Ο Μέγας Βασίλειος αφαιρέθηκε
7 Οκτωβρίου 2009
Φαντάζεστε τί θα γινόταν, αν την εποχή των Πατέρων της Εκκλησίας υπήρχαν σύγχρονα μέσα ενημέρωσης; Φαντάζεστε, αν υπήρχαν έστω και μόνο τα κασετόφωνα, που κάθε καλός κύριος ή καλή κυρία τα στήνει πάνω στο τραπέζι του ομιλητή, πόσα στιγμιότυπα θα αποθησαυρίζαμε κι από αυτούς ακόμη τους μεγάλους Πατέρες, όπως για παράδειγμα από τον Μέγα Βασίλειο;
Ωστόσο η απογοήτευση μας δεν πρέπει να είναι απόλυτη, τουλάχιστον για τους μεγάλους Πατέρες, γιατί τότε υπήρχαν ικανοί στενογράφοι, που συχνά λειτουργούσαν σαν τα κασετόφωνα. Δηλαδή κατέγραφαν μηχανικά όσα πρόφεραν οι ομιλητές.
Εδώ θα παρουσιάσουμε ένα περιστατικό με τον Μέγα Βασίλειο, που συνέβη όταν ερμήνευε την Εξαήμερο σε συνέχειες. Οι ομιλίες αυτές, εννέα τον αριθμό, έγιναν στην Καισαρεία, όταν ήταν πρεσβύτερος, δηλαδή πριν το 370. Πρέπει, κατά τους ειδικούς, να τις έκανε σε περίοδο νηστείας, και μάλιστα σε χρονικό διάστημα μιας εβδομάδας. Συνεπώς εκφωνούσε περίπου δύο ομιλίες την ημέρα.
Το σχετικό περιστατικό συνέβη στην όγδοη ομιλία. Για να το καταλάβουμε όμως πρέπει να ξεκινήσουμε από την έβδομη ομιλία, που την είπε το προηγούμενο βράδυ. Στην ομιλία αυτή ο Μ. Βασίλειος ερμήνευσε το χωρίο της Εξαημέρου που αναφέρεται στη δημιουργία των «ερπετών» και των «πτηνών» και που αρχίζει με τις λέξεις: «Και είπεν ο Θεός εξαγαγέτω…» (Γεν. 1,20). Ωστόσο περιορίστηκε μόνο στο θέμα των «ερπετών», δηλαδή στον θαλάσσιο κόσμο και τα ζώα, και δεν προχώρησε στα πτηνά.
Την άλλη μέρα το πρωί ο Μ. Βασίλειος, ξεφυλλίζοντας τον κώδικα της Γενέσεως για να ξαναθυμίσει στο ακροατήριο του το κείμενο, διάβασε από παραδρομή ένα χωρίο παρακάτω (1,24), που άρχιζε με τα ίδια λόγια του χθεσινού: «Και είπεν ο Θεός εξαγαγέτω η γη ψυχήν ζώσαν κατά γένος, τετράποδα και ερπετά και Θηρία…». Με αφορμή αυτό το χωρίο ο Μ. Βασίλειος προχώρησε στην αξιολογική σύγκριση των θαλασσίων ζώων με τα χερσαία. Αναφέρθηκε στη διαφορά ανάμεσα στις ψυχές των ζώων και των ανθρώπων και κατέκρινε τους έλληνες φιλοσόφους που δέχονταν την άποψη ότι οι ψυχές των γυναικών, των θάμνων και των θαλασσίων ζώων ήσαν «ομοειδείς)). Στη συνέχεια έκλεισε το θέμα με την έξης ειρωνεία: «Το αν ούτοι που λένε κάτι τέτοια θα γίνουν κάποτε ψάρια, δεν μπορώ να το βεβαιώσω, αυτό όμως που ξέρω είναι ότι εκείνοι που έγραψαν τα παραπάνω ήσαν πιο ανόητοι και από τα ψάρια».
Τέλος επανέλαβε το χωρίο της Γενέσεως: «Εξαγαγέτω η γη ψυχήν ζώσαν», για να συνεχίσει με τα ζώα. ‘Αλλά αντί να μιλήσει, έμεινε εντελώς σιωπηλός, έτσι που έγινε αντιληπτός και από το ακροατήριο του. Τι είχε συμβεί; Από μικρή αβλεψία, με το να διαβάσει το πιό κάτω χωρίο της Γενέσεως, μίλησε για τα ζώα χωρίς να ασχοληθεί με τα πτηνά.
Μετά από λίγο διέκοψε τη σιωπή του και είπε περίπου τα έξης: «Πολλοί ίσως από σας ξαφνιάστηκαν που, ενώ μιλούσα, σταμάτησα για κάποιο χρόνο. Όσοι όμως από τους ακροατές ήσαν προσεκτικοί, κατάλαβαν την αίτια της σιωπής μου. Κι εγώ με τη σειρά μου τους κατάλαβα από το γεγονός ότι αλληλοκοιταζόντουσαν και έκαναν μεταξύ τους νεύματα. Η συμπεριφορά τους αύτη με έκαμε να συνέλθω και να φέρω στη μνήμη μου αυτά που παρέλειψα. Καθώς βλέπετε λησμόνησα ένα ολόκληρο τμήμα της δημιουργίας, τα πτηνά, δηλαδή ένα τμήμα που δεν είναι από τα μικρά».
Αμέσως μετά ο Μ. Βασίλειος επανήλθε στο αρχικό κείμενο της Γενέσεως 1,20-21: «Εξαγαγέτω γάρ τα ύδατα ερπετά ψυχών ζωσών κατά γένος, και πετεινά πετούμενα επί της γης κατά το στερέωμα του ουρανού), και συνέχισε: «Μιλήσαμε για τα θαλάσσια χθες το βράδυ, όσο ο χρόνος μας το επέτρεψε. Σήμερα περάσαμε στην εξέταση των χερσαίων ζώων. Μας ξέφυγαν τα πετεινά, δηλαδή αυτά που είναι ανάμεσα στα θαλάσσια ζώα και τα επίγεια. Είναι, λοιπόν, ανάγκη να κάνουμε αυτό που κάνουν οι ξεχασιάρηδες οδοιπόροι, οι οποίοι, όταν ξεχνούν κάτι σημαντικό, έστω κι αν προχώρησαν πολύ, πάλι γυρίζουν πίσω για να το πάρουν, και τιμωρούνται έτσι για την αφηρημάδα τους με το να φορτώνονται τον κόπο της οδοιπορίας. Έτσι και μείς θα κάνουμε αυτό που πρέπει, με το να ακολουθήσουμε την ίδια πορεία. Αυτό που λησμονήσαμε δεν είναι καθόλου μικρό, αλλά είναι το ένα τρίτο του συνόλου των ζώων που δημιουργήθηκαν, εφ’ όσον τρία γένη ζώων υπάρχουν, «το τε χερσαίον, και το πτηνόν, και το ένυδρον».
Μετά την παρέμβαση αυτή συνέχισε τον λόγο του.
(Ηλία Βουλγαράκη, Στιγμιότυπα από την εποχή των Πατέρων, Εκδ. Αρμός, σ. 66).