Η πάχνη
25 Δεκεμβρίου 2009
Κάθε χρονιά, όταν τα φύλλα σπαρταρούν
και το φθινόπωρο τελειώνει μ’ ένα φίλημα
– θωπεία λες απατηλή από πάχνη – στα πεσμένα φύλλα
έρχεται ολόζεστος ένας αγέρας προεόρτιος
που δεν φοβείται μήτε πάχνη μήτε
τον επερχόμενο βαρύ χειμώνα.
Μετά την εορτή των Εισοδίων της Αειπαρθένου
αρχίζει ο νέος Ισραήλ να ψάλλει το καινόν άσμα
αρχή, βέβαια, κάνοντας απ’ τις Καταβασίες
στον πρώτον ήχο τον αγγελικό ψαλλόμενες.
Κατόπιν έρχονται γλυκά, όρθρου βαθέος
εκείνα τα καθίσματα πάνω στο Κατεπλάγη Ιωσήφ,
Τί θαυμάζεις Μαριάμ, τί εκθαμβείσαι τω εν σοι;
Δεύτε ίδωμεν πιστοί, πού εγεννήθη ο Χριστός·
ακολουθήσωμεν, λοιπόν, ένθα οδεύει ο αστήρ….
Ώσπου να ηχήσει με ορμή από τα έγκατα
ψυχής από μυστήριον ξένον αγαλλόμενης,
ένθεος ύμνος, ως ρομφαία φλογίνη·
oι καθαροί τω καθαρώ προσενεγκάμενοι…
Κάθε που η πάχνη με οδηγεί στη Φάτνη και στο Σπήλαιο
και σπαργανούται ράκει ο Χριστός βροτός καθάπερ
τα χείλη της ψυχής μου φλέγονται αξεδίψαστα
από τις παιδικές μου προετοιμασίες να φιλοξενήσω
τον Αχώρητον παντί. Κι ο ίμερος, χαράς πλησθείς,
απαύστως μελωδεί· Χριστός γεννάται
την πριν πεσούσαν αναστήσων – μου – εικόνα….
Π. Πάσχος.