Πνευματική βία
8 Δεκεμβρίου 2009
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κ.κ. Ιωήλ
Στις ημέρες μας δίνεται πολλή, βαρύτητα στα ανθρώπινα δικαιώματα· τα δικαιώματα του πολίτη, τα δικαιώματα της γυναίκας, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, τα δικαιώματα του παιδιού κ.τ.λ. Εν τούτοις είναι παρατηρημένο πως περισσότερο από κάθε άλλη εποχή έχει εξαπολυθεί ένα κύμα βίας· αεροπειρατείες, τρομοκρατία, ληστείες, κακοποιήσεις γυναικών και μικρών παιδιών, ψυχολογική βία και άλλα φαινόμενα επιβολής στην ανθρώπινη συνείδηση.
Ωστόσο εδώ ο λόγος μας δεν θα είναι γι αυτού του είδους τη βία, αλλά θα αναφερθούμε στη βία εναντίον του κακού και ράθυμου εαυτού μας· για την επίμονη προσπάθεια να ξεριζώσουμε τις αδυναμίες μας και να εξαγνίσουμε τον ψυχικό μας κόσμο.
Ο Ιωάννης ο Καρπάθιος μιλώντας γι΄ αυτό το θέμα σημειώνει χαρακτηριστικά: «Πώς θα μπορέσουμε να νικήσουμε την αμαρτία που προηγουμένως έχει επικρατήσει πάνω μας; Αναγκαστικά διά της βίας. Διότι λέγει η Γραφή ότι ο φιλόπονος άνθρωπος με πολύ κόπο διά της βίας αποδιώκει την εκ της πείνας απώλεια του (Παροιμ. 16.26). Από πνευματικής απόψεως αυτό σημαίνει ότι οφείλουμε πάντοτε να φιλονεικούμε με τον οικείο λογισμό μας, ώστε να τον κατευθύνουμε προς τα πάνω, δηλαδή προς την αγιοσύνη. Δεν είναι λοιπόν απαγορευμένο από τους θείους νόμους να καταπαύουμε την βία διά της βίας. (βλ. ΕΠΕ, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, σελ. 420). Γι΄ αυτό λοιπόν και εμείς σπουδάζουμε να συνεισφέρουμε μια μικρή μορφή βίας, έστω και πολύ ασθενή, και εν συνεχεία καθήμενοι στην Ιερουσαλήμ, δηλαδή στην αδιάλειπτη προσευχή και τις άλλες αρετές, περιμένουμε πότε θα έλθει σε μας η αναμενόμενη «εξ ύψους δύναμη», η όποια μας χορηγεί, όχι βία ασθενέστατη σαν τη δική μας, αλλά βία πανίσχυρη· τέτοια βία, που είναι αδύνατον να εκφραστεί διά των σαρκικών χειλέων, η οποία με πολλή δύναμη νικά και κατατροπώνει και το κάκιστο ήθος και την κακότητα των δαιμόνων και την ροπή των ψυχών μας προς την κακία και τις απρεπείς κινήσεις του σώματος- διότι, λέγει η Γραφή, ήλθε ήχος από τον ουρανό σαν να φυσάει βίαιος άνεμος, για να συντρίψει, με πολλή βία την αμαρτία, η οποία συνεχώς με βίαιο τρόπο μας οδηγεί προς το κακό.
Επίσης, ο Νείλος ο Ασκητής γράφει ότι είναι σύνηθες ο δυστυχής άνθρωπος να στρέφεται πάντοτε με σπουδή προς αυτά που τον βλάπτουν, καθόσον πολλοί δαίμονες στρατεύονται συνεχώς εναντίον του και τον προτρέπουν προς το κακό. Αλλά εμείς ας αντιτάξουμε στη βία αυτή των δαιμόνων, τη δική μας βία. Διότι αυτός που αγωνίζεται οφείλει να διορθώνει κάθε ρυπαρό λογισμό και να οργίζεται με τον εαυτό του και να επικαλείται τον Θεό προτού να αποχαυνωθεί και γίνει μαλθακός ο λογισμός του. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να λεπτύνει την παχυνθείσα του σάρκα, διότι «παχεία γαστέρα δεν δύναται να γεννήσει λεπτό νου» (βλ. ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, 11Δ, σ. 438 και PG 79, 528 BC).
Ο ίδιος άγιος κάνει λόγο για βία ευλαβικού ζήλου, η οποία νικάει τη βία της αδιαφορίας και της απερίγραπτης αποχαυνώσεως. Συχνά μια συνήθεια αντικαθίσταται από μια άλλη συνήθεια (ΕΠΕ όπ.π., σελ. 451 κ.ε.).
Ο Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος αναφερόμενος στον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνεται αυτή η βία μας προτρέπει να συμμορφώσουμε τον εαυτό μας στις εντολές του Θεού. Ακόμη, μας παροτρύνει να εισέλθουμε στην καρδιά μας και να κάνουμε πόλεμο ενάντια στο σατανά, και επίσης, να μισήσουμε τον κακό εαυτό μας και την ψυχή μας, δηλαδή τα πάθη με τα οποία ταυτίζεται η ψυχή μας. Η αμαρτία, σημειώνει ο άγιος, έχει εισχωρήσει στα κατάβαθα της ψυχής μας και μας έχει αλλοιώσει το χαρακτήρα που μας έδωσε ο Θεός.
Επίσης, ο άγιος τού Θεού τονίζει ότι είναι ανάγκη, προκειμένου να νικήσουμε την αμαρτία, να βάλουμε την θέληση μας. Χωρίς τη δική μας προσπάθεια και βία η Χάρη τού Θεού μένει ανενεργός. Αυτό συμβαίνει, διότι αν ενεργούσε δίχως τον δικό μας αγώνα η Θεία Χάρη, τότε θα μπορούσαμε να ύψηλοφρονήσουμε και να πάθουμε ζημιές πνευματικές. Γι αυτό και ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος συμπληρώνει πώς ο μοναχός είναι «βία φύσεως διηνεκής» (Λόγος α΄).
Η βία στον πνευματικό αγώνα, διδάσκουν οι Πατέρες, οφείλει να είναι ακατάπαυστη. Στο γεροντικό για παράδειγμα αναφέρεται ο ακόλουθος λόγος ενός γέροντος: «Ο μοναχός ο όποιος κοπιάζει για λίγες ήμερες, ενώ αμελεί κατόπιν και εκ νέου κοπιάζει και πάλι αδιαφορεί, ποτέ του δεν κατορθώνει τίποτε, ούτε και αποκτά υπομονή. (Ευεργετινός τ. Α, σελ. 417).
Ένα άλλο βασικό γνώρισμα αυτού που χρησιμοποιεί βία στον πνευματικό αγώνα σύμφωνα με τους Πατέρες είναι η ελπίδα της διορθώσεως. Ο αγωνιζόμενος θα πρέπει να έχει ριζωμένη μέσα του την ελπίδα πως κάποτε ο Θεός θα τον λυτρώσει από τον ζυγό της αμαρτίας. Ο γεωργός σπέρνει, επειδή ελπίζει. Ομοίως ο πιστός αγωνίζεται «έως ου ελθών ο Κύριος οικήση εν αυτώ εν πάση αισθήσει και ενεργεία Πνεύματος».
Εκτός από την ελπίδα είναι πολύ βασικό για τον αγωνιζόμενο να κοσμείται και από την αρετή της σφοδρής αγάπης προς το Πρόσωπο του Χριστού. Ένας άγιος έλεγε ότι η αληθινά φιλόθεος και φιλόχριστος ψυχή, ακόμη και αν πράξει αμέτρητες δικαιοσύνες, νιώθει μέσα της ότι δεν έκανε τίποτε εξ αιτίας του ακόρεστου πόθου της προς τον Κύριο… Μια τέτοια ψυχή κάθε ημέρα πεινά και διψά ακόρεστα να γευθεί όλες τις καταστάσεις της αρετής, διότι είναι τετρωμένη από τον έρωτα προς το Ουράνιο Πνεύμα και επειδή ανακινεί συνεχώς μέσα της διά της Θείας Χάριτος τον πύρινο πόθο προς τον Ουράνιο Νυμφίο (βλ. Βουτηρά, Πνευματικές εμπειρίες, σελ. 179).
Η πλέον βασική όμως προϋπόθεση για την ευόδωση του πνευματικού αγώνος είναι το να έχει ο αγωνιζόμενος βοηθό του το Θεό. Λέγει ο ίδιος άγιος του Θεού: «Το αντιπαλαίσαι, το αντιμαχεσθήναι, δείραι, δαρήσαι σον έστι· εκριζώσαι δε Θεού έστι». Και προσθέτει: «Εάν θα μπορούσες μόνος σου να ξεριζώσεις τα πάθη σου, τί χρειαζόταν η έλευση του Χριστού; Όπως δεν μπορείς να δεις χωρίς φως, έτσι δεν μπορείς να σωθείς χωρίς Χριστό» (ό.π. σελ. 180). Ο Χριστός όταν δει κάποιον να αγωνίζεται, στέλνει τη Χάρη Του. Δεν τον αφήνει μόνο του, αλλά συναγωνίζεται μαζί του, διότι θέλει όλους να μας κάνει απτώτους.
Τέλος πολύ διαφωτιστικές για το θέμα μας είναι οι παρακάτω επισημάνσεις του αββά Ησαΐου. Διδάσκει ο αββάς ότι το να προσεύχεται κάποιος βιάζοντας τον εαυτό του και να δείχνει υπομονή στον πνευματικό αγώνα γεννά την καθαρή και πλήρη αναπαύσεως προσευχή. Και η μεν βία ανήκει στην προαίρεση, ενώ η ανάπαυση οφείλεται στην Θεία Χάρη. (ΕΠΕ «ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ», τ. 12, σ. 162). Άλλωστε, συνεχίζει ο άγιος, σε όλες τις τέχνες αυτό βλέπουμε να γίνεται. Όταν κάποιος προσέλθει για να μάθει μια τέχνη, στην αρχή κοπιάζει και άποτυχαίνει, όμως δεν αποθαρρύνεται, αλλά ξαναπροσπαθεί. Και ενώ πολλές φορές αποτυχαίνει, δεν το βάζει κάτω, αλλά επιμένει κοπιάζοντας και εργαζόμενος, έως ότου με τη συνεργία του Θεού συνηθίζει την τέχνη του και πλέον όλα τα κάνει χωρίς κόπο και κούραση, ώστε και να τρέφεται από αυτήν. Το ίδιο συμβαίνει και στα πνευματικά.
Εάν καταπιασθεί κάποιος με το να πράττει την αρετή, δεν πρέπει να νομίζει ότι θα επιτύχει αμέσως, διότι δεν είναι δυνατόν, αλλά πάντως πρέπει να επιχειρήσει. Και αν αποτύχει, να μην εγκαταλείψει τον αγώνα, επειδή δεν μπόρεσε να κατορθώσει τίποτε, αλλά πάλι να προσπαθήσει, όπως εκείνος που θέλει να μάθει την τέχνη. Και με το να υπομένει πολλές φορές και να μην αποθαρρύνεται, συγκατανεύει ο Θεός στον κόπο της προαιρέσεώς του και του προσφέρει το να πράττει τα πάντα χωρίς βία (βλ. ο.π. σ. 162-4).
Και καταλήγει ο όσιος σε ένα απόφθεγμα του αββά Μωύσέως: «Η δύναμη εκείνων που θέλουν να αποκτήσουν τις αρετές είναι αυτή, όταν πέφτουν να μη μικροψυχούν, αλλά να συνεχίζουν τον αγώνα τους με πολλή φροντίδα και επιμέλεια» (βλ. ο.π.).
Αγαπητοί μου· στην εποχή μας, που όλοι επιζητούν την άνεση, ο λόγος για την αγία βία φαίνεται δυσάρεστος. Ποιό όμως έργο γίνεται δίχως κόπο; Για τα υλικά φθείρουμε ακόμη και την υγεία μας. Για τα πνευματικά δεν πρέπει να βάλουμε κάποιο κόπο στην ζωή μας; Ας μη περιποιούμαστε όλο τον εαυτούλη μας. «Ο θέλων εύδοκιμήσαι και ευαρεστήσαι Χριστώ οφείλει βιάζεσθαι εαυτόν». Όλες οι παραπάνω συμβουλές των άγιων Πατέρων, αν τις ακολουθήσουμε, θα μας εγείρουν από τη νάρκη και θα μας οδηγήσουν στην εγρήγορση. «Η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται, και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Μτθ. 11, 12).
Πηγή: Περιοδικό «Εκ βαθέων», 1996