Πατριάρχης Σερβίας Παύλος :«ΝΑ ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ ΠΟΥ ΠΕΡΠΑΤΑ ΣΤΗ ΓΗ!»
15 Νοεμβρίου 2009
Εις την συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Σερβικής Εκκλησίας δια την εκλογή Πατριάρχου (1.12. 1990), συμφώνως προς το σύνταγμα της Εκκλησίας της Σερβίας, έπρεπε οί εκλέκτορες επίσκοποι να «σταυρώσουν» τρεις υποψηφίους, οί όποιοι όφειλαν να συγκεντρώσουν το ελάχιστον 13 ψήφους. Εις τον α’ γύρο εξελέγησαν μόνον δύο.
Ό τρίτος, ό επίσκοπος Παύλος, λόγω ανεπαρκείας ψήφων (11) παρέμεινε εκτός και μόνον εις τον 9ον γύρο εξελέγη δια 20 ψήφων και εισήλθεν εις την τριάδα των υποψηφίων.
Ακολούθησε ή τελική φάσης της εκλογής δια κλήρου, δηλαδή δια του αποστολικού τρόπου: ό ηγούμενος της μονής Τρόνοσσα κατόπιν προσευχής εξάγει εκ του βιβλίου του Ευαγγελίου τρεις σφραγισμένους φακέλους με τα ονόματα των τριών υποψηφίων, τους ανακατεύει και λαμβάνει τον ένα, τον οποίον και παραδίδει εις τον προεδρεύοντα, τον μεγαλύτερον αρχιερέα, ό όποιος ιστάμενος προ της Ωραίας Πύλης δεικνύει τον σφραγισμένο φάκελο, τον ανοίγει και ανακοινώνει: «ό αρχιεπίσκοπος του Πεκίου, ό μητροπολίτης του Βελιγραδίου και των Κάρλοβτσι και ό Πατριάρχης της Σερβίας είναι ό επίσκοπος της Ράσκας και του Πρίζρεν Παύλος!».
Σχολιάζων, μετά 15 έτη από της εκλογής, ό μητροπολίτης Μαυροβουνίου κ. Αμφιλόχιος το γεγονός έγραφε: «Ό μοναδικός άνθρωπος, ό όποιος δεν ήθελε πράγματι να γίνει Πατριάρχης, ήταν ό Πατριάρχης Παύλος!».
Μετά την εκλογή ό Πατριάρχης Παύλος απευθυνόμενος εις την Ίεράν Σύνοδο θα πει: «Αι δυνάμεις μου είναι μικραι και σεις το γνωρίζετε. Εγώ εις αύτάς δεν ελπίζω. Ελπίζω εις την βοήθειάν σας καί, επαναλαμβάνω εις την βοήθειαν του Θεού, με την οποίαν Εκείνος μέχρι σήμερον με υπεστηριζεν. Ας είναι προς δόξαν Θεού και προς όφελος της Εκκλησίας του και του δοκιμασμένου λάου μας εις αυτούς τους δύσκολους καιρούς».
Την επόμενη ήμέραν της ενθρονίσεως εις τον μητροπολιτικό ναό ανακοίνωνε το ολιγόλογο πρόγραμμα του: «Ανερχόμενος ως 44ος Πατριάρχης Σερβίας εις τον θρόνο του Αγίου Σάββα δεν έχω κανένα δικό μου πρόγραμμα δια το πατριαρχικό έργον. Το πρόγραμμα μου είναι το Ευαγγέλιον του Χριστού η καλή αύτη αγγελία περί του Θεού μεθ ημών και της Βασιλείας Του εντός ημών -έφ’ όσον με την πίστιν και την αγάπην Τον δεχθούμεν».
Ανέλαβε τα πατριαρχικά του καθήκοντα εις μίαν των δυσκολότερων περιόδων της σερβικής ιστορίας: στον καιρόν των πολέμων, των πιέσεων και εκβιασμών των ισχυρών του κόσμου, των εσωτερικών αναταραχών και της ανέχειας, εις τον καιρόν της αμφισβητήσεως των ιερών και οσίων.
Αντεστάθη εις το κακόν από οπού και αν ήρχετο, προσκαλών να συνετισθούν και οι συμπατριώται και οί ξένοι. Τονίζει ότι: «Υπό τον ήλιον υπάρχει αρκετός χώρος δια όλους» και ότι: «Την ειρήνη χρειάζονται ομοίως όλοι οί άνθρωποι, όπως ημείς και ο εχθροί μας». Πολλάκις αναφέρει χωρία από εν δημοτικό σερβικό ποίημα, οπού λέγεται: «Καλύτερον είναι να χάσωμεν το κεφάλι μας, παρά να χάσωμεν την ψυχήν μας». Με τους έξης λόγους διδάσκει ότι «έχομεν υποχρέωσιν και εις την πλέον δύσκολο κατάστασιν να συμπεριφερώμεθα ως άνθρωποι και δεν υπάρχει συμφέρον ούτε εθνικό ούτε προσωπικό, το οποίον θα ημπορούσε να αποτελεί δικαιολογία του να μη είμεθα άνθρωποι».
Αυτοί οί συνεχώς επαναλαμβανόμενοι λόγοι του «να είμεθα άνθρωποι», γέμισαν τα αυτιά ακόμη και των μικρών παιδιών, τα όποια χαϊδευτικός τον ονομάζουν «Ό Παύλος-Παύλος-Να Είμεθα-Άνθρωποι». Όλοι άκουσαν τους λόγους αυτούς, όμως πολλοί δεν ηθέλησαν να υπακούσουν. Μεταξύ αυτών και εκείνοι, οί όποιοι εις την γενέτειρα του (σημερινή Κροατία), κατά την διάρκεια του πολέμου του ‘90, κατεδάφισαν τον ορθόδοξο ναόν μόνον και μόνον επειδή εις αυτόν εβαπτίσθη ό Πατριάρχης των Σέρβων! Τούτο συνέβη, ενώ εις ακτίνα 40 χιλιομέτρων από τον ναόν δεν έγίνοντο καν μάχαις.
Ό Πατριάρχης Παύλος είναι ακούραστος εις την τέλεσιν των ποιμαντικών καθηκόντων του. Ούτω κατά το παρελθόν φθινόπωρο, εις τα 91 έτη του, απεφάσισε να επισκέφθει την Αυστραλία μεταξύ των άλλων και δια να άγιάση την έκτασιν των 87 εκταρίων, τα όποια αγόρασε ή Σερβική Εκκλησία, δια να κτιστή εκεί το κολλέγιον «Άγιος Σάββας», οπού μαζί με τα Σερβόπουλα, θα διδάσκωνται και Ρωσσόπουλα, Ελληνόπουλα κ.λπ.
Μερικοί επίσκοποι προσεπάθησαν να τον αποτρέψουν λέγοντες ότι ταξίδι τόσης διαρκείας είναι πέραν της αντοχής του. Ό Πατριάρχης αντέλεγε: «Δι’ έμέ δεν είναι δύσκολο, αλλά πώς θα τα καταφέρουν αυτοί (ή συνοδεία);».
Επήγε εις την Αυστραλία προσπαθών την δύο εβδομάδων επίσκεψιν να την κάνη ιεραποστολικός όσον περιεκτικωτέραν έγίνετο. Όταν επέστρεψε εις το Βελιγράδιον, κατ’ ευθείαν πήγε εις την αγρυπνία, αν και με το αεροπλάνο ταξίδευε επί 22 ώρας και αμέσως το πρωί ξεκίνησε δια την Μόσχα.
Γνωρίζων όλα αυτά ό φιλοξενών αυτόν Πατριάρχης της Ρωσίας Αλέξιος Β’ αστειευόμενος τον ρώτησε:
«Αγιότατε, πήγατε τόσον μακρύ ταξίδι, φθάσατε και ως εδώ μήπως, τυχόν προφθάσατε να επισκεφθείτε και την Νέαν Ζηλανδία, επειδή και εκεί υπάρχει ό ορθόδοξος κόσμος μας;…».
«Αγιότατε, αυτήν την φοράν δεν το έκανα, αλλά βεβαίως θα το κάνω εντός των επομένων 90 ετών!».
Ό Πατριάρχης Παύλος, παρά τας πολλάς υποχρεώσεις του, ζή και γνήσιο μοναχικό βίον. Κάθε πρωί εις το παρεκκλήσιο του Πατριαρχείου λειτουργεί και κοινωνεί και κάθε βράδυ είναι παρών εις τον Μητροπολιτικό ναό κατά την εσπερινή ακολουθία.
Προτού τέλεση την θείαν Λειτουργία, δεν αναχωρεί δια κανένα σκοπό.
Με την πορείαν της ζωής του, αρχίζοντας από τον τόπον της γεννήσεως του και τους τόπους της μορφώσεως του έως εκείνους οπού υπηρετεί, έγινε εν ενωτικό σύμβολο της Σερβικής Εκκλησίας. Επίσης, κατά την ζωήν του και κατά τον ρόλο του εις τον ορθόδοξο κόσμον, εκείνος είναι και εν των συμβόλων της ενότητας της οικουμενικής Ορθοδοξίας.
Όσον κάποτε, κατά τα έτη των προσφάτων πολέμων» από το διαμέρισμα του εις το Πατριαρχικό μέγαρο είδεν εις τον δρόμο μίαν ομάδα προσφύγων να βρέχονται, κατέβει και ήνοιξεν την μεγάλην από ξύλον βελανιδιάς θύραν του Πατριαρχείου και τους κάλεσε να εισέλθουν, δια να προστατευθούν από την βροχή. Όταν οί συνεργάται του έκαναν παρατήρησιν ότι υπήρχε και πιθανότητα να εισέλθει και κάποιος μη καλοπροαίρετος ?εις τον πόλεμο ήσαν?τους απήντησε: «Πώς μπορούσα εγώ να κοιμούμαι εκεί επάνω στα ζεστά, ενώ τα παιδιά αυτά να βρέχονται έξω!».
Και οί έξης συγκλονιστικοί λόγοι είναι ιδικοί του: «Εάν ηδυνάμην να προφθάσω, ό άναστάς Θεός είναι μάρτυς μου, θα εστεκόμην ενώπιον των ναών, των νοσοκομείων και ενώπιον των πολυτελών χώρων δια τας δεξιώσεις και τας επιδείξεις μόδας και προσωπικώς θα ζητούν ελεημοσύνη δια τα δοκιμαζόμενα αδέλφια και παιδιά μας. Ό κάθε εξ ημών θα έπρεπε, με ενεργό τρόπον, να εντροπιάση όλας εκείνος τας επιδεικτικός πλεονεξίας, αϊ οποίαι υπάρχουν εις τόσους δημοσίους χώρους και όχι μόνον απλώς να σκανδαλιζόμεθα και να απελπιζώμεθα, επειδή ή αναισχυντία κυριάρχησε γύρω μας».
Ό Πατριάρχης φροντίζει ό ίδιος τον εαυτόν του εις όλας τας ανάγκας του: μόνος του ετοιμάζει το φαγητό του, καθώς ή διατροφή του, καθ’ όλον το έτος, είναι σχεδόν νηστίσιμος -συνήθως τρώγει τα βραστά λαχανικά, το λάδι το προσθέτει μόνον κατά τας εορτές, σπανιότατα τρώγει ολίγον ψάρι, το κρέας ποτέ. Το αγαπημένο του ρόφημα είναι ό χυμός ντομάτας, καθώς ή τροφή της αρεσκείας του είναι ή τσουκνίδα Όταν δεν νηστεύει, του αρέσουν τα γαλακτοκομικά Τα ενδύματα του τα ράπτει, επιδιορθώνει και πλένει ό ίδιος. Όπως διορθώνει και συντηρεί και τα υποδήματά του.
Έκτος αυτού προσέχει και το τι γίνεται γύρω του. Εις το Πατριαρχείων επιθεωρεί και φροντίζει όλα να λειτουργούν όσον καλύτερα γίνεται. Όταν τελείωση το οραρίων της εργασίας και όλοι έχουν αναχωρήσει, τότε ό Πατριάρχης έρχεται να σβήσει τα φώτα, τα όποια λησμόνησαν οι εργαζόμενοι.
Συχνάκις μόνος του διορθώνει και τα υδραυλικά, τα παράθυρα, τα κλείθρα..
Φροντίζει, παντού οπού υπάρχει ανάγκη και περί των πραγμάτων της γης, αν και τονίζει ότι ή πραγματική πατρίς ημών είναι «άνω» και δια τούτο υπενθυμίζει ότι πρέπει να προσέχωμεν: «Όταν μίαν ήμέραν παρουσιασθώμεν ενώπιον των προγόνων μας, να μη αισχυνθώμεν δια αυτούς, ούτε εκείνοι να αισχυνθούν δια ημάς».