Ο ιερός Χρυσόστομος για τα Χριστούγεννα.
21 Δεκεμβρίου 2009
Ξέρουμε από την ιστορία ότι στην ανατολή μέχρι την εποχή του Χρυσοστόμου γιόρταζαν μαζί Χριστούγεννα και Θεοφάνεια. Ο ιερός Χρυσόστομος συνετέλεσε να ξεχωρίσουν τα Χριστούγεννα και να αποτελέσουν ιδιαίτερη γιορτή, και αφιέρωσε δύο θαυμάσιες ομιλίες «Εις την γενέθλιον ημέραν του Σωτήρος». Σ’ αυτές τις ομιλίες με πολλή δύναμη εμβαθύνει στο μυστήριο της ενσαρκώσεως και με λυρισμό, αλλά και θεολογία, εξυμνεί το γεγονός και την εορτή· «Σκέψου πόσο μεγάλο είναι να βλέπεις τον ήλιο να έχει κατεβεί από τους ουρανούς και να τρέχει πάνω στη γη και από εκεί να αφήνει παντού τις ακτίνες του. Όταν λοιπόν αυτό, αν συνέβαινε στον αισθητό ήλιο, θα άφηνε κατάπληκτους όσους το έβλεπαν, σκέψου και συλλογίσου τώρα, πόσο μεγάλο είναι να βλέπεις τον Ήλιο της δικαιοσύνης ν’ αφήνει από τη σάρκα μας τις ακτίνες και να καταυγάζει τις ψυχές μας».
«Μυστήριο παράξενο και παράδοξο βλέπω», λέει αλλού· «βοσκοί μου γεμίζουν τ’ αυτιά, όχι παίζοντας με τη φλογέρα μελωδία χωρίς λόγια, αλλά ψάλλοντας ουράνιο ύμνο. Άγγελοι ψάλλουν, αρχάγγελοι μελωδούν, υμνούν τα χερουβίμ, δοξολογούν τα σεραφίμ, όλοι γιορτάζουν βλέποντας το Θεό στη γη και τον άνθρωπο στον ουρανό…Τώρα που όλοι σκιρτούν, θέλω και εγώ να σκιρτήσω, επιθυμώ να χορέψω, θέλω να πανηγυρίσω· και χορεύω, όχι παίζοντας κιθάρα, όχι κουνώντας θύρσο, όχι κρατώντας αυλούς, όχι ανάβοντας λαμπάδες, αλλά έχοντας μαζί μου αντί για μουσικά όργανα τα σπάργανα του Χριστού. Αυτά είναι η ελπίδα μου, αυτά η ζωή μου, αυτά η σωτηρία μου, αυτά ο αυλός μου, αυτά η κιθάρα μου. Γι’ αυτό και έρχομαι κρατώντας αυτά, για να μπορέσω να πω με τη δύναμή τους μαζί με τους αγγέλους, Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και με τους βοσκούς· και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Αλλά όταν ο Χρυσόστομος θελήσει να εμβαθύνει στο μυστήριο της θείας οικονομίας, νιώθει αδύναμος και σιωπά. «Συγχωρήστε με, λέει, παρακαλώ, που θέλω να σταματήσω από την αρχή ακόμη το λόγο. Φοβάμαι να εξετάσω τα υπερφυσικά, και δεν ξέρω πώς ή πού να στρέψω τα πηδάλια των λόγων μου. Τί να πω ή τί να αναφέρω; Βλέπω εκείνη που τον γέννησε, βλέπω εκείνον που γεννήθηκε, μα δεν ξεκαθαρίζω το τρόπο της γεννήσεως».
Αλλά και σε άλλους λόγους και ομιλίες ο άγιος πατέρας μιλά για τη σημασία της γιορτής. Διότι από αυτήν απορρέουν, όπως από τη πηγή οι ποταμοί, οι διάφορες γιορτές μας· τα Θεοφάνεια, το Πάσχα, η Ανάληψη, η Πεντηκοστή. Αλλά και για έναν άλλο λόγο η ήμερα των Χριστουγέννων δικαιούται τη προεδρία, προσθέτει· «Το ότι ο Χριστός πέθανε, ενώ ήταν άνθρωπος, ήταν επόμενο· διότι κι αν δεν έκανε αμαρτία, πήρε όμως θνητό σώμα. Και πάλι ήταν θαυμαστό και αυτό. Το να θελήσει, όμως, να γίνει άνθρωπος, ενώ ήταν Θεός, και να ανεχθεί να ταπεινωθεί τόσο, όσο ούτε το μυαλό μπορεί να χωρέσει, αυτό είναι το πιό φρικτό και εκπληκτικό». Το μεγάλο πάθημα του Χριστού ήταν, πράγματι, η ενανθρώπησή του· μπρος σ’ αυτό ήταν μικρό πάθημα το πάθος του. Γι’ αυτό ο άγιος ποιμενάρχης προσκαλεί τους πιστούς να επισκεφτούν τη Βηθλεέμ και τη φάτνη, να προσκυνήσουν και να λατρεύσουν το θείο βρέφος. Βηθλεέμ, σπήλαιο και φάτνη, όπου γεννιέται ο Ιησούς Χριστός, είναι ο ιερός ναός, όπου οι πιστοί συμμετέχουν στον ύμνο των αγγέλων και προσφέρουν τα δώρα τους· αντί χρυσό σωφροσύνη και αρετή, αντί λιβανωτό προσευχές καθαρές και τη πνευματική τους ευωδία, και αντί σμύρνα ταπεινοφροσύνη και ελεημοσύνη.
Τότε και αυτοί έχουν την άδεια και το δικαίωμα ν’ απολαύσουν τις ευλογίες που υπάρχουν στη θεία τράπεζα. Έχουν το δικαίωμα να κοινωνήσουν το σώμα και το αίμα του Χριστού όσοι καθάρισαν τον εαυτό τους με τη μετάνοια και εξομολόγηση και προσέρχονται με ευλάβεια στα άχραντα μυστήρια. Για να πλησιάσει, λοιπόν, κανείς το μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως, δεν φθάνει να το μελετήσει, όπως αποκαλύπτεται στην αγία Γραφή, άλλα και να κοινωνήσει τον ενσαρκωμένο Λόγο.
(Στεργ. Ν. Σάκκου, «Ο Θεός στη γη μας», εκδ. Ο. Χ. Α. Απολύτρωσις, Θεσσαλονίκη 2005)