Θείας Χάριτος Εμπειρίες, Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (29)
14 Σεπτεμβρίου 2009
(+Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού)
Επιστολή 23
Προς Μοναχό Παντελεήμονα.
Άγιον Όρος τη 29/3/1959.
Εις το αγαπημένον μου τέκνον Παντελεήμων, τα αγαπητά σπλάγχνα μου,το ανθάκι μου το παραδείσιον.
Εύχομαι να είσαι καλά. Ο γλυκύς μας Χριστός να σε φυλάγη και να οδηγή εις το θέλημα Του το άγιον.
Αγαπητόν μου παιδί, έλαβα την επιστολήν σου, και είδον και εχάρην και εσκίρτησεν η καρδία μου, όπου ο καλός μας Χριστός αρχίζει να δεικνύη την αγάπην όπου σου έχει. Πρόσεχε λοιπόν, αγαπητό μου παιδί, να μην σου στήση καμμία παγίδα ο πονηρός, διότι πολύ μισεί το καλόν.
Εγώ, αγαθό μου παιδάκι, είχα αρχίσει να σου γράφω αυτό μου το γράμμα, και επειδή η δύσπνοια με ενοχλούσε, επερίμενα να ελαττωθή. Διότι μόλις κρυώνει ο αέρας, με πιάνει περισσότερο, δι΄ αυτό πέρασαν ολίγες ημέρες, οπότε σήμερα, των Βαΐων, ήλθε το άλλο σου γράμμα και συνεχίζω. Θα σου έγραφα άλλα πνευματικά. Τώρα, επειδή άλλα με ερωτάς, θα απαντήσω δι΄ αυτά.
Η μοναχική πολιτεία είναι πολύ μεγάλο πράγμα και έχει αγώνα και βάρος πολύ. Οι άνθρωποι δεν είναι αρνιά να τους βόσκη κανείς. Είναι άνθρωποι με συνήθειες και θελήματα, με φρονήματα και πάθη ανίατα, όπου μήτε τον ίδιον ζήλον έχουσιν μήτε την ιδίαν προαίρεσιν. Ευκολώτερον είναι να καθαρίζη κανείς τα αναγκαία εις την Αθήνα, παρά ανθρώπους από τα πάθη να μεταβάλη εις αγαθούς.
Τριάντα πέντε χρόνους είμαι Γέροντας, πατήρ συνοδίας μεγάλης, γυμνασμένος εις άκρον με πράξιν και θεωρίαν, και έχω φτύσει όλον το αίμα μου εις το να μεταβάλω ανθρώπους, και ξεύρω την αιματηράν δυσκολίαν όπου έχει εις το να γίνη εν αληθεία κανείς μοναχός. Είναι πολύ ολίγοι, όπως ο Παντελάκης μου και ο μικρός παπαδάκος μου Εφραίμ, όπου δεν έχουν ιδεί τι είναι κακία. Και η Χάρις επρόλαβε, και αυτό το καλό όπου έχετε είναι της Χάριτος του Θεού. Εάν όμως δεν είναι η Χάρις και ενεργήσουν τα πάθη εις ημάς, τότε είναι τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών, όπως λέγουν οι Άγιοι διά την μοναχικήν πολιτείαν. Δι΄ αυτό ησύχαζε τώρα, και συν τω χρόνω θα δείξη ο Κύριος ποίον είναι το θέλημα Του.
Εάν, παιδί μου, ο μοναχός δεν βρη την ευχήν αδιάλειπτον, και διά μέσου αυτής να ενεργήση η Χάρις, είναι αδύνατον να μην γυρίσουν τα πάθη οπίσω, και τότε θα γίνη χειρότερος από ότι ήταν στον κόσμον. Και πάλιν, διά να ευρη παρηγορίαν απ΄ την ευχήν, πρέπει να αγωνίζεται, να ζητήση εμπόνως, να κλάψη και ωσάν μικρό παιδάκι φωνάζον να προσεύχεται εις τον Χριστόν και εις την γλυκεία Του Μανούλα να του ανοίξη τους οφθαλμούς. Εγώ θα σου γράψω, εάν γίνω καλά, την τάξιν του μοναχού.
Και τώρα λοιπόν, αγαθό μου παιδί, πολύ σε ευχαριστώ διά ο,τι μου έστειλες. Ο Θεός να δώση τον μισθόν εις αυτούς όπου σου τα δίδουν. Όλα τα έλαβα, αλλά αλησμονώ να σου γράψω, διότι δεν είμαι ακόμη καλά. Ολίγον αν γράψω ή διαβάσω, με πνίγει η δύσπνοια και τα αφήνω. Ευχαριστώ και τον άγιον Επίσκοπον, τον Ιωάννην, όλους σας ευχαριστώ.
Η κυρία Βασιλική μήτε έγραψεν άλλο γράμμα, μήτε εξομολόγησιν. Η Μαγδαληνή τι κάμνει; Άρρωστη είναι, δεν είναι καλά; Να φύγη αμέσως, πολύ την παρακαλώ, από τον παπα-Πέτρο, διότι αυτός δεν είναι με τον Θεόν -αναγκάζομαι να ειπώ εκείνο όπου δεν αρμόζει- φυλάξου να μην τα δημοσίευση και γίνεται πειρασμός και σκάνδαλο. Να φύγη, χωρίς να τον δώση υποψία. Αυτός είναι πνευματιστής. Είχεν μία νύμφη εδώ το πρώτον. Δεν ήτον διά ιερεύς· τον έκαμαν παρά τους κανόνας οι Παλαιοημερολογίται. Έφυγεν και βρήκε την νύμφη του, έμαθε απ΄ αυτήν τον πνευματισμόν, την είχεν διά αγίαν. Ήλθεν πάλιν εις το Άγιον Όρος και κανείς δεν τον εδέχετο. Έφυγε με αυτήν και ήλθεν αυτού στην Αμερική. Τι έγινε, δεν γνωρίζω τώρα. Ο Κύριος με επληροφόρησεν και σου γράφω να φύγετε απ΄ αυτόν να μην κολαστείτε, και μην πιστεύης εύκολα τον καθέναν. «Μη παντί πνεύματι πιστεύετε», λέγει ο Απόστολος, «αλλά δοκιμάζετε».
Θα γράψω και δυο λόγια την Μαγδαληνήν. Και επειδή εγώ είμαι άρρωστος και δεν ημπορώ να γράφω, διότι εδώ μου γράφουν πολλοί, εάν έχουν εξομολόγησιν, ας την στέλνουν εις τον Ηγούμενον του Διονυσίου, παπα-Γαβριήλ, διότι ο παπα-Ιωσήφ είναι πολύ απλούς, δεν έχει διαβάσει κανόνας.
Εσύ δε, αγαπητό μου παιδί, εκεί, όπου διδάσκεις τους μαθητάς όπου πρόκειται να ιερωθούν, να τους λέγης απ΄ το Πηδάλίον ότι άπαξ εάν πέση κανείς εις την αμαρτίαν ή με γυναίκα ή με παιδί ή με άλογον ζώον, δεν γίνεται ιερεύς. Επίσης, εάν κάμη φόνον, εάν σκοτώση στον πόλεμον, εάν πάρη ψεύτικον όρκον, δεν γίνεται ιερεύς. Αυτά και άλλα, όσα γράφουν εκεί οι κανόνες εις το Πηδάλιον, διότι ο κόσμος δεν τα γνωρίζει και γεμίζει η κόλασις από ιερείς αναξίους.
Τους μεν κανόνας οι άνθρωποι τους κατήργησαν, αλλά δεν τους κατήργησεν ο Θεός. Αλλά μένουν, όπως τους έβαλαν οι Πατέρες και οι θείοι Απόστολοι. Επομένως να τους φυλάττωμεν, αν θέλωμεν να σώσωμεν την ψυχήν μας, διά να μην εύρωμεν αντιμέτωπον τον Θεόν υπερασπίζοντα τους νόμους των αγαπητών Αυτού δούλων.
Και τώρα λοιπόν, αγαπητόν μου παιδί , ήλθομεν στο άγιον Πάσχα. Εσήμερον κλείω το γραμματάκι σου από τόσον καιρόν όπου άρχισα, διότι η δύσπνοια με την νηστείαν πολύ με πολέμησε. Εσήμερον έφαγα τυράκι, αυγό και γιαούρτι και άνοιξαν τα μάτια μου και πιστεύω ότι γρήγορα θα γίνω καλά και θα σου γράψω της πείρας και πράξεως λόγια, όχι απ΄ τα βιβλία. Και αυτό περί αγάπης όπου σου έγραψα είναι ιδικό μου απόφθεγμα· καθώς το εγεύθην, έτσι το λέγω στο γράμμα.
Έχεις λοιπόν τους πατρικούς ασπασμούς εν πολλή αγάπη
Ταπεινός Γ. Ιωσήφ
(Υ.Γ.) Δεν θυμάμαι αν απήντησα στον Ιωάννη, διότι ήμουν άρρωστος.
Επιστολή 24
Προς Μοναχό Παντελεήμονα
Άγιον Όρος τη 21/5/1959.
Τέκνον αγαπητόν, σπλάγχνα μου της ψυχής, παιδάκι μου αγαθόν, Παντελάκη μου, εύχομαι να είσαι καλά.
Είναι καιρός όπου σου έστειλα γράμμα, εκτεταμένη επιστολή. Απαντούσα δι΄ όσα επιθυμούσες να μάθης και ανησυχούσα διατί δεν μου γράφεις. Μήπως ασθένησες;
Εσήμερον -χθες 20 του Μαΐου παλαιόν- έλαβα της Μαγδαληνής, η οποία μου γράφει ότι δεν πήρες γράμμα και πολύ ελυπήθην, μήτε αυτή δεν πήρε και πόσον επικράνθην, όπου τόσον εκοπίασα να τα γράψω, ως ασθενής όπου είμαι. Και σου είχον γράψει κάτι το σοβαρόν, δι΄ αυτό τώρα το έβαλα μέσα στης Μαγδαληνής, να το στείλω συστημένο και αυτή να το στείλη από αυτού, μήπως πάλιν χαθεί. Αν τύχη και δεν το έλαβες μέχρι τώρα, πρέπει πάλιν να τα ξαναγράψω. Λοιπόν μόλις θα πάρης το γράμμα μου, αμέσως να απάντησης να ξαναγράψω.
Και τώρα εδώ θα γράψω ο,τι ημπορώ, μήπως και απεθάνω, διότι δεν είμαι ακόμη τελείως καλά. Απ΄ αυτά όπου στέλνετε, εξοδεύω διά θεραπείαν, αλλά δύσκολα είναι να αναλάβω. Έξοδα πολλά αλλά υγεία ολίγη.
Εσύ αν πήρες το γράμμα μου μέχρι τώρα καλώς, ει δε μη γράψε μου να ηξεύρω. Ο,τι μου έστειλας, όλα τα επήρα, μην ανησυχείς. Αυτά ξοδεύω εις την ασθένειάν μου, αλλά υγείαν δεν βλέπω. Περιμένω γράμμα σου, να μάθω διά την υγείαν σου.
Αν πήρες το γράμμα μου, σου γράφω μέσα διά τον παπα-Πέτρον, να ειπής και την Μαγδαληνήν να χωρίσετε απ΄ αυτού, διότι δεν είναι με τον Θεόν κάμνων πνευματισμούς. Να μην τον ειπήτε τίποτα να γίνουν σκάνδαλα, μόνον φύγετε και μην ξαναπάτε. Τα έχει μάθει από μίαν νύμφην, όπου ειχεν έλθει εδώ και πάλιν γύρισε αυτού οπίσω. Λοιπόν φεύγετε απ΄ τα νύχια του Σατανά και μην πιστεύετε εύκολα όποιον τύχει, επειδή βλέπεις και ομιλάει γλυκά να μην πέσετε στην παγίδα. Ο Σατανάς όλα τα μεταχειρίζεται να πλανήση τον άκακον άνθρωπον.
Σχεδόν δι΄ όλα σου έγραψα. Πρόσεχε και φρόντιζε διά την ψυχήν σου, και ο Θεός να είναι πάντα μαζί σου. Δώσε την μετάνοιάν μου εις τον Δεσπότην.
Σε εύχομαι εξ όλης ψυχής.
Ταπεινός Γεροντάκος Ιωσήφ.
(ΥΓ.) Εγώ δεν είμαι καλά, δεν γνωρίζω αν είμαι πολύν καιρό.