Το ωραιότερο και δυσκολότερο αγωνισμα: “Ποιος είμαι;”
20 Δεκεμβρίου 2009
«Είμαστε νέοι και επομένως άπειροι. Το ξέρουμε. Όμως είμαστε άνθρωποι σκεπτόμενοι, προσωπικότητες, εικόνες του Θεού. Μη μας απαγορεύετε τελείως να σκεφτόμαστε και να εκφέρουμε τη γνώμη μας. Ίσως από τις σκέψεις και τις προτάσεις μας να είναι και κάτι σωστό και να σας βοηθήσει στις αποφάσεις και στις ενέργειες σας. Κάποιος έλεγε: «Για ζητήματα που σε απασχολούν, συμβουλέψου ακόμη και ένα μικρό παιδί, μπορεί ν’ ακούσεις μια γνώμη φωτεινή». Μα κι αν τίποτε το σωστό δεν πούμε, το γεγονός και μόνο ότι ενδιαφερόμαστε και προσπαθούμε να συλλάβουμε τα προβλήματα της οικογένειάς μας πρέπει να σας συγκινεί. Μην απορρίπτετε λοιπόν εκ των προτέρων τις προτάσεις μας και μη μας προσβάλλετε πως δεν ξέρουμε τίποτα. Και σεις κάποτε δεν ξέρατε τίποτα» (Κλαρίς, 16 χρόνων). Είναι γνωστό και έχει γίνει αντικείμενο πολλής συζήτησης το φαινόμενο της σύγχυσης του εφήβου όταν αυτός καλείται να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα του τύπου «ποιός είμαι;» ή «τι θέλω να είμαι;» Τα ερωτήματα αυτά δεν τίθενται μόνο με αφορμή εξωτερικά γεγονότα και προκλήσεις, αλλά συνιστούν ένα σταθερό εσωτερικό καμβά πάνω στον οποίο συνυφαίνονται το προσωπικό με το συλλογικό, το ψυχολογικό με το υπαρξιακό. Ο έφηβος διαθέτει το επαχθές προνόμιο να ζει στο μεταίχμιο του νοήματος, μια κατάσταση που διατρέχει ταυτόχρονα ολόκληρο το φάσμα από το αφάνταστα οδυνηρό μέχρι το υπέροχα δημιουργικό. Κατά την αναζήτηση ταυτότητας λοιπόν ο έφηβος θα βιώσει και τον αφόρητο τρόμο της έλλειψης νοήματος και την θαυμάσια αίσθηση δημιουργίας νέου νοήματος.
«Ο έφηβος πρέπει κατ’ αρχάς να ανακαλύψει ποιός είναι. Αν κατά τη διάρκεια της εφηβείας καταφέρουμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, τότε μας φαίνεται αυτονόητο. Αν όμως παραιτηθήκαμε από αυτό το ερώτημα, μπορεί να μας φαίνεται ανώφελο και μάταιο. Για τον έφηβο πρόκειται για ένα θεμελιακό και απαραίτητο ερώτημα. Μπορούμε λοιπόν να πούμε, με τρόπο λίγο υπερβολικό, ότι αν δεν μας απασχολεί αυτό το ερώτημα σε αύτη την ηλικία, κινδυνεύουμε να μην το θέσουμε ποτέ και, κυρίως, να μην καταφέρουμε να απαντήσουμε ποτέ στο εν λόγω ερώτημα».
Ο έφηβος δεν μπορεί στα ερωτήματα αυτά να απαντήσει πως είναι ενήλικος διότι δεν είναι. Αλλά δεν μπορεί να απαντήσει πως είναι και παιδί, διότι ούτε παιδί είναι. Άλλες στιγμές αισθάνεται την ορμή και αυτοπεποίθηση του ενήλικου και άλλες νοιώθει ταπεινωμένος σαν παιδί. Αισθάνεται τις αντιλήψεις του να μεταβάλλονται και μερικές φορές νοιώθει ότι δεν έχει σταθερό σημείο αναφοράς. Άλλες φορές το κενό ταυτότητας γίνεται τόσο έντονο, ώστε καταφεύγει σε βεβιασμένες και σπασμωδικές λύσεις προκειμένου να αποκτήσει κάποια έστω και βραχυπρόθεσμη ταυτότητα, απλούστατα διότι ο άνθρωπος χωρίς ταυτότητα δεν μπορεί να ζήσει.
«Ο τελικός στόχος είναι να πετύχει ο έφηβος την αυτονομία του και την ανεξαρτητοποίησή του. Δύο βασικές διεργασίες απαιτούνται από την πλευρά του εφήβου: οι διεργασίες του πένθους μέσα από τις οποίες περνάει ο έφηβος και ό,τι σημαίνει γι’ αυτόν η απώλεια της παιδικής του ηλικίας. Η άλλη είναι η επώδυνη διαδικασία της απο-ιδανικο-ποίησης των γονιών του ή των εσωτερικευμένων εικόνων των γονιών του… Ο έφηβος επίσης αποκτά την αίσθηση της ώριμης σωματικής του ανάπτυξης. Εδώ συμπεριλαμβάνεται η στάση του εφήβου απέναντι στον εαυτό του, ως αρσενικό ή θηλυκό πρόσωπο… Η αίσθηση του εαυτού αρχίζει να δημιουργείται. Αρχίζει να αισθάνεται ότι τα συναισθήματά του και οι σκέψεις του είναι δικές του και δεν εξαρτώνται από τον τρόπο που αντιδρούν οι γονείς του, καθώς επίσης να σχηματίζει το σύστημα των δικών του αξιών, ιδεών και στάσεων προς τη ζωή». Αρχίζει να γίνεται «ο συγγραφέας της ζωής του».
Το αίσθημα του ποιός είναι δεν θα το πάρει ο έφηβος αυτούσιο από τους γονείς του, διότι δεν είναι ποτέ δοτό. Μια τέτοια ταυτότητα είναι πλαστή και δεν αντέχει στο χρόνο. Η γνήσια ταυτότητα λαμβάνει υπ όψιν της όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα και τα αφομοιώνει δημιουργικά, αλλά πρώτιστα αναφέρεται σε εποικοδομητική αναδιάταξη του εσωτερικού υλικού. Ο Erikson το διατυπώνει ως εξής:
«Η απαρτίωση που λαμβάνει χώρα με τη μορφή της ταυτότητας του εγώ είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των παιδικών ταυτίσεων. Είναι το εσωτερικό κεφάλαιο που συσσωρεύτηκε από όλες εκείνες τις εμπειρίες κάθε επιτυχημένου σταδίου, όταν μια ταύτιση με νόημα οδήγησε σε επιτυχημένη ευθυγράμμιση των βασικών ορμών του άτομου με τα εφόδια του και με τις ευκαιρίες του… Η αίσθηση της ταυτότητας του εγώ είναι η συσσωρευμένη πεποίθηση πως η ικανότητα κάποιου να διατηρεί εσωτερική ομοιότητα και συνέπεια (το εγώ κάποιου υπό ψυχολογική έννοια) ταιριάζει με την ομοιότητα και συνέχεια του νοήματός του για τους άλλους». Και αλλού γράφει ο ίδιος: «Ψυχολογικά μιλώντας, μια βαθμιαία οικοδομούμενη ταυτότητα του εγώ είναι ο μόνος φρουρός ενάντια στην αναρχία των ορμών όπως επίσης και στην απολυταρχία της συνείδησης»
Με άλλα λόγια, μία υγιής ταυτότητα δεν είναι παρά η προσωπική σφραγίδα που δίνει την τελική μορφή στο υλικό που συσσωρεύτηκε εντός αλλά που προσλαμβάνεται και από τα εκτός. «Η τελική ταυτότητα υπέρκειται όλων των μεμονωμένων ταυτίσεων του παρελθόντος και είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα τους: περιλαμβάνει όλες τις σημαντικές ταυτίσεις, αλλά τις μεταβάλλει επίσης έτσι ώστε να απαρτίσει ένα μοναδικό και συνεκτικό σύνολο». Μια υγιής ταυτότητα είναι ο «γραφικός χαρακτήρας» της προσωπικότητας, η βίωση της μοναδικότητας της.
Ο Marcia, που επεξεργάστηκε περαιτέρω τη θεωρία του Erikson, γράφει: «Ταυτότητα είναι μία εσωτερική, αυτοκατασκευασμένη οργάνωση των ενορμήσεων, των ικανοτήτων, των αντιλήψεων, και της ατομικής ιστορίας. Όσο πιό καλά ανεπτυγμένη είναι αύτη η δομή, τόσο περισσότερο τα άτομα είναι ενήμερα της μοναδικότητάς τους και της ομοιότητάς τους με τους άλλους, καθώς και των προτερημάτων και αδυναμιών τους κατά τη ζωή τους μέσα στο κόσμο. Όσο λιγότερο ανεπτυγμένη είναι αυτή η δομή, τόσο περισσότερη σύγχυση διακατέχει τα άτομα γύρω από τη διαφορετικότητα τους, και τόσο περισσότερο πρέπει να στηρίζονται σε εξωτερικές πηγές για να αποτιμήσουν τον εαυτό τους».
Είναι φανερό, συνεπώς, ότι στο περιεχόμενο της έννοιας της ταυτότητας περιλαμβάνονται τα στοιχεία α) της αυτοσυνειδησίας και αυτεπίγνωσης, β) της συνεκτικότητας στο έδώ και τώρα, γ) της συνοχής μέσα στο χρόνο. Δεν είναι σύμπτωση ότι τα στοιχεία αυτά ανταποκρίνονται σε 3 αντίστοιχες αναπτυξιακές τάσεις τής εφηβείας: α) την ανάδυση της αυτοπαρατήρησης και ψυχολογικής σκέψης, β) το ενδιαφέρον για τη σχέση με τον άλλο, γ) τη γνωριμία με την αίσθηση του ιστορικού χρόνου (σε αντίθεση με τον παιδικό μυθικό) και της μελλοντικής προοπτικής. Κατά τον Blos «ο εαυτός προϋπάρχει της εφηβείας, αλλά κατά την είσοδο στην ενήλικη ζωή έχει διαμορφωθεί η ποιότητά του, η σχετική σταθερότητά του, και το αποτέλεσμα που αυτά έχουν στην αποτίμηση του εαυτού και στην αίσθηση πραγματικότητας (reality testing). Υποκειμενικά, ο νέος αισθάνεται διαφορετικό πρόσωπο όταν έχει τελειώσει η εφηβική αναταραχή».
«Η ηλικία στην οποία ολοκληρώνεται η φάση της ανακάλυψης είναι ρευστή ανάλογα με τον καθένα. Στο τέλος της θα υπερισχύσει η ικανοποίηση, όταν το κάθε άτομο θα έχει νοιώσει ότι η ανακάλυψη του ήταν γόνιμη, τόσο σε προσωπικό όσο και σε συναισθηματικό, ερωτικό, επαγγελματικό και κοινωνικό επίπεδο. Η ευχαρίστηση αυτών των ανακαλύψεων θα είναι και το αποκορύφωμα της εφηβικής περιόδου, η οποία αργότερα θα καταστεί αντικείμενο «εξιδανίκευσης», σα να ήταν μια μυθική, ευτυχισμένη και ικανοποιητική περίοδος. Ο νεαρός ενήλικας ξεχνά γρήγορα τις ανασφάλειές του, τις αμφιβολίες του, τις στιγμές θλίψης του, τις στιγμές άγχους, ακόμα και ορισμένες στιγμές ντροπής που χρειάστηκε να περάσει.
Αντίθετα η περίοδος αυτή ενδέχεται να τελειώσει με ένα αίσθημα απογοήτευσης, όπου τίποτα το ικανοποιητικό δε θα έχει προκύψει. Τότε το υποκείμενο κινδυνεύει να προβεί σε μια αναζήτηση υποκατάστατων ικανοποιήσεων, οι οποίες, βέβαια, δε θα είναι αποτελεσματικές… Μια μεγάλη μερίδα ατόμων δεν περνούν ποτέ στην ενηλικίωση. Από πολλές απόψεις, τόσο της συμπεριφοράς τους όσο και της συναισθηματικής τους ζωής, παραμένουν αιώνια έφηβοι. Αυτή η κατάσταση δεν προϋποθέτει απαραίτητα ότι θα είναι δυστυχισμένοι, ωστόσο τις περισσότερες φορές θα κάνουν το περιβάλλον τους να υποφέρει». Πολλές ψυχιατρικές διαταραχές των εφήβων και των νέων ενηλίκων υποκρύπτουν ενδοψυχικές συγκρούσεις γύρω από ζητήματα ταυτότητας.
(π. Βασιλείου Θερμού, «Ταραγμένη Άνοιξη». Εκδ. Δομή 2008)