Ο άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ή Ζώρζης
2 Ιανουαρίου 2010
Μαρτύρησε στη Μυτιλήνη στις 2 Ιανουαρίου 1770
Όταν ήταν ο άγιος μικρό παιδί πουλήθηκε σκλάβος σε κάποιον Τούρκο αγά ο οποίος τον εξισλάμισε. Μετά από αρκετό καιρό πέθανε ο αγάς εκείνος και ο άγιος έμεινε μουσουλμάνος για εβδομήντα περίπου χρόνια χωρίς να νυμφευθεί. Ζούσε πολύ ήσυχα, κάνοντας τον έμπορο.
Στα γεράματά του λοιπόν κάποια μέρα πήγε στον δικαστή του τόπου, έβγαλε το σαρίκι που φορούσε, του το έδωσε και του είπε :
Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θέλω να πεθάνω, Ζώρζης είναι το όνομά μου και πάλι Ζώρζης θέλω να πεθάνω.
Βλέποντας ο δικαστής αυτή την αλλαγή στα γεράματα και τη λευκή του γενειάδα του λέει :
Μπρε Σαλή (έτσι τον ονόμαζαν μέχρι τότε) τι έπαθες ; τρελάθηκες , αδελφέ ;
Χριστιανός, Χριστιανός θέλω να πεθάνω, αποκρίθηκε ο άγιος.
Ο δικαστής τον ρωτούσε και τον ξαναρωτούσε να μάθει την αιτία αλλά εκείνος το μόνο που αποκρινόταν ήταν : Χριστιανός είμαι.
Τότε διέταξε να τον κλείσουν σ’ ένα σπίτι ,χωρίς να τον δέσουν, μήπως και συνέλθει.
Την άλλη μέρα τον έφεραν πάλι μπροστά του. Ο άγιος επέμενε να ομολογεί : Χριστιανός είμαι.
Την τρίτη μέρα, αφού τον ανέκρινε ο δικαστής και πάλι ο άγιος ομολογούσε απλά τον Χριστό ,( ήταν κι από τη φύση του λιγόλογος ) τον παρέδωσε στους γενιτσάρους να τον θανατώσουν. Εκείνοι τον άρπαξαν αμέσως και ,δέρνοντάς τον αλύπητα σε όλο τον δρόμο, τον οδήγησαν μπροστά σε ένα μαγαζί όπου ήταν κατάλληλος ο τόπος για να τον κρεμάσουν. Ο άγιος τα υπέμενε όλα αγόγγυστα . Του έβαλαν τη θηλιά στο λαιμό και τον πίεζαν να πει το σαλαβάτι ( ομολογία πίστεως στο Ισλάμ) .Κι εκείνος έσφιγγε το στόμα του με όση δύναμη είχε για να μη μιλήσει .Όσο δεν μιλούσε τόσο τον έδερναν. Τον διαπόμπευσαν σε όλη την αγορά βασανίζοντάς τον. Τελικά τον οδήγησαν στο παρμάκ καπί όπου τον κεντούσαν με τα μαχαίρια τους και τον πίεζαν να πει το σαλαβάτι. Επειδή δεν το έλεγε ,του έλεγαν να δείξει με το δάχτυλό του ότι ο Θεός είναι ένας .Εκείνος έσφιγγε με όλη του τη δύναμη τις παλάμες του τόσο που κανένας δεν μπορούσε να τις ανοίξει και γύριζε τα μάτια του στον τοίχο για να μη τους βλέπει.
Βλέποντας τη σταθερότητά του στον Χριστό τον ράβδιζαν και τον γρονθοκοπούσαν , τον κρέμαγαν και πάλι τον κατέβαζαν μήπως και αλλάξει γνώμη.
Τελικά τον απαγχόνισαν και έτσι έλαβε ο μακάριος τον στέφανο του μαρτυρίου.