί: «Όταν ο προϊστάμενος της λατρείας τελειώσει τις προσευχές και την ευχαριστία όλος ο λαός δοξολογεί λέγοντας, αμήν. Το δε αμήν, στην εβραϊκή γλώσσα σημαίνει, το γένοιτο». Ο λαός με αυτό εύχεται, να εκπληρωθούν όλα όσα ο ιερέας, εξ ονόματος του ζητεί από τον Θεό, αλλά και δέχεται όσα Αυτός του προσφέρει. Ο λαός, κατά κάποιο τρόπο με το «Αμήν» συμφωνεί με αυτά, τα υπογράφει και βάζει τη σφραγίδα του. Οι δύο μαρτυρίες, που παραθέτουμε πιο κάτω είναι χαρακτηριστικές. Ο αγ. Νικόλαος Καβάσιλας λέει: «Αφού ευχήθηκε και δοξολόγησε ο ιερέας, οι πιστοί λένε το Αμήν και με την επιφώνηση αυτή αποδέχονται όλες τις παρακλήσεις του». Οι αποστολικές Διαταγές ορίζουν: «Και ο μεν Επίσκοπος ας προσφέρει την θεία κοινωνία λέγοντας Σώμα Χρίστου. Και όποιος κοινωνεί να λέει «αμήν». Και ο πίνων το αίμα του Χριστού να λέει «αμήν». «Ω χριστεπώνυμον πλήρωμα – αναφωνούσε και ο σοφός και ευλαβής πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Καλλίνικος- μη στέκεις σαν ξένος στο φρικτό μυστήριο που τελείται για σένα. Πρόφερε τα «αμήν» σου. Πρόφερε τα με μεγάλη πίστη πρός τον Χριστόν…».
Αλλά το «Αμήν» κυρίως, δηλώνει τη στάση του ανθρώπου απέναντι στο Θεό. Εκφράζει την ολοκληρωτική συγκατάθεση του σε όσα αυτός εντέλλεται και προστάζει. Είναι το ναι του ανθρώπου στο θέλημα του Θεού «το ευάρεστον και τέλειον». Δύο τέτοια «αμήν» = γένοιτο, γεμάτα υποταγή στο θείο θέλημα, έσωσαν τον κόσμο. Το πρώτο είναι της Κυρίας Θεοτόκου κατά τον Ευαγγελισμό: « Ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ. 1, 38). Και το δεύτερο είναι αυτό του Κυρίου μας, στις ώρες της αιματηρής Του αγωνίας στην Γεθσημανή, όταν στον Ουράνιο Πατέρα είπε το μεγάλο Του «ναι». «Πάτερ,… μη το θέλημά μου, αλλά το σον γινέσθω» (Λουκ. 22, 42). Αλλά και σ’ όλη Του τη ζωή ο Κύριος, μέχρι το «τετέλεσται»,στις σχέσεις Του με τον Ουράνιο Πατέρα, ουδέποτε υπήρξε «ου», αλλά πάντοτε «ναι» και «Αμήν». Έτσι εξασφάλισε για όλους μας τις θείες υποσχέσεις και ευλογίες του Πατέρα. Ο απ. Παύλος θα το τονίσει αυτό έντονα προς τους Κορινθίους: « Γιατί ο Υιός του Θεού, ο Ιησούς Χριστός,…δεν ήταν ναι και όχι ταυτόχρονα, αλλά πραγματοποίησε το ναι του Θεού. Δηλαδή στο πρόσωπο του εκπληρώθηκαν όλες οι επαγγελίες του Θεού· είναι το ναι του Θεού. Γι’ αυτό κι εμείς δοξολογούμε το Θεό δι’αυτού λέγοντας «αμήν»(Β’ Κορ. 1,19-20). Βλέπουμε δε ότι του αρέσει του Κυρίου να χρησιμοποίει από τοτε τον τίτλο αυτό για τον εαυτό Του, καθώς τον ακούμε στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, να παραγγέλλει προς τον Επίσκοπο της Λαοδικείας: «τάδε λέγει ο αμήν, ο μάρτυς ο πιστός και αληθινός…» (Αποκ. 3, 14).
Η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, οφείλει πάντοτε και αυτή να είναι «Αμήν», ακολουθώντας παντού το Χριστό, τη θεία κεφαλή της. «Το Αμήν» είναι αληθινά μια από τις σημαντικότερες λέξεις στον κόσμο, αφού εκφράζει το στέρξιμο (απόφαση) της Εκκλησίας να ακολουθήσει το Χριστό… Είναι το δώρο του Χριστού σε μας, γιατί μονάχα μέσω Εκείνου μπορούμε να πούμε «Αμήν» στο Θεό ή μάλλον Εκείνος (Χριστός) είναι το «Αμήν» μας στο Θεό και η Εκκλησία είναι ένα «Αμήν» στο Χριστό. Σ’ αυτό το «Αμήν» κρίνεται η μοίρα του γένους των ανθρώπων. Το «Αμήν» δηλώνει καθαρά πως η πορεία προς τον Θεό έχει αρχίσει (Σμέμαν). Έτσι και ο κάθε πιστός καλείται να πει το δικό του «Αμήν» στο Χριστό, το προσωπικό του «γένοιτο μοι κατά το ρήμα Σου». Διότι ο άνθρωπος «λειτουργεί». Τελεί και αυτός, ως ιερέας του εαυτού του, τη θεία λειτουργία της υπάρξεως. «Διά της νοεράς εργασίας (της νήψεως) θέλεις καταστήσει όλον μεν τον εσωτερικόν σου άνθρωπον ναόν και κατοικητήριον του Αγ. Πνεύματος, την δε καρδίαν σου ιδιαιτέρως ως θυσιαστήριον ιερόν και αγίαν Τράπεζαν. Τον δε νουν σου ως ιερέα· την δε θέλησιν και προαίρεσίν σου ως θυσίαν ως οσμήν δε ευωδίας την από καρδίας αναπεμπομένην εις Θεόν προσευχήν» (Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης). Καλείται λοιπόν ο άνθρωπος να ιερουργεί την «λογική του λατρεία».Ο Παύλος παρακαλεί τους πιστούς γι αυτό: « Ο Θεός, αδελφοί, μας έδειξε το έλεός του. Σας παρακαλώ, λοιπόν, να του προσφέρετε όλον τον εαυτό σας θυσία ζωντανή, αγία, ευπρόσδεκτη στο Θεό. Αυτή είναι η πραγματική πνευματική λατρεία σας»(Ρωμ. 12, 1). Και ο Μ. Βασίλειος εξηγεί: «Ποιος προσφέρει λογική λατρεία;…Τηρεί την εντολή της λογικής λατρεία αυτός που με σωστό λόγο και αγαθή θέληση, με πολλή φροντίδα πάντοτε και παντού σκέπτεται και κατορθώνει αυτό που αρέσει στο Θεό,(δηλ. το θέλημα του). Ο άνθρωπος μπορεί με την συλλειτουργία όλων των ψυχικών και σωματικών του δυνάμεων να γίνει ένα ζωντανό «Αμήν». Ο νους να λέει «Αμήν» στην πίστη και την αλήθεια, «χωρίς διακρίσεις διαλογισμών».Η καρδιά του να λέει «Αμήν», στην αγάπη Του και στην παιδαγωγία. Στη χαρά, στη λύπη, στη δοκιμασία και στο θάνατο. Η θέληση, «Αμήν» στις εντολές Του, οι οποίες «βαρείαι ουκ είσι». Το ηλιοτρόπιο θα μπορούσε να είναι μια ωραία εικόνα του πιστού. Είναι ένα φυτό, που πολύ μοιάζει με τον ήλιο στο σχήμα και στη μορφή. Από την ανατολή του ως τη δύση τον παρακολουθεί στο ταξίδι του, στρέφοντας προς αυτόν τα χρυσοκίτρινα πέταλά του. Το βράδυ μαζεύεται στον εαυτό του και το πρωί χαρούμενο τον χαιρετά. Τον παρακολουθεί πιστά όχι μόνον όταν είναι ορατός και λαμπερός, αλλά και όταν τα μαύρα σύννεφα τον κρύβουν και δεν φαίνεται.
«Τρία είναι τα θελήματα, διδάσκει ο Αββάς Αμμωνάς, που απασχολούν διαρκώς τον άνθρωπο. Αυτό που ρίχνει στη ψυχή ο εχθρός, αυτό που γεννά μόνη της η καρδιά και αυτό που σπέρνει στον άνθρωπο ο Θεός. Από τα τρία μόνο το δικό του αποδέχεται ο Θεός».Όταν η ψυχή πάρει σταθερά απέναντι στο Θεό τη θέση του «Αμήν» και του «γένοιτο», τότε αλλάζει πορεία. Κάτι καινούργιο αναδύεται στην ύπαρξη της. Παίρνει καινούργιο όνομα «που δεν το γνωρίζει κανείς εκτός από αυτόν που το παίρνει» (Αποκ. 2,17). Αυτό φαίνεται καθαρά στη ζωή των Αγίων, που απεφάσισαν αμετάκλητα να ακολουθήσουν το Θεό. Ο Άβραμ ώνομάσθηκε από το Θεό Αβραάμ. Η Σάρα, Σάρρα. Ο Ισάκ Ισαάκ. Ο Ιακώβ, μετά την πάλη εκείνη με το Θεό ονομάσθηκε Ισραήλ, ο Σαούλ, Παύλος, ο Σίμων, Κηφάς «ο ερμηνεύεται Πέτρος» (κ.ά.,).
Αλλά το σπουδαιότερο και κρισιμότερο «Αμήν» θα το πει ο άνθρωπος την τελευταία του στιγμή, όταν θα έχει πια τελειώσει η «λειτουργία» της ζωής του. Αυτό θα το πει θέλοντας και μη, ως «φινάλε» μιας αγωνιώδους υπαρξιακής οδοιπορίας. Το πρόβλημα όμως είναι πώς θα το πει; Πολλές φορές ένα κακό φινάλε, χάλασε όλα τα προηγούμενα. Αντίθετα ένα καλό κάλυψε πολλά λάθη. Τέλος καλό, όλα καλά, όπως λέει και ο λαός. Η τελευταία εντύπωση πάντα είναι η αποφασιστικότερη. Βάζει τη σφραγίδα μια για πάντα.
Μακάρι να είναι ο καθένας μας σε θέση να λάβει θετικό μέρος στον ευλογημένο διάλογο της Αποκαλύψεως. «Λέγει ο μαρτύρων ταύτα. Ναι έρχομαι ταχύ. Αμήν, ναι έρχου Κύριε Ιησού» (Άποκ. 22,20).
(Από το βιβλίο του Αρχιμ. Αθηναγόρα Καραμαντζάνη,»Στώμεν καλώς…»)