Ορθόδοξη πίστη

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ: Τι του απεκάλυψε ο Κύριος (4)

15 Οκτωβρίου 2009

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ: Τι του απεκάλυψε ο Κύριος (4)

st paul

Συνέχεια από (3)

Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Ομότιμου Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Η σωτηρία μόνο εν Χριστώ δι’ αγίου Πνεύματος

Έτσι κατανοείται γιατί ο Χριστός και το είναι εν Χριστώ και το ζην εν Χριστώ αποτελούν ριζική αναγκαιότητα, το άλφα και το ωμέγα της θεολογίας του Παύλου. Μόνο το ζην εν Χριστώ είναι και αποδεικνύει την «καινήν κτίσιν», για την οποία ενανθρώπησε ο Υιός του Θεού.

«Ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις. Τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε καινά τα πάντα» (Β’ Κορ. 5,17).

«Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός. Ό δε νυν ζω εν σαρκί, εν πίστει ζω τη του Θεού του αγαπήσαντός με» (Γαλ. 2,20). «Ό δε ζη, ζη τω Θεώ. Ούτω και υμείς λογίζεσθε εαυτούς είναι νεκρούς μεν τη αμαρτία ζώντας δε τω Θεώ εν Χριστώ Ιησού» (Ρωμ. 6,10-11).

Είναι χαρακτηριστικό ότι το να ζη ο άνθρωπος με τον Θεό, το να επανεπικοινωνεί με τον Θεό -δεδομένης της απώλειας της κοινωνίας του με τον Θεό μετά την αδαμική πτώση- είναι μόνο αποτέλεσμα της ζωής του εν Χριστώ. Όλα πλέον γίνονται διά Χριστού και εν Χριστώ. Το σχέδιο του Θεού, «το μυστήριον του θελήματος του Θεού», για την σωτηρία συνοψίζεται, τελειώνεται, στο πρόσωπο και το έργο του Χριστού, εις Αυτόν «ανακεφαλαιώνονται» «τα πάντα», «τα εν τοις ουρανοίς και τα επί της γης εν αυτώ» (Εφεσ. 1,10· Α’ Κορ. 8,6· Κολ. 1,15-19). Αυτόν τον τρόπο αποφάσισε ο Θεός για την σωτηρία του κόσμου, αυτός μόνο υπάρχει.

Αλλά το μυστήριο της σωτηρίας ενέχει εσωτερική συνέπεια και λογική, ώστε και αποτελεσματικό και κατανοητό, εν μέρει, να είναι στον άνθρωπο. Ο Αδάμ υπήρξε απλώς «ψυχή ζώσα» αλλά «χοϊκός». Αμάρτησε, εξέπεσε, και την πτωτική του κατάσταση την κληρονόμησε σε όλη την ανθρωπότητα. Αφού, λοιπόν, το κακό λειτουργεί στους ανθρώπους όλων των εποχών, έπρεπε να υπάρξει πάλι άνθρωπος, που θα αποκαθιστούσε τον «χοϊκό» και «ψυχικό» εκπεσόντα Αδάμ. Αυτός θα ήταν νέος Αδάμ, ο «έσχατος», που θα ζωοποιούσε, θα επανασυνέδεε με τον Θεό τους απογόνους του πρώτου Αδάμ.

Αλλά για να έχει το ον αυτό τη δύναμη να ζωοποιήσει, θα έπρεπε να είναι «ουράνιο», δηλαδή ερχόμενο από τον ουρανό, άρα Θεός. Συγχρόνως, έπρεπε να είναι και άνθρωπος, ώστε να είναι δυνατή, πραγματική και κατανοητή η σχέση του με τον αδαμικό άνθρωπο που ήθελε να σώσει, έπρεπε να αναλάβει στον επουράνιο εαυτό του και την ανθρώπινη φύση («εικόνα χοϊκού») (Α’ Κορ. 15,45-49).Έτσι, η κοινωνία-σχέση κάθε ανθρώπου με τον Θεό μπορούσε να πραγματοποιηθεί, ακριβώς διότι ο Υιός και Λόγος του Θεού ενανθρώπησε, έγινε Χριστός, δηλαδή θεάνθρωπος, Θεός που είχε στον εαυτό του και την ανθρώπινη φύση.

Η ενανθρώπηση υπήρξε το συγκλονιστικό σκάνδαλο της ιστορίας και το σωτήριο θεμέλιο της απολυτρώσεως από την κατάσταση της πτώσεως.

«Ο Θεός τον εαυτού Υιόν πέμψας εν ομοιώματι σαρκός» (Ρωμ. 8,16·Εφεσ. 2,14).

«Ος (= ο Υιός του Θεού) εφανερώθη εν σαρκί» (Α’ Τιμ.3,16).

Τον Χριστό, τον Θεάνθρωπο, οι άνθρωποι τον γνώρισαν («εγνώκαμεν») «κατά σάρκα», ως άνθρωπο (Β’ Κορ. 5,16). Ακριβώς δε, διότι ο Υιός του Θεού έλαβε την ανθρώπινη φύση («σάρκα») και άρα ζούσε και ως άνθρωπος, ο Παύλος μπορεί να λέγει ότι η «ζωή του Ιησού» πρέπει να «φανερωθή εν τη θνητή σαρκί ημών» ( Β’ Κορ. 4,11), να γίνει βίωμα, ζωή, στο δικό μας είναι, στην δική μας θνητή ζωή. Και για να μην αφήσει καμία αμφιβολία για την σχέση του Χριστού με τους πιστούς, υπογραμμίζει ότι οι πιστοί αποτελούν μέλη του (ανθρωπίνου) σώματος του Χριστού, της σάρκας του και των οστών του, κάτι που πραγματώνεται με την θεία Ευχαριστία, για την οποία θα επανέλθουμε.

«Μέλη εσμέν του σώματος αυτού, εκ της σαρκός αυτού και εκ των οστέων αυτού» (Εφεσ. 5,30).

Οι άνθρωποι ως μέλη της Εκκλησίας είναι μέλη του Χριστού, ο οποίος είναι Θεός, αφού εις Αυτόν «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς» (Κολ. 2,9· Τίτ. 2,13· Φιλ. 2,6) και, βέβαια, «εικών του Θεού» (Β’ Κορ. 4,4. «Απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού»: Εβρ. 1,3). Συγχρόνως ως ανθρώπινη φύση είναι αναμάρτητος, αφού ο ίδιος προκαλεί «τις ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιωάν. 8,46) και η προς Εβραίους βεβαιώνει ότι ο αρχιερέας Χριστός είναι καθ’ όλα όμοιός μας αλλά «χωρίς αμαρτίας» (Εβρ. 4,15 και 7,26). Είναι ο νέος, ο «έσχατος», Αδάμ, που ως άνθρωπος έγινε αυτό που όφειλε να γίνει ο πρώτος Αδάμ (δηλαδή καθ’ ομοίωσιν» Θεού, άγιος). Και προς τον νέο Αδάμ καλούνται να ομοιωθούν οι άνθρωποι, δηλαδή ν’ αποκτήσουν στον εαυτό τους την ζωή του νέου Αδάμ, να γίνουν, τέλος, νέοι Αδάμ.

Όλη όμως η σωτήρια κατάσταση αυτή προϋποθέτει απόλυτα την δραστική παρουσία του αγίου Πνεύματος, που αρχίζει με την καθοδήγηση προς αποδοχή του Ευαγγελίου του Χριστού και με το μυστήριο του Βαπτίσματος («εν ενί Πνεύματι ημείς πάντες εις εν σώμα εβαπτίσθημεν»: Α’ Κορ. 12,13). Ο Παύλος, που τόσο βαθιά κι ευγνώμονα ζούσε την ενέργεια του αγίου Πνεύματος, εύχεται οι πιστοί να έχουνε την σχέση, «την κοινωνίαν», του αγίου Πνεύματος (Β’ Κορ. 13,13), διότι αυτό «ενεργεί» όλα τα παντός είδους πνευματικά (Α’ Κορ. 12,1-2,11), αυτό συνδέει τον άνθρωπο με τον Χριστό. Είναι ο άνθρωπος εν Χριστώ, όσο έχει εντός του και ζει σύμφωνα με το άγιο Πνεύμα. Η πραγμάτωση της ζωής του Χριστού στον άνθρωπο είναι αποτέλεσμα της δράσεως του αγίου Πνεύματος. Με Αυτό «μεγαλύνεται» και δοξάζεται ο Χριστός στην ζωή του ανθρώπου (Φιλιπ. 1,20). Τότε συντελείται και η απελευθέρωση από την αμαρτία και τον θάνατο (Ρωμ. 8,1-2).Η απελευθέρωση από την αμαρτία και την αιχμαλωσία στον Σατανά είναι η αρνητική πλευρά του έργου του αγίου Πνεύματος, που έρχεται ως συνέπεια της θετικής. Και αυτή είναι η δημιουργία του Χριστού στον άνθρωπο και τέλος η ζωοποίηση των θνητών σωμάτων των ανθρώπων, αφού είναι το ίδιο άγιο Πνεύμα που ανέστησε και τον Χριστό.

«Υμείς δε ουκ έστε εν σαρκί, άλλ’ εν πνεύματι, είπερ Πνεύμα Θεού οικεί εν υμίν. Ει δε τις Πνεύμα Χριστού ουκ έχει, ούτος ουκ έστιν αυτού… Ει δε το Πνεύμα του εγείραντος Ιησούν εκ νεκρών οικεί εν υμίν, ο εγείρας τον Χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα υμών διά του ενοικούντος αυτού Πνεύματος εν υμίν» (Ρωμ. 8,6-11).

Επομένως μόνο το άγιο Πνεύμα μας οδηγεί και μας συνάπτει με τον Χριστό και μόνο με αυτό γίνονται οι άνθρωποι τέκνα Θεού («Όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι είσιν υιοί Θεού»: Ρωμ. 8,14).

Συνεχίζεται…