Ομοφυλοφιλία ή Κανιβαλισμός;
20 Αυγούστου 2009
Οι γάμοι των ομοφυλοφίλων αρχίζουν και κερδίζουν έδαφος σε όλη την οικουμένη. «Πρώτη διδάξασα η Ολλανδία, αναγνώριση και στο… Νεπάλ» (Realnews Κυριακή 2 Αυγούστου, σ. 42).
Ναι, καταλαβαίνουμε ότι σε μία χώρα όπως είναι το Νεπάλ, που υπάρχει κοινωνική εξαθλίωση, χαμηλό βιοτικό επίπεδο ζωής, φτώχεια, κοινωνικές εξεγέρσεις, πολιτική καταπίεση συμβαδίζει και η ηθική διαφθορά. Εκεί τους νεκρούς τους τούς τρώνε!!! Τα απομεινάρια των αποτεφρωμένων σωμάτων τα τρώνε σε ειδική ιεροτελεστία οι Ινδουιστές που ονομάζονται Aghoris. Ναι αυτό γίνεται σήμερα το 2009 (βλ. και Πεμπτουσία τχ. 27, σ. 163). Οπότε η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας σε μία χώρα που επιτρέπεται ακόμη και ο κανιβαλισμός δεν μας προξενεί εντύπωση. Διλήματα ομοφυλοφιλία ή κανιβαλισμός δεν έχουν και τόση σημασία για αυτούς. Όμως οι χώρες του Δυτικού πολιτισμού, να αποδέχονται το γάμο των ομοφυλοφίλων μάς προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση.
Η αμαρτία έχει γίνει μόδα, έχει γίνει τρόπος ζωής, προβάλλεται ως κάτι φυσιολογικό. Αντί αυτοί οι άνθρωποι (οι ομοφυλόφιλοι) να συνειδητοποιήσουν ότι έχουν κάποιο πρόβλημα θεωρούν την κατάστασή τους φυσιολογική. Το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Ο αιώνιος εχθρός του ανθρώπου εκμεταλλευόμενος την συναισθηματικότητα και την φαντασία κάποιου, τού διαστρέφει τους λογισμούς τόσο, που τους κάνει όχι μόνο ανήθικους και αισχρούς, αλλά και παραφύση. Η αποδοχή αυτών των λογισμών είναι η αρχή της αμαρτίας. Λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής ότι δεν μπορεί να αμαρτήσει κάποιος στην πράξη (κατ’ ενέργεια) αν δεν αμαρτήσει πρώτα στη σκέψη, στο λογισμό (κατά διάνοια).
Μάλιστα τώρα τελευταία παρατηρούμε ότι και στην Ελλάδα οι ομοφυλόφιλοι αρχίζουν να έχουν δυναμική παρουσία: παράνομος γάμος ομοφυλοφίλων στην Τήλο, πρόταση αντίστοιχου νομοσχεδίου στη Βουλή, δημιουργία ιστολογίου στο διαδίκτυο κ.λπ. Η αμαρτία τελικά σε καμία άλλη εποχή δεν είχε τέτοια κοινωνική αποδοχή όσο στη δική μας.
Μήπως ξαναπεί ο Θεός, «ου μη καταμείνη το πνεύμα μου εν τοις ανθρώποις τούτοις εις τον αιώνα δια το είναι αυτούς σάρκας» (Γεν. 6,3);
Γ. Αγγελίδης