Περί της σχέσεως Θεού και ανθρώπου
30 Δεκεμβρίου 2009
Ερώτηση προς τον π. Σωφρόνιο: Είπατε ότι αρχίσατε να γράφετε, επειδή πολλοί θέλησαν να γνωρίσουν με εύκολο τρόπο τη σοφία της ζωής. Μα όσο κι αν διαβάσουν, δεν μπορούν να τη γνωρίσουν, διότι για να την μάθουν, είναι απαραίτητο να φοιτήσουν στο σχολείο της ζωής από το οποίο Εσείς περάσατε.
π. Σωφρόνιος. Εν μέρει δεν το αρνούμαι αυτό. Αλλά γιατί να μην αποδεχθώ ότι δεν δημιούργησα εγώ όλες αυτές τις σκέψεις πού φέρω, άλλα ότι τις δέχθηκα από άλλους, από την Καινή Διαθήκη, από τους δασκάλους μου; Και οι άνθρωποι πού ήδη έχουν εγκαταλείψει εντελώς τη μελέτη του Ευαγγελίου, αν ακούσουν αυτό τον λόγο, ίσως πούν: «Ναί, θα προσπαθήσω κι εγώ. Ο άνθρωπος αυτός δοκίμασε, αποφάσισε και να τί του δόθηκε». Είναι αυτό πού έκανε και ο Γέροντας Σιλουανός. Το παράδειγμά του ενέπνευσε χιλιάδες ανθρώπους. Είναι πολύ πιθανό ότι έθεσε τη βάση για μία νέα άνθηση της πνευματικής ζωής. Στον Γέροντα Σιλουανό, άνθρωπο απλό και φυσικό, δόθηκε να γνωρίσει και να βιώσει εκείνη τη μορφή της αγάπης — «αγαπάτε τους εχθρούς υμών»—, με την οποία ο Κύριος αγάπησε τον άνθρωπο… Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της αγάπης αυτής συνίσταται στο ότι, όταν δίνεται αυτό το αίσθημα -καί αυτό δίνεται μέσω της καρδιάς—, τότε χωρίς καμία λογική απόδειξη είναι φανερό για τον άνθρωπο ότι δεν πεθαίνει, ότι είναι αιώνιος. Καμιά επιστημονική γνώση δεν οδηγεί σε αυτό.
Ο Αϊνστάιν έγραψε ένα βιβλίο για τον εαυτό του, «Πώς βλέπω τον κόσμο». Βίωσε κάποτε μία κατάσταση κάποιου μυστικιστικού δέους, οπότε η σκέψη του προχώρησε ακόμη και στο να ανακαλύψει τον τύπο ή την εξίσωση όχι μόνο για την ύλη αλλά και για τον Θεό. Αλλά δεν γνώρισε τον Θεό ως πρόσωπο. Η αντίληψή του έφθασε ως εκείνο το επίπεδο όπου υπερτερούν οι φιλόσοφοι. Αυτοί, εξετάζοντας την ύπαρξη, δεν μπορούν με κανέναν τρόπο να συμφωνήσουν στο ότι η αρχή του παντός είναι το άτομο του υδρογόνου και ότι όλες οι μορφές της δικής μας υπάρξεως δημιουργήθηκαν ως τυχαία επακόλουθα κάποιων συνδυασμών αυτών των ατόμων. Αυτό κάποτε αποτελεί στήριγμα για τους ανθρώπους, ώστε μόνοι τους να πορευθούν με εμπιστοσύνη στον δρόμο εκείνο πού έδειξε ο Χριστός.
Ερώτηση: Είπατε ότι, όταν ο άνθρωπος εκτρέπεται προς το κακό, τότε χάνει τον σύνδεσμο με τον Θεό, δηλαδή δημιουργείται ένα ρήγμα. Όμως αυτό είναι μάλλον μονόπλευρο ρήγμα: είναι ρήγμα του άνθρωπου με τον Θεό και όχι του Θεού με τον άνθρωπο;
π. Σωφρόνιος: Ναί. Σε αυτό εμπεριέχεται και το τραγικό της πτώσεως, ότι ο Θεός ήρθε και έδειξε ότι Αυτός δεν θέλει να μάς εγκαταλείψει, αλλά ότι ο άνθρωπος απομακρύνεται. Δηλαδή με την έννοια ότι ο Θεός δεν εξαναγκάζει τον άνθρωπο.
Ορίστε, τώρα ζούμε τόσο φοβερά γεγονότα: πόλεμος στό Βιετνάμ, πόλεμος στη Νιγηρία, πόλεμος στη Μέση Ανατολή, πείνα στη γή πού πλήττει με θάνατο χιλιάδες και χιλιάδες ανθρώπων. Λογικά μάς φαίνεται ότι, αν η ανθρωπότητα ζούσε με άλλες αρχές, τότε θα μπορούσε να τους θρέψει όλους- ότι οι πόροι πού δαπανώνται για τον πόλεμο, ακόμη και όταν δεν υπάρχει αυτός, υπερβαίνουν τους πόρους πού θα ικανοποιούσαν τις ανάγκες όλων αυ-τών πού πεθαίνουν. Σε σχέση με αυτά ρώτησα στην Αγγλία έναν άνθρωπο:
— Αν είχατε απόλυτη εξουσία, τί θα κάνατε με όσους σάς φαίνονται υπαίτιοι αυτού του κακού;
Η απάντηση ήταν:
— Αν είχα τέτοια απόλυτη εξουσία, τότε δεν θα μπορούσα να κινηθώ- αυτή η εξουσία θα με παρέλυε.
Και τόσο ανίσχυρο βλέπουμε μπροστά μας τον Χριστό Θεό πού είπε: «Μή αντιστήναι τώ πονηρώ», δηλαδή «δώσε τη ζωή σου, ακόμη και όταν σου φαίνεται ότι σε κακοποιούν». Έτσι, αν ο Θεός δεν έχει σχέση με το κακό, τότε το κακό δεν εμπερικλείει αυτό τον λόγο του Χριστού Θεού, και έτσι Αυτός φαίνεται σαν να μάς “ρίχνει σε κάποια φυλακή”, σαν να μάς απορρίπτει κλπ. Τα ίδια τα λόγια «αγαπάτε τους εχθρούς υμών», μαρτυρούν ότι στον Θεό δεν υπάρχει αυτή η απόρριψη. Είναι εξωχρονικό φαινόμενο – σύμφωνα με τη βιβλική αποκάλυψη, πριν από τον άνθρωπο έπεσε ο Εωσφόρος. Γι’ αυτό και η ανθρώπινη πτώση, η οποία υποκινήθηκε από τον Εωσφόρο, φέρει εωσφορικά στοιχεία. Αλλά ως τώρα μπορεί να συναντήσεις στη γή πάρα πολλούς ανθρώπους πού σκέπτονται για την αυτοθέωση τοϋ άνθρωπου: ότι δεν υπάρχει κανείς και τίποτε υψηλότερο, ότι στο είναι βασιλεύει ο άνθρωπος, ότι ο άνθρωπος θα γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος του κόσμου.
Όταν όμως μιλούμε για την αμαρτία, αυτή η έννοια δεν είναι ηθική, άλλα οντολογική, πού υπερβαίνει τους κανόνες της κοινωνικής ζωής. Όχι επειδή είναι ενάντια στους κανόνες, αλλά επειδή προχωρεί απείρως μακρύτερα από αυτούς. Οι ηθικοί κανόνες μιλούν για τιμωρίες, ενώ ο Θεός λέει: «Αγαπάτε τους εχθρούς υμών. Μή φοβεϊσθε από των αποκτενόντων υμάς». Αλλά αυτό είναι αδύνατο να το εξηγήσεις με λέξεις και να το αντιληφθείς αλλιώς, παρά μέσω της καρδιάς, γιατί όλοι οι άνθρωποι, όσο έχουν την αίσθηση της παρουσίας του θανάτου, είναι φυσικό να προστατεύουν τον εαυτό τους από όλα τα πλάσματα πού επιβουλεύονται τη ζωή τους ή ακόμη και τις ανέσεις της ζωής αυτής. Και μέχρι τώρα ακριβώς γι’ αυτό γίνεται η πάλη στον κόσμο. Ο Χριστός είπε: «Είς εστίν υμών ο Πατήρ ο ουράνιος, πάντες δε υμείς αδελφοί εστέ».
Έτσι, οποιονδήποτε πόλεμο και να διαλέξουμε, αυτός θα έχει πάντα χαρακτήρα αδελφοκτόνο. Ο Κάιν φόνευσε τον Αβελ και αυτός ο καϊνικός χαρακτήρας διακρίνεται όλα τα χρόνια στην ιστορία. Όταν το κατανοήσουμε αυτό, τότε μάς παρουσιάζεται η ανάγκη να νικήσουμε μέσα μας αυτή την τάση. Γιατί, αν έχουμε μέσα μας αυτή την εωσφορική κίνηση, η δυναμική της πτώσεως συνεχίζει να αυξάνεται. Ένας άνθρωπος είπε: «Μπορεί γι’ αυτό να απαγορεύθηκε στον άνθρωπο να γνωρίσει το καλό και το κακό, γιατί μπροστά στην ατέλειά του και την επιδίωξή του να πολεμήσει το κακό, θα καταστρέψει όλα όσα του φαίνονται φορείς του κακού και θα αρχίσει η αλληλοκαταστροφή».
Ερώτηση: Αλλά και οι Ιησουίτες δεν πολιτεύονται με τον τρόπο αυτό;
π. Σωφρόνιος: Δόξα τώ Θεώ, δεν είμαστε Ιησουίτες. Αν οι άνθρωποι ήταν σαν τα παιδιά, τότε θα ζούσαν χωρίς αυτές τις ακατάπαυστες αδελφοκτόνες μάχες. Νομίζω ότι η αιτία όλων των πολέμων και των ταραχών δεν είναι η υλική κατάσταση, άλλα η πνευματική. Και στη βάση όλων των Ιστορικών γεγονότων δεν βρίσκονται υλικές αιτίες άλλα πνευματικές.
Όταν θυμάμαι πώς ζούσα στην έρημο του Αθω, νομίζω ότι σε κανέναν δεν είναι δυνατό να περιγράψει τη φτώχεια αυτής της ζωής. Παρ’ όλα αυτά, ο άνθρωπος βρίσκεται σε τέτοια ελευθερία πνεύματος, πού δεν θα την άλλαζε με τίποτε. Και αυτοί πού μαζεύουν θησαυρούς ή ακόμη και σκοτώνουν τ’ αδέλφια τους, ώστε να αυξηθούν οι θησαυροί αυτοί, φαίνονται παράφρονες, εσκοτισμένοι.
Ως τώρα δεν δέχθηκαν τον Χριστό. Ακόμη και αυτοί οι λαοί πού διεκδικούν χριστιανικούς τίτλους, στην πορεία της ιστορίας ντροπιάστηκαν, γιατί μέχρι και τα προηγούμενα χρόνια oι πιο επικίνδυνοι ήταν πάντα αυτοί οι λαοί πού αυτοαποκαλούνταν χριστιανικοί. Οι λιγότερο φωτισμένοι λαοί δεν μπόρεσαν να δημιουργήσουν τέτοια μέσα εξολοθρεύσεως, όπως οι λαοί πού φωτίσθηκαν με το πνεύμα τοϋ Χριστού. Αυτό όμως δεν συνέβη επειδή ο Χριστός είναι πατέρας του κακού, αλλά, όπως είπαμε, το μεγάλο δώρο της ελευθερίας πραγματώθηκε σε αυτούς τους λαούς με αρνητική προοπτική.
Πηγή: http://www.agiazoni.gr/article.php?id=12827982560327166854