Αρχιεπίσκοπος Λουκάς.
23 Μαΐου 2009
Από τις ιάσεις στον ιατρό του σεβασμ. μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης & Καμπανίας κ. Παντελεήμονος
Ο άγιος Λουκάς, αρχιεπίσκοπος Κριμαίας, ως γιατρός υπήρξε αντικείμενο θαυμασμού από το αθεϊστικό καθεστώς της Ρωσίας, αλλά ως κληρικός εξορίστηκε, ταλαιπωρήθηκε και βασανίστηκε. Το κείμενο που ακολουθεί μάς πληροφορεί για την ζωή και την προσφορά του στον άνθρωπο.
Ανθρωπος αγιότητος και αγάπης υπήρξε ο άγιος Λουκάς, επίσκοπος Συμφερουπόλεως, ο Ιατρός. Έζησε σε μία πολύ κρίσιμη περίοδο για την ιστορία της ανθρωπότητος· κρίσιμη από κάθε άποψη: πολιτική, πολιτισμική, οικονομική, επιστημονική, θρησκευτική. Ήταν η εποχή που «ξύπνησε» το μεγάλο θεριό, ο άνθρωπος, και θέλησε να αντικαταστήσει την επίγνωση της αμαρτίας με την γνώση των αμαρτωλών πραγμάτων, την εμπύρια θέωση με την εμπειρία της αυτοθεώσεως, την ειρηνεύουσα αυτοκυριαρχία με τις πολεμοχαρείς αυτοκρατορίες, την μυστική παρουσία του Δημιουργού με την ομολογία του «θανάτου» Του, την ξενιτεία του κόσμου με την αποξένωση, την εκούσια πτωχεία με τον ανόσιο πλουτισμό, τον εαυτό του με τον Θεό. Ήταν η εποχή των αμφισβητήσεων, της έπαρσης, της ιδεοκρατίας της ύλης, της ανόδου, της καθόδου, του ύψους, της αβύσσου, της διάσπασης του ατόμου, της διάσπασης του προσώπου, της διάστασης των ανθρώπων, της διένεξης, των πολέμων, της αθεΐας.
Παιδική ηλικία και σπουδές
Ο άγιος Λουκάς, κατά κόσμον Βαλεντίν Βόϊνο-Γιασενέτσκι, γεννήθηκε στην πόλη Κέρτς της Κριμαίας, το 1877. Την αγάπη του για τον συνάνθρωπο κληρονόμησε από την ευσεβή μητέρα του, η οποία φρόντιζε να στέλνει καθημερινά φαγητό και τρόφιμα στους ενδεείς. Γνώριζε ο Θεός τα δεινά και τις φυλακίσεις του ευλογημένου της τέκνου, γι’ αυτό και της έδωσε την αρετή της ιδιαιτέρας συμπαθείας προς τους φυλακισμένους.
Τα παιδικά του χρόνια υπήρξαν καθοριστικά για την διάπλαση του χαρακτήρος του. Ο μικρός Βαλεντίν γνώρισε από κοντά τους ασκητές μοναχούς του Κιέβου, όπου μετακόμισε η οικογένεια Γιασενέτσκι το 1880. Τις αγιασμένες μορφές τους άρχισε να αποτυπώνει στον καμβά της ψυχής του περισσότερο παρά στον ζωγραφικό πίνακα. Το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό ζωγραφικής δεν ήταν γι’ αυτόν παρά μία ευκαιρία, μέσα από την φιλοτεχνία να αγαπήσει την φιλοκαλία. Στο διάβα της ζωής του θα άφηνε τον Μεγάλο Ζωγράφο να τον αγιογραφήσει με τα χρώματα των αρετών. Το λευκό της ψυχής του θα ανακατευόταν με το μέλαν των θλίψεων, το χρυσό της θείας χάριτος με τα φοινικοβαμμένα δάκρυα, το γαλάζιο της ελπίδας των ουρανών με το πράσινο του μόχθου στο γεώργιο του Χριστού. Την μίξη των χρωμάτων έμελλε να κάνει ο αγαθός Παράκλητος, η πατρική χείρα θα τον ζωγράφιζε, αποτυπώνοντας ένα αντίγραφο της απαραλλάκτου φυσικής Του Εικόνος, ένα αντίγραφο του Λόγου, της αληθινής Ζωής. Γιατί ζωγράφος είναι αυτός που γράφει την ζωή. Και ο άγιος Λουκάς, μιμούμενος τον Μεγάλο Ζωγράφο, έγινε κι αυτός ομότεχνός Του, συνεπικουρώντας στο να γραφτούν στή βίβλο της Ζωής πολλοί συνάνθρωποί του.
Οι ακαδημαϊκές σπουδές του στην Ιατρική προετοίμασαν τον ιατρό· αλλά το μεγαλείο του ιατρού το σπούδασε στο Μεγάλο Πανεπιστήμιο της αγάπης, στο νοσοκομείο και ιατρείο των παθών, την Εκκλησία. Εκεί ο φοιτητής Βαλεντίν έπιασε για πρώτη φορά το νυστέρι του Πνεύματος, αφήνοντας τον Χειρουργό Χριστό να ανατμήσει την ψυχή του. Αφού βγήκε το καρκίνωμα της ιδιώτευσης και της αδιαφορίας, ήταν εύκολη για Εκείνον η μεταμόσχευση της καρδιάς του νεαρού ιατρού. Αν και εύκολη η επέμβαση, εντούτοις υπήρξε λεπτή και πολύχρονη σε διάρκεια. Όντας ο άγιος σε διαρκή θεραπεία των αισθητηρίων του νοός, μπορούσε να θεραπεύει τον συνάνθρωπο.
Η ιατρική του καριέρα
Σε ηλικία τριάντα ετών βρέθηκε στην πόλη Τσιτά της Σιβηρίας, όπου χειρουργούσε συνεχώς και με απόλυτη επιτυχία. Ο ρωσο-ιαπωνικός πόλεμος, που είχε ξεκινήσει, ήταν μία ευκαιρία, για να λάβει το βάπτισμα του πυρός, του πυρός της αγάπης, που κατακαίει τις ευαίσθητες ψυχές στο χωνευτήρι της θυσίας και που αποκαλύπτει τα καράτια του έσω χρυσού. Την λάμψη αυτή ξεχώρισε η κατοπινή σύζυγός του, Αννα, η οποία ως νοσοκόμα εργαζόταν εκεί μαζί του. Χρυσάφι εκείνος, διαμάντι εκείνη, έπλεξαν το στεφάνι του γάμου τους με τους πολύτιμους λίθους των ευσεβών αρετών. Αυτός ο πλούτος τους αξίωσε της εκουσίας πτωχείας, στην οποία προσετέθη κι άλλος πλούτος, τα τέσσαρα παιδιά τους.
Συνέχισε τις σπουδές τους, όχι για να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα, αλλά για να μπορέσει να υπηρετήσει καλύτερα τον συνάνθρωπο Χριστό. Η διδακτορική του διατριβή στην τοπική αναισθησία κατέπληξε το 1916 τους καθηγητές του· όμως η διατριβή του στην πανανθρώπινη ευαισθησία, που υπερβαίνει τόπους και σύνορα, εκπλήσσει ακόμη και σήμερα τον λαό του Θεού.
Όταν ο Κύριος παραχώρησε τον θάνατο της νεαρής συζύγου, δεν οδηγήθηκε στην απόγνωση. Μάλλον τονώθηκε η εμπιστοσύνη του προς Εκείνον. Η θεία Πρόνοια τον οδήγησε στην ιερωσύνη λίγα χρόνια αργότερα. Υπερασπίστηκε έναν συκοφαντημένο από το άθεο πολιτικό καθεστώς επίσκοπο, όταν δικαστήρια στήνονταν σε ολόκληρη τη χώρα. Φιλαλήθης, αδείμαστος, αδάμαστος, αδάμας, ελεύθερος· τέτοιους ιερείς χρειάζεται η Εκκλησία, τέτοιον ιερέα χρειάστηκε την δύσκολη περίοδο εκείνη ο συκοφαντηθείς και τελικώς αθωωθείς αρχιεπίσκοπος Τουρκεστάν και Τασκένδης Ιννοκέντιος. Την ημέρα της Υπαπαντής του Κυρίου ο ήδη διάκονος Βαλεντίν ως πρεσβύτερος πλέον, ως άλλος πρεσβύτης Συμεών, υποδέχεται στα χέρια του τον Ίδιο τον Βασιλέα της Δόξης, για να φυλάξει την παρακαταθήκη Εκείνου. Οι απειλές της αθεΐας δεν τον πτόησαν. Ο φόβος του Θεού ήταν μάλλον ισχυρότερος από τον φόβο των ανθρώπων, γιατί ήταν φόβος για την απώλεια του Θεού, για την απώλεια των μεγάλων ευκαιριών της σωτηρίας των ανθρώπων μέσα από την σταυροαναστάσιμη ιερατική και ιατρική διακονία.
Αρχιεπίσκοπος και εξόριστος
Η απομάκρυνση του Ιννοκεντίου από την επαρχία του, η οποία μεθοδεύθηκε από τους αδίστακτους διώκτες της Εκκλησίας, έφερε στο προσκήνιο τον πατέρα Βαλεντίν ως ποιμένα της αρχιεπισκοπής. Ως Λουκάς πλέον, με καινούργιο όνομα και καινούργια όνειρα, ανέλαβε τη ηνία της Εκκλησίας.
Ο Γολγοθάς του όμως δεν θα τελείωνε τη Μεγάλη Παρασκευή. Θα συνεχιζόταν, μάλλον θα ξεμάκραινε η Μεγάλη Παρασκευή μέχρι το τέλος του επιγείου βίου του. Ένδεκα χρόνια συνεχών φυλακών, εξοριών, συλλήψεων, ανακρίσεων, ταλαιπωριών από τα στοιχεία της Φύσεως, κακουχιών από την αφιλόξενη σιβηρική γή, δοκιμασιών από τους ευεργετηθέντες, προδοσιών από τους εγγύς, επιδείνωσαν την υγεία του, αλλά όχι το φρόνημά του· σφυρηλατούσαν την ψυχή του, αλλά όχι το πνεύμα του. Γιανεσέϊσκ, Χάγια, Τουρουχάνσκ, Πλαχίνο· μία πορεία εξοριών από τα χαμηλότερα στα υψηλότερα γεωγραφικά πλάτη. Όμως όσο μίκραιναν τα πλάτη της γής, τόσο μεγάλωναν τα πλάτη της καρδιάς του. Αυτή η καρδιά δεν ακολούθησε το σώμα που μετακινείτο από τα ψυχρά στα πολικά κλίματα. Γινόταν ολοένα και θερμότερη, για να μπορεί να λιώνει τους πάγους της κακίας. Η ψυχρή ανάσα στην Σιβηρία δεν ήταν ψυχής ανάσα· γιατί η ψυχή ανέπνευε την θερμή προσευχή· δεν την κρυστάλλωνε το πολικό ψύχος.
Οι συκοφαντίες και οι διαβολές τον υποχρέωσαν σε παραίτηση από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Όμως από την φυλακή στο νοσοκομείο και από το νοσοκομείο στις ανακρίσεις ο άγιος συνέχιζε το έργο του. Νέες εξορίες στην Βόρεια Ρωσία ήρθαν για να προστεθούν, αλλά για τον άγιο όλα αυτά φαίνονταν ως μία μοναδική ευκαιρία, μία ευλογημένη ευκαιρία, που θα του έδινε την δυνατότητα να θεραπεύει ψυχές και σώματα. Η εξορία ήταν γι’ αυτόν μία διαρκής υπενθύμιση της εξορίας από τον Παράδεισο, μία διαρκής προσπάθεια αναζήτησης της επιστροφής στην ποθεινή πατρίδα.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η συνεχιζόμενη μετά απ’ αυτόν αντίδραση του καθεστώτος προς τον επίσκοπο και επιστήμονα Λουκά, ο διορισμός του ως αρχιεπισκόπου Κριμαίας τα δύσκολα εκείνα χρόνια, ο διωγμός της Εκκλησίας το 1959, ήρθαν να προστεθούν στο στάδιο των θλίψεων, από το οποίο εξήλθε νικητής. Σε όλο αυτό το διάστημα υπήρξε πνευματικός και υλικός τροφεύς του λαού. Μοίραζε τον επιούσιο άρτο του μαζί με τον εαυτό του. Ήθελε να μιμηθεί σε όλα τον Αρτο της Ζωής, που μοιράζεται και μελίζεται αδιαιρέτως και διαιρείται αμειώτως και δαπανάται αδαπανήτως. Με το κήρυγμά του αναθέρμανε την πίστη του ποιμνίου, με τις εγχειρήσεις αναθέρμανε τις ελπίδες των πονεμένων. Η όραση των σωματικών οφθαλμών άρχισε να περιορίζεται. Τα μάτια της ψυχής του όμως είχε πάντοτε ορθάνοιχτα, για να βλέπει το φώς του αναστημένου Χριστού.
Δεν μπορεί κανείς μέσα σε λίγες γραμμές να περιγράψει το μέγεθος και το πλήθος των δοκιμασιών, ούτε να προσμετρήσει τον πλούτο των χαρισμάτων του και της αγάπης του για τον άνθρωπο.
Η σχέση του αγίου με την Μητρόπολη Βεροίας
Για την Ιερά Μητρόπολή μας το μεγαλύτερο θαύμα ήταν ότι τον γνωρίσαμε. Τα ιερά λείψανά του είναι ένας από τους θησαυρούς που πλουτίζουν τον λαό της Ημαθίας, προσθέτουν πίστη, θαυματουργούν, θεραπεύουν παντοειδώς. Ενδεικτικά θα αναφέρω κάποιες περιπτώσεις.
Ένας οκτάχρονος γιός γιατρού της περιοχής έσπασε σε ατύχημα το χέρι του. Οι ακτινογραφίες έδειξαν ότι τα πολλαπλά κατάγματα είχαν γίνει κατά μήκος του οστού. Σε μία πρώτη προσπάθεια οι γιατροί-φίλοι του πατέρα του έβαλαν το χέρι στον νάρθηκα, μέχρι να αποφασιστούν οι περαιτέρω θεραπευτικές κινήσεις. Οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση δεν θα άφηνε χωρίς ελάττωμα το χέρι. Η οικογένεια πληροφορήθηκε για τις θαυμαστές θεραπείες του αγίου Λουκά από κάποιον συγγενή. Αμέσως το παιδί ζήτησε από τον πατέρα του να προσκυνήσει τα λείψανα του αγίου. Όταν τα ιερά λείψανα σταυρώθηκαν στο πονεμένο χέρι, το παιδί ένιωσε ένα κάψιμο, μία μετακίνηση των οστών κάτω από τον νάρθηκα, ο ήχος της οποίας μάλιστα έγινε αντιληπτός από το ίδιο το παιδί. Η άμεση αίσθηση της συγκόλλησης των θρυμματισμένων οστών ήταν αρκετή για να αποδείξει ότι οι μετέπειτα ακτινογραφίες θα επιβεβαίωναν αυτό που ήταν ήδη βέβαιο στην ψυχή του νεαρού παιδιού. Το θαύμα είχε γίνει.
Σε μία άλλη περίπτωση, ένας οικογενειάρχης, πατέρας πέντε παιδιών, είχε εμφανίσει έναν μεγάλο όγκο στον αυχένα. Οι πόνοι ήταν δυνατοί και οι γιατροί τον συμβούλευσαν να προχωρήσει στην αφαίρεση του όγκου με χειρουργική επέμβαση. Τα πράγματα άρχισαν να γίνονται περισσότερο ανησυχητικά, όταν εμφανίστηκε και δεύτερος όγκος στην περιοχή της μασχάλης. Η σκλήρυνση του πρώτου όγκου έκανε επιτακτική την ανάγκη για χειρουργείο. Όμως ο ευσεβής οικογενειάρχης, μαζί με τον πνευματικό του, ζήτησε από τον ηγούμενο της Μονής Δοβρά, όπου φυλάσσονται τα λείψανα του αγίου, να τα προσκυνήσουν και να ψάλουν την Παράκλησή του. Μετά από λίγες ημέρες συνέβη το εξής θαυμαστό γεγονός: Την νύκτα, καθώς κοιμόταν με την σύζυγό του, αισθάνθηκε το μαξιλάρι του υγρό. Ανασηκώθηκε λίγο και το είδε πλημμυρισμένο στο αίμα. Ασυναίσθητα έφερε το χέρι του στον αυχένα και διεπίστωσε ότι ο όγκος είχε εξαφανιστεί. Ξύπνησε την σύζυγό του και η έκπληξή τους έγινε μεγαλύτερη, όταν εκείνη εντόπισε στην θέση του όγκου μία μικρή χειρουργική τομή. Ο δεύτερος όγκος είχε εν τώ μεταξύ εξαφανιστεί, χωρίς να υπάρχει ούτε ίχνος που να δηλώνει την προηγούμενη παρουσία του.
Το πλέον ενθαρρυντικό για την αέναη αγιαστική παρουσία του Παρακλήτου στον σύμπαντα κόσμο τροπάριο της ιερής ορθόδοξης υμνογραφίας προέρχεται σαφέστατα από την εορτή της Αγίας Πεντηκοστής. «Το Πνεύμα το Άγιον, ήν μέν αεί και εστι και έσται, ούτε αρξάμενον ούτε παυσόμενον…». Το Άγιο Πνεύμα, ο Θεός πάσης παρακλήσεως, ο πρόξενος της δικής μας πνοής, πάντοτε παρών στην ζωή των ανθρώπων, παρέχει εις το διηνεκές την δυνατότητα της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως στον κάθε ένα ο οποίος επιθυμεί να γνωρίσει τον μεθεκτό κατά Χάριν και αμέθεκτο κατ’ ουσίαν τριαδικό Θεό. Συνεχίζει και δεν θα παύσει ποτέ να αγιάζει τους αποφασισμένους αγωνιστές. Η εποχή μας, όπως και κάθε εποχή, είναι πατερική, αποστολική, εποχή αγίων, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών· είναι εποχή διωγμών, μαρτυρίου, μετανοίας, δακρύων, χαρμολύπης, αγιασμού. Κι όπως ο Χριστός μελίζεται αδιαιρέτως και διαιρείται αμειώτως, έτσι και ο αγαθός Παράκλητος μερίζεται κατά την ενέργεια και παρέχεται αδαπανήτως στον άνθρωπο. Αυτή η μοιρασιά, αυτό το δόσιμο και αυτή η αγάπη του Θεού είναι το πιο χαρακτηριστικό Του γνώρισμα, που το βιώνει πρώτα ο Ίδιος στην ενδοτριαδική ζωή.
Αυτό λοιπόν το μοίρασμα του εαυτού, αυτή η αγάπη, χαρακτηρίζει και τους αγίους της Εκκλησίας μας, χαρακτηρίζει τον μεγάλο άγιο του αιώνα, τον άγιο Λουκά, αρχιεπίσκοπο Συμφερουπόλεως, τον ιατρό.
Η Ορθοδοξία είναι η πίστη της αγάπης, είναι η ζωντανή έκφραση του μοιράσματος, όπου βέβαια και το πρόσωπο διασώζεται μέσα από το δόσιμο. Ο άγιος Λουκάς έθετε συνεχώς τον εαυτό του όχι απλώς στην υπηρεσία του εκκλησιαστικού σώματος, αλλά, μιμούμενος τον μεριζόμενο Χριστό και τον μεριζόμενο Παράκλητο, έπαυσε να επιζητεί «τά εαυτού», καθώς και ο Χριστός «ουχ Εαυτώ ήρεσεν». Ο άγιος εργάστηκε για τους αδελφούς, θυσιάστηκε υπέρ αυτών και προτίμησε ως άλλος Παύλος να γίνει «ανάθεμα» για χάρη τους. Αλλωστε η αγάπη «ου ζητεί τα εαυτής».
Στις ημέρες μας η αγιότητα δεν είναι δυσεύρετη· ούτε η αγάπη φυσικά ή το μοίρασμα του εαυτού μας και η θυσία υπέρ των αδελφών είναι πράγματα ακατόρθωτα. Τα συναντούμε σε λίγους, μα τούτοι οι λίγοι γίνονται αιτία να εμπνεύσουν πολλούς, ώστε η εν Πνεύματι σύμπνοια να δυναμώσει την μαρτυρία της Ορθοδοξίας, της μαρτυρικής αγιότητος, στον σύγχρονο κόσμο. Αλλά βέβαια και η αγιότητα είναι ταπεινή· της αρέσει να κρύβεται, όχι όμως από διάθεση πονηρίας ή από τον φόβο του φωτός, όπως συμβαίνει με τους δαίμονες, αλλά από την αίσθηση ότι η αλήθεια της θεώσεως, επειδή γίνεται αντιληπτή μόνον εν Πνεύματι («εν τώ φωτί Σου οψόμεθα φώς»), δεν χρειάζεται διαφημιστική καμπάνια. Αυτόν τον δρόμο, μάλλον αυτό το κρυφό μονοπάτι της ταπεινοφροσύνης, μάς δείχνει ο άγιος Λουκάς. Αλλά όσο κρυφό κι αν είναι, δεν σημαίνει πώς είναι και σκοτεινό. Ίσα ίσα είναι ολοφώτεινο, αλλά με ένα τέτοιο φώς, που δεν δημιουργεί σκιές. Είναι φώς αληθινό· δεν φωτίζει τον δρόμο για χάρη του διαβάτη· φωτίζει τα έσω του διαβάτη, ώστε να καθοδηγείται σωστά, κι ας είναι και τυφλός, όπως ο άγιος Λουκάς.
Οι λεωφόροι του κόσμου με τα εντυπωσιακά φώτα και τις φωτεινές επιγραφές δεν είναι για τους διαβάτες του Πνεύματος, δεν είναι για τους μιμητές των αγίων. Αυτό το μονοπάτι της ταπεινοφροσύνης, των πνευματικών αρετών, της αυταπάρνησης, της θυσίας, της αγάπης, βάδισε ο άγιος· αυτόν ας ευχόμαστε να βαδίζουμε κι εμείς στην πορεία για την συνάντηση με τον Σωτήρα Χριστό, για την εύρεση του σωσμένου εαυτού μας στο τέλος του δρόμου.