Υποθήκες ζωής
8 Δεκεμβρίου 2009
(+)Αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος
Πορεία προς το επίγειο τέλος
Νοσοκομείο Ν.Ι.Κ.Ε., 7 Δεκεμβρίου 1982. Νοσηλεύεται ο Γέροντας προκειμένου την επομένη να χειρουργηθεί. Σε κάποια στιγμή μπαίνει στο δωμάτιο του ο χειρουργός Β. Κ.
-Λοιπόν, π. Επιφάνιε, αύριο θα πάνε όλα όμορφα κι ωραία. Θα ετοιμασθούμε πρωί-πρωί για τήν επέμβαση. Εν συνεχεία θα κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε κι έπειτα πάλι στο δωμάτιο σας. Μην ανησυχείτε καθόλου. Όλα θα πάνε πολύ καλά.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Γέροντας τον άκουγε σκεπτικός. Μόλις τελείωσε ο γιατρός, κοιτάζοντας τον κατάματα, τόνισε:
-Θεού θέλοντος!
-Ναι, ναι, σωστά! Πάντα Θεού θέλοντος.
8 Δεκεμβρίου 1982. Ημέρα κατά την οποία χειρουργείται για πρώτη φορά ο Γέροντας. Με αγωνία περιμένουμε έξω από το χειρουργείο. Από την προηγουμένη μας είχε πει:
-Προτιμότερο να μείνετε στο σπίτι και να προσευχηθείτε. Θα είναι η καλύτερη προσφορά σας αύτη.
Παρά ταύτα τίποτε δεν ήταν δυνατόν να μας κράτηση μακριά του. Όση ώρα διαρκούσε η εγχείρηση, γινόταν προσευχή στο Παρεκκλήσιο του Νοσοκομείου προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτου Ύδρας κ. Ιεροθέου.
Επιτέλους μετά 4.30 ωρών επέμβαση και αρκετή ώρα μέχρι να συνέλθει από την νάρκωση, παρουσιάζεται ο νοσοκόμος, ο οποίος ανοίγει τις πόρτες. Η αγωνία όλων κορυφώνεται. Δεν θέλουμε τίποτα άλλο παρά μόνο να τον δούμε.
Σκεπασμένος μέχρι το λαιμό, με ορούς δεξιά και αριστερά, ρίχνει γύρω-γύρω μια ματιά. Τη ματιά εκείνη που κυριολεκτικά σε καθήλωνε. Φωνάζει κοντά του το γιατρό Γ. Π.. Τα μάτια όλων καρφωμένα εκεί. Άραγε τί να τον θέλει; Σε λίγο πλησιάζει ο γιατρός και μας μεταφέρει το μήνυμα-εντολή:
-Να αποχωρήσουν αμέσως όλοι!
Και προσθέτει ο γιατρός:
-Ηγέτης και ποιμένας ακόμη και σ’ αυτή την κατάσταση!
1. Αφηγείται κάποιο πνευματικοπαίδι του Γέροντα:
Τέλος Αυγούστου 89 ήρθε από τη Θεσσαλονίκη ο πατήρ Χ. για να δει τον π. Επιφάνιο, ο οποίος ήταν ήδη βαριά άρρωστος. Μετά την ολιγόλεπτη επίσκεψι, κατά την όποια ήμουν κι εγώ παρών, φύγαμε μαζί. Καθ’ όδόν είπα στον πατέρα Χ:
– Πάτερ, απ’ ό,τι λένε οι γιατροί, ο π. Επιφάνιος μάλλον θα φύγει. Αλλά έχω να πω ότι σφράγισε την ύπαρξη όλων όσων ανήκουν στην πνευματική του οικογένεια. Εγώ 26 χρόνια τώρα θεωρώ ιδιαίτερη ευλογία του Θεού προς την οικογένεια μου αυτή τη σύνδεση την οποία είχαμε με τον Γέροντα,
Και ο πατήρ Χ απάντησε:
-Μόνο τη δική σας ζωή σφράγισε; Ολόκληρης της σύγχρονης Ορθόδοξης Εκκλησίας, εντός και έκτος της Ελλάδος, όλα τα τελευταία χρόνια με τις σοφότατες γνώμες, τις οποίες έδινε, με τα απαράμιλλα γραπτά του κείμενα, με τις απαντήσεις και διευκρινίσεις του σε δυσκολότατα σύγχρονα προβλήματα κλπ….
Λίγες εβδομάδες πριν αναχωρήσει ο Γέροντας από τον κόσμο αυτό, ήταν καθισμένος στην καρέκλα με τους ορούς στα χέρια. Μπαίνει κάποιος επισκέπτης, του φιλάει το χέρι και τον ρωτά:
-Τί γίνεσθε, Γέροντα;
-Γίνομαι, παιδί μου.
Και επειδή ο επισκέπτης δεν κατάλαβε, συνέχισε:
-Ωριμάζω!
Και λίγες μέρες πριν κοιμηθεί, απευθυνόμενος σε παρευρισκόμενο πνευματικοπαίδι του, τόνισε:
-Να ξέρες, Δ., πόσο λειαίνει τον ακατέργαστο Επιφάνιο όλη αυτή η ταλαιπωρία!
Οι πόνοι του ήσαν φρικτοί κατά το τέλος της επιγείου ζωής του. Γι’ αυτό είπε κάποτε: Αν νοιώθατε όπως εγώ τώρα έστω και για 2′, θα παρακαλούσατε τον Θεό να σας πάρει αμέσως! Και στρεφόμενος προς τον Κύριο: «Πτωχός και αλγών ειμί εγώ· η σωτηρία σου, ο Θεός, αντιλάβοιτό μου»(Ψαλ. ξη’ 30).
Τις τελευταίες εβδομάδες λόγω των φρικτών πόνων τις πέρασε ανάσκελα στο κρεβάτι. Δεν μπορούσε σε καμία άλλη θέση να ανακουφισθεί.
-Παρακάλεσα, μας είπε, τον Θεό να μου δώσει άλλη μία θέση. Εκείνος όμως δεν μου έδωσε. Ας είναι δοξασμένο το όνομα Του!
Του είπε κάποτε ένα πνευματικοπαίδι του-γιατρός που προσπαθούσε επί ώρα να του βρει φλέβα:
—Να με συγχωρείτε, Γέροντα, που σας πονώ, αλλά το κάνω για το καλό σας.
—Το καταλαβαίνω, παιδί μου. Εμένα να με συγχωρείς που σε παιδεύω. Να ξέρης ότι δεν στενοχωρούμαι για τις φλεβοκεντήσεις, αλλά επειδή στενοχωρείσαι εσύ που δεν βρίσκεις φλέβες.
Λίγο πριν από την κοίμησή του ρώτησε ένα πνευματικοπαίδι του:
—Παιδί μου, έχεις εξοικειωθεί με το ενδεχόμενο της αναχωρήσεως μου;
—Γέροντα, δεν ξέρω αν έχω εξοικειωθεί. Το μόνο το όποιο ξέρω είναι ότι η αγάπη σας θα μας συνοδεύει πάντοτε. Άλλωστε κι αν σας καλέσει ο Θεός, σε σας θα προστρέχουμε διά της προσευχής.
—Αυτό, παιδί μου, γίνεται μόνο με τους Αγίους.
—Γέροντα, κάποτε σας είχα ρωτήσει αν μπορούμε στην προσευχή μας να επικαλούμεθα τις πρεσβείες κάποιου για τον οποίο η συνείδησή μας, μας πληροφορεί ότι έχει βρει παρρησία στον Θεό και μου είχατε απαντήσει πως μπορεί να γίνει αυτό υπό τον όρο ότι στην παράκλησή
μας θα προτάσσουμε τη φράση «αν έχεις παρρησία στον Θεό».
—Ναι, αλλά εγώ δεν είμαι από αυτούς.
—Γέροντα, αν.
—Σου είπα δεν είμαι από αυτούς.
—Μα, Γέροντα, ούτε με το αν;
—Καλά… Αν είναι με το αν…
—Καλά, Γέροντα, δεν φοβάσθε το θάνατο; τον ρώτησε απορημένο κάποιο πνευματικοπαίδι του, όταν λίγες μέρες προ της κοιμήσεως του καθόριζε ο ίδιος τα της κηδείας του (αγγελτήρια, νεκρώσιμο ακολουθία κ.λπ.) τόσο απαθώς σαν να επρόκειτο για την κηδεία κάποιου άλλου.
—Όχι, δεν τον φοβάμαι καθόλου το θάνατο. (Μικρή παύση.) Και δεν τον φοβάμαι, όχι βέβαια ένεκα των έργων μου, αλλά επειδή πιστεύω στο έλεος του Θεού.
—Γέροντα, μη λέτε τέτοια πράγματα τώρα!, του είπε κάποιο πνευματικοπαίδι του, όταν τον άκουσε να καθορίζει τα της κηδείας του. Και αυτός με ετοιμότητα:
—Γιατί, παιδί μου; Άπιστοι είμαστε;
- Είχε ζητήσει η νεκρώσιμη ακολουθία να ψαλή στη Χρυσοσπηλιώτισσα. Τον ρώτησε τότε κάποιος:
—Το σκήνος σας που θα το έχουμε; Που θα αγρυπνήσουμε;
—Θα είμαστε (έτσι, σε πρώτο πρόσωπο) στους Τρεις Ιεράρχες μέχρι τήν ώρα της ακολουθίας. Θα πάμε στη Χρυσοσπηλιώτισσα για την κηδεία και μετά στο μοναστήρι.
Δυό-τρεις μέρες πριν κοιμηθεί, μέσα στο βύθισμα του, ακούσθηκε να ψιθυρίζει: «Ο σπείρων φειδομένως, φειδομένως και θερίσει και ο σπείρων επ’ ευλογίαις, επ’ ευλογίαις και θερίσει» (Β’ Κορ. θ’ 6) χωρίο το οποίο κατά θεία συγκυρία είναι απόσπασμα από τον Απόστολο της Κυριακής, κατά την οποία τελέσθηκαν τα τριήμερα μνημόσυνά του.
Ψιθύριζε επίσης κομμάτια από τον Ακάθιστο Ύμνο: «Συγκατάβασις γάρ θεϊκή, ου μετάβασις δε τοπική γέγονε…», «Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε!» ή από τη Νεκρώσιμο Ακολουθία το: «Εικών ειμί της αρρήτου δόξης Σου…» και τέλος το αγαπημένο του τροπάριο: «Τί ανταποδώσομεν τω Κυρίω…».