Ματιές στην Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία (2)
18 Δεκεμβρίου 2009
+Ανδρέα Θεοδώρου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών
2) Το μυστήριο της θείας ευχαριστίας είναι το κέντρο της ορθόδοξης θείας λειτουργίας.
Περίοπτη θέση στη θεία λειτουργία κατέχει η προσφορά της θείας ευχαριστίας, που είναι το κατ’ εξοχήν μυστήριο του Χριστού. Όπως στο πεδίο της θείας οικονομίας η είσοδος του Χριστού στον κόσμο κατέληξε στο σταυρό, που πέθανε ο Κύριος για τη λύτρωση του κόσμου, έτσι και στη λειτουργία η λυτρωτική θεία οικονομία που συμβολίζεται με την είσοδο του Χριστού στον κόσμο (μικρή Είσοδος), καταλήγει στο Γολγοθά, όπου προσφέρεται το μυστήριο της Ζωής. Ό,τι τελείται στη θεία λειτουργία κατατείνει στην τέλεση του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας.
Η δογματική σημασία της θείας ευχαριστίας είναι πολύ μεγάλη. Στο μυστήριο αυτό ο Χριστός συνεχίζει να γεννιέται στη σάρκα του και να σταυρώνεται («σαρκί») για τη σωτηρία των ανθρώπων. Η θεία ευχαριστία έχει δύο όψεις. Είναι μυστήριο και θυσία. Είναι μυστήριο, γιατί κατά την Επίκληση (που είναι η ιερότερη στιγμή της θείας λειτουργίας), κατέρχεται το Πνεύμα το άγιο στα προκείμενα δώρα, δηλαδή στα στοιχεία του άρτου και του οίνου, και τα μεταβάλλει τον μεν άρτο στο σώμα, τον δε οίνο στο αίμα Χριστού. Ο λόγος δεν είναι αόριστος και συμβολικός. Κατά τρόπο μυστηριακό, κάτι δηλαδή που δεν μπορούμε εμείς να εξιχνιάσουμε, το άγιο Πνεύμα αφανίζει με την έλευση του την ουσία του άρτου, την οποία μεταβάλλει σε σώμα Χρίστου, στο σώμα εκείνο που δημιουργήθηκε από το Πνεύμα του Θεού στη μήτρα της Παρθένου, το όποιο έζησε στη γη, πέθανε στο σταυρό, αναστήθηκε εκ των νεκρών, αναλήφθηκε στους ουρανούς, κάθισε στα δεξιά του Πατέρα, με το οποίο θα έλθει και πάλιν ο Χριστός στη γη, για να κρίνει τον κόσμο. Το ίδιο ισχύει και για το αίμα του Κυρίου. Η παρουσία του Χριστού στη θεία ευχαριστία είναι πραγματική και όχι συμβολική. Αν ήταν ένας απλός συμβολισμός, δε θα είχε σημασία. Εκείνο που απομένει στα τίμια Δώρα μετά τον καθαγιασμό τους, είναι τα «συμβεβηκότα» των στοιχείων (βάρος, ποσότητα, γεύση, οσμή, οξύτητα του οίνου κ.ά.), τα οποία υποπίπτουν στη φυσική μας αίσθηση. Τα συμβεβηκότα παραμένουν κατά παραχώρηση θεία, για να διευκολύνουν τη θεία μετάληψη. Ποιος, αλήθεια, θα μπορούσε να κοινωνήσει γυμνή τη σάρκα του Χριστού και γυμνό το πανάγιο αίμα του;
Η θεία ευχαριστία είναι παράλληλα και θυσία, Η ίδια εκείνη θυσία, η οποία προσφέρθηκε από τον Κύριο αναίμακτα στο υπερώο των Ιεροσολύμων τη νύκτα της Πέμπτης (πριν από το Πάσχα των Εβραίων) και η οποία σε λίγο έμελλε να προσφερθεί εν αίματι επάνω στο σταυρό για τη σωτηρία των ανθρώπων. Η ίδια θυσία του σταυρού συνεχίζεται προσφερόμενη στον Πατέρα σε κάθε ορθόδοξη θεία λειτουργία. Στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας εκφράζεται η άπειρη αγαθότητα και φιλανθρωπία του Θεού. Στο ιερό αυτό μυστήριο ο Χριστός δεν μας τρέφει απλά με τη χάρη του, όπως συμβαίνει στα άλλα εκκλησιαστικά μυστήρια, αλλά μας τρέφει ο ίδιος με τη σάρκα του, ζυμώνεται στη φύση μας, την οποία θεοποιεί με την άρρητη μίξη του. Εκτρέφει, καλλιεργεί και προάγει τη νέα πνευματική γέννηση, που μας χάρισε το Πνεύμα του Θεού δια του μυστηρίου του βαπτίσματος. Αποθέτει μέσα μας τον σπόρο της αθανασίας και της αφθαρσίας και αλλοιώνει τη φύση μας στη δική του ποιότητα. Διά της θυσίας του δε, μας συμφιλιώνει με τον ουράνιο Πατέρα, μας κάνει και πάλι παιδιά του Θεού, καταλύοντας με το αίμα του την έχθρα (Εφ. 2,14) και την αλλοτρίωση της φύσης μας, που ξεπήγασαν από το παράπτωμα του Προπάτορα. Στο λυτρωτικό θαύμα του Χριστού το Πνεύμα το άγιο μας χαρίζει την υιοθεσία, κράζοντας στις καρδιές μας «Αββά ο πατήρ!» (Γαλ. 4,7).
3) Η θεία λειτουργία είναι απ’ άκρη σε άκρη μια δοξολογική ανύμνηση του τριαδικού Θεού.
Αρχίζει με την ανύμνηση της βασιλείας της αγίας Τριάδος: «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος…» και σ’ όλες τις ευχές και τις υμνητικές αναφορές της η λειτουργική σύναξη ψάλλει με κατάνυξη τη δόξα της τριαδικής θεότητας: «Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι», ομολογώντας το τριαδικό της πίστεως δόγμα: «Πατέρα, Υιόν και άγιον Πνεύμα, τριάδα ομοούσιον και αχώριστον». Αυτό γίνεται σαφές αν σκεφτούμε αυτό που στην αρχή είπαμε, ότι η ιστόρηση και μυστική βίωση της θείας οικονομίας αποτελεί έναν από τους κυριότερους στόχους της θείας λειτουργίας. Ο Πατήρ συλλαμβάνει απ’ αιώνος στην απειρόσοφη βουλή του το σχέδιο της σωτηρίας του αμαρτωλού ανθρώπου, ο Υιός, πεμπόμενος από τον Πατέρα, το πραγματοποιεί στο χρόνο και το άγιο Πνεύμα, πεμπόμενο από τον Υιό, το σφραγίζει και το τελειοποιεί με τα χαρίσματα του. Στις εξωτερικές του ενέργειες ο Θεός ποτέ δεν λειτουργεί μεμονωμένα σε μια του υπόσταση, αλλά από κοινού και συνδεδυασμένα ως τριαδική θεότητα, κατά το σχήμα: «εκ Πατρός, δι’ Υιού, εν αγίω Πνεύματι». Η λειτουργική σύναξη με χαρά κι ευγνωμοσύνη δοξάζει τον τριαδικό θεό, από τη λυτρωτική ενέργεια του οποίου προέρχεται η σωτηρία μας. Μη λησμονούμε άλλωστε ότι στη δόξα της Τριάδος τελείται η «κατά χάριν» θέωση του σώματος της Εκκλησίας.
4) Η θεία λειτουργία είναι στην ουσία της βιβλικοκεντρική, συνιστώντας το σημαντικότερο βιωματικό διδασκαλείο της θείας αλήθειας.
Ο λόγος της θείας λειτουργίας είναι λόγος σαφώς βιβλικός, στηριζόμενος στις δύο Διαθήκες, την Παλαιά και την Καινή. Και η μεν Παλαιά, ενώ στην αρχή είχε μεγαλύτερη θέση στη θεία λειτουργία, στη συνέχεια η χρήση της περιορίστηκε στον Εσπερινό (προφητικά αναγνώσματα κλπ.), ενώ στη θεία λειτουργία μας την υπενθυμίζουν κυρίως οι ψαλμικοί στίχοι των Αντιφώνων. Από την Καινή Διαθήκη οι αναφορές της θείας λειτουργίας είναι περισσότερες. Τόσο τα ιερά αναγνώσματα (Απόστολος και Ευαγγέλια) όσο και το κήρυγμα του θείου λόγου και γενικότερα ο λόγος των ευχών και των ύμνων απηχούν τον καινοδιαθηκικό λόγο της θείας αποκάλυψης, όπως αυτός καταγράφηκε από το Πνεύμα του Θεού στη ζωντανή παράδοση της αποστολικής Εκκλησίας.
Η θεία λειτουργία είναι το αυθεντικότερο διδακτήριο της θείας αλήθειας. Είναι λόγος έμπρακτα και βιωματικά διδακτικός. Δεν είναι φυσικά διδασκαλείο ακαδημαϊκό, όπως είναι η θεολογία της Εκκλησίας, η οποία στηρίζεται στην επιστημονική έρευνα και έχει χαρακτήρα θεωρητικό, αλλ’ είναι διδακτήριο πνευματικό, στο όποιο η ορθόδοξη ψυχή ζει μυστικά τα δόγματα της πίστης της. Τα ζει στην πιστεύουσα καρδία της, εμπνεόμενη από τη χάρη του αγίου Πνεύματος. Οι αλήθειες της πίστεως δεν είναι απλά διανοήματα, αντικείμενα νοητικής γνώσης και κατάληψης. Αν ήταν τέτοιες, θα ήταν απλές αλήθειες φυσικές, που θα μπορούσε να τις ανεύρει από μόνη της η ανθρώπινη διάνοια, και από άποψη σωτηριολογική θα ήταν περιττές και άχρηστες. Αντίθετα, είναι αλήθειες υπερφυσικές και υπερλογικές, όπως και ο Θεός από τον οποίο προέρχονται είναι υπερλογικός και υπερφυσικός. Ο ανθρώπινος νους μπορεί μεν και πρέπει να τις μελετά και να τις σπουδάζει με τις δικές του φυσικές δυνάμεις όμως δεν έχει τη δυνατότητα να διεισδύσει και να κατανοήσει το αδιάγνωστο και απερινόητό τους περιεχόμενο. Τα δόγματα της πίστης του ο ορθόδοξος λαός πρέπει να τα προσλαμβάνει και να τα ζει μυστικά στην καρδιά του, που είναι ο καθαρός ναός του παναγίου Πνεύματος (2 Κορ. 6,16). Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στη θεία λειτουργία, όπου τελεσιουργείται το απερινόητο μυστήριο του Θεού.
Το θέμα που συζητάμε είναι πολύ σημαντικό για το ήθος και την ευσέβεια της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας. Τα δόγματα της η Ορθοδοξία, στην πιστή τήρηση και βίωση των οποίων βλέπει τον αθάνατο λυτρωτικό θησαυρό της (Ίω. 8,32), τα αγαπά υπερβαλλόντως. Βλέπει σ’ αυτά την πεμπτουσία της θεόμορφης ουσίας της. Από πολύ νωρίς αγωνίστηκε ενάντια στις αιρέσεις, που θέλησαν να τα παραμορφώσουν και να τα αφανίσουν. Στον αγώνα της αυτό δεν δίστασε, όπου παρουσιάστηκε ανάγκη, να χύσει γι’ αυτά το αίμα της. Στα δόγματα της δεν ανέχεται κανένα συμβιβασμό. Κανένα!
Συνεχίζεται…